ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

lundi 15 mai 2023

Ο μύθος του Ανδρέα Παπανδρέου

 

Αρθρο του Γ. Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Γιατί αντέχει ο μύθος του Ανδρέα;

Eνα από τα επεισόδια αυτής της υποτονικής προεκλογικής περιόδου ήταν η αντιπαράθεση ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ για το ποιος (δικαιούται να) εκφράζει την κληρονομιά του Ανδρέα Παπανδρέου

Αρθρο του Γ. Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Γιατί αντέχει ο μύθος του Ανδρέα;

Eνα από τα επεισόδια αυτής της υποτονικής προεκλογικής περιόδου ήταν η αντιπαράθεση ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ για το ποιος (δικαιούται να) εκφράζει την κληρονομιά του Ανδρέα Παπανδρέου. Τι κάνει άραγε τα δύο κόμματα της Κεντροαριστεράς να διαγκωνίζονται για μια μακρινή στιγμή της πολιτικής μας ιστορίας; Σκιαμαχία για ένα κουτί με κιτρινισμένες φωτογραφίες; Μεταμοντέρνα νοσταλγία των παλιών καλών καιρών, όπως αποτυπώνεται στη σοσιαλμιντιακή παρωδία των memes τύπου «Με Ανδρέα, παίρναμε εμείς δώρο στον Αη Βασίλη»;

Δεν αποκλείεται. Ταυτόχρονα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνοψίζει κάτι περισσότερο. Η πολιτική ιστορία, όπως η Ιστορία εν γένει, δεν είναι απλώς η ιστορία που γράφουν οι «μεγάλες προσωπικότητες». Ωστόσο, καμιά φορά τα πρόσωπα συμπυκνώνουν τις μεγάλες στροφές της και γίνονται διακυβεύματα του παρόντος. Ο «Ανδρέας» είναι μετωνυμία της μιας από τις δύο ιδρυτικές στιγμές της μεταπολίτευσης, δηλαδή του πολιτικού σύμπαντος στο οποίο ακόμη κατοικούμε. Εάν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που έρχεται από το Παρίσι με το αεροπλάνο του Ζισκάρ προσωποποιεί τη μετάβαση στη δημοκρατία, ο καθηγητής του Μπέρκλεϊ, με το δερμάτινο μπουφάν, τις φαβορίτες και την πίπα, σηματοδοτεί την εδραίωσή της.

Η έκρηξη προσδοκιών στην πρώτη μεταπολίτευση –με ιστορικοπολιτικό χαρακτήρα, καθώς προερχόταν από τους αποκλεισμένους της μετεμφυλιακής «καχεκτικής δημοκρατίας»– δεν μπορούσε να εκπροσωπηθεί παρά προσωρινά από την καραμανλική Ν.Δ. Το ΠΑΣΟΚ ήταν το νέο ιδεολογικό-πολιτικό υποκείμενο που συνάρθρωσε τον διάχυτο ριζοσπαστισμό, τις προσδοκίες, τα αιτήματα.

Ηταν η «στιγμή» κατά την οποία ολοκληρώνεται η είσοδος των μαζών στην πολιτική, που εξελισσόταν στη χαμένη άνοιξη του ’60 προτού διακοπεί βίαια από τη δικτατορία. Το ανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ έδωσε πολιτική εκπροσώπηση σε μια λαϊκή διαθεσιμότητα, που μπορεί να μην ήταν αναγκαστικά σοσιαλιστική (αν και αριστερόστροφη), ωστόσο υπερέβαινε τα όρια του καραμανλισμού. Θεμελίωσε την κυριαρχία του σε μια επικαιροποιημένη εκδοχή της προδικτατορικής τομής Δεξιά – αντιδεξιά αλλά και σε έναν προσωποκεντρικό λαϊκισμό, που έγινε όχημα εξουσίας και κοινωνικής ανόδου, παρά αμφισβήτησης, για τους μικροαστούς, καθώς και σε μια εθνοκεντρική αντιδυτική ρητορική, που γρήγορα και αποτελεσματικά συμφιλιώθηκε με το ευρωπαϊκό ανήκειν (βλ. και Α. Πανταζόπουλος, Για το λαό και το έθνος: η στιγμή Ανδρέας Παπανδρέου, Πόλις, 2001).

Εξ ου και η σχέση του με την κομμουνιστική Αριστερά που υπήρξε αμφίθυμη. Μέχρι το 1985 αναπτύχθηκε μια ώσμωση μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, ιδίως στο επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην ανανεωτική Αριστερά, ο Αγγελος Ελεφάντης έγραφε ότι «από τη σκοπιά του σοσιαλισμού το ΠΑΣΟΚ μάς αφήνει παγερά αδιάφορους», καθώς στη θέση του έθνους της εθνικοφροσύνης βάζει έναν εργαλειακό λαό· ο Νίκος Πουλαντζάς, επηρεασμένος από τη συνοδοιπορία των σοσιαλιστών του Μιτεράν με τους ευρωκομμουνιστές του Μαρσέ, αναζητούσε μια πληθυντική Αριστερά α λα ελληνικά, που θα χωρούσε και το ΠΑΣΟΚ ως μαζικό σοσιαλιστικό κίνημα.

Η «στιγμή» Ανδρέα Παπανδρέου είχε επίσης μεταρρυθμιστικές αιχμές. Επισφράγισε την αλλαγή της βάσης νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος: όχι πια αντικομμουνισμός, εθνικοφροσύνη, κοινωνικός συντηρητισμός. Οι πολιτικές του ΠΑΣΟΚ αφορούσαν τα ιστορικά τραύματα (αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης), την κατάργηση κοινωνικών αναχρονισμών (ψήφος στα 18, πολιτικός γάμος, εκσυγχρονισμός του οικογενειακού δικαίου), την καθιέρωση 40ωρου/5ήμερου, τη δημιουργία του ΕΣΥ, τον εκσυγχρονισμό της ανώτατης εκπαίδευσης, τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος. Αλλά ήταν επίσης και ο ευτελισμός της πολιτικής στα τέλη της δεκαετίας του 1980. «Κι αυτά κι εκείνα», που λέει ο ποιητής.

Ο καθηγητής του Μπέρκλεϊ με το δερμάτινο μπουφάν, τις φαβορίτες και την πίπα σηματοδοτεί την εδραίωση της δημοκρατίας.

Η ακριβοδίκαιη αποτίμηση του «Ανδρέα» είναι δύσκολη άσκηση, όπως συμβαίνει με τις μεγάλες και διχαστικές πολιτικές προσωπικότητες. Οσο απομακρύνονται από την εποχή τους, τόσο γίνονται κενά σημαίνοντα και κληρονομιές διαθέσιμες σε πολλούς κληρονόμους.

Η επαναφορά της μυθολογίας του σήμερα δεν είναι μόνο αταβισμός. Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα στην κρίση, η Ελλάδα των 80s έγινε επίδικο: από τη μια δαιμονοποιήθηκε ως πηγή μιας λαϊκιστικής πολιτικής κουλτούρας, αλλά και της χρεοκοπίας (όσο κι αν ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός συνέβη κυρίως στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000)· από την άλλη, αναθεωρήθηκε θετικά από όσους θεώρησαν ότι τα κεκτημένα της μεταπολίτευσης είναι προς υπεράσπιση.

Υπό αυτήν την έννοια, ο μύθος του Ανδρέα παραμένει ελκτικός. Τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αν και επίγονος της εχθρικής προς τον Ανδρέα ανανεωτικής Αριστεράς υποκατέστησε το εκλογικό κοινό του ΠΑΣΟΚ, όσο και για το ΠΑΣΟΚ, που επιχειρώντας ένα σοσιαλδημοκρατικό repositioning βρίσκει πιο επιχειρησιακή την ταυτοτική περίοδο του ανδρεϊκού «μεσογειακού σοσιαλισμού», παρά την πιο «ευρωπαϊκή»-μπλερική (άρα πιο προσγειωμένη) περίοδο Σημίτη.

Ενδεχομένως σε εκείνη την ιδρυτική στιγμή αναζητούμε κάτι που λείπει σήμερα. Μια αίσθηση αλλαγής εποχής, έναν ορίζοντα προσδοκιών κόντρα στη ματαίωση· τη σύνδεση του πολιτικού φορέα με ένα μαζικό, λαϊκό υποκείμενο· μια ριζική σύγκρουση που οριοθετεί ταυτότητες, ενίοτε και στρατόπεδα· μια σειρά μεταρρυθμίσεων που συγχρονίζονται με τις πιο προωθημένες αξιακές τάσεις της κοινωνίας· κάποιοι ίσως έναν ισχυρό ηγέτη σε αδιαμεσολάβητη επαφή με τον «λαό».

Η εκλεκτικιστική χρήση μιας πολιτικής μυθολογίας δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Το ερώτημα είναι εάν οι κληρονόμοι μπορούν να ενσωματώσουν τα στοιχεία κληρονομιάς του μακρινού συγγενή σε ένα παροντικό σχέδιο κοινωνικού μετασχηματισμού. Αν όχι, θα πρόκειται απλώς για μεταχρονολογημένα πολιτικά πάθη.

Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας.

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire