Σε τροχιά δημογραφικού αδιεξόδου η Ελλάδα
Ο πληθυσμός της χώρας αναμένεται να μειωθεί τις επόμενες δύο δεκαετίες. Η οικονομική κρίση επιδείνωσε την κατάσταση
Oι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις για τη χώρα μας, με τη μείωση των γεννήσεων έναντι των θανάτων, δεν αναμένεται να ανακοπούν τις επόμενες δεκαετίες, με αποτέλεσμα την προοδευτική μείωση του πληθυσμού. Ο πληθυσμός της Ελλάδας θα συνεχίσει να μειώνεται τις επόμενες δύο δεκαετίες, καθώς τα δημογραφικά στοιχεία αλλάζουν αργά. Το ελληνικό κράτος θα πρέπει να λάβει μέτρα τόσο για τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης (του πληθυσμού που εργάζεται) όσο και για την υποστήριξη και την καλύτερη υγεία του ολοένα και περισσότερο γερασμένου πληθυσμού στη χώρα. Αυτά ήταν τα βασικά δεδομένα που ανέδειξαν ερευνητές – επιστήμονες από πολλά ελληνικά πανεπιστήμια σε ημερίδα για τις δημογραφικές εξελίξεις και κρίσεις στην Ελλάδα, που διοργανώθηκε από το ΕΛΙΔΕΚ (Ελληνικό Ιδρυμα Ερευνας και Τεχνολογίας) στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Οπως σημείωσαν, ο μόνος παράγοντας που θα μπορούσε να αναστρέψει την κατάσταση είναι η μετανάστευση. «Οσοι τάσσονται υπέρ της πληθυσμιακής αύξησης δεν μπορεί να είναι κατά της μετανάστευσης», τόνισε χαρακτηριστικά ο Χρήστος Μπάγκαβος, καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Οσον αφορά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, συνέβαλε στην επιδείνωση της κατάστασης κυρίως λόγω της μετανάστευσης από την Ελλάδα 450.000 ανθρώπων οι οποίοι βρίσκονταν σε παραγωγική ηλικία.
«Η δημογραφική κρίση δεν είναι θέμα χαμηλής γονιμότητας, αλλά του αριθμού των ατόμων που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία», τόνισε ο κ. Μπάγκαβος, της μείωσης δηλαδή των γυναικών που βρίσκονται στην ηλικία 15-49 ετών. Ετσι παρατηρείται το «παράδοξο» το 2000 να γεννηθούν 103.267 παιδιά και ο δείκτης γονιμότητας να είναι στο 1,26. Ωστόσο, το 2020 και ενώ ο δείκτης γονιμότητας διαμορφώθηκε στο 1,37, γεννήθηκαν 84.767 παιδιά. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι έχει μειωθεί ο αριθμός των γυναικών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία, σημείωσε η Αλεξάνδρα Τραγάκη, καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
«Η δημογραφική πολιτική δεν μπορεί να μη συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη», επισημαίνει ο Νίκος Χριστοδουλάκης.
Μπορούμε να κάνουμε κάποιες κινήσεις έτσι ώστε να επιβραδυνθεί η αρνητική πορεία του δημογραφικού στην Ελλάδα, όπως να σταματήσει η φυγή των νέων, αλλά και να δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες για την οικογένεια και το παιδί. «Η δημογραφική πολιτική δεν μπορεί να μη συνδέεται με την οικονομική ανάπτυξη», τόνισε ο Νίκος Χριστοδουλάκης, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην υπουργός.
Πάντως, εκτός από την προσπάθεια να βελτιώσουμε κάποιους παράγοντες, «είναι σημαντικό να προσαρμοστούμε στις αλλαγές που έρχονται», τόνισε ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Εξήγησε ότι είναι πολύ σημαντική η μείωση της ανεργίας από τη μια, αλλά και από την άλλη να αυξηθεί ο αριθμός αυτών που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία και εργάζονται ή θέλουν να εργαστούν.
Η Ελλάδα έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες οικονομικά ενεργών πολιτών (εργαζομένων) σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία (20-65 ετών). Ετσι, στην Ελλάδα το 60,7% του πληθυσμού που βρίσκεται στην ηλικία μεταξύ 20-65 ετών εργάζεται (ή επιθυμεί να εργαστεί), με το ποσοστό της ανεργίας να φτάνει το 17,4%. Αντίστοιχα, στη Σουηδία εργάζεται το 82,4% του πληθυσμού σε αυτή την ηλικία και το ποσοστό ανεργίας είναι 5,9%.
«Τον πλούτο μιας χώρας τον δημιουργούν τα άτομα που εργάζονται, που παράγουν και, μάλιστα, ακόμα περισσότερο όταν αυξάνεται η παραγωγικότητά τους και κατέχουν θέσεις εργασίας που δημιουργούν προστιθέμενη αξία», επισήμανε ο κ. Κοτζαμάνης. «Αρα, δεν έχει σημασία μόνο πόσοι είμαστε, αλλά και τι κάνουμε», κατέληξε.
«Κινητικότητα»
Η μετανάστευση επιστημόνων από την Ελλάδα στο εξωτερικό είναι ένα σύνηθες φαινόμενο εδώ και δεκαετίες και οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ζήτηση εξειδικευμένου προσωπικού ούτε στον ιδιωτικό αλλά ούτε και στον δημόσιο τομέα. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, μεγάλος αριθμός ανθρώπων με υψηλή επιστημονική εξειδίκευση (εκτιμάται ότι είναι περίπου 450.000 — ωστόσο, δεν υπάρχουν επίσημα στατιστικά στοιχεία) έφυγε από τη χώρα. Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης εξέτασε την «κινητικότητα» των Ελλήνων που έχουν λάβει διδακτορικό την περίοδο 1980-2018. Σύμφωνα με τον κ. Λόη Λαμπριανίδη, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, το 31,4% αυτών εργάστηκε ή εργάζεται για κάποιο διάστημα στο εξωτερικό και το 13,4% εργάζεται μονίμως στο εξωτερικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι 42,9% των κατόχων διδακτορικού που ζουν στην Ελλάδα εργάζονται ως επαγγελματίες και 27,6% εργάζονται σε πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα. Αντιθέτως, οι κάτοχοι διδακτορικού που ζουν στο εξωτερικό σε ποσοστό 40,3% εργάζονται σε ερευνητικά ιδρύματα, σε 15% είναι ερευνητές και σε 32,2% δηλώνουν επαγγελματίες. Τα στοιχεία αυτά αντιστοιχούν, βέβαια, στο χαμηλό ποσοστό χρηματοδότησης της έρευνας στην Ελλάδα.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire