Takis: «Μαγνήτης» τέχνης και ανθρώπων
«Ο θεός δεν είναι για φόβο, ο θάνατος
δεν προκαλεί ανησυχία»: Αυτές ήταν οι δύο από τις τέσσερις αρχές που
πρόβαλε ο Επίκουρος με τη διδασκαλία του, και η φιλοσοφία του
–ηδονιστική και φυσιολατρική– παρηγορεί την υπαρξιακή αγωνία. Ο γλύπτης
Takis συνήθιζε να αυτοσυστήνεται ως «Eπικούρειος», αναζητούσε τα
ενεργειακά κέντρα του σώματος, πίστευε στη διαρκή ροή της ενέργειας και,
όπως ο αρχαίος φιλόσοφος, οραματιζόταν ένα σύμπαν άπειρο και αιώνιο.
Πνεύμα οξύ και ψυχή διονυσιακή, προβοκάτορας και προκλητικός μέχρι τα γεράματά του, αυτός ο αυτοδίδακτος «μάγος» που με τη γλυπτική του κατάφερε να «αιχμαλωτίσει» ένα φυσικό φαινόμενο –τον ηλεκτρομαγνητισμό– και να του δώσει εικαστική μορφή, πέθανε χθες σε ηλικία 94 ετών.
Είχε μια πλούσια και έντονη προσωπική ζωή. Είχε μια καλλιτεχνική σταδιοδρομία με διεθνείς τιμές. Αλλά πάνω απ’ όλα είχε το ταλέντο, την ευφυΐα και το σθένος να εμπνευστεί και να εκτελέσει ο ίδιος το σχέδιο της ζωής του. Ο Παναγιώτης Βασιλάκης, το φτωχό παιδί μιας πολυμελούς αθηναϊκής οικογένειας που έζησε δύο μεγάλους πολέμους και ανδρώθηκε στην εμφυλιακή Ελλάδα με έντονο κοινωνικό ενδιαφέρον, μετασχηματίστηκε σε έναν πολυσχιδή καλλιτέχνη που διάλεξε ο ίδιος το όνομά του και εκπροσώπησε την avant-guarde της εποχής του.
Κεντρική φυσιογνωμία των διεθνών καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών κύκλων στις χρυσές δεκαετίες του 1960 και του 1970 –τότε που όλα ήταν εφικτά και έμοιαζαν ολοκαίνουργια–, υπήρξε με τον τρόπο του ένα φυσικό φαινόμενο μεγάλης ισχύος.
Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης και πολυμαθής, έθεσε στην υπηρεσία της γλυπτικής τις δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν, γι’ αυτό ποτέ δεν έπαψε να λογίζεται ως ένας «μοντέρνος άνθρωπος».
Ο ίδιος έλεγε για τον εαυτό του ότι διέθετε «μαγνητική ευαισθησία»
και παραδεχόταν ότι, παρά την ηλικία και την κακουχία των χρόνων του,
γελούσε πολύ, ακόμη και μόνος του.
Μια τέτοια ελαφρότητα και η απλότητα ήθελε ο Takis να χαρακτηρίζει την αναδρομική του έκθεση που εγκαινιάστηκε την τρίτη μέρα του Ιουλίου στην Tate Modern (διάρκεια έως 27/10), τη μεγαλύτερη έκθεση στη Μεγάλη Βρετανία που διοργανώθηκε ποτέ προς τιμήν του.
Οι επιμελητές της Μάικλ Ουέλεν και Γκάι Μπρετ είχαν συναντήσει τον καλλιτέχνη στην Αθήνα, στο σπίτι του στο «Κέντρο ερευνών για την τέχνη και την επιστήμη»: μια έκταση 10 στρεμμάτων στους πρόποδες της Πάρνηθας, στον λόφο Γεροβουνό, όπου βρίσκεται εκτός της κατοικίας, το μουσείο, το εργαστήριό του, και αυτός ο μοναδικός, τεράστιος κήπος με μερικά από τα μεγάλα γλυπτά του καλλιτέχνη να ζουν κυριολεκτικά και να αναπνέουν μέσα στον ανοιχτό αέρα. Ζήτησε από τους δύο επιμελητές να μην υπάρχει σοβαροφάνεια, ούτε στόμφος.
Και εκείνοι πραγματικά δημιούργησαν μια έκθεση ευφάνταστη και
παιγνιώδη, παρά το μέγεθος και τη σημασία της – καλύπτει την
καλλιτεχνική παραγωγή επτά δεκαετιών και περιλαμβάνει 80 έργα. Απόδειξη
το πλήθος των επισκεπτών που περνούν από τις αίθουσες της γκαλερί, στην
πλειονότητά τους νέοι που αναγνωρίζουν στα έργα την έκφραση μιας από τις
αυθεντικότερες καλλιτεχνικές φωνές της Ευρώπης από τη δεκαετία του
1960.
«Πώς είναι δυνατόν να καταρρίπτει τις συμβάσεις με τέτοια χαρά;» αναρωτήθηκε ο Μάικλ Ουέλεν, επιμελητής διεθνούς τέχνης της Tate Modern ξεκινώντας την ξενάγησή του στις αίθουσες της γκαλερί. Η εγκατάσταση με τίτλο «Μαγνητικό πεδίο» εισάγει τον επισκέπτη απευθείας στη μαγεία της δουλειάς του καλλιτέχνη: ένα μοντέρνο «λιβάδι» όπου εκατοντάδες μικρά γλυπτά με μαγνητικά κεφάλια ενεργοποιούνται κάθε λεπτό μέσω μαγνητών που κρέμονται από την οροφή. Το έργο δεν έχει παρουσιαστεί ξανά από τη δεκαετία του 1970. Κατασκευάστηκε στη Νέα Υόρκη το 1969, στο στούντιο που είχε ο Takis στο ιστορικό πλέον Chelsea Hotel. «Θέλω να πιστεύω ότι οι μαγνητικές δυνάμεις που εκλύονται, συναντούν κάπου την Τζάνις Τζόπλιν και τον Τζιμ Μόρισον», είπε ο Ουέλεν θυμίζοντας τη φιλική σχέση του γλύπτη με μερικούς από τους μύθους της μουσικής σκηνής της Νέας Υόρκης των ’60s.
Ολόκληρη η έκθεση δονείται ανά 15 λεπτά από τον ήχο των δύο μεγάλων
μουσικών έργων που βρίσκονται τοποθετημένα στην τελευταία αίθουσα. Τα
δύο γλυπτά –«Musical Sphere» (1985) και «Gong» (1978), που είναι
κατασκευασμένο από τη σκουριασμένη δεξαμενή ενός τάνκερ– προσκαλούν το
κοινό σε έναν σύγχρονο διαλογισμό. Το μπλε φως του υδραργύρου
ακτινοβολεί μαζί με τα πολύχρωμα σινιάλα που στέλνουν οι ομώνυμες
εγκαταστάσεις («Signal»). Παντού κυριαρχεί η ορμή και ο δυναμισμός της
επιστήμης σε συνδυασμό με την εφευρετικότητα της αυθεντικής δημιουργίας.
Ο Takis με το έργο του απέδειξε εμπράκτως την πίστη του στην απόλυτη
δύναμη του πνεύματος και την αδιάκοπη μεταμόρφωση της ύλης μέσω της
κίνησης. Ετσι τα υλικά του –φαινομενικά σκληρά και δύσπλαστα μέταλλα–
ακυρώνουν τη βαρύτητα, παίζουν με το φως και μετατρέπουν το αόρατο σε
ορατό.
ΈντυπηΠνεύμα οξύ και ψυχή διονυσιακή, προβοκάτορας και προκλητικός μέχρι τα γεράματά του, αυτός ο αυτοδίδακτος «μάγος» που με τη γλυπτική του κατάφερε να «αιχμαλωτίσει» ένα φυσικό φαινόμενο –τον ηλεκτρομαγνητισμό– και να του δώσει εικαστική μορφή, πέθανε χθες σε ηλικία 94 ετών.
Είχε μια πλούσια και έντονη προσωπική ζωή. Είχε μια καλλιτεχνική σταδιοδρομία με διεθνείς τιμές. Αλλά πάνω απ’ όλα είχε το ταλέντο, την ευφυΐα και το σθένος να εμπνευστεί και να εκτελέσει ο ίδιος το σχέδιο της ζωής του. Ο Παναγιώτης Βασιλάκης, το φτωχό παιδί μιας πολυμελούς αθηναϊκής οικογένειας που έζησε δύο μεγάλους πολέμους και ανδρώθηκε στην εμφυλιακή Ελλάδα με έντονο κοινωνικό ενδιαφέρον, μετασχηματίστηκε σε έναν πολυσχιδή καλλιτέχνη που διάλεξε ο ίδιος το όνομά του και εκπροσώπησε την avant-guarde της εποχής του.
Κεντρική φυσιογνωμία των διεθνών καλλιτεχνικών και λογοτεχνικών κύκλων στις χρυσές δεκαετίες του 1960 και του 1970 –τότε που όλα ήταν εφικτά και έμοιαζαν ολοκαίνουργια–, υπήρξε με τον τρόπο του ένα φυσικό φαινόμενο μεγάλης ισχύος.
Αυτοδίδακτος καλλιτέχνης και πολυμαθής, έθεσε στην υπηρεσία της γλυπτικής τις δυνάμεις που κυβερνούν το σύμπαν, γι’ αυτό ποτέ δεν έπαψε να λογίζεται ως ένας «μοντέρνος άνθρωπος».
Από τον φωτογράφο Κλέι Πέρι, ο Takis και ο κριτικός τέχνης Γκάι
Μπρετ (1966), ο οποίος υπήρξε στενός του φίλος και υποστηρικτής του
έργου του.
Ο ίδιος έλεγε για τον εαυτό του ότι διέθετε «μαγνητική ευαισθησία»
και παραδεχόταν ότι, παρά την ηλικία και την κακουχία των χρόνων του,
γελούσε πολύ, ακόμη και μόνος του.Μια τέτοια ελαφρότητα και η απλότητα ήθελε ο Takis να χαρακτηρίζει την αναδρομική του έκθεση που εγκαινιάστηκε την τρίτη μέρα του Ιουλίου στην Tate Modern (διάρκεια έως 27/10), τη μεγαλύτερη έκθεση στη Μεγάλη Βρετανία που διοργανώθηκε ποτέ προς τιμήν του.
Οι επιμελητές της Μάικλ Ουέλεν και Γκάι Μπρετ είχαν συναντήσει τον καλλιτέχνη στην Αθήνα, στο σπίτι του στο «Κέντρο ερευνών για την τέχνη και την επιστήμη»: μια έκταση 10 στρεμμάτων στους πρόποδες της Πάρνηθας, στον λόφο Γεροβουνό, όπου βρίσκεται εκτός της κατοικίας, το μουσείο, το εργαστήριό του, και αυτός ο μοναδικός, τεράστιος κήπος με μερικά από τα μεγάλα γλυπτά του καλλιτέχνη να ζουν κυριολεκτικά και να αναπνέουν μέσα στον ανοιχτό αέρα. Ζήτησε από τους δύο επιμελητές να μην υπάρχει σοβαροφάνεια, ούτε στόμφος.
Από αριστερά το γλυπτό «Musical Sphere» (1985), Takis Foundation,
στο μέσον, «Magnetic Wall 9 (Red)» (1961), Centre Pompidou, Musée
national d’art moderne και, δεξιά, λεπτομέρεια από το «Télélumière No.
4» (1963-4), Tate.
Και εκείνοι πραγματικά δημιούργησαν μια έκθεση ευφάνταστη και
παιγνιώδη, παρά το μέγεθος και τη σημασία της – καλύπτει την
καλλιτεχνική παραγωγή επτά δεκαετιών και περιλαμβάνει 80 έργα. Απόδειξη
το πλήθος των επισκεπτών που περνούν από τις αίθουσες της γκαλερί, στην
πλειονότητά τους νέοι που αναγνωρίζουν στα έργα την έκφραση μιας από τις
αυθεντικότερες καλλιτεχνικές φωνές της Ευρώπης από τη δεκαετία του
1960.«Πώς είναι δυνατόν να καταρρίπτει τις συμβάσεις με τέτοια χαρά;» αναρωτήθηκε ο Μάικλ Ουέλεν, επιμελητής διεθνούς τέχνης της Tate Modern ξεκινώντας την ξενάγησή του στις αίθουσες της γκαλερί. Η εγκατάσταση με τίτλο «Μαγνητικό πεδίο» εισάγει τον επισκέπτη απευθείας στη μαγεία της δουλειάς του καλλιτέχνη: ένα μοντέρνο «λιβάδι» όπου εκατοντάδες μικρά γλυπτά με μαγνητικά κεφάλια ενεργοποιούνται κάθε λεπτό μέσω μαγνητών που κρέμονται από την οροφή. Το έργο δεν έχει παρουσιαστεί ξανά από τη δεκαετία του 1970. Κατασκευάστηκε στη Νέα Υόρκη το 1969, στο στούντιο που είχε ο Takis στο ιστορικό πλέον Chelsea Hotel. «Θέλω να πιστεύω ότι οι μαγνητικές δυνάμεις που εκλύονται, συναντούν κάπου την Τζάνις Τζόπλιν και τον Τζιμ Μόρισον», είπε ο Ουέλεν θυμίζοντας τη φιλική σχέση του γλύπτη με μερικούς από τους μύθους της μουσικής σκηνής της Νέας Υόρκης των ’60s.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire