Μέρες που είναι, και αφού πολλοί  τον μνημονεύουν, ιδού μια διαφορετική ανάγνωση ενός από τους γενάρχες της νεοελληνικής γραμματείας,του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη(1851-1911). Αν και μια ορισμένη σχολαστική φιλολογία αλλά και πολλοί θρησκευόμενοι προσπάθησαν να τον περιορίσουν στο στενό χώρο της ηθογραφίας και των «εορταστικών» του διηγημάτων (πασχαλινά, χριστουγεννιάτικα, πρωτοχρονιάτικα), εντούτοις πρόκειται για ένα κοινωνικό συγγραφέα με οξύτατη παρατηρητικότητα των κοινωνικών πραγμάτων. Παρατηρητής και κριτής των κοινωνικών φαινομένων, ήταν αδύνατο βεβαίως να αγνοήσει την πολιτική. Όχι την πολιτική με την στενή έννοια του πολιτεύεσθαι, αλλά την πολιτική με  την ευρεία έννοια αντιμετώπισης των όσων συμβαίνουν στην κοινωνία, στον τοπικό περίγυρο του αλλά και τον εθνικό και διεθνή χώρο. Η πολιτική  διεισδύει έντονα στο έργο του και αυτός  τοποθετείται στα θέματα της με κριτικό πνεύμα. Οι παρατηρήσεις του για την πολιτική, διαχρονικές, ενδιαφέρουν και φωτίζουν και όσα συμβαίνουν σήμερα

Ο Παπαδιαμάντης ήταν ο ίδιος μέρος του λαού, ένας απλός άνθρωπος που ζούσε τη φτώχεια των λαϊκών στρωμάτων, υπέφερε μαζί τους και ποτέ δεν ξεχώρισε τον εαυτό του από τους απλούς ανθρώπους. Σύνθετη προσωπικότητα και με μεγάλη οξυδέρκεια, κατέγραψε στα διηγήματά, τα χρονογραφήματα και τα μυθιστορήματα του την σκληρή πραγματικότητα της εποχής του. Η πολιτική του σκέψη, οι παρατηρήσεις του για την πολιτική και κοινωνική ζωή, είναι διάσπαρτες σε όλο το έργο του.

Εκεί όμως που ανατέμνει την πολιτική πραγματικότητα του καιρού του, με παρατηρήσεις καίριες και διαχρονικές, είναι στο  διήγημα  του, «Οι Χαλασοχώρηδες» (1892) και στο μυθιστόρημα  «Έμποροι των Εθνών» (1882-1883) στα οποία και θα περιοριστούμε.

Στους «Χαλασοχώρηδες», που σημαίνει αυτοί που καταστρέφουν τα χωριά, ο συγγραφέας  παρατηρεί και ανατέμνει το πολιτικό σύστημα και τις αξίες του και περιγράφει τα πολιτικά ήθη της εποχής του, ιδίως τη διαφθορά και το πελατειακό σύστημα που ίσχυε τότε και που διαιωνίζεται ως τις μέρες μας.

Ένα χρόνο μετά (1893) ο Χαρίλαος Τρικούπης, πρωθυπουργός τότε της Ελλάδας,  αναφωνεί στη Βουλή των Ελλήνων το περίφημο εκείνο, «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».  Και δεν θα ήτο η πρώτη φορά που επτώχευε η χώρα!

Γράφει ο Παπαδιαμάντης στο διήγημα αυτό: «Ο δε Αλικιάδης είχε διατελέσει και αυτός βουλευτής άλλοτε και είχε διακριθεί… Ήτο βέβαιος ότι εκλεγόμενος βουλευτής, θα ωφελείτο είκοσι πέντε ή τριάντα χιλιάδας το ολιγώτερον. Α! ήτο πολύ «κουλοπετσωμένος». Εν πρώτοις, όταν επρόκειτο να διορίσει υπάλληλον, θα του έλεγε «μ’ δίνεις τα μισά;», πριν αποφασίσει να δώσει μπιλιέτο. Νέτα σκέτα, «σίγουρες δουλειές». Και αν κανείς κακομοίρης ετύγχανε να του χρεωστεί από παλαιόν καιρόν τίποτε ψωροδραχμές, θα τον διώριζεν, εξαναγκάζων αυτόν να υπογράψει εκ προκαταβολής πολλών μηνών αποδείξεις διά τους μισθούς του, με χρονολογίας ημερών μήπω ανατειλασών μέχρις υπερεξοφλήσεως…. Ό,τι απετέλει την δύναμιν του Αλικιάδου ήτο ο πόθος, υφ’ ου εφλέγετο, να φανεί χρήσιμος εις την εκτέλεσιν δημοσίων έργων της επαρχίας. Εν πρώτοις, υπήρχεν η εθνική οδός, η προκηρυσσομένη εκάστοτε ως μέλλουσα να κατασκευασθή παρά την πρωτεύουσαν της επαρχίας πόλιν. Εκείθεν, αν εξελέγετο βουλευτής,  θα είχε την μερίδα του λέοντος. Από τώρα είχεν αρχίσει να συνεταιρίζεται κρυφά με τους εργολάβους. Κατά την πρώτην βουλευτείαν του ολόκληρον δάσος το είχε κάμει ιδικόν του, δικαιώματι κατακτήσεως.

 Έπειτα ήτο ο λιμήν, ο λιμήν της βορειοανατολικής πόλεως… Εις κάθε νέας εκλογάς επροκηρύσσετο η εργολαβία· εις κάθε διάλειμμα μεταξύ δύο εκλογών η εργολαβία εγκατελείπετο. Ερρίπτοντο ακριβώς τόσαι πέτραι προς μόλωσιν της θαλάσσης κατά τας παραμονάς εκάστης εκλογής, όσαι, αν υπελογίζετο ότι θα είχομεν βουλευτικάς εκλογάς κατά παν έτος…»

Αυτά μας θυμίζουν και τους δικούς μας πολιτικούς, τα έργα και τις ημέρες τους.

Και αλλού θα μιλήσει για την πλουτοκρατία:

«Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρη σώματα και ψυχάς».

Στο μυθιστόρημα  « Έμποροι των Εθνών», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Μη χάνεσαι» του Βλάση Γαβριηλίδη μεταξύ των μηνών Νοεμβρίου 1882 και Φεβρουαρίου 1883, διαβάζουμε και τα ακόλουθα:

«Η γενεαλογία της πολιτικής είναι συνεχής και γνησία κατά τους προγόνους. Η αργία εγέννησε την πενίαν. Η πενία έτεκε την πείναν. Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν. Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν. Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου. Τότε και τώρα πάντοτε η αυτή. Τότε δια της βίας, τώρα δια του δόλου και δια της…βίας. Πάντοτε αμετάβλητοι οι σχοινοβάται ούτοι οι Αθίγγανοι, οι γελωτοποιοί ούτοι πίθηκοι (καλώ δ’ ούτω τους λεγομένους πολιτικούς). Μαύροι χαλκείς κατασκευάζοντες δεσμά δια τους λαούς εν τη βαθυζόφω σκοτία του αιωνίου εργαστηρίου των…».

«Για ν’ αποκτήση κανείς γρόσια, άλλος τρόπος δεν είναι, πρέπη νάχει μεγάλη τύχη, να εύρη στραβόν κόσμο, και να είναι αυτός μ’ ένα μάτι, δεν του χρειάζονται δύο. Πρέπει να φάη σπίτια, να καταπιή χωράφια, να βουλιάξη καράβια, με τριανταέξ τα εκατό θαλασσοδάνεια, το διάφορο κεφάλι».

Το 1896 σστην εφημερίδα «Ακρόπολις έγραψε:

Τις ημύνθη περί πάτρης;

Και τι πταίει η γλαυξ, η θρηνούσα επί ερειπίων; Πταίουν οι πλάσαντες τα ερείπια. Και τα ερείπια τα έπλασαν οι ανίκανοι κυβερνήται της Ελλάδος.

Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί, εκατάστρεψαν το έθνος, ανάθεμά τους. Κάψιμο θέλουν όλοι τους! Τότε σ’ εξεθέωναν οι προεστοί κ’ οι ‘γυφτοχαρατζήδες’, τώρα σε ‘αθεώνουν’ οι βουλευταί κ’ οι δήμαρχοι.

Αυτοί που είχαν το λύειν και το δεσμείν εις τα δύο κόμματα…»

«Το τέρας το καλούµενον επιφανής τρέφει την φυγοπονίαν, την θεσιθηρίαν, τον τραµπουκισµόν, τον κουτσαβακισµόν, την εις τους νόµους απείθειαν. Πλάττει αυλήν εξ αχρήστων ανθρώπων, στοιχείων φθοροποιών τα οποία τον περιστοιχίζουσι, παρασίτων τα οποία αποζώσιν εξ αυτού. Μεταξύ δύο αντιπάλων µετερχοµένων την αυτήν διαφθοράν, θα επιτύχει εκείνος όστις ευπρεπέστερον φορεί το προσωπείον κ’ επιδεξιώτερον τον κόθορνον. Αµυνα περί πάτρης θα ήτο η ευσυνείδητος λειτουργία των θεσµών, η εθνική αγωγή, η χρηστή διοίκησις, η καταπολέµησις του ξένου υλισµού και πιθηκισµού, του διαφθείροντος το φρόνηµα και εκφυλίσαντος σήµερον το έθνος, και η πρόληψις της χρεοκοπίας».

Ο Παπαδιαμάντης ήταν ένας φωτισμένος άνθρωπος του λαού που δεν δίστασε να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Κατά τον Κώστα Βάρναλη “η ψυχή του κι η ψυχή των ηρώων του είναι η ψυχή του ελληνικού λαού στην πιο εξαγνισμένη της υπόσταση”.

Ο πολιτικός Παπαδιαμάντης είναι πάντα επίκαιρος στις μέρες μας.

Σε όλες και όλους καλές γιορτές και καλή χρονιά.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, ποιητής.  Email  stephanos.constantinides@gmail.com