Στέφανος Κωνσταντινίδης*
Υπάρχει μια τάση μεγαλοποίησης των
υποτιθέμενων ελληνικών και κυπριακών διπλωματικών επιτυχιών, είτε
πρόκειται για τις αποφάσεις της ΕΕ, είτε πρόκειται για τα τριμερή
σχήματα συνεργασίας στα οποία είμαστε ενταγμένοι και που μας εκφράζουν
τη συμπαράστασή τους, είτε πρόκειται για την υιοθέτηση του νόμου
Μενέντεζ από το αμερικανικό Κογκρέσο. Δεν φαίνεται να συνειδητοποιούμε
την εθνική μας μοναξιά σε περίπτωση που θα συμβεί κάτι πιο σοβαρό με την
Τουρκία. Και ότι κανένας δεν θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά για
λογαριασμό μας.
Να κάνω δε και μια πρόβλεψη, όσον και αν αυτού του είδους οι προβλέψεις εύκολα διαψεύδονται με τη ρευστότητα που επικρατεί στη διεθνή σκηνή και που αφορά στη Λιβύη. Ακόμη και αν ανατραπεί η σημερινή κυβέρνηση της Τρίπολης που υπέγραψε τη συμφωνία με την Τουρκία, η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει θα έχει τις ίδιες επιφυλάξεις να προχωρήσει σε οριοθέτηση της ΑΟΖ της με την Ελλάδα με αυτές που έχει σήμερα η Αίγυπτος. Να υπενθυμίσω άλλωστε ότι και επί Καντάφι, παρά τις φιλικές σχετικά σχέσεις που διατηρούσε με την Ελλάδα, το θέμα αυτό δεν είχε επιλυθεί.
Η πολιτική τόσο της Αθήνας όσο και της Λευκωσίας στερείται στρατηγικού σχεδιασμού, στερείται της δυναμικής που θα προβάλει με επιτυχία αυτά που οι δύο χώρες δικαιούνται στη βάση του διεθνούς δικαίου. Αθήνα και Λευκωσία παραμένουν εγκλωβισμένες σε μια πολιτική ατολμίας και φοβικών συνδρόμων απέναντι στην Τουρκία. Οι Αμερικανοί θεωρούν δεδομένες τις δύο χώρες και οι Ρώσοι δεν τις εμπιστεύονται. Οι Ευρωπαίοι και ειδικά οι Γερμανοί το παίζουν ισορροπιστές. Μόνο οι Γάλλοι φαίνεται να ριψοκινδυνεύουν κάτι περισσότερο, αλλά και αυτοί γνωρίζουν καλά ότι Κύπρος και Ελλάδα είναι καλά δεμένες στο αμερικάνικο άρμα και είναι πολύ προσεκτικοί στις κινήσεις τους. Δεν μπορούν να είναι άλλωστε και βασιλικότεροι του βασιλέως. Εδώ είναι καθαρό ότι ούτε η Αθήνα ούτε και η Λευκωσία διεκδίκησαν στα σοβαρά κυρώσεις από την ΕΕ εναντίον της Τουρκίας.
Τούτων λεχθέντων, θα επαναλάβω ακόμη μια φορά ό,τι έγραψα και στο παρελθόν. Η Τουρκία δεν είναι άτρωτη. Αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό με ένα φασίζον ημιδικτατορικό καθεστώς, με οικονομικά προβλήματα, με μεγάλες μερίδες του πληθυσμού, ιδίως τους Κούρδους αλλά όχι μόνον, να είναι αποξενωμένες και εχθρικά διακείμενες στο τουρκικό κράτος. Αντιμετωπίζει επίσης δύσκολες σχέσεις στο εξωτερικό, ιδίως στη γειτονιά της με τον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Καταφέρνει απλώς να εκφοβίζει την Ελλάδα και την Κύπρο και να διαπερνά με την προπαγάνδα της τμήματα των ελίτ και στις δύο χώρες. Στην Ελλάδα επανέρχεται το καταστροφικό σενάριο της συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο που πάντα προωθούν οι Αμερικανοί και στην Κύπρο προωθείται το όνειρο των μεταπρατικών ελίτ για αποδοχή των τετελεσμένων της εισβολής.
Αν η Ελλάδα και η Κύπρος δεν επιθυμούν να φινλανδοποιηθούν στο πλαίσιο της νεο-οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ονειρεύεται και προωθεί ο Ερντογάν, ή και αυτοί που θα τον αντικαταστήσουν μια μέρα, οφείλουν να συνειδητοποιήσουν την εθνική μας μοναξιά και πως πέρα από τη διπλωματική στήριξη και θωράκιση που ασφαλώς πρέπει να επιδιώκουν, κανένας δεν θα αντιμετωπίσει την Τουρκία για λογαριασμό τους. Στην Αθήνα δε να μη ζουν με ψευδαισθήσεις ότι με τη χαλαρή στήριξη στην Κύπρο και την ελληνική απουσία από την Ανατολική Μεσόγειο θα εξευμενίσουν το θηρίο και θα διαφυλάξουν το Αιγαίο. Το αντίθετο θα συμβεί. Χρειαζόμαστε σίγουρα συμμάχους στο διπλωματικό πεδίο, αλλά ταυτόχρονα χρειαζόμαστε δική μας αποτρεπτική δύναμη. Για να διαπραγματευτούμε με την Τουρκία από θέσεως ισχύος. Και για να διαφυλάξουμε σε τελευταία ανάλυση την ειρήνη. Χωρίς ασφαλώς επιδίωξη στρατιωτικοποίησης. Αποτρεπτική ισχύς δεν σημαίνει στρατιωτικοποίηση και κούρσα εξοπλισμών. Οι νέες τεχνολογίες το επιτρέπουν και διαφορετικά.
Αντιμέτωποι με την εθνική μας μοναξιά χρειαζόμαστε ακόμη διακομματικές συναινέσεις και ευρύτατη κοινωνική αποδοχή ενός αρραγούς εσωτερικού μετώπου απέναντι στις τουρκικές απειλές, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Μόνο έτσι θα μας λάβει άλλωστε στα σοβαρά και ο ξένος παράγοντας και θα πετύχουμε, μαζί με τη δική μας αποτρεπτική ισχύ, και τη διπλωματική μας θωράκιση.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019
stephanos.constantinides@gmail.com