Μυσταγωγική σύνθεση του Τ.Σ. Ελιοτ
ΕΥΗ ΜΑΛΛΙΑΡΟΥ
Η πολυσυζητημένη στο πλαίσιο του μοντερνισμού του 20ού αιώνα
«Ερημη Γη» του Τόμας Στερνς Ελιοτ (1888-1965) εκδόθηκε το 1922, όταν ο
Ελιοτ είχε εγκατασταθεί μόνιμα πλέον στο Λονδίνο.
T.S. ELIOT
Η Eρημη Γη
Προλεγόμενα-μετάφραση-σχόλια: Συμεών Γρ. Σταμπουλού
Δίγλωσση έκδοση,
εκδ. Gutenberg, σελ. 139
Πολυφωνική ποιητική σύνθεση και πολυσυζητημένη στο πλαίσιο του μοντερνισμού του 20ού αιώνα, η «Ερημη Γη» («The Waste Land») του Αγγλου ποιητή, θεατρικού συγγραφέα και κριτικού της λογοτεχνίας Τόμας Στερνς Ελιοτ (1888-1965) εκδόθηκε το 1922, όταν ο Ελιοτ είχε εγκατασταθεί μόνιμα πλέον στο Λονδίνο. Κλασικές ελληνικές μεταφράσεις σημαντικών ποιητών που προηγήθηκαν του Συμεών Σταμπουλού ήταν «Ο Ερημότοπος» του Τάκη Παπατσώνη, «Η Ερημη Χώρα» του Γιώργου Σεφέρη, «Η Ρημαγμένη Γη» του Κλείτου Κύρου, η «Ερημη Χώρα» στο «Ελιοτ: Απαντα τα ποιήματα» του Αριστοτέλη Νικολαΐδη.
Σημαντικές παρατηρήσεις-σημειώσεις του Σεφέρη ενσωματώνονται στην παρούσα έκδοση, που αποδίδει την έντονη μουσικότητα της ποιητικής γραφής του Ελιοτ. Η επιλογή του τίτλου «Η Ερημη Γη» προσανατολίζει τον αναγνώστη στον γήινο, ανθρώπινο παράγοντα και στη σχέση του με τα μεταλλακτικά στοιχεία του νερού και της φωτιάς.
Οι εσωτερικοί μονόλογοι και διάλογοι από σκόρπιες συζητήσεις αποτελούν τα στοιχεία που πλάθουν σπαράγματα της περατής ζωής του αστικού ιστού της μητρόπολης, διασταυρούμενα με το μυστηριακό σκηνικό ενός φανταστικού τοπίου/ιερού τόπου. Το 1919 ανεβαίνει στο Λονδίνο η «Ιεροτελεστία της Aνοιξης» του Ιγκόρ Στραβίνσκι με τα μπαλέτα του Σεργκέι Ντιάγκιλεφ και πρωταγωνιστή τον Βάτσλαβ Νιζίνσκι, σε χορογραφία του ιδίου. Οι ετερόκλητες εικόνες-θραύσματα των γονιμικών τελετουργιών της παράστασης συναντιούνται δυναμικά στον νου του ποιητή, συνδυασμένες με ερεθίσματα από τον «Χρυσό Κλώνο» (1890) του Τζέιμς Τζορτζ Φρέιζερ, την ιδιαίτερη μελέτη πάνω στη λατρεία των Αττι, Οσιρι και Αδωνι, θεών της γονιμότητας του αρχαίου κόσμου, όπου μέσα από την εαρινή θυσία και ανάστασή τους συμβολίζουν την αναγέννηση στη φύση.
Η γραφή και η ανάγνωση του ποιήματος γίνονται ένα ταξίδι αλληγορικό μέσα από αμφισβητήσεις, αυταπάτες ή ανολοκλήρωτες σκέψεις και πράξεις σε αντιπαράθεση με το ολοκληρωμένο νόημα μιας ζωοδόχου πνευματικότητας. Το ποίημα χωρίζεται σε πέντε μέρη. Οι τίτλοι τους λειτουργούν σαν σημεία μετάβασης, που δημιουργούν την αίσθηση ότι ακολουθείς την πορεία του προσκυνητή: Ι. «Η ταφή του νεκρού», ΙΙ. «Μια παρτίδα σκάκι», ΙΙΙ. «Το κήρυγμα της φωτιάς», ΙV. «Θάνατος στα νερά», V. «Τι είπε η βροντή».
«Η ταφή του νεκρού» ξεκινάει με την έμμεση αναφορά στις «Ιστορίες του Καντέρμπερι» του Τζέφρι Τσόσερ, ποιητή του αγγλικού Μεσαίωνα, όπου οι προσκυνητές, αφηγητές-οδοιπόροι, κατευθύνονται προς τον καθεδρικό ναό του Καντέρμπερι τον βροχερό μήνα Απρίλη, προμηνύοντας τον θρησκευτικό, μυσταγωγικό χαρακτήρα της «Ερημης Γης»: «Ο Απρίλης μήνας είν’ ο πιο σκληρός γεννώντας / Πασχαλιές στην πεθαμένη γη, μνηστεύοντας / Τη μνήμη με τον πόθο, σηκώνοντας / Με μια βροχή ανοιξιάτικη την κουρασμένη ρίζα».
Ο πνευματικός οδοιπόρος του Ελιοτ (σύγχρονος άνθρωπος) διασχίζει κουρασμένος έναν νοερό ερειπιώνα, ή αλλιώς «πέτρινο σκουπιδαριό», όπως εκφράζεται στον στίχο, με στόχο να ανασυστήσει μνήμες από χαμένα θρησκευτικά τελετουργικά των πρωτόγονων πολιτισμών. Πιο κάτω, η εικόνα μιας στοίβας σπασμένων ειδώλων που τα τρυπάει ο ήλιος σχετίζεται με τον προφήτη Ιεζεκιήλ της Βίβλου, ο οποίος μιλάει για συντετριμμένα, αφανισμένα θυσιαστήρια και τεμένη. Εμβόλιμα, η μαντάμ Σόζοστρις, το μέντιουμ, δείχνει το χαρτί με όνομα «ο Φοίνικας πνιγμένος ο Θαλασσινός», παραπέμποντας σε ένα είδωλο θεϊκής μορφής της γονιμότητας που ριχνόταν στη θάλασσα για να αναστηθεί με τον ερχομό της άνοιξης. Το μέντιουμ βλέπει «ανθρώπους σωρό, να πηγαίνουν και να ’ρχονται κύκλο», να συμμετέχουν στις αρχέγονες ιεροτελεστίες, ενώ ο ποιητής αντικρίζει την «πόλη των ήσκιων» (unreal city), το μητροπολιτικό Λονδίνο με το «σμάρι» των ανθρώπων να περνάει τη γέφυρά του, αναπαράγοντας εικόνες ενός πλήθους φασματικού από στίχους της «Κόλασης» του Δάντη και των «Ανθέων του Κακού» του Μποντλέρ.
«Μια παρτίδα σκάκι»
Στο δεύτερο μέρος του ποιήματος, με τίτλο «Μια παρτίδα σκάκι», η έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα σε ένα ανδρόγυνο σ’ ένα δωμάτιο με περίτεχνο διάκοσμο παραλληλίζεται με το μυθολογικό μοτίφ της μεταμόρφωσης των ανθρώπων από τους θεούς, ώστε να ξεχάσουν την τραγική τους μοίρα: «Πάνω απ’ το τζάκι το παλιό να ιστορείται / Λες κι άνοιγε παράθυρο στου δάσους τη σκηνή / Η μεταμόρφωση της Φιλομήλας, που άγρια τηνε / Χάλασε / Βάρβαρος βασιλιάς κι όμως τ’ αηδόνι εκεί / Πλημμύρισε την έρημο στην άσωτη φωνή».
Η αποσπασματικότητα και ο κατακερματισμός του ατόμου τονίζονται εδώ για άλλη μια φορά. Στο τελευταίο μέρος του ποιήματος «Τι είπε η βροντή» εμφανίζονται στοιχεία από το φυτικό και το ζωικό βασίλειο που αναγγέλλουν την ετήσια εαρινή έγερση στον αντίποδα της έρημης χώρας του ανθρώπου και της σιωπής.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή, 13 Μάη 2019
Η Eρημη Γη
Προλεγόμενα-μετάφραση-σχόλια: Συμεών Γρ. Σταμπουλού
Δίγλωσση έκδοση,
εκδ. Gutenberg, σελ. 139
Πολυφωνική ποιητική σύνθεση και πολυσυζητημένη στο πλαίσιο του μοντερνισμού του 20ού αιώνα, η «Ερημη Γη» («The Waste Land») του Αγγλου ποιητή, θεατρικού συγγραφέα και κριτικού της λογοτεχνίας Τόμας Στερνς Ελιοτ (1888-1965) εκδόθηκε το 1922, όταν ο Ελιοτ είχε εγκατασταθεί μόνιμα πλέον στο Λονδίνο. Κλασικές ελληνικές μεταφράσεις σημαντικών ποιητών που προηγήθηκαν του Συμεών Σταμπουλού ήταν «Ο Ερημότοπος» του Τάκη Παπατσώνη, «Η Ερημη Χώρα» του Γιώργου Σεφέρη, «Η Ρημαγμένη Γη» του Κλείτου Κύρου, η «Ερημη Χώρα» στο «Ελιοτ: Απαντα τα ποιήματα» του Αριστοτέλη Νικολαΐδη.
Σημαντικές παρατηρήσεις-σημειώσεις του Σεφέρη ενσωματώνονται στην παρούσα έκδοση, που αποδίδει την έντονη μουσικότητα της ποιητικής γραφής του Ελιοτ. Η επιλογή του τίτλου «Η Ερημη Γη» προσανατολίζει τον αναγνώστη στον γήινο, ανθρώπινο παράγοντα και στη σχέση του με τα μεταλλακτικά στοιχεία του νερού και της φωτιάς.
Οι εσωτερικοί μονόλογοι και διάλογοι από σκόρπιες συζητήσεις αποτελούν τα στοιχεία που πλάθουν σπαράγματα της περατής ζωής του αστικού ιστού της μητρόπολης, διασταυρούμενα με το μυστηριακό σκηνικό ενός φανταστικού τοπίου/ιερού τόπου. Το 1919 ανεβαίνει στο Λονδίνο η «Ιεροτελεστία της Aνοιξης» του Ιγκόρ Στραβίνσκι με τα μπαλέτα του Σεργκέι Ντιάγκιλεφ και πρωταγωνιστή τον Βάτσλαβ Νιζίνσκι, σε χορογραφία του ιδίου. Οι ετερόκλητες εικόνες-θραύσματα των γονιμικών τελετουργιών της παράστασης συναντιούνται δυναμικά στον νου του ποιητή, συνδυασμένες με ερεθίσματα από τον «Χρυσό Κλώνο» (1890) του Τζέιμς Τζορτζ Φρέιζερ, την ιδιαίτερη μελέτη πάνω στη λατρεία των Αττι, Οσιρι και Αδωνι, θεών της γονιμότητας του αρχαίου κόσμου, όπου μέσα από την εαρινή θυσία και ανάστασή τους συμβολίζουν την αναγέννηση στη φύση.
Η γραφή και η ανάγνωση του ποιήματος γίνονται ένα ταξίδι αλληγορικό μέσα από αμφισβητήσεις, αυταπάτες ή ανολοκλήρωτες σκέψεις και πράξεις σε αντιπαράθεση με το ολοκληρωμένο νόημα μιας ζωοδόχου πνευματικότητας. Το ποίημα χωρίζεται σε πέντε μέρη. Οι τίτλοι τους λειτουργούν σαν σημεία μετάβασης, που δημιουργούν την αίσθηση ότι ακολουθείς την πορεία του προσκυνητή: Ι. «Η ταφή του νεκρού», ΙΙ. «Μια παρτίδα σκάκι», ΙΙΙ. «Το κήρυγμα της φωτιάς», ΙV. «Θάνατος στα νερά», V. «Τι είπε η βροντή».
«Η ταφή του νεκρού» ξεκινάει με την έμμεση αναφορά στις «Ιστορίες του Καντέρμπερι» του Τζέφρι Τσόσερ, ποιητή του αγγλικού Μεσαίωνα, όπου οι προσκυνητές, αφηγητές-οδοιπόροι, κατευθύνονται προς τον καθεδρικό ναό του Καντέρμπερι τον βροχερό μήνα Απρίλη, προμηνύοντας τον θρησκευτικό, μυσταγωγικό χαρακτήρα της «Ερημης Γης»: «Ο Απρίλης μήνας είν’ ο πιο σκληρός γεννώντας / Πασχαλιές στην πεθαμένη γη, μνηστεύοντας / Τη μνήμη με τον πόθο, σηκώνοντας / Με μια βροχή ανοιξιάτικη την κουρασμένη ρίζα».
Ο πνευματικός οδοιπόρος του Ελιοτ (σύγχρονος άνθρωπος) διασχίζει κουρασμένος έναν νοερό ερειπιώνα, ή αλλιώς «πέτρινο σκουπιδαριό», όπως εκφράζεται στον στίχο, με στόχο να ανασυστήσει μνήμες από χαμένα θρησκευτικά τελετουργικά των πρωτόγονων πολιτισμών. Πιο κάτω, η εικόνα μιας στοίβας σπασμένων ειδώλων που τα τρυπάει ο ήλιος σχετίζεται με τον προφήτη Ιεζεκιήλ της Βίβλου, ο οποίος μιλάει για συντετριμμένα, αφανισμένα θυσιαστήρια και τεμένη. Εμβόλιμα, η μαντάμ Σόζοστρις, το μέντιουμ, δείχνει το χαρτί με όνομα «ο Φοίνικας πνιγμένος ο Θαλασσινός», παραπέμποντας σε ένα είδωλο θεϊκής μορφής της γονιμότητας που ριχνόταν στη θάλασσα για να αναστηθεί με τον ερχομό της άνοιξης. Το μέντιουμ βλέπει «ανθρώπους σωρό, να πηγαίνουν και να ’ρχονται κύκλο», να συμμετέχουν στις αρχέγονες ιεροτελεστίες, ενώ ο ποιητής αντικρίζει την «πόλη των ήσκιων» (unreal city), το μητροπολιτικό Λονδίνο με το «σμάρι» των ανθρώπων να περνάει τη γέφυρά του, αναπαράγοντας εικόνες ενός πλήθους φασματικού από στίχους της «Κόλασης» του Δάντη και των «Ανθέων του Κακού» του Μποντλέρ.
«Μια παρτίδα σκάκι»
Στο δεύτερο μέρος του ποιήματος, με τίτλο «Μια παρτίδα σκάκι», η έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα σε ένα ανδρόγυνο σ’ ένα δωμάτιο με περίτεχνο διάκοσμο παραλληλίζεται με το μυθολογικό μοτίφ της μεταμόρφωσης των ανθρώπων από τους θεούς, ώστε να ξεχάσουν την τραγική τους μοίρα: «Πάνω απ’ το τζάκι το παλιό να ιστορείται / Λες κι άνοιγε παράθυρο στου δάσους τη σκηνή / Η μεταμόρφωση της Φιλομήλας, που άγρια τηνε / Χάλασε / Βάρβαρος βασιλιάς κι όμως τ’ αηδόνι εκεί / Πλημμύρισε την έρημο στην άσωτη φωνή».
Η αποσπασματικότητα και ο κατακερματισμός του ατόμου τονίζονται εδώ για άλλη μια φορά. Στο τελευταίο μέρος του ποιήματος «Τι είπε η βροντή» εμφανίζονται στοιχεία από το φυτικό και το ζωικό βασίλειο που αναγγέλλουν την ετήσια εαρινή έγερση στον αντίποδα της έρημης χώρας του ανθρώπου και της σιωπής.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή, 13 Μάη 2019
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire