Στέφανος Κωνσταντινίδης
Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής τρεις χώρες διεκδικούν ρόλο περιφερειακής δύναμης: Σαουδική Αραβία, Ιράν και Τουρκία. Από τις τρεις αυτές χώρες, η Τουρκία είναι σήμερα η χώρα με τα περισσότερα προβλήματα και τις περισσότερες αδυναμίες επειδή δεν διαθέτει ούτε την τεράστια οικονομική δύναμη της Σαουδικής Αραβίας ούτε την ιδεολογική συνέπεια του Ιράν. Η μόνη σταθερά της τουρκικής πολιτικής είναι οι επεκτατικές της επιδιώξεις σε βάρος των γειτόνων της, κάτι που προκαλεί την απέχθεια και την εχθρότητά τους. Παρόλα αυτά πρέπει να αναγνωριστεί στην Τουρκία μια συνέπεια στους μακροπρόθεσμους νεοοθωμανικούς στόχους της. Υπάρχει επίσης μια σταθερά στην τουρκική εξωτερική πολιτική, η προσκόλληση στην Ευρώπη και τη Δύση που έρχεται από πολύ μακριά, από την εποχή της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και παρά τις όποιες δυσκολίες η κατεύθυνση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει.
Σε ό,τι μας αφορά, ως Ελλάδα και Κύπρος έχουμε μια καλύτερη εικόνα στη διεθνή σκηνή απ΄ό,τι η Τουρκία. Και αυτό γιατί παρά τις όποιες αδυναμίες παρουσιάζει, η εξωτερική πολιτική των δύο χωρών βρίσκει μια νομιμοποίηση στη βάση των κυρίαρχων διεθνών αξιών και του διεθνούς δικαίου. Αντίθετα η τουρκική εξωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από σπασμωδικές ενέργειες και έναν συνεχή νεοοθωμανικό ρητορικό αναθεωρητισμό, καθώς και από την υιοθέτηση τυχοδιωκτικών πολιτικών αντίθετων με το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή πρακτική.
Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται και η πρόσφατη κατάφωρη παραβίαση των κυριαχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας με γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι μια προσπάθεια της Άγκυρας να εμπλακεί στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της περιοχής και να μην αποκλειστεί από τη διανομή του τεράστιου ενεργειακού πλούτου της και επιπλέον να διαδραματίσει ρόλο στη μεταφορά του προς την Ευρώπη. Για τον ίδιο σκοπό επιχειρεί να αποκόψει την Ελλάδα από την περιοχή διεκδικώντας τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ και αμφισβητώντας την υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών, ειδικά στην περιοχή του Καστελορίζου.
Είναι μια δύσκολη στιγμή και για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά η Τουρκία δεν θα μπορέσει να κερδίσει το παιχνίδι με την Ευρώπη αντιμέτωπη στις ενέργειές της. Ελλάδα και Κύπρος διαθέτουν ισχυρά χαρτιά τα οποία πρέπει να χρησιμοποιήσουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο με αποφασιστικότητα. Αποφασιστικός όμως παραμένει και ο αμερικανικός παράγοντας. Η Τουρκία, παρά την επιμονή της να αποκτήσει το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα, κρατά σχετικά χαμηλούς τόνους τελευταία απέναντι στην Ουάσινγκτον και επιμένει στον διάλογο για να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Ο Ερντογάν επενδύει πολλά στον Αμερικανό Πρόεδρο Τραμπ. Στην Ουάσινγκτον πολλά πράγματα θα κριθούν από την πίεση που θα ασκηθεί στον Τραμπ για να απoφευχθεί μια προσέγγισή του με τον Τούρκο νεοσουλτάνο με τον οποίο έχει πολλά κοινά. Εκεί χρειάζεται να επενδύσουν η Αθήνα και η Λευκωσία. Άλλωστε και πέρα από τον Τραμπ υπάρχει ακόμη στην αμερικανική πρωτεύουσα ένα ισχυρό κατεστημένο που στηρίζει την Τουρκία.
Συμπερασματικά θα χρειαστεί ακόμη χρόνος για να φανεί ποια κατεύθυνση θα πάρουν οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία. Αλλά είναι απίθανο να υπάρξει ρήξη όπως αυτή που οραματίζονται κάποιοι στην Κύπρο και την Ελλάδα. Όμως οι συνθήκες ευνοούν μια τουλάχιστον πιο ισορροπημένη αμερικανική πολιτική που δεν θα ευνοεί τoν τουρκικό επεκτατισμό. Υπό τις περιστάσεις Αθήνα και Λευκωσία χρειάζεται να παρακολουθούν την κατάσταση με ψυχραιμία και προσοχή και να δρουν ανάλογα τόσο στην αμερικανική πρωτεύουσα όσο και στις Βρυξέλλες με τα στηρίγματα που διαθέτουν. Η Τουρκία δεν είναι άτρωτη και η εξωτερική της πολιτική αντιμετωπίζει δύσκολα διλήμματα.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com
Share to TwitterShare to MessengerShare to E-mailShare to Περισσότερα...
Στην περιοχή της Μέσης Ανατολής τρεις χώρες διεκδικούν ρόλο περιφερειακής δύναμης: Σαουδική Αραβία, Ιράν και Τουρκία. Από τις τρεις αυτές χώρες, η Τουρκία είναι σήμερα η χώρα με τα περισσότερα προβλήματα και τις περισσότερες αδυναμίες επειδή δεν διαθέτει ούτε την τεράστια οικονομική δύναμη της Σαουδικής Αραβίας ούτε την ιδεολογική συνέπεια του Ιράν. Η μόνη σταθερά της τουρκικής πολιτικής είναι οι επεκτατικές της επιδιώξεις σε βάρος των γειτόνων της, κάτι που προκαλεί την απέχθεια και την εχθρότητά τους. Παρόλα αυτά πρέπει να αναγνωριστεί στην Τουρκία μια συνέπεια στους μακροπρόθεσμους νεοοθωμανικούς στόχους της. Υπάρχει επίσης μια σταθερά στην τουρκική εξωτερική πολιτική, η προσκόλληση στην Ευρώπη και τη Δύση που έρχεται από πολύ μακριά, από την εποχή της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και παρά τις όποιες δυσκολίες η κατεύθυνση αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει.
Σε ό,τι μας αφορά, ως Ελλάδα και Κύπρος έχουμε μια καλύτερη εικόνα στη διεθνή σκηνή απ΄ό,τι η Τουρκία. Και αυτό γιατί παρά τις όποιες αδυναμίες παρουσιάζει, η εξωτερική πολιτική των δύο χωρών βρίσκει μια νομιμοποίηση στη βάση των κυρίαρχων διεθνών αξιών και του διεθνούς δικαίου. Αντίθετα η τουρκική εξωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από σπασμωδικές ενέργειες και έναν συνεχή νεοοθωμανικό ρητορικό αναθεωρητισμό, καθώς και από την υιοθέτηση τυχοδιωκτικών πολιτικών αντίθετων με το διεθνές δίκαιο και τη διεθνή πρακτική.
Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται και η πρόσφατη κατάφωρη παραβίαση των κυριαχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας με γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ. Είναι μια προσπάθεια της Άγκυρας να εμπλακεί στους ενεργειακούς σχεδιασμούς της περιοχής και να μην αποκλειστεί από τη διανομή του τεράστιου ενεργειακού πλούτου της και επιπλέον να διαδραματίσει ρόλο στη μεταφορά του προς την Ευρώπη. Για τον ίδιο σκοπό επιχειρεί να αποκόψει την Ελλάδα από την περιοχή διεκδικώντας τμήματα της ελληνικής ΑΟΖ και αμφισβητώντας την υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών, ειδικά στην περιοχή του Καστελορίζου.
Είναι μια δύσκολη στιγμή και για την Ελλάδα και την Κύπρο αλλά η Τουρκία δεν θα μπορέσει να κερδίσει το παιχνίδι με την Ευρώπη αντιμέτωπη στις ενέργειές της. Ελλάδα και Κύπρος διαθέτουν ισχυρά χαρτιά τα οποία πρέπει να χρησιμοποιήσουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο με αποφασιστικότητα. Αποφασιστικός όμως παραμένει και ο αμερικανικός παράγοντας. Η Τουρκία, παρά την επιμονή της να αποκτήσει το ρωσικό αντιπυραυλικό σύστημα, κρατά σχετικά χαμηλούς τόνους τελευταία απέναντι στην Ουάσινγκτον και επιμένει στον διάλογο για να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Ο Ερντογάν επενδύει πολλά στον Αμερικανό Πρόεδρο Τραμπ. Στην Ουάσινγκτον πολλά πράγματα θα κριθούν από την πίεση που θα ασκηθεί στον Τραμπ για να απoφευχθεί μια προσέγγισή του με τον Τούρκο νεοσουλτάνο με τον οποίο έχει πολλά κοινά. Εκεί χρειάζεται να επενδύσουν η Αθήνα και η Λευκωσία. Άλλωστε και πέρα από τον Τραμπ υπάρχει ακόμη στην αμερικανική πρωτεύουσα ένα ισχυρό κατεστημένο που στηρίζει την Τουρκία.
Συμπερασματικά θα χρειαστεί ακόμη χρόνος για να φανεί ποια κατεύθυνση θα πάρουν οι σχέσεις ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Τουρκία. Αλλά είναι απίθανο να υπάρξει ρήξη όπως αυτή που οραματίζονται κάποιοι στην Κύπρο και την Ελλάδα. Όμως οι συνθήκες ευνοούν μια τουλάχιστον πιο ισορροπημένη αμερικανική πολιτική που δεν θα ευνοεί τoν τουρκικό επεκτατισμό. Υπό τις περιστάσεις Αθήνα και Λευκωσία χρειάζεται να παρακολουθούν την κατάσταση με ψυχραιμία και προσοχή και να δρουν ανάλογα τόσο στην αμερικανική πρωτεύουσα όσο και στις Βρυξέλλες με τα στηρίγματα που διαθέτουν. Η Τουρκία δεν είναι άτρωτη και η εξωτερική της πολιτική αντιμετωπίζει δύσκολα διλήμματα.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com