Ευρωεκλογές: ώρα μηδέν
Σε όσες ευρωεκλογές έχουν μέχρι
σήμερα διεξαχθεί, ποτέ ψηφοφόροι δεν εψήφισαν με ευρωπαϊκά κριτήρια,
αλλά πάντοτε με εθνικά. Το πρόβλημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δεν
αναδείχθηκε ποτέ στις λαϊκές ετυμηγορίες, αλλά σε όλες καθοριστικότερο
ειδικό βάρος είχαν οι εθνικοί στόχοι, όπως σήμερα η ανησυχία για την
απασχόληση και την ανεργία.
Η Ευρώπη, χωρίς να είναι απούσα από τη συνείδηση των εκλογέων,
αντιμετωπίστηκε πάντα υπό το πρίσμα των εθνικών προβλημάτων σε κάθε
χώρα. Από τη μια πλευρά, οι κυβερνήσεις δικαιολογούσαν την ανεργία,
επικαλούμενες ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και καταναγκασμούς. Από την άλλη,
οι αντιπολιτεύσεις, θέτοντας σε παρένθεση τις ευρωπαϊκές οδηγίες,
επικεντρώνονταν στην ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων που τις
διεκπεραίωναν.
Οι κυβερνήσεις καταψηφίζονται, αλλά δεν ανατρέπονται, συνεχίζοντας την αποδοκιμασμένη πολιτική τους. Μέχρι σήμερα, ουδέποτε οι Ευρωπαίοι εκλογείς έχουν ψηφίσει απ' ευθείας για ζητήματα ευρωπαϊκής πολιτικής, αλλά πάντα διά της τεθλασμένης.
Ομως, έστω και έτσι, οι ετυμηγορίες τους δεν εισακούονται, αλλά υπεροπτικά αγνοούνται από τα εθνικά και ευρωπαϊκά κέντρα. Επειδή η ευρωπαϊκή ψήφος παραμένει «χαλαρή», αναδεικνύονται πρόσκαιρα νέες δυνάμεις, που στη συνέχεια εξαφανίζονται ή υποεκπροσωπούνται στα εθνικά κοινοβούλια. Το Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, με 15μελή κοινοβουλευτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πρώτο στις προβλέψεις για τις επικείμενες ευρωεκλογές, διαθέτει μόνο 2 έδρες στο γαλλικό Κοινοβούλιο. Πολλά λουλούδια ανθίζουν στο Στρασβούργο, όμως ελάχιστα από αυτά εκπροσωπούνται στα εθνικά Κοινοβούλια.
Για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου, οι προσδοκίες είναι διαφορετικές στη συνείδηση των πολιτών, χωρίς ωστόσο αυτό να καταγράφεται στις επαγγελίες των κομμάτων, που συνεχίζουν στην οδό των προηγούμενων ευρωεκλογικών αναμετρήσεων. Με την ανεργία στα 26 εκατομμύρια και 15 εκατομμύρια στους νέους, κατισχύει οπωσδήποτε κλίμα γενικής κατήφειας. Η Ευρώπη, αντί να εξασφαλίζει την απασχόληση και την ευημερία των πολιτών της, αποβαίνει μηχανισμός επιτήρησης και τιμωρίας όσων δεν συμμορφώνονται με τη λιτότητα, που η ίδια επιβάλλει. Παράλληλα, γενικό είναι το συναίσθημα ότι οι θυσίες των πολιτών δεν αποφέρουν βελτίωση στις χώρες-μέλη ούτε στο ευρωπαϊκό σύνολο, αλλά αντιθέτως επιδείνωση: ολόκληρη η ευρωπαϊκή περιοχή ολισθαίνει σήμερα εξαιτίας τους προς μηδενικές και αρνητικές επιδόσεις. Οι περικοπές δαπανών δεν προωθούν την αναγκαία σύγκλιση ούτε ολοκλήρωση στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά αύξουσα απόκλιση και δυσλειτουργική όξυνση των περιφερειακών ανισοτήτων. Βαθιά υπαρξιακή κρίση της Ευρώπης εκτίθεται επιτέλους απ' ευθείας στην ετυμηγορία των Ευρωπαίων εκλογέων.
Εν τούτοις, οι δύο βασικοί άξονες του ευρωπαϊκού πολιτικού διπολισμού -ο συντηρητικός και ο σοσιαλδημοκρατικός- συμπλέουν στο να αγνοούν την εκρηκτική κοινωνική κατάσταση που δημιουργούν με αγαστή συνευθύνη τους. Αμφότεροι προβλέπουν ακροδεξιά και ευρωσκεπτικιστική άνοδο, εν τούτοις αδρανούν, συνεχίζοντας απτόητοι στο έργο της αποδόμησης των κοινωνιών και της Ευρώπης, αποδεχόμενοι με μοιρολατρία την αναμενόμενη εκλογική αποδοκιμασία τους.
Ηεπιτάχυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης απουσιάζει από την ατζέντα αμφοτέρων, που φαίνονται να θεωρούν το ζήτημα «χαμένο από χέρι». Η παθητικότητα αμφοτέρων επιτρέπει στον ευρωσκεπτικισμό να περνά στην επίθεση: αφού οι ευρωπαϊστικές δυνάμεις αδυνατούν να υπερασπίζονται το έργο τους και την επιτάχυνσή του, εύκολο συμπέρασμα είναι ότι αυτό δεν είναι πλέον υπερασπίσιμο, ότι οι αρνητικές συνέπειες υπερτερούν των θετικών, ότι συνεπώς η επιστροφή στις εθνικές κυριαρχίες θα ήταν προτιμότερη από την ευρωπαϊκή, που μέχρι σήμερα αδυνατεί καν να υπάρξει.
Πολλοί σήμερα μιλούν για Ευρώπη, όμως ο πρακτικός απολογισμός παραμένει περισσότερο αρνητικός παρά θετικός. Οσο η Ευρώπη προβάλλεται ως «ταμπού» και όχι με λογικά επιχειρήματα και θετικά επιτεύγματα, τόσο θα εκτρέφει την απόρριψή της ως «αντι-ταμπού», δηλαδή επίσης χωρίς λογικά επιχειρήματα και με παρασιώπηση των θετικών επιτευγμάτων, δυνατοτήτων και προοπτικών της.
Σε αντίθεση με την παθητικότητα του ευρωπαϊκού διπολισμού και τη συναφή απόρριψη από τον ακροδεξιό ευρωσκεπτικισμό, πρώτη φορά αναδύεται τρίτη δύναμη: η Ευρωπαϊκή Αριστερά, με προεξάρχοντα ρόλο του ελληνικού τμήματος, που ανάγει τα εθνικά κοινωνικά προβλήματα σε κατ' εξοχήν ευρωπαϊκά, εκθέτοντας τις ευρωπαϊκές επιλογές απ' ευθείας στη λαϊκή κρίση. Για την υψηλή ανεργία, ο διπολισμός χρησιμοποιεί παραπειστικά ως άλλοθι τις ελληνικές ιδιομορφίες του παρελθόντος, ενώ η Αριστερά, χωρίς να τις αρνείται, αποδίδει κύρια ευθύνη στις λανθασμένες ευρωπαϊκές συνταγές. Δείχνει ότι η σημερινή πορεία της Ευρώπης προς την αποσύνθεση δεν είναι μοιραία, αλλά μπορεί να αποφευχθεί, υπό τον όρο ότι θα αλλάξουν οι ευρωπαϊκές προτεραιότητες και επιλογές.
Για τα κρίσιμα προβλήματα του ευρωπαϊκού χρέους, της ανάκαμψης και της απασχόλησης, η Ευρωπαϊκή Αριστερά καταθέτει συγκεκριμένες προτάσεις απεμπλοκής από το αδιέξοδο, στο οποίο η Ευρώπη έχει παγιδευθεί με δική της επιλογή. Ολες οι περιοχές του κόσμου (ΗΠΑ, Βρετανία, Ιαπωνία, Κίνα) αντιδρούν στην κρίση με αύξηση δαπανών, μόνον η Ευρώπη τις περικόπτει. Δεν αντιμάχεται την κρίση, αλλά παραδίδεται σ' αυτήν και την οξύνει. Το σύνολο των ευρωπαϊκών χρεών οφείλονται προς Ευρωπαίους, όχι προς τρίτους, και μπορούν να ρυθμίζονται με ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Αντί περικοπών, που καθηλώνουν ολόκληρη την Ευρώπη σε ύφεση, ανεργία και αποπληθωρισμό, να απελευθερώνονται πόροι για την ανάκαμψη και απασχόληση. Η ελληνική Αριστερά εισηγείται ευρωπαϊκή διάσκεψη για τη διαγραφή χρεών και πρόγραμμα μεγάλων επενδύσεων για άμεση ανάκαμψη. Αφού η Ελλάδα επελέγη ως «πειραματόζωο», δικαιολογείται ο πρωταγωνιστικός ρόλος της στην αλλαγή των επιλογών, που καθηλώνουν ολόκληρη την Ευρώπη στο σημερινό θλιβερό αδιέξοδο.
kvergo@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire