Μαθητής στη Σχολή Πολέμου το 1922, ο Σαρλ ντε Γκωλ, ο οποίος πέθανε στις 9 Νοεμβρίου 1970 σε ηλικία 80 ετών, άκουσε έναν συμμαθητή του να του λέει πως είναι προορισμένος για πολύ μεγάλο ιστορικό ρόλο. «Το πιστεύω ομοίως» –φέρεται από τον στρατηγό διοικητή να– απάντησε ο νεαρός λοχαγός...
Πάντως, από τη συγκεκριμένη σχολή αποφοίτησε με κάκιστο βαθμό. Πιθανή τιμωρία των καθηγητών του για τις εμμονές και τις συχνές αντιρρήσεις του. Συνέπεια; Παρέμεινε 15 χρόνια λοχαγός. Βέβαια, αυτό ίσως προσδιόρισε και τη δική του φιλοσοφία απέναντι στους ανθρώπους. «Εκτιμώ μόνο όσους μου αντιστέκονται, αλλά δεν τους υποφέρω», είπε κάποτε...
Λίγα χρόνια μεταγενέστερα, ωστόσο, με ένα μικρό πόνημά του («Le fil de l’épée», 1932), ύμνο στη βουλησιαρχία, ο αντισυνταγματάρχης Ντε Γκωλ θα σκιαγραφήσει το μοντέλο/ πορτρέτο του πραγματικού Ηγέτη: Ως βασικά προσόντα αναφέρει την απόσταση, τη σιωπή και τη βραχυλογία… (Αναρωτιέμαι αν έβλεπε το μέλλον και εμπνεύστηκε από σύγχρονο Ελληνα πολιτικό…). Το σημαντικό, πάντως, είναι πως το εν λόγω πόνημα βασίστηκε στις διαλέξεις που έκανε ως καθηγητής στη Σχολή Πολέμου, κατόπιν προσωπικής επιλογής/επιβολής του στρατάρχη Πετέν, που έτσι... τιμώρησε τη διοίκηση της σχολής για την ανικανότητά της να διαγνώσει τη στρατιωτική ιδιοφυΐα του αξιωματικού από τη Λίλλη. Βέβαια τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι πρωτοπόρες ιδέες του για επένδυση στα τεθωρακισμένα, οι οποίες ανεπτύχθησαν στο έργο του «Vers l’armée de métier», υιοθετήθηκαν μεν από κάποιο στρατιωτικό επιτελείο, αλλά όχι αυτό της Γαλλίας. Και πάντως, όχι από τον Πετέν.
Υιοθετήθηκαν και εφαρμόστηκαν –εις βάρος της Γαλλίας– από το γερμανικό επιτελείο...
Αργότερα, ως πολιτικός, τόνιζε πως μετά τον θάνατό του όλοι οι Γάλλοι θα θεωρούν εαυτούς γκωλικούς. Αλλωστε, είχε το προνόμιο, σπάνιο για πολιτικό, εν ζωή ακόμη, να υπερβαίνει τις παραδοσιακές διαιρετικές τομές: θεωρούμενος αναδιαμορφωτής της γαλλικής Δεξιάς, βασιζόταν στην υποστήριξη και ενός όχι αμελητέου πολιτικού ρεύματος, οι ηγέτες του οποίου ήταν γνωστοί και πολιτικά ταυτοδοτημένοι ως «γκωλικοί της Αριστεράς». Ενώ και οι πολιτικοί του εχθροί ή αντίπαλοι βρίσκονταν διαχυμένοι σε όλο το ιδεολογικό φάσμα. Οι εχθροί πιο πολύ στη Δεξιά, οι αντίπαλοι περισσότερο στην Αριστερά… (Αν και ο ίδιος χαρακτήριζε παραπλανητική τη διάκριση Δεξιά/Αριστερά, ενώ αυτοπροσδιοριζόταν ως ο μόνος επαναστάτης στη Γαλλία). Το βέβαιο είναι πως υπήρξε η απόλυτα κυρίαρχη μορφή των τριών «ενδιάμεσων» δεκαετιών του γαλλικού 20ού αιώνα. Βέβαια στο παρόν, για λόγους χώρου, θα εστιάσουμε πρωτίστως στον Ντε Γκωλ της 5ης Δημοκρατίας, ωστόσο μια τέτοια προσωπικότητα μόνο ως ενιαίο ιστορικό μέγεθος μπορεί να αποκρυπτογραφηθεί.
Δημιούργησε ένα νέο πολίτευμα
Σωτήρας της τιμής της Γαλλίας με την πρόσκλησή του για αντίσταση της 18ης Ιουνίου 1940, δηλαδή αμέσως μετά την επονείδιστη ήττα – «καλή συνείδηση των πουρκουάδων» θα έλεγαν οι Αγγλοι–, εκλήθη ως εθνικό κεφάλαιο το 1958, όταν το πολιτικό σύστημα της 4ης Δημοκρατίας, με τις ασταθείς, βραχύβιες, συμμαχικές κυβερνήσεις είχε αποδειχθεί ανίκανο να διαχειριστεί την κρίση της Αλγερίας. Η πρωτοβουλία, βέβαια, για την προσφυγή στον πολιτικά περιθωριοποιημένο από το 1953 «στρατηγό-σωτήρα» προήλθε από ένστολους οπαδούς της «γαλλικής Αλγερίας». Αυτοί τον επέβαλαν στο κλυδωνιζόμενο πολιτικό σύστημα της εποχής. Δεν είναι, δε, βέβαιο αν, ήδη τότε, είχε σαφή στο μυαλό του τη διαδικασία που επρόκειτο να οδηγήσει –έπειτα από μία σειρά δημοψηφισμάτων, για την «επιτυχή» έκβαση των οποίων επένδυσε ο ίδιος όλο το κύρος του– στην ανεξαρτητοποίηση της χώρας αυτής. Οπωσδήποτε αργότερα του αποδόθηκε η φράση «θα τους εκπλήξω [τους εθνικιστές στρατιωτικούς που πήραν την πρωτοβουλία να απευθυνθούν σε μένα] με την αγνωμοσύνη μου»…
Σύμφωνα με ρητή του επιθυμία ο Σαρλ ντε Γκωλ ενταφιάστηκε στο χωριό Κολομπέ ντε Ντεζ-Εγκλίζ, όπου έμενε όταν αποσύρθηκε από την πολιτική.
Το βέβαιο είναι πως στο πολιτικό προσκήνιο ξαναεμφανίστηκε τον Ιούνιο του 1958 –είχε διατελέσει πρωθυπουργός της Απελευθέρωσης και την περίοδο 1944-46– ως φορέας προσωπικής ιστορικής νομιμοποίησης. «Η κοινωνική νομιμότητα που ενσαρκώνω εδώ και μία εικοσαετία…» υπήρξε μια ιστορική και ενδεικτική της νοοτροπίας του φράση που εκστόμισε τότε. (Αλλωστε, στα πολεμικά του Απομνημονεύματα μόνο μέχρι τις 18 Ιουνίου 1940 χρησιμοποιούσε τη αντωνυμία «εγώ». Κατόπιν αναφερόταν στον «στρατηγό ντε Γκωλ», ως ιστορικό πρόσωπο πλέον).
Από το Κοινοβούλιο αξίωσε και απέσπασε –προκειμένου να δεχθεί να αναλάβει τη διαχείριση της κρίσης– τη δυνατότητα να διαμορφώσει το θεσμικό πλαίσιο της αρεσκείας του. Και έτσι γεννήθηκε το Σύνταγμα της 5ης Δημοκρατίας, η οποία θεωρείται αρχέτυπο ημιπροεδρικού συστήματος...
Στο ημιπροεδρικό σύστημα, σε αντίθεση προς το προεδρικό, υπάρχει η κοινοβουλευτική αρχή, δηλαδή η εξάρτηση πρωθυπουργού και κυβέρνησης από την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου. Ωστόσο, υπάρχει πρόεδρος της Δημοκρατίας, φορέας άμεσης λαϊκής νομιμοποίησης, επιφορτισμένος από το Σύνταγμα με ισχυρότατες πολιτικές αρμοδιότητες, που ασκούνται πράγματι (δεν έχουν περιπέσει σε αχρησία, όπως π.χ. συμβαίνει με αυτές του Ισλανδού ή του Αυστριακού προέδρου), ενώ στη λαϊκή συνείδηση οι προεδρικές εκλογές είναι πολύ σημαντικότερες των κοινοβουλευτικών.
Η «αιρετή μοναρχία» του «Μεγάλου Καρόλου»
Στην αρχική διατύπωση του Συντάγματος του 1958 ο πρόεδρος ούτε θεσμικά παντοδύναμος ήταν ούτε εκλεγόταν απευθείας από τον λαό (αλλά από ένα σώμα περίπου 80.000 αιρετών - βουλευτών, γερουσιαστών, παραγόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης). Ωστόσο, ο Ντε Γκωλ, ατομικά, ήταν φορέας, πέραν της ιστορικής, και άμεσης λαϊκής νομιμοποίησης: τα αναρίθμητα δημοψηφίσματα εκείνης της εποχής δεν παρείχαν μόνο λαϊκή επικρότηση σε επιμέρους πολιτικές –π.χ. την ανεξαρτησία της Αλγερίας– αλλά και στον άνθρωπο που τις προωθούσε (και ο οποίος «δημιούργησε», διά της πρακτικής, αρμοδιότητες και πέραν του συνταγματικού κειμένου). Δυνατότητα άμεσης λαϊκής νομιμοποίησης ο Ντε Γκωλ θέλησε να προσφέρει στους διαδόχους του με τη συνταγματική αναθεώρηση του 1962, που καθιέρωσε την απευθείας από τον λαό προεδρική εκλογή και άλλαξε την «ανάγνωση» του Συντάγματος. Και το έκανε επιβεβαιώνοντας την άμεση σχέση του με τον λαό, καθώς και την περιφρόνησή του για άλλους θεσμούς, αφού τροποποίησε το Σύνταγμα με δημοψήφισμα, χωρίς να έχει προηγηθεί η ρητά απαιτούμενη κατά το άρθρο 89 συναίνεση του Κοινοβουλίου. (Εφαρμόστηκε, πλήρως αντισυνταγματικά, το άρθρο 11, το οποίο επιτρέπει δημοψήφισμα, χωρίς συναίνεση Βουλής και Γερουσίας, μόνο για άλλα θέματα, κάτι που επέτρεψε στην αντιπολίτευση –πρωτοστατούντων Μιτεράν και Π. Μαντές-Φρανς– να καταγγείλει «διαρκές πραξικόπημα»…).
Βασικό μέλημα του θεσμικού πλαισίου της 5ης Δημοκρατίας, κατά τη βούληση του ιδρυτή της, ήταν η διασφάλιση πολιτικής σταθερότητας, μέσω του λεγόμενου πλειοψηφικού κοινοβουλευτισμού, που σημαίνει μονοκομματικές συνήθως κυβερνήσεις και πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα. (Μόνο οι κοινοβουλευτικές εκλογές του 1988 έγιναν με αναλογική από τον Μιτεράν, επειδή θέλησε να περιορίσει τη διαφαινόμενη συντριβή του Σοσιαλιστικού Κόμματος).
6 Ιουνίου 1943, Αλγερία. Ο στρατηγός Ντε Γκωλ, επικεφαλής της μαχόμενης Γαλλίας, δίνει το «παρών» στη συμμαχική προσπάθεια.
Παράλληλα επιδίωξε πανίσχυρη εκτελεστική εξουσία, ενσαρκούμενη πρωτίστως από τον πρόεδρο και δευτερευόντως από τον πρωθυπουργό, εις βάρος του Κοινοβουλίου και των κομμάτων (που υποτίθεται πως βρίσκουν εντός τον χώρο για «πολιτικάντικα παιχνίδια»): τα κόμματα, και ιδίως όσα είχαν στον τίτλο τους κοινωνική ή ιδεολογική αναφορά, ο Ντε Γκωλ τα αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη περιφρόνηση, ως εργαλεία διάσπασης της εθνικής ενότητας, την οποία θεωρούσε πως εκφράζει μόνον αυτός και τα «αντικομματικά κόμματα» που κατά καιρούς ίδρυσε, πάντα με εθνική ή καθεστωτική αναφορά και ουδέποτε με ιδεολογική ή κοινωνική ταυτότητα.
Τα θεσμικά μέσα διά των οποίων ο «Μέγας Κάρολος» θέλησε να υλοποιήσει την πολιτική του φιλοσοφία υπήρξαν τα ακόλουθα (πλην της εισαχθείσης το 1962 άμεσης εκλογής του προέδρου):
Πρώτον, εισαγωγή στοιχείων «δημοψηφισματικής δημοκρατίας», με τη δυνατότητα του προέδρου να παρακάμπτει, για πολλά θέματα, τα ενδιάμεσα θεσμοθετημένα όργανα της πολιτείας και να απευθύνεται άμεσα στον λαό για έγκριση των πολιτικών επιλογών του. Κάτι που ο Ντε Γκωλ χρησιμοποίησε κατά κόρον προς προσωπική πολιτική του ενίσχυση, δηλώνοντας κάθε φορά πρόθεση παραίτησης, εφόσον ο λαός δεν επικροτούσε την πρότασή του. (Προσωπικά θεωρώ πως το 1969 επέλεξε αυτόν τον τρόπο για να φύγει από την εξουσία: η Γερουσία, την κατάργηση της οποίας δημοψηφισματικά επιδίωξε τότε, δεν έχει καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή του νομοθετικού έργου. Η Βουλή μπορεί να την παρακάμπτει).
Δεύτερον, δυνατότητα παράκαμψης του Κοινοβουλίου στην παραγωγή νομοθετικού έργου ή/και πειθαναγκασμού του, βάσει του άρθρου 49&3 του Συντάγματος. (Η δυνατότητα αυτή περιορίστηκε –ελάχιστα– με τη συνταγματική αναθεώρηση Σαρκοζί/Μπαλαντίρ το 2008).
Τρίτον, πρόβλεψη εγκαθίδρυσης καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης, κατά το άρθρο 16, επί απειλής της ομαλής λειτουργίας του κράτους και των δημόσιων εξουσιών. (Η αναθεώρηση Σαρκοζί/Μπαλαντίρ έθεσε τη διάρκεια ισχύος των εκτάκτων μέσων υπό τον έλεγχο του Συνταγματικού Συμβουλίου).
Τέταρτον, εκλογή των βουλευτών με πλειοψηφικό σύστημα, μολονότι αυτό δεν καθιερώθηκε συνταγματικά.
Πέμπτον, θεσμοθέτηση προεδρίας μακράς θητείας, δηλαδή επταετούς. (Αυτό αναθεωρήθηκε, όμως, το 2002, έπειτα από επανειλημμένες εκλογές Κοινοβουλίων πολιτικά αντίθετων προς τον πρόεδρο. Κρίθηκε τότε πως η ισόχρονη θητεία προέδρου και Βουλής, με τη δεύτερη να αναδεικνύεται πλειοψηφικά αμέσως μετά την προεδρική εκλογή, διασφαλίζει στον πρόεδρο ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, διαιωνίζοντας τον χαρακτήρα του συστήματος ως οιονεί «αιρετής μοναρχίας». Οπως το θέλησε ο Μέγας Κάρολος...).
Δεδομένου δε πως αυτή η αναθεώρηση, που αποφασίστηκε προς ενίσχυση της προεδρικής κυριαρχίας, έγινε με συναίνεση Δεξιάς και Αριστεράς, επιβεβαιώθηκε –και στο θέμα των θεσμών– η πρόβλεψή του: πως μετά τον θάνατό του όλοι οι Γάλλοι θα είναι γκωλικοί…
* Ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι καθηγητής στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 12/08/2018
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire