Του Στέφανου Κωνσταντινίδη*
Σε μια δύσκολη και ρευστή διεθνή συγκυρία το ελληνικό πολιτικό σύστημα παρουσιάζει ένα ανησυχητικό κενό. Αυτό φαίνεται μέσα από τις δημοσκοπήσεις αλλά και από την καθημερινή πολιτική πρακτική που αναδεικνύει την αβεβαιότητα και την αστάθεια του. Και με την εθνική κυριαρχία της χώρας να αμφισβητείται και την Κύπρο να απειλείται.Το μεγάλο κενό είναι η έλλειψη αντιπολίτευσης με τα κόμματα κατακερματισμένα και χωρίς κανένα από αυτά να μπορεί να προσφέρει εναλλακτική διάδοχη κατάσταση στη σημερινή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας-Μητσοτάκη,η οποία επίσης διέρχεται μια βαθιά κρίση.
Τα ποσοστά της ΝΔ δεν φτάνουν πια ούτε το 30% και σε κάποια στιγμή έπεσαν ακόμη πολύ πιο χαμηλά. Υπάρχει επομένως έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση που βρίσκεται αντιμέτωπη με το μεγάλο κοινωνικό κίνημα των Τεμπών αλλά και με την καθημερινότητα του Έλληνα πολίτη την οποίαν αντιμετωπίζει με επιδόματα φτώχειας. Τα επιδόματα με τα οποία ο Μητσοτάκης προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των πολιτών είναι η ένδειξη μιας οικονομίας που αδυνατεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας με μια αξιοπρεπή αμοιβή. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση διατυμπανίζει την οικονομική σταθερότητα της χώρας. Οι δείκτες όμως, τόσο οι ευρωπαϊκοί όσο και κάποιοι αξιόπιστοι ελληνικοί, δείχνουν μια Ελλάδα που έχει ξεπεραστεί ακόμη και από χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ που βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση.
Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας είναι το παραγωγικό της μοντέλο, που στηρίζεται στον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Οι λίγες ελληνικές βιομηχανίες εξαφανίστηκαν σταδιακά ή αγοράστηκαν από ξένα συμφέροντα που τις μετέφεραν ακόμη και εκτός Ελλάδας. Η γεωργική παραγωγή έχει επίσης υποχωρήσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, σε σημείο που η χώρα εισάγει μεγάλο αριθμό ξένων γεωργικών προϊόντων. Η δε ανάπτυξη την οποία διατυμπανίζει η κυβέρνηση, στηρίζεται κυρίως σε ξένες επενδύσεις στα ακίνητα με αποτέλεσμα να οδηγηθούν τα ενοίκια στα ύψη και το πρόβλημα της στέγης να είναι ακόμη και απαγορευτικό για τη δημιουργία οικογένειας.
Την κατάσταση επιδείνωσαν ακόμη περισσότερο οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη από τις οποίες επωφελείται μια μικρή ολιγαρχία και τα ξένα συμφέροντα.
Με όλα αυτά τα προβλήματα, με τις κοινωνικές ανισότητες και με πολλά άλλα που ταλαιπωρούν τον Έλληνα πολίτη, όπως το υποβαθμισμένο σύστημα υγείας αλλά και αυτό της παιδείας, θα περίμενε κανείς μια εναλλακτική πρόταση από την αντιπολίτευση για το μέλλον. Τέτοια πρόταση δεν υπάρχει και κανένα κόμμα δεν έχει τα ποσοστά εκείνα που να πλησιάζουν αυτά του κυβερνητικού κόμματος, όσο χαμηλά και να είναι. Ο ΣΥΡΙΖΑ που ήταν η αξιωματική αντιπολίτευση διαλύθηκε εξ ων συνετέθη με το πείραμα Κασσελάκη, το ΠΑΣΟΚ που βρέθηκε αναπάντεχα στη θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά τη διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει καθηλωμένο με ένα χαμηλό ποσοστό που με δυσκολία ξεπερνά διψήφιο αριθμό.
Και ξαφνικά οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν δεύτερο κόμμα μετά τη ΝΔ την «Πλεύση Ελευθερίας» της Ζωής Κωνσταντοπούλου, με ένα ξαφνικό άλμα που άρχισε να ανησυχεί την άρχουσα τάξη. Όχι πως η Κωνσταντοπούλου είναι ο θηλυκός Ροβεσπιέρος, αλλά για την αστάθεια και την αβεβαιότητα που προκαλεί στο σύστημα. Όταν μάλιστα συζητείται ήδη αν θα μπορούσε να ήταν η μελλοντική πρωθυπουργός της χώρας. Το κόμμα της βεβαίως είναι προσωποπαγές και χωρίς δομές σε όλη την επικράτεια της χώρας.
Η ελληνική Άκρα Δεξιά που διαθέτει ένα ποσοστό που ξεπερνά το 20% και που θα μπορούσε να επωφεληθεί από το κύμα του τραμπισμού που διαχέεται στην υπόλοιπη Ευρώπη, είναι επίσης κατακερματισμένη και δεν διαθέτει μια ισχυρή προσωπικότητα, μια Μελόνι ή μια Λεπέν που θα μπορούσε να την ενοποιήσει και να την οδηγήσει στην εξουσία. Κατά καιρούς βεβαίως γίνεται λόγος για τον Αντώνη Σαμαρά που θα μπορούσε με τη δημιουργία ενός νέου κόμματος να της δώσει κάποιο κύρος και με τον αέρα του τραμπισμού να απειλήσει τη ΝΔ. Για την ώρα όμως κανείς δεν ξέρει αν θα συμβεί αυτό.
Στο χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς γίνεται κατά καιρούς λόγος και συζήτηση για σύμπραξη του ΣΥΡΙΖΑ με το ΠΑΣΟΚ προκειμένου να δημιουργηθεί ένας πόλος ικανός να αμφισβητήσει τη ΝΔ. Στο ίδιο μήκος κύματος γίνεται επίσης συζήτηση για επάνοδο στην πολιτική του Αλέξη Τσίπρα που θα μπορούσε κατά κάποιους να διαδραματίσει ενοποιητικό ρόλο στο χώρο της Κεντροαριστεράς.
Στο χώρο της Αριστεράς βρίσκεται βέβαια και το ΚΚΕ το οποίο όμως ακολουθεί αυτόνομη πορεία και που η κοινωνική του επιρροή είναι πολύ μεγαλύτερη από τα εκλογικά ή δημοσκοπικά ποσοστά του που κυμαίνονται γύρω στο 8%.
Με την κρίση αυτή που διαπερνά το ελληνικό πολιτικό σύστημα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ένα μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων ή και αυτών που δηλώνουν αποχή. Σε σημείο που όταν τίθεται το ερώτημα για τον καταλληλότερο μελλοντικό πρωθυπουργό της χώρας, να κερδίζει ο «Κανένας» και να ακολουθεί ο Μητσοτάκης παρά την απαξίωση του, δεδομένης της πολυδιάσπασης που υπάρχει στην αντιπολίτευση.
Είναι με αυτή την έννοια που συζητείται έντονα τον τελευταίο καιρό το κενό που υπάρχει στο ελληνικό πολιτικό σύστημα που καθόλου δεν βοηθά την χώρα και δημιουργεί ανησυχίες στα υψηλά δώματα της ελληνικής αστικής τάξης, των ελίτ και των μεγάλων συμφερόντων που θα ήθελαν ένα διπολικό σύστημα όπως αυτό που γνώρισε η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, πριν από την κρίση των μνημονίων. Με τα σημερινά δεδομένα, που φυσικά μπορεί να αλλάξουν μέχρι τις εκλογές σε δύο χρόνια, δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα αυτοδύναμης κυβέρνησης. Τα μεγάλα συμφέροντα υπολογίζουν, όπως και στο παρελθόν, σε μια κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, ένα σχήμα που θα στήριζε και ο ξένος παράγοντας. Εδώ κρίνεται και το μέλλον του Μητσοτάκη, ενώ οι δελφίνοι, Χατζηδάκης των μητσοτακικών και Δένδιας των καραμανλικών ετοιμάζονται για τη διαδοχή.
Το κενό όμως το απεχθάνεται τόσο η φύση όσο και η πολιτική. Γι’αυτό και πολλοί είναι εκείνοι που περιμένουν, ή ελπίζουν, ότι κάποια στιγμή θα αναδειχτεί κάτι νέο. Υπάρχει άλλωστε ένα μεγάλο κοινωνικό κίνημα, αυτό των Τεμπών, που συσπειρώνει την ευρύτερη λαϊκή αντίδραση και σε άλλα θέματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία.
Το πολιτικό αυτό κενό επηρεάζει ασφαλώς και την διεθνή εικόνα της χώρας και την κρατά καθηλωμένη σε μια στατική εξωτερική πολιτική που δεν εξυπηρετεί τα εθνικά της συμφέροντα, σε μια στιγμή διεθνών τεκτονικών γεωπολιτικών αλλαγών. Σε μια στιγμή που ο τουρκικός επεκτατισμός την απειλεί στο Αιγαίο και την Κύπρο. Απειλεί γενικότερα την εθνική της κυριαρχία. Και αυτό είναι ίσως το πιο τραγικό για το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Προπάντων που κενό υπάρχει την ίδια ώρα και στο κυπριακό πολιτικό σύστημα.
*Πανεπιστημιακός, ποιητής, συγγραφέας. Email stephanos.constantinides@gmail.com
Από τις Εκδόσεις «ΒΑΚΧΙΚΟΝ» κυκλοφορεί η ποιητική του συλλογή «μεταΛΕΞΗΜΑΤΑ»και από τις εκδόσεις «ΓΕΡΜΑΝΟΣ» το μυθιστόρημα του, «Εγώ, ο Αλέξης Λάμαρης».
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire