Στην εποχή της «πολιτικής μελαγχολίας»
Οσοι πολιτικοί φιλόσοφοι και στοχαστές επιχειρούν να κατανοήσουν την πολιτική κατάσταση της εποχής μας υιοθετούν ή και «κατασκευάζουν» οι ίδιοι σχετικά θεωρητικά ερμηνευτικά σχήματα. Δεν είναι απαραίτητο να αναπτύξουν συστηματική ολοκληρωμένη πολιτική θεωρία. Κάτι τέτοιο, από επιστημολογικής απόψεως, στη σύγχρονη εποχή φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο.
Η διατύπωση, όμως, ενός ερμηνευτικού σχήματος, μέσω του οποίου προσεγγίζουμε τη δεδομένη πολιτική κατάσταση της εποχής μας, είναι εφικτή.
Αναφέρω, ενδεικτικά, δυο-τρία ερμηνευτικά σχήματα της σύγχρονης πολιτικής κατάστασης.
Το ένα δίδει έμφαση στα πρωτεία της οικονομίας έναντι της πολιτικής. Σύμφωνα με αυτό το σχήμα, η πολιτική έχει απολέσει την αυτονομία της και έχει υπαχθεί στο οικονομικό σύστημα.
Το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο έχει αποκτήσει πρώτο λόγο και η ίδια η πολιτική έχει μετατραπεί σε τεχνοκρατική και γραφειοκρατική διαδικασία.
Ενα άλλο ερμηνευτικό σχήμα εξετάζει την υφιστάμενη πολιτική κατάσταση της εποχής μας από τη σκοπιά του κοινοβουλευτισμού και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Σύμφωνα με αυτό το σχήμα, η άνοδος του φαινομένου του λαϊκισμού, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, συνδέεται άρρηκτα με τη σταδιακή αμφισβήτηση του κοινοβουλευτισμού και ειδικότερα με την αντιπροσωπευτική σχέση ανάμεσα στους πολίτες (εκλέκτορες) και τους αντιπροσώπους. Η υποχώρηση της αντιπροσωπευτικής σχέσης διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την επικράτηση του λαϊκισμού, δηλαδή για την άμεση και αδιαμεσολάβητη σχέση του ηγεμόνα με τον πληθυσμό (τον λαό).
Στη σύντομη αυτή αναφορά μας, το πολιτικό ενδιαφέρον μας εστιάζεται σε έναν όρο, τον οποίο εισάγει στη φιλοσοφική προβληματική ο Βέλγος φιλόσοφος Lieven de Cauter και ο οποίος δεν είναι άλλος από την έκφραση «πολιτική μελαγχολία». Τι εννοεί με τον όρο αυτό ο Βέλγος φιλόσοφος; Εννοεί το «αίσθημα ψυχολογικής βύθισης, ένα μείγμα ενόχλησης, θυμού, απελπισίας, δυσπιστίας, λύπης και εγκλωβισμού».
Οφείλουμε να κάνουμε δύο πράγματα: πρώτον, να διακρίνουμε, από επιστημολογικής απόψεως, ανάμεσα σε δύο τύπους ερμηνευτικών σχημάτων σε σχέση προς την πολιτική πραγματικότητα και, δεύτερον, να τονίσουμε ότι το ερμηνευτικό σχήμα του Βέλγου φιλοσόφου κατά περιεχόμενο αναφέρεται στην ψυχική και τη συναισθηματική δομή του πολιτικού και της πολιτικής.
Σχετικά με το πρώτο ζήτημα: διακρίνουμε ανάμεσα σε δεσμευτικά - συγκροτησιακά από τη μία και σε περιγραφικά - αναλυτικά ερμηνευτικά σχήματα από την άλλη.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν όσα ερμηνευτικά σχήματα συγκροτούν την ίδια την πολιτική πραγματικότητα και στη δεύτερη επιστημολογική κατηγορία όσα σχήματα περιορίζονται σε μια απλή ανάλυση και περιγραφή του πραγματικού.
Σχετικά με το δεύτερο ζήτημα, ο Lieven de Cauter ανατέμνει τον πολίτη ως ψυχική και συναισθηματική οντότητα. Αναλύει τον ρόλο του θυμού, του μίσους, της απελπισίας, της λύπης, της αγανάκτησης, του πόνου, της θλίψης, της οργής και όλων γενικά των συναισθημάτων, τα οποία καθίστανται καθοριστικοί παράγοντες στη λήψη αποφάσεων από τον πολίτη και για τον πολίτη.
Ο τελευταίος δεν συγκροτείται μόνον ως έλλογο ον, αλλά και ως συναισθηματική και ψυχική οντότητα. Εχει πάθη, έχει συναισθήματα.
Επομένως η νεωτερική και η σύγχρονη αντιπροσωπευτική σχέση ανάμεσα στους εκλέκτορες και τους αντιπροσώπους δεν είναι αμιγής ορθολογική διαδικασία, αλλά εμπεριέχει και ανορθολογικά στοιχεία ψυχικού πόνου και συναισθηματικού πάθους;
Δεν θα επεκταθώ στην παρουσίαση του ερμηνευτικού σχήματος του Βέλγου φιλοσόφου, επειδή η διεθνής φιλοσοφική κοινότητα έχει μπροστά στα ίδια της τα μάτια αυτό που κάθε φιλόσοφος θα επιθυμούσε για τη θεωρία του: το Ιδρυμα Schwarz στη Σάμο, στο πλαίσιο των ετήσιων εκθέσεών του (Art Space Pythagorion: 3 Αυγούστου - 30 Σεπτεμβρίου 2018), με την επιμέλεια της επιμελήτριας Κατερίνας Γρέγου (έχει καταξιωθεί διεθνώς), πραγματοποιεί μια μεγαλειώδη εικαστική παρέμβαση με θέμα «Ανατομία της Πολιτικής Μελαγχολίας».
Συμμετέχουν δώδεκα διεθνούς κύρους εικαστικοί δημιουργοί. Στο σημείο αυτό αξίζει να τονισθεί, ότι το ίδιο το ερμηνευτικό σχήμα του Lieven de Cauter προσφέρεται για την προκείμενη εικαστική επεξεργασία. Εξάλλου, ας μην ξεχνάμε ότι ο Hegel στην «Αισθητική» του ορίζει την τέχνη ως «την αισθητή εμφάνιση της Ιδέας» (του Πνεύματος).
Με άλλα λόγια, εάν δεχθούμε ότι ζούμε στην εποχή της πολιτικής μελαγχολίας, τότε η εικαστική πρόταση της Γρέγου εκφράζει με τον πιο χειροπιαστό τρόπο αυτά που προσπαθώ χρόνια στα θεωρητικά σεμινάριά μου στο Πανεπιστήμιο και στα επιστημονικά συνέδρια να υποστηρίξω.
Ας συνοψίσουμε τελικά την προβληματική μας στα ακόλουθα τρία σημεία: πρώτον, στην εποχή μας δεν διατυπώνονται δεσμευτικές οντολογικές πολιτικές θεωρίες, αλλά θεωρητικά ερμηνευτικά σχήματα, σχετικά με τη δεδομένη πολιτική κατάσταση των πραγμάτων· δεύτερον, κάθε ερμηνευτικό σχήμα διεκδικεί για τον εαυτό του το μερίδιο της ισχύος του (της αλήθειας) για την πραγματικότητα, ανάλογα με την επιστημολογική δομή του και, τρίτον, το θεωρητικό σχήμα του Βέλγου Lieven de Cauter επεξεργάσθηκε εικαστικά η Κατερίνα Γρέγου, σύμφωνα με τον εγελιανό κανόνα της «αισθητής εμφάνισης της Ιδέας».
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το καθιστά και το επικρατέστερο. Το ζήτημα των σχέσεων ανάμεσα στην τέχνη και την πολιτική είναι ένα ζήτημα ανοιχτό.
*καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 5 Σεπτεμβρίου 2018
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire