Τουρκία και Δύση
Στο Βίλνιους της Λιθουανίας κατήγαγε ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μία από τις σημαντικότερες επιτυχίες στη διπλωματική πορεία της χώρας του των τελευταίων ετών. Τα ανταλλάγματα που επέτυχε προκειμένου να συναινέσει στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ έχουν αναπτυχθεί λεπτομερώς ώστε παρέλκει η επανάληψή τους.
Η μακρά και σκληρότατη διαπραγμάτευση που προηγήθηκε χαρακτηρίσθηκε από τους Ελληνες αναλυτές –απαξιωτικώς εξυπακούεται– «ανατολίτικο παζάρι». Μόνον που η διπλωματία είναι ουσιαστικά, σε όλες τις εποχές, ένα «παζάρι». Βεβαίως το σύνολο των ηγετών του ΝΑΤΟ –περιλαμβανομένου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη– προέβαλε την άποψη ότι ο κ. Ερντογάν έπειτα από μια περιπλάνηση –κατά την άποψή τους άγονη– επέλεξε τη σύμπλευσή του με τη «Δύση» και όχι με την «Ανατολή».
Μόνον που ουδέποτε η Τουρκία αντιμετώπισε αυτό το δίλημμα. Διότι ήδη από το 1354 όταν ο Σουλεϊμάν πασάς με τριάντα εννέα επίλεκτους πολεμιστές διέπλευσε μια νύχτα την Προποντίδα και κατέλαβε το επάκτιο βυζαντινό φρούριο της Τζύμπης, στα βόρεια της Καλλίπολης, οι Οθωμανοί πέρασαν στην Ευρώπη για να μείνουν. Και σταδιακώς, επί αιώνες, η εξωτερική πολιτική τους ήταν μια διαρκής άσκηση «ισορροπίας» ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, πάντα διατηρώντας τα διακριτά στοιχεία της ιδιοσυστασίας τους.
Η εκσυγχρονιστική φρενίτιδα μετασχηματισμού κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα επί Μουσταφά Κεμάλ είχε διάρκεια κάποιων δεκαετιών. Υπήρξε αναγκαία μετά τη διάλυση της αυτοκρατορίας για τη συγκρότηση του εθνικού κράτους της Τουρκίας.
Το μέγα τόλμημα του κ. Ερντογάν είναι η σύνθεση σε μια ενότητα της οθωμανικής παραδόσεως με τον κεμαλισμό. Η ολοκλήρωση αυτού του στόχου δημιουργεί ανησυχία στην Ελλάδα και προφανώς ευρύτερα.
Το μέγα τόλμημα του κ. Ερντογάν είναι η σύνθεση σε μια ενότητα της οθωμανικής παραδόσεως με τον κεμαλισμό. Η ολοκλήρωση αυτού του στόχου δημιουργεί αμηχανία και ανησυχία στην Ελλάδα και προφανώς ευρύτερα.
Βέβαια, η Δύση έχει μια δυσκολία να αποδεχθεί ότι η χώρα αυτή μετείχε από αιώνες των εξελίξεων της Ευρώπης. Η συμμαχία του «χριστιανικότατου βασιλέα» της Γαλλίας Φραγκίσκου Α΄ με τον σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή το 1536 για την αντιμετώπιση του Αψβούργου αυτοκράτορα Καρόλου Ε΄ θεωρήθηκε ανίερη. Διήρκεσε ωστόσο έως το 1798, όταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης εξεστράτευσε εναντίον της οθωμανικής Αιγύπτου.
Εναν αιώνα αργότερα, το 1631, ο βασιλιάς της Σουηδίας Γουσταύος Αλφόνσος έστειλε στον σουλτάνο Μουράτ Δ΄ αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον Πολ Στράσμπουργκ, ζητώντας υποστήριξη εναντίον του Αψβούργου αυτοκράτορα Φερδινάνδου Γ΄. Το αίτημα απορρίφθηκε διότι οι Οθωμανοί ήταν ήδη σε πόλεμο εναντίον του σάχη της δυναστείας των Σαφαβιδών της Περσίας. Και όταν το 1792 ο βασιλιάς της Σουηδίας Κάρολος ΙΒ΄ ηττήθηκε στη μάχη της Πολτάβα από τις δυνάμεις του τσάρου Μεγάλου Πέτρου, ζήτησε από τον σουλτάνο Αχμέτ Γ΄ καταφύγιο για οκτώ ημέρες. Τελικώς παρέμεινε φιλοξενούμενος των Οθωμανών για μία πενταετία. Προς σκανδαλισμό των Ευρωπαίων, εκ νέου.
Δεν παραπαίει η Τουρκία μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Αρνείται απλώς να διαγράψει μια ιστορική της διαδρομή ανάμεσα σε δύο πόλους που υφίστανται εκ των πραγμάτων. Αυτό δημιουργεί προβλήματα βεβαίως σε μια εποχή ισοπεδωτικής εξομοιώσεως. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι ούτως ή άλλως.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire