O ελληνοτουρκικός διάλογος και η Κύπρος
Η Ελλάδα μπορεί να καίγεται, μπορεί να πνίγεται, αλλά το τραπέζι του ελληνοτουρκικού διαλόγου έχει στρωθεί για καλά σύμφωνα με τους αμερικανικούς σχεδιασμούς.
Η επίσκεψη Γεραπετρίτη στην Άγκυρα έδωσε το έναυσμα μιας νέας προσπάθειας για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Θα είναι η πολλοστή φορά τα τελευταία πενήντα χρόνια. Όλοι οι Έλληνες πρωθυπουργοί της Μεταπολίτευσης, άλλος λίγο και άλλος πολύ, προσπάθησαν να φτάσουν σε μια συμφωνία με την Τουρκία, χωρίς όμως να πετύχουν κάποιο θετικό αποτέλεσμα.
Ο λόγος που δεν κατέληξαν αυτές οι προσπάθειες είναι γιατί η Τουρκία εμφανίζεται ως μια ηγεμονική δύναμη με επεκτατικές βλέψεις και με μια μακροχρόνια στρατηγική την οποία φαίνεται να αγνοούν στην Αθήνα. ΄Ετσι και τώρα, παρά τις εκφραζόμενες καλές προθέσεις λόγω της συγκυρίας που το επιβάλλει στην Άγκυρα, οι επεκτατικοί στόχοι της Τουρκίας δεν φαίνεται να έχουν εγκαταλειφθεί ούτε και οι πάγιες θέσεις της στο Αιγαίο και την Κύπρο. Μπορεί η Ελλάδα να επαναλαμβάνει ότι η μόνη διαφορά με την Τουρκία είνα η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) αλλά η Τουρκία προσέρχεται και σε αυτό τον κύκλο των διαπραγματεύσεων με μια πολυεπίπεδη ατζέντα που θέτει στο τραπέζι πολλαπλά θέματα μέσα από τα οποία αμφισβητείται η ελληνική εθνική κυριαρχία.
Αυτό φαίνεται μέσα από τις δηλώσεις των Τούρκων επισήμων και αυτά εκφράστηκαν επί της ουσίας και τώρα από τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, όταν αναφέρτηκε στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, παρά την προσπάθειά του να τα εκφράσει με ηπιότερες διατυπώσεις. Μέσα από αυτές τις ηπιότερες διατυπώσεις προβάλλουν πάντα οι τουρκικές απαιτήσεις στο Αιγαίο που αφορούν τις γκρίζες ζώνες, την άρνηση ύπαρξης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ για τα ελληνικά νησιά και όλα τα άλλα που προβάλλονται κατά καιρούς με βάση την τουρκική θεώρηση των πραγμάτων με αναφορά στη Γαλάζια Πατρίδα.
Από ελληνικής πλευράς την ευθύνη για τον νέο κύκλο διαπραγματεύσεων θα έχει η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η πρέσβης που διετέλεσε και διευθύντρια του διπλωματικού γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη και που θεωρείται έμπιστη και προστατευόμενη της Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά ταυτόχρονα έχει και την εμπιστοσύνη των Αμερικανών. Διετέλεσε άλλωστε και πρέσβης στις ΗΠΑ. Βεβαίως ο διάλογος θα είναι αναβαθμισμένος σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και σε επίπεδο Μητσοτάκη-Ερντογάν. Αυτό το νόημα είχε η επίσκεψη Γεραπετρίτη στην Άγκυρα και η προσεχής συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.
Στόχος θα είναι η υπογραφή ενός συνυποσχετικού και τελική κατάληξη στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης. Αυτή η κατάληξη όμως δεν πρόκειται να γίνει για μόνο την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Ο Μητσοτάκης προπάθησε ήδη να προετοιμάσει το έδαφος για ελληνικές υποχωρήσεις που θα ικανοποιούν την Τουρκία. Υπάρχουν πολιτικοί παρατηρητές στην Αθήνα που πιστεύουν ότι τις θέσεις Μητσοτάκη τις ασπάζονται και τα δύο άλλα μεγάλα κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Και ότι επομένως δεν θα αντιδράσουν αν υπάρξει κατάληξη στη Χάγη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν δυνάμεις στο εσωτερικό των κομμάτων αυτών αλλά και στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας που θα αντιδράσουν σε υποχωρήσεις που θα έθεταν υπό αμφισβήτηση την ελληνική εθνική κυριαρχία. Ούτε βέβαια και η ελληνική κοινή γνώμη θα αποδεχτεί κάτι τέτοιο.
Αν όμως δεν υπάρξει συμφωνία για προσφυγή στη Χάγη λόγω των υπέρμετρων τουρκικών απαιτήσεων, οι Αμερικανοί έχουν και ένα Plan B που θα επιβάλλει ένα είδος εκεχειρίας ανάμεσα στις δύο χώρες και ένα πλαίσιο συνεργασίας και αποφυγής των εντάσεων. Θα πρόκειται για συνεργασία σε θέματα «χαμηλής πολιτικής» με την οικοδόμηση μέτρων εμπιστοσύνης.
Σε όλη αυτή την προσπάθεια η Κύπρος φαίνεται να παραμένει εκτός, με την Τουρκία να παρουσιάζεται επιθετική στην Ανατολική Μεσόγειο, με συνεχείς απειλές εναντίον της κυπριακής ανεξαρτησίας. Υλοποιούνται άλλωστε διάφορα τουρκικά σχέδια σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε πρόκειται με όσα συμβαίνουν στη νεκρή ζώνη με τελευταίο παράδειγμα αυτά που συνέβησαν στην Πύλα, είτε με τις κινήσεις στην Αμμόχωστο, είτε με την μαζική εισροή προσφύγων στις ελεύθερες περιοχές μέσω των κατεχομένων.
Αυτό που επιδιώκουν Άγγλοι και Αμερικανοί, αλλά που το υιοθετεί και η Αθήνα, είναι η επανέναρξη του διαλόγου για το Κυπριακό που είναι πολύ πιθανόν να αρχίσει μετά τις διεργασίες και τις επαφές στη Νέα Υόρκη την περίοδο αυτή των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.
Η Λευκωσία επαναλαμβάνει φορτικά ότι είναι έτοιμη να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις από εκεί που διακόπηκαν στο Κραν Μοντανά. Η Τουρκία μέσω του διαλόγου αυτού θα επιδιώξει τη λύση της συνομοσπονδίας με δική της επικυριαρχία επί του συνόλου της Κύπρου. Κάτι τέτοιο όμως φαίνεται αδύνατο ότι θα περνούσε μέσα από ένα δημοψήφισμα, έστω και αν υπήρχαν πολιτικές δυνάμεις στην Κύπρο που θα στήριζαν αυτή την λύση, με το επίχρισμα της Διζωνικής, Δικοινοτικής Ομοσπονδίας.
Υ.Γ.
Το μεταναστευτικό πήρε εκρηκτικές διαστάσεις
στην Κύπρο τις τελευταίες μέρες. Είναι ανάγκη να αντιμετωπιστεί με μια
ολοκληρωμένη πολιτική μακριά από ρατσιστικές εκδηλώσεις που δεν τιμούν
την κυπριακή κοινωνία. Ασφαλώς και το πρόβλημα είναι υπαρκτό και είναι
κατανοητή η ανησυχία των πολιτών από την εργαλειοποίηση του από την
Άγκυρα. Δεν αντιμετωπίζεται όμως με μια ρατσιστική πολιτική αλλά με ένα
ολοκληρωμένο σχεδιασμό σε πολλαπλά επίπεδα.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας
stephanos.constantinides@gmail.com