ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

mercredi 30 septembre 2020

΄Ενας πρωθυπουργός στην υπηρεσία ενός υπουργού!

 Δεν αλλάζει η δουλικότητα της Δεξιάς.

Φωτογραφία: anoixtoparathyro.gr

Ένας από τους πιο αντιδραστικούς πολιτικούς των ΗΠΑ, διακεκριμένο στέλεχος στο ακροδεξιό Tea Party, και κολλητό του φευγάτου Τραμπ- άρα υπ’ ατμόν.

Ελάχιστοι δημοσιογράφοι ανέδειξαν αυτό το πρόσωπο του Αμερικανού. Και κανείς δεν έθεσε ένα απλό ερώτημα: τι δουλειά είχε Έλληνας Πρωθυπουργός σε αμερικανική βάση;

Αντίθετα η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη βάση των ΗΠΑ στη Σούδα, δίπλα τον Αμερικανό υπουργό, προβλήθηκε ως… «εθνικό επίτευγμα».

Πάλι καλά δεν ανακήρυξαν την Κρήτη… παράρτημα της βάσης, δίκην προσάρτησης της χώρας στην αμερικανική ομπρέλα προστασίας- για την οποία πανηγυρίζουν τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, προτάσσοντας ότι ο Ερντογάν… σκάει από το κακό του. Σα να απευθύνονται σε ανόητους.

Ο εκπρόσωπος του αμερικανικού κατεστημένου έφτασε στη Σούδα- αμερικανικό έδαφος κατά νόμο- συνοδευόμενος όχι μόνο από τους υπαλλήλους του, αλλά από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας. Έτσι ακριβώς: Πρωθυπουργός συνοδεύει έναν… υπουργό!

Ο Μάικ Πομπέο μπορεί να είναι μέλος της αμερικάνικης κυβέρνησης, και βεβαίως μπορεί να είναι φίλο ενεργειακών και τεχνολογικών εταιριών και βιομηχάνων όπλων.

Μπορεί να είναι φορέας ισχύος και εκπρόσωπος της υπερδύναμης. Αλλά δεν παύει να είναι υπουργός. Και ο ομόλογός του στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο είναι ο υπουργός Εξωτερικών.

Μπορεί να γίνει δεκτός -ακριβώς αυτή είναι η διατύπωση- από τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Μπορεί να γίνει δεκτός από την Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Αλλά στο επίπεδο του είναι ο Νίκος Δένδιας.

Δεν πρέπει να υπάρχει προηγούμενο αρχηγού κυβέρνησης που… συνοδεύει υπουργό ξένου κράτους σε έδαφος που δεν είναι ελληνικό. Ούτε… υπουργός του να ήταν.

Δεν υπάρχει πουθενά στο δυτικό ημισφαίριο σύστημα ενημέρωσής που δεν θα καυτηριάσει το φαινόμενο επικεφαλής κυβέρνησης που αυτοτοποθετείται απέναντι σε υποδεέστερο κατά το πρωτόκολλο αξιωματούχο ξένης κυβέρνησης, κατά τον τρόπo που είδαμε να το κάνει ο Μητσοτάκης.

Ακόμη και η υποδοχή σοβιετικών υπουργών Εξωτερικών από αρχηγούς χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας τηρούσε τα προσχήματα.

Δικαίωμα του Κυριάκου Μητσοτάκη να υποδεχθεί τον Πομπέο σαν…φίλο του. Εδώ γελάνε και τα ψάρια στη Σούδα, αλλά, αν έτσι το αντιλαμβάνεται, γούστο του και καπέλο του.

Δικαίωμά του να τον τραπεζώσει και να τον κοιμίσει στο εμβληματικό σπίτι των Μητσοτάκηδων –φουκαριάρα Ντόρα, τι σου έμελλε. Είναι θέμα δημοσίων σχέσεων υπέρ της της χώρας. Προφανώς και δικαίωμά του να εκχωρήσει και διευκολύνσεις, αν το εγκρίνει η ελληνική Βουλή.

Αλλά τι δουλειά είχε να τον… συνοδεύει στην αμερικανική βάση; Τι πήγε να κάνει σε ένα χώρο που δεν υπάγεται στη δικαιοδοσία του ως Πρωθυπουργού; Η παρακείμενη ελληνική βάση, δεν τον καλύπτει. Η δουλικότητα ξεχείλιζε απο παντού. Προσωπικά – και ως οικογένεια- μπορεί να αισθάνεται ότι θέλει. Αλλά εκπροσωπεί κάτι .

Κανείς δεν μπορεί να γίνεται χαλί να τον πατήσει ο κάθε Πομπέο, όση ισχύ και αν έχει. Η Ελλάδα δεν είναι προτεκτοράτο. Συνεπώς κανείς δεν μπορεί να την εκλαμβάνει έτσι. Ούτε οι ξένοι, ούτε οι δικοί της πολιτικοί.

Ειδικά όσοι ξίνισαν επειδή ο Τσίπρας δεν καθόταν σε στάση προσοχής μπροστά τον Ομπάμα δεν μπορούν να υποτιμούν την χώρα υποδεχόμενοι σαν Ρωμαίο ύπατο έναν Αμερικανό υπουργό.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο anoixtoparathyro.gr με πλήρη τίτλο: Δεν αλλάζει η δουλικότητα της Δεξιάς. 1945: «Στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» – 2020: «Υπουργέ μου, ιδού η χώρα σας» – Τι δουλειά είχε Έλληνας Πρωθυπουργός σε αμερικανική βάση;

mardi 29 septembre 2020

Ο Μπους στην Αθήνα. Τότε ήταν ο πατέρας Μητσοτάκης





ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1991

Οταν ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος είχε επισκεφθεί την Ελλάδα: Η Ακρόπολη, το «Ζήτω η Ελλάς» στη Βουλή και τα «dolmadakia» της Μαρίκας


Ήταν καλοκαίρι του 1991 όταν ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος θα γινόταν ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που θα επισκεπτόταν την Ελλάδα, έπειτα από τρεις και πλέον δεκαετίες.

Η πρόσκληση έγινε από τον τότε Ελληνα πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Η ιστορική επίσκεψη του Τζορτζ Μπους στην Αθήνα πραγματοποιήθηκε στις 18 Ιουλίου 1991 και έγινε κάτω από  δρακόντεια μέτρα ασφαλείας.

dimanche 27 septembre 2020

Η δύσκολη σχέση Αθήνας - Λευκωσίας

 


Στέφανος Κωνσταντινίδης*


  


 

Η δύσκολη σχέση της Κύπρου με την Αθήνα δεν είναι σημερινή, με τις ακροβασίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πάει πίσω στην αρχαιότητα, τότε που η Αθήνα ήταν η πιο σημαντική πόλη του αρχαίου ελληνικού κόσμου, την εποχή της περσικής κυριαρχίας στην Ιωνία και την Ανατολική Μεσόγειο. Ήταν βέβαια και η Ανταλκίδειος Ειρήνη, γνωστή και ως η ειρήνη του Βασιλέως με την οποία η Σπάρτη -να μη λέμε μόνο για την Αθήνα- παρέδιδε στους Πέρσες την Ιωνία και την Κύπρο. Και την οποία επικαλέστηκε στη Βουλή των Ελλήνων (23 Φεβρουαρίου 1959) κατά τη συζήτηση των συμφωνιών της Ζυρίχης-Λονδίνου ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΕΔΑ Ηλίας Ηλιού για να τις χαρακτηρίσει ακόμη χειρότερες και από την Ανταλκίδειο Ειρήνη. 

Στη νεότερη εποχή ο Ελευθέριος Βενιζέλος γέμισε με πικρία τους Κυπρίους όταν μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο άφησε εκτός των ελληνικών διεκδικήσεων την Κύπρο για να έχει την στήριξη της Βρετανίας στην περιπέτεια της Μικράς Ασίας, τότε που χάθηκε για πάντα η Ιωνία. Στην ουσία όμως η δύσκολη σχέση της Αθήνας -λέγε Ελλάδας- με την Κύπρο αρχίζει με την ανακίνηση του Κυπριακού τη δεκαετία του 1950. Τότε που οι κεντρώες κυβερνήσεις Πλαστήρα - Βενιζέλου - Παπανδρέου αρνήθηκαν να ανακινήσουν το Κυπριακό και να υιοθετήσουν το κυπριακό αίτημα προσφυγής στα Ηνωμένα Έθνη. Ήταν τότε που ο Γεώργιος Παπανδρέου για να δικαιολογήσει τη στάση της Αθήνας, είπε το περίφημο: «η Ελλάς αναπνέει σήμερον με δύο πνεύμονας, τον μεν αγγλικόν, τον δε αμερικανικόν. Δεν ημπορεί, λόγω του Κυπριακού, να διακινδυνεύσει από ασφυξίαν». Κι ύστερα ήρθε ο Παπάγος με την κυβέρνηση του Ελληνικού Συναγερμού, ενός ευρύτατου συνασπισμού της ελληνικής Δεξιάς, που με πολλή δυσκολία υιοθέτησε το κυπριακό αίτημα και έγινε η πρώτη ελληνική προσφυγή στα Ηνωμένα Έθνη (Αύγουστος 1954).

Η κυβέρνηση Καραμανλή που διαδέχτηκε αυτή του Παπάγου, θεωρούσε το Κυπριακό ως ένα βαρίδι που δημιουργούσε προβλήματα με τους συμμάχους της χώρας. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι βρισκόμαστε μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και η Ελλάδα ζει την περίοδο μιας σκληρής αμερικανοκρατίας. Και εδώ τίθεται το ερώτημα αν η επιμονή ανακίνησης του Κυπριακού από κυπριακής πλευράς την περίοδο αυτή ήταν η σωστή πολιτική. Ο Μακάριος στηρίχτηκε στην ελληνική κοινή γνώμη που έβραζε κυριολεκτικά υπέρ της Κύπρου για να ασκήσει έντονη πίεση στις ελληνικές κυβερνήσεις να ανακινήσουν το Κυπριακό. Αλλά και ο ίδιος δεχόταν την πίεση της κυπριακής κοινής γνώμης. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι Δεξιά και Αριστερά στην Κύπρο εκείνη την εποχή συναγωνίζονταν στις κινητοποιήσεις υπέρ της Ένωσης. Το ΑΚΕΛ είχε κάνει τη μεγάλη στροφή και το 1950 ξεκίνησε ουσιαστικά,με δική του πρωτοβουλία, το ενωτικό δημοψήφισμα με τη συλλογή υπογραφών υπέρ της ένωσης προτού το υπερκεράσει η Εθναρχία με τη θεσμοποημένη διεξαγωγή του. Εξάλλου είχε αρχίσει η αποαποικιοποίηση στην Ασία και την Αφρική που επηρέαζε την ελλαδική και κυπριακή κοινή γνώμη. Το επιχείρημα που ακούεται ότι αν το Κυπριακό είχε ανακινηθεί αργότερα θα είχε καλύτερη κατάληξη, είναι λίγο μεταφυσικό και δεν στηρίζεται πουθενά.

Μετά τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου διευρύνεται σταδιακά η διαφορετική εκτίμηση για τις εξελίξεις ανάμεσα στη Λευκωσία και την Αθήνα. Η Αθήνα με κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθεί, ανεπιτυχώς, να αποτρέψει τον Μακάριο από του να προχωρήσει στην υποβολή προτάσεων αναθεώρησης του συντάγματος. Η νέα ελληνική κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου - Ένωσης Κέντρου, μετά τα γεγονότα του 1963 - '64 υιοθετεί μια νέα πολιτική σε συμφωνία με τη Λευκωσία και επανέρχεται ο στόχος της αυτοδιάθεσης-ένωσης. Οι τριβές, όμως, ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία δεν λείπουν και μερικές φορές είναι έντονες. Ο βασικός λόγος είναι ότι η Αθήνα θέλει να κινηθεί  εντός του πλαισίου μιας ατλαντικής πολιτικής, εντός του πλαισίου της Δύσης αφού η χώρα είναι μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ η Λευκωσία κινείται στο χώρο των Αδεσμεύτων. 

Με τη δικτατορία στην Ελλάδα το χάσμα ανάμεσα στην Αθήνα και τη Λευκωσία μεγαλώνει. Μετά το φιάσκο της συνάντησης της ηγεσίας της δικτατορίας με την τουρκική πολιτική ηγεσία -πρωθυπουργός ο Ντεμιρέλ- στην Αλεξανδρούπολη και στην Κεσάν, το Σεπτέμβριο του 1967, όπου η χούντα πρότεινε με πολλή αφέλεια στους Τούρκους τη λύση της ένωσης στη βάση του σχεδίου Άτσεσον αλλά και μετά τα γεγονότα της Κοφίνου και την απόσυρση της Μεραρχίας, εγκαταλείπεται η πολιτική της ένωσης και υιοθετείται αυτή του εφικτού. Το χουντικό καθεστώς όμως συνέχισε να υπονομεύει την κυβέρνηση της Λευκωσίας με κατάληξη το πραξικόπημα του Ιουλίου 1974 που οδήγησε στην τουρκική εισβολή.

Με τις κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης αποκαταστάθηκε μια καλύτερη συνεργασία Αθήνας - Λευκωσίας αλλά οι διαφορές δεν εξέλιπαν. Στην Κύπρο η πικρία ήταν μεγάλη από την αρχή της νέας εποχής με την πολιτική που υιοθέτησε η κυβέρνηση Καραμανλή στη δεύτερη τουρκική εισβολή του Αυγούστου. Τη γνωστή πολιτική η «Κύπρος κείται μακράν». Αλλά για την περίοδο αυτή θα επανέλθουμε την επόμενη Κυριακή. Να σημειώσουμε πάντως ότι ναι μεν η κύρια ευθύνη φαίνεται να βαρύνει το «εθνικό κέντρο» για τη δύσκολη σχέση Αθήνας - Λευκωσίας αλλά και στην Κύπρο δεν έλειψαν οι Αμαθούσιοι που την υπονόμευσαν με το δικό τους τρόπο. 

Υ.Γ. Όπως και ένα σωρό άλλα θέματα ποδοσφαιροποιήθηκε και αυτό με τη ζωγραφική-σκίτσα του εκπαιδευτικού Γιώργου Γαβριήλ. Με τους φανατικούς του γλωσσαρίου και της καταδίκης του ΠΙΝ από τη μια, αλλά και με κομματικές πλάτες -βολεύει πάντα η κλίνη του Προκρούστη- και το πολιτικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο από την άλλη που του δίνεται η ευκαιρία να συσπειρώσει έναν κόσμο που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα ήταν εύκολο να το πετύχει. Ο μεταπρατισμός ακόμη και στο χώρο της τέχνης θριαμβεύει με «εισαγωγές» «ανάποδες» εκ Παρισίων και αλλού, η αισθητική και τα μηνύματα είναι χαμηλών πτήσεων και η έννοια του αντισυστημισμού γελοιοποιείται. Και ένας υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού που εντέλλεται πειθαρχική δίωξη εναντίον του εκπαιδευτικου! Ευτυχώς που υπάρχει και αυτή η ταλαιπωρημένη έννοια της ελευθερίας της έκφρασης που ως φύλλο συκής περιφέρεται για άλλοθι στην ποδοσφαιροποιημένη αυτή προκρούστεια συζήτηση.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019

stephanos.constantinides@gmail.com

mardi 22 septembre 2020

Η ελληνική βαλκανική πολιτική

 

«Ανοιγμα» Καραμανλή στα Βαλκάνια

Η φιλική υποδοχή που επιφύλαξε ο βουλγαρικός λαός στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον πρώτο Ελληνα πρωθυπουργό που επισκέφθηκε επίσημα τη Σόφια, απεικόνιζε την έναρξη νέας εποχής στις σχέσεις των δύο χωρών. Φωτ. ΙΔΡΥΜΑ «ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ»

dimanche 13 septembre 2020

Η Ρωσία και εμείς

 

Στέφανος Κωνσταντινίδης*


 

 

 

Οι σχέσεις του ελληνισμού με τη Ρωσία πάνε πίσω μερικούς αιώνες, στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας. Τότε που μιλούσαν για «Μόσκοβο» και για «ξανθό γένος»! Και περίμεναν τη ρωσική βοήθεια για την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό. Αλλά και τότε οι απογοητεύσεις ήταν πολλές όπως και σήμερα! Τα Ορλωφικά (1770), τότε που η τσαρική Ρωσία ξεσήκωσε τους Έλληνες και ύστερα τους εγκατέλειψε στο έλεος των Τούρκων  είναι ένα παράδειγμα. Είχαν, όμως, και οφέλη οι Έλληνες από τη Ρωσία την ίδια περίοδο. Όπως για παράδειγμα όταν με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) τα ελληνικά εμπορικά πλοία είχαν το δικαίωμα να υψώνουν τη ρωσική σημαία, κάτι που επέτρεψε τη μεγάλη ανάπτυξη του εμπορικού στόλου των ελληνικών νησιών.

Στα νεότερα χρόνια δύο θέματα προκαλούσαν τριβές στις ελληνορωσικές σχέσεις: ο πανσλαβισμός και η Ορθοδοξία. Ο πανσλαβισμός οδηγούσε τη Ρωσία να παίρνει θέση υπέρ των σλαβικών κρατών στα Βαλκάνια που ήταν αντίθετες με τα ελληνικά συμφέροντα. Και στο θέμα της Ορθοδοξίας το  Πατριαρχείο της Μόσχας φιλοδοξούσε πάντα να αναλάβει την ηγεσία του ορθόδοξου κόσμου, να γίνει η «Τρίτη Ρώμη», υποκαθιστώντας το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Θα προσθέταμε εδώ και τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα που δημιούργησε επίσης ένταση στις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας μολονότι ξεπεράστηκε νωρίς. Ίσως η ανακίνηση του Κυπριακού και η στήριξη που έδινε η τότε Σοβιετική Ένωση στην Ελλάδα, κυρίως στα Ηνωμένα Έθνη, δημιούργησε ένα φιλορωσικό ρεύμα στην ελληνική κοινή γνώμη που οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν μπορούσαν να αγνοήσουν ή να το αντιμετωπίσουν με αντικομμουνιστικά κηρύγματα. Πλήγμα στις ελληνορωσικές σχέσεις υπήρξε επίσης η βοήθεια που η μόλις αναδυθείσα τότε Σοβιετική Ένωση έδωσε στον Μουσταφά Κεμάλ την περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Είχε όμως προηγηθεί η αποστολή ελληνικής δύναμης από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στον πόλεμο της Δύσης κατά του σοβιετικού καθεστώτος που βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο με τους τσαρικούς.

Στη Μεταπολίτευση οι ελληνορωσικές σχέσεις γνώρισαν μια σημαντική ανάπτυξη. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στον αντιαμερικανισμό που επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία λόγω της δικτατορίας αλλά και στην ένταση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία κάτι που υποχρέωνε τις ελληνικές κυβερνήσεις να επιδιώκουν την στήριξη της Μόσχας. Αυτή την περίοδο με τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης αναπτύχθηκαν οι σχέσεις με χώρες του ανατολικού μπλοκ και ειδικά με τη Βουλγαρία που προσφερόταν για μια συμμαχία ενάντια στον τουρκικό επεκτατισμό. Ακόμη και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανέπτυξε ξεχωριστές σχέσεις με τον βούλγαρο κομμουνιστή ηγέτη Τόντορ Ζίβκοφ που έγιναν ακόμη πιο εγκάρδιες με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ιδιαίτερες προσπάθειες ανάπτυξης των ελληνορωσικών σχέσεων κατέβαλε και ο Κώστας Καραμανλής αλλά δέχτηκε την έντονη αμερικανική αντίδραση γι' αυτό ενώ και στο εσωτερικό της ΝΔ η Ντόρα Μπακογιάννη έκανε ό,τι μπορούσε για να τις σαμποτάρει, ειδικά την περίοδο που ήταν υπουργός Εξωτερικών.

Μελανό σημείο στις σχέσεις των δύο χωρών υπήρξε η απέλαση, επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ, δύο ρώσων διπλωματών που κατηγορήθηκαν για ενέργειες που απέβλεπαν να εμποδίσουν συμφωνία με τα Σκόπια για την εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών και την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ που προωθούσαν τότε οι Αμερικανοί. Έκτοτε οι σχέσεις των δύο χωρών επανήλθαν σε πιο ήρεμα νερά, μολονότι κάποια ένταση παρατηρήθηκε και επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη.

Η Κυπριακή Δημοκρατία  διατήρησε διαχρονικά καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Η Μόσχα στήριξε σταθερά την Κύπρο στα Ηνωμένα Έθνη και ειδικά στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Εξάλλου με σταθερούς ρυθμούς αναπτύχθηκε και η   οικονομική συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες. Σκιές βεβαίως υπήρξαν, ειδικά τον τελευταίο καιρό με την ανάπτυξη στενών σχέσεων ανάμεσα στη Μόσχα και την Άγκυρα. Εντούτοις οι σχέσεις Λευκωσίας-Μόσχας διατηρήθηκαν σε ένα καλό επίπεδο όπως αυτό φάνηκε με την επίσκεψη του ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στην Κύπρο την περασμένη εβδομάδα. Παρά τις κάποιες επικρίσεις που ακούστηκαν ότι οι θέσεις Λαβρόφ ήταν σε μερικά σημεία διφορούμενες, αυτή καθεαυτή η επίσκεψη ήταν μια πολιτική στήριξη στην Κυπριακή Δημοκρατία. Η Ρωσία είναι μια μεγάλη δύναμη με τεράστια γεωπολιτικά συμφέροντα και στην περιοχή αλλά και παγκόσμια. Και στο πλαίσιο αυτών των συμφερόντων διατηρεί και καλές σχέσεις με την Τουρκία. Θα ήταν επομένως ουτοπικό να περιμένει κανείς ανοιχτή καταδίκη της Άγκυρας. Ποτέ άλλωστε δεν έγινε αυτό. Πάντα στόχευε στη διαφύλαξη των  συμφερόντων της με την Τουρκία, πολύ δε περισσότερο σήμερα. Όμως κρατούμε τα θετικά της ρωσικής πολιτικής. Και δεν είναι λίγα. Στο κάτω-κάτω όταν εμείς διαπραγματευόμαστε λύση με τουρκικές εγγυήσεις και παρουσία τουρκικού στρατού και άλλα ων ουκ έστιν τέλος, και όταν ακούονται οι γνωστές φωνές στη Λευκωσία και την Αθήνα να προτείνουν τα γνωστά, δεν θα είναι βασιλικότεροι οι Ρώσοι απέναντι στην Τουρκία. Και από μόνη της η επίσκεψη του Λαβρόφ -ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων- ενισχύει την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και επιπλέον δεν έκανε και το προσκύνημα που κάνουν οι Αμερικανοί, οι Εγγλέζοι και οι της ΕΕ στα κατεχόμενα για να συναντήσει τους εγκάθετους του Ερντογάν!

Τέλος ας έχουμε την πολιτική κρίση να αναγνωρίσουμε κάποια πράγματα: 

Α. Χωρίς τον ρωσικό οπλισμό δεν θα υπήρχε Εθνική Φρουρά! 

Β. Χωρίς τη ρωσική στήριξη στο Συμβούλιο Ασφαλείας οι Εγγλέζοι και οι Αμερικανοί θα είχαν προχωρήσει σε αποαναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα είχαμε μετατραπεί προ πολλού από κράτος σε κοινότητα. 

Γ. Όσο και αν η ρωσική πολιτική δεν είναι αυτή που θα θέλαμε να είναι, μας ζημίωσε πολύ λιγότερο από τη βρετανική, την αμερικανική και τη ΝΑΤΟϊκή πολιτική.

Συμπερασματικά Ελλάδα και Κύπρος έχουν κάθε συμφέρον να διατηρήσουν τις καλύτερες δυνατές σχέσεις με τη Ρωσία. Είναι μια μεγάλη δύναμη την οποία δεν μπορεί κανείς να παρακάμψει χωρίς συνέπειες. Επιπλέον θα ήταν τραγικό λάθος οι δύο χώρες να βάλουν όλα τους τα αυγά στο ίδιο καλάθι, δηλαδή το αμερικανικό.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019

stephanos.constantinides@gmail.com

lundi 7 septembre 2020

Λέλα Καραγίάννη, η ηρωίδα της Αντίστασης

Σαν σήμερα: Εκτελείται από τους Γερμανούς η «Μπουμπουλίνα της Κατοχής»

Σαν σήμερα: Εκτελείται από τους Γερμανούς η «Μπουμπουλίνα της Κατοχής»
 

Οι εκτελέσεις των Γερμανών εντάθηκαν κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα. Χιλιάδες Έλληνες, σε πόλεις και χωριά βρήκαν τον θάνατο από τα λεγόμενα «αντίποινα των Γερμανών», που είτε χτυπήθηκαν κατά την αποχώρησή τους και αντέδρασαν με εκτελέσεις, είτε εκτέλεσαν χωρίς δισταγμό λόγω της μη παραδοχής της ήττας τους.

dimanche 6 septembre 2020

Αστυνόμευση της σκέψης;

 

Υπολογιστές θα διαβάζουν τη σκέψη μας

H ιδέα της σύνδεσης εγκεφάλου - μηχανής δεν είναι νέα. Επί δεκαετίες αποτελεί έναν από τους πιο φιλόδοξους στόχους της επιστημονικής έρευνας. Παρόμοια συστήματα έχουν εμφυτευθεί στον εγκέφαλο όχι μόνο πειραματόζωων, αλλά και ανθρώπων. (Φωτ. SHUTTERSTOCK)

Του MOISHES VELASQUEZ-MANOFF/THE NEW YORK TIMES

H Γερτρούδη, ένα συμπαθέστατο χοιρίδιο, διεκδίκησε δικαίως, την περασμένη εβδομάδα, τα δέκα λεπτά δημοσιότητας που της αναλογούν. Μπορεί φαινομενικά να είναι ένας συνηθισμένος χοίρος, αλλά έχει μια ιδιαιτερότητα. Στον εγκέφαλό της έχει εμφυτευθεί, εδώ και μήνες, το μείζον τεχνολογικό επίτευγμα του Ελον Μασκ, το Νeuralink: ένα μικροτσίπ που διαβάζει τη σκέψη. Συνδέεται με τους νευρώνες της μουσούδας της και όποτε αγγίζει κάτι με αυτή, τα νευρωνικά σήματα του εγκεφάλου της απεικονίζονται σε μια οθόνη, αφού προηγουμένως έχουν αποκωδικοποιηθεί από τα 1.024 ηλεκτρόδια του μικροτσίπ.

Αντιμέτωποι με την Τουρκία

 

 Στέφανος Κωνσταντινίδης*

Τα προβλήματα με την Τουρκία δεν είναι σημερινά. Πάνε σε βάθος χρόνου. Επειδή όμως για την όποια ανάλυση η περιοδολόγηση είναι αναγκαία, το 1974 αποτελεί τομή και την αρχή μιας νέας περιόδου. Κι αυτό γιατί η Τουρκία καταφέρνει με την εισβολή στην Κύπρο να ανατρέψει υπέρ της το στάτους κβο που επικρατούσε, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να αμφισβητεί και την ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο. Σταδιακά δε, εμπεδώνει διεθνώς την εντύπωση ότι διαθέτει κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο τα οποία παραβιάζει η Ελλάδα. Η Άγκυρα είναι σταθερή και ανυποχώρητη στις διεκδικήσεις της. Διαθέτει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική η οποία παραμένει αμετάβλητη όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις, ακόμη κι όταν έρχονται στην εξουσία οι Ισλαμιστές με τον Ερντογάν. Η Ελλάδα αντίθετα δεν διαθέτει στρατηγική. Αντιμετωπίζει την Τουρκία κατά περίσταση και με μόνιμη τακτική τις συνεχείς υποχωρήσεις. Πρόκειται για τη γνωστή πολιτική του κατευνασμού που ονοματίστηκε επίσης πολιτική εξημέρωσης του θηρίου. Ο μόνος στη Μεταπολίτευση που συνειδητοποίησε πού οδηγούσε την Ελλάδα η μακροπρόθεσμη τουρκική στρατηγική, ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Προσπάθησε να οικοδομήσει μια στρατηγική απέναντι στην Τουρκία αλλά αυτή χάθηκε με τη στραβοτιμονιά που έκανε στο Νταβός όταν συνάντησε τον Οζάλ και πνίγηκε μέσα στα σκάνδαλα της εξουσίας για τα οποία διώχτηκε το 1989. Είχε βέβαια την οξυδέρκεια να πει το Mea Culpa και να προσπαθήσει να επανορθώσει στην τελευταία περίοδο της διακυβέρνησής του με το ενιαίο αμυντικό δόγμα Ελλάδας-Κύπρου. Ήταν όμως πια πολύ αργά. 

Η κυβέρνηση Σημίτη που τον διαδέχτηκε διέλυσε αυτή την πολιτική, εγκατέλειψε το ενιαίο αμυντικό δόγμα και απέσυρε την Ελλάδα από την ανατολική Μεσόγειο. Μετά τα Ίμια η γκριζοποίηση του Αιγαίου θα προχωρήσει με γοργούς ρυθμούς. 

Ο Κώστας Καραμανλής στην πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης του προσπάθησε, κάτω από την επίδραση του Πέτρου Μολυβιάτη, διπλωμάτη στενού συνεργάτη του Κωνσταντίνου Καραμανλή που αντιλαμβανόταν ότι η πολιτική των υποχωρήσεων μόνο την Τουρκία ωφελούσε, να φρενάρει κάπως αυτό τον κατήφορο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Οι εσωκομματικές όμως ισορροπίες έφεραν στη θέση του στο υπουργείο Εξωτερικών την Ντόρα Μπακογιάννη περισσότερο «σημιτική» και από τον Σημίτη!  Οι τουρκικές εφημερίδες πανηγύριζαν τότε και έγραφαν ότι επανήλθε ο «θηλυκός» Γιώργος, σε μια αναφορά στην πολιτική Σημίτη που εφάρμοζε ο Γιώργος Παπανδρέου ως υπουργός Εξωτερικών.

Με αυτά και με άλλα φτάσαμε στην οικονομική κρίση και τα μνημόνια που αποδυνάμωσαν τη χώρα ενώ οι Ισλαμιστές και ο Ερντογάν όταν εδραιώθηκαν στην εξουσία έθεσαν σε εφαρμογή τη νεο-οθωμανική επεκτατική πολιτική με ισλαμικό ιδεολογικό μανδύα. Και κάπως έτσι φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση. Αντιμέτωποι με μια Τουρκία που θέλει να ανασυστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία με την προτεκτορατοποίηση χωρών της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων. Και αυτά δεν τα λένε μόνο όσοι εξ αρχής έβλεπαν τα αδιέξοδα της πολιτικής του κατευνασμού και οι οποίοι λοιδωρήθηκαν ως οπαδοί του πολέμου! Το λένε και αναλυτές που για χρόνια ήταν οπαδοί της πολιτικής του κατευνασμού και υποστήριζαν τον ελληνοτουρκικό διάλογο όπως τον αποδέχτηκε ο Σημίτης παραμερίζοντας την πολιτική Ανδρέα Παπανδρέου, όπως το παραδέχτηκε πρόσφατα ο στενός συνεργάτης του Χρήστος Ροζάκης. ( Άρθρο του στην «Καθημερινή», 10 Αυγούστου 2020). 

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα παραδοχής της αποτυχίας της πολιτικής αυτής του κατευνασμού είναι η αρθρογραφία του Αλέξη Παπαχελά στη ναυαρχίδα της ελληνικής αστικής τάξης και των ελληνικών ελίτ την «Καθημερινή». Μια αρθρογραφία που εκφράζει τη σύγχυση και την απελπισία που επικρατεί στα υψηλά δώματα της εξουσίας. Σημειώνω επίσης ότι ο Παπαχελάς, σήμερα διευθυντής της «Καθημερινής», διετέλεσε και Γενικός Γραμματέας του ΕΛΙΑΜΕΠ του οποίου παραμένει πάντα στέλεχος. Έγραψε λοιπόν στο άρθρο του της περασμένης Κυριακής, ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής:«Αν δεν βάλουμε μυαλό και δεν κινηθούμε γρήγορα και δυναμικά, θα είμαστε υπόλογοι απέναντι στην Ιστορία. Γιατί ο μεγάλος κίνδυνος δεν θα είναι ένας επώδυνος συμβιβασμός, ο οποίος ενδεχομένως να είναι και αδύνατος με τη σημερινή Τουρκία. Το χειρότερο θα είναι μια κλιμακούμενη φινλανδοποίηση».

«Φινλανδοποίηση» είναι ο πιο ευγενικός όρος απόδοσης της έννοιας και της πραγματικότητας της προτεκτοροποίησης.

Το θέμα βεβαίως δεν είναι να απορρίψουμε τον διάλογο με την Τουρκία. Ο πόλεμος δεν είναι λύση, θα είναι καταστροφικός και για τις δύο πλευρές. Ακόμη και μετά από ένα πόλεμο ή ένα θερμό επεισόδιο, στο τραπέζι του διαλόγου θα καταλήξουμε. Εξαρτάται όμως από ποια θέση ισχύος θα γίνει ο διάλογος. Και ισχύς δεν προκύπτει μόνο από τη συσσώρευση όπλων. Συσσώρευση η οποία θα πρέπει παραμείνει στο πιο δυνατό χαμηλό επίπεδο για να χρησιμοποιηθούν οι πόροι της χώρας για την παιδεία, την υγεία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Και με τη σημερινή τεχνολογία όπως και με την αποφυγή της μίζας που στους εξοπλισμούς κατάντησε γάγγραινα στο παρελθόν και απορροφούσε  μεγάλο μέρος του κόστους τους, αυτό είναι δυνατό. Ισχύς άλλωστε είναι και η διπλωματική θωράκιση και η θετική εικόνα της χώρας προς τα έξω, η δημοκρατική ευνομία και η εθνική ενότητα. Είναι και η ποιοτική υπεροχή των Ενόπλων Δυνάμεων που ισοφαρίζει ή και υπερσκελίζει την ποσοτική υπεροχή του αντιπάλου. Είναι και όλα αυτά που αποδίδονται με τον όρο ήπια ισχύς: θελκτικότητα της κουλτούρας, πολιτικές αξίες (δημοκρατία, ευνομία κ.λπ.) και πολιτικές επιλογές μιας χώρας στην εξωτερική της πολιτική. Αν η σκληρή ισχύς παραμένει αποφασιστική για την εθνική ασφάλεια και την ανεξαρτησία μιας χώρας, η ήπια ισχύς εξασφαλίζει την αναγκαία διεθνή υποστήριξη σε δύσκολες στιγμές και επιδιώκεται ακόμη και από τις Μεγάλες  Δυνάμες με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τελευταίο καιρό την Κίνα.

Καταληκτικά, ο όποιος διάλογος με την Τουρκία για να μην καταλήξει σε «φινλανδοποίηση» της χώρας θα πρέπει να γίνει από θέσεως ανάσχεσης και αποτρεπτικής ισχύος.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019

stephanos.constantinides@gmail.com

1

vendredi 4 septembre 2020

ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑ


Όταν στην Αθήνα και τη Λευκωσία νομίζουν ότι έχουν "στριμώξει" την Τουρκία! Και αυτό μετά τα όσα μας αποκάλυψαν τα "κατά λάθος" ανοιχτά μικρόφωνα του Μπορέλ σε συνομιλία του με την Γερμανίδα υπουργό Άμυνας. Και έπεται και η διαμεσολάβηση του ΝΑΤΟ που διαψεύδει η Αθήνα και επιβεβαιώνει με πολλή χαρά η Άγκυρα. Δεν τα μαθαίνουμε όλα!
Νάταλι Τότσι, το φιλότουρκο πρόσωπο της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας
protagon.gr
Νάταλι Τότσι, το φιλότουρκο πρόσωπο της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας