Οι εκατομμυριούχοι επενδυτές κάνουν στροφή στα μετρητά
Προεξοφλούν πτώση των αγορών μέσα στο 2023 κατά τουλάχιστον 10%
Η βαθύτερη απαισιοδοξία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 καταγράφεται μεταξύ των βαθύπλουτων επενδυτών, που τελευταία προτιμούν τα μετρητά από τις μετοχές, καθώς προεξοφλούν μεγάλη πτώση των αγορών μέσα στο 2023. Οι δυσοίωνες εκτιμήσεις τους μπορούν, όμως, να επηρεάσουν καθοριστικά την αγορά σαν ένα είδος αυτοεκπληρούμενης προφητείας, δεδομένου ότι οι βαθύπλουτοι επενδυτές ελέγχουν πάνω από το 85% των μετοχών.
Η εικόνα αναδύεται αρκετά σκοτεινή από σχετική έρευνα που διεξήγαγε το δίκτυο CNBC μεταξύ των πλουσιότερων επενδυτών, όσων δηλαδή έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους μετοχές και τίτλους αξίας τουλάχιστον ενός εκατ. δολαρίων. Προκύπτει πως σχεδόν οι μισοί από αυτούς, το 46% για την ακρίβεια, έχουν αυξήσει σημαντικά τα μετρητά στο χαρτοφυλάκιό τους σε σύγκριση με τη διάρθρωσή του το περασμένο έτος . Επιπλέον το 17% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι τώρα κρατάει «πολύ περισσότερα μετρητά». Ο λόγος που τους στρέφει στα μετρητά είναι ότι περισσότεροι από τους μισούς –και συγκεκριμένα το 56% των βαθύπλουτων επενδυτών– προεξοφλούν πτώση του δείκτη S&P 500 κατά τουλάχιστον 10% μέσα στο νέο έτος. Ακόμη πιο απαισιόδοξο δηλώνει περίπου το 30% των ερωτηθέντων, καθώς εκτιμά πως η πτώση θα είναι μεγαλύτερη του 15%. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι ένα από τα ευρήματα της δημοσκόπησης, ότι στην ερώτηση τι θεωρούν μεγαλύτερη απειλή για τον πλούτο τους, 28% των βαθύπλουτων απάντησαν πως το χρηματιστήριο και οι μετοχές εγκυμονούν τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Σημειωτέον ότι οι βαθύπλουτοι εκφράζουν την ίδια απαισιοδοξία και σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας, καθώς το 60% προβλέπει πως η οικονομία θα είναι σε «χειρότερη» ή και «πολύ χειρότερη» κατάσταση στα τέλη του επόμενου έτους.
Τελευταία φορά που οι πλουσιότεροι των επενδυτών εξέφραζαν τόση απαισιοδοξία ήταν στη διάρκεια του 2008.
Οπως επισημαίνει το CNBC, τελευταία φορά που οι πλουσιότεροι των επενδυτών εξέφραζαν τόση απαισιοδοξία ήταν στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και της ύφεσης που ακολούθησε εδώ και περισσότερο από μια δεκαετία. Ο Τζορτζ Γουόλπερ, πρόεδρος της ομάδας Spectrem Group που διεξήγαγε τη δημοσκόπηση για λογαριασμό του CNBC, τονίζει ότι η βαθύτατη αυτή απαισιοδοξία που έχει κυριεύσει τους πλουσιότερους επενδυτές οφείλεται στο μείγμα αρνητικών παραγόντων – πληθωρισμός, αύξηση επιτοκίων και διαφαινόμενη ύφεση. Ο συνδυασμός αυτών των αποσταθεροποιητικών παραγόντων πείθει τους επενδυτές ότι έπεται μεγαλύτερη πτώση το νέο έτος, μετά την ούτως ή άλλως δύσκολη χρονιά του 2022, στη διάρκεια του οποίου ο δείκτης S&P 500 είχε συνολικά απώλειες 18%. Ετσι, τουλάχιστον το 1/3 των βαθύπλουτων επενδυτών προβλέπει πως το νέο έτος θα είναι ζημιογόνες οι επενδύσεις είτε αυτές είναι μετοχές είτε ομόλογα είτε άλλη κατηγορία τίτλων. Οι υπόλοιποι ευελπιστούν ακόμη σε κάποια κέρδη από τις επενδύσεις τους, αλλά εκτιμούν ότι αυτά δεν πρόκειται να είναι μεγαλύτερα από μια απόδοση στην καλύτερη περίπτωση 4%. Στην περίπτωση αυτή θα πρόκειται για οριακή απόδοση, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή η απόδοση των βραχυπρόθεσμων ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου έχει υπερβεί το 4%.
Ανάμεσα στα ευρήματα της έρευνας ξεχωρίζει το χάσμα ανάμεσα στην παλαιότερη και τη νεότερη γενιά επενδυτών σε ό,τι αφορά την αποτίμησή τους για την κατάσταση. Οι νεότεροι, όσοι ανήκουν στη γενιά της χιλιετίας και έχουν γεννηθεί από το τέλος της δεκαετίας του 1980 μέχρι το 2000, έχουν ουσιαστικά αντίθετη αντίληψη για την κατάσταση και εκφράζουν αισιοδοξία. Σε ποσοστό 81% προβλέπουν πως στο τέλος του επόμενου έτους θα έχουν σημειώσει κέρδη οι επενδύσεις τους, ενώ σχεδόν οι μισοί, το 46%, υπολογίζουν πως θα έχουν κέρδη 10%. Επιχειρώντας να ερμηνεύσει την ουσιαστικά αντιδιαμετρική θεώρηση της κατάστασης, ο Γουόλπερ τονίζει πως η γενιά της χιλιετίας έχει διαμορφωθεί σε ένα περιβάλλον παγκόσμιας οικονομίας με χαμηλά επιτόκια και άνοδο των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, στο πλαίσιο του οποίου ύστερα από μια πτώση της αγοράς ακολουθεί συνήθως μια ταχύτατη ανάκαμψη. Ανάμεσα στις παλαιότερες γενιές, αντιθέτως, είναι πολλοί εκείνοι που θυμούνται τις εποχές του επιταχυνόμενου πληθωρισμού και των υψηλών επιτοκίων των δεκαετιών 1970 και 1980, όταν ο δείκτης S&P 500 υποχωρούσε επί σχεδόν μια δεκαετία. «Η γενιά της χιλιετίας δεν έχει γνωρίσει ποτέ πληθωρισμό», τονίζει ο Γουόλπερ και προσθέτει ότι «σε όλη τη ζωή τους έχουν δει να χειρίζονται τα επιτόκια οι κεντρικές τράπεζες αλλά ποτέ δεν έχουν δει τόσο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων».
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire