Το 2024 θα συμπληρωθεί μισός αιώνας κατοχής και άγονων συνομιλιών λύσης του Κυπριακού, μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Μισός αιώνας είναι μια μακρά περίοδος για τη ζωή ενός λαού και δεν μπορεί να συνεχίζεται για πολύ ακόμη. Χρειάζονται ανατροπές στην πολιτική που ακολουθήθηκε χωρίς αποτέλεσμα όλα αυτά τα χρόνια. Δεν μπορεί να επιμένει κανείς στην ίδια πολιτική από τη στιγμή που αποδείχθηκε αναποτελεσματική.
Στα πενήντα αυτά χρόνια έχουν γίνει κοσμογονικές αλλαγές στο διεθνές πλανητικό σύστημα, οι γεωπολιτικές ισορροπίες άλλαξαν δραματικά από το 1974 και θα ήταν τραγικό λάθος να διαπραγματευόμαστε στη βάση δεδομένων που ίσχυαν πριν από μισό αιώνα.
Το Κυπριακό έχει δύο πλευρές : την διεθνή που επηρεάζεται από τις γεωπολιτικές ισορροπίες και τα συμφέροντα που συνδέονται με αυτές και την εσωτερική πλευρά που σχετίζεται με τις πολιτικές ισορροπίες και τα συμφέροντα που διακυβεύονται στην Κύπρο. Άμεση είναι φυσικά και η επίδραση όσων συμβαίνουν σε Ελλάδα και Τουρκία. Σήμερα η ανάλυση θα περιοριστεί στο εσωτερικό κυπριακό μέτωπο.
Το κυπριακό εσωτερικό μέτωπο περνά μια περίοδο ρευστότητας παρά την φαινομενική σταθερότητα σε επίπεδο των πολιτικών δυνάμεων. Η ρευστότητα αυτή φάνηκε άλλωστε στις τελευταίες προεδρικές εκλογές με τον βαθύ διχασμό της άρχουσας τάξης. Στο Κυπριακό υπήρχε πάντα μια διαφορετική αντίληψη για την πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί και που χώριζε την κοινωνία και τον πολιτικό κόσμο στα δύο. Από τη μια ήταν η μεταπρατική κυπριακή αστική τάξη-πολιτική εκπροσώπηση της ο ΔΗΣΥ- που υιοθέτησε τη γραμμή ενός συμβιβασμού που θα οδηγούσε σε μια λύση που θα άφηνε στην Τουρκία δικαιώματα επικυριαρχίας και θα οδηγούσε σε ένα κράτος υπό κηδεμονία. Σε αυτή την πολιτική σταδιακά προσεχώρησε και το ΑΚΕΛ. Από την άλλη ένα κομμάτι της αστικής τάξης,μικροαστικά και διάσπαρτα λαϊκά στρώματα-πολιτική εκποσώπηση ο λεγόμενος ενδιάμεσος χώρος- προσπάθησαν να οικοδομήσουν μια διαφορετική πολιτική που θα οδηγούσε σε λύση ενός κανονικού κράτους. Η πρώτη κατεύθυνση, που τα τελευταία χρόνια αναφέρεται και ως η πολιτική της όποιας λύσης, απέτυχε παρά τις οδυνηρές υποχωρήσεις που έγιναν από τους προέδρους που την εκπροσωπούσαν και που κυβέρνησαν τον τόπο για περισσότερο από 30 χρόνια. Η δεύτερη κατεύθυνση δεν πέτυχε ποτέ να δημιουργήσει ένα σταθερό μέτωπο διεκδίκησης όσων θα οδηγούσαν σε ένα κανονικό κράτος. Οι τελευταίες προεδρικές εκλογές ανέδειξαν διαφορές, συγκρούσεις και ανακατατάξεις στις ίδιες τις συνιστώσες της άρχουσας τάξης και ειδικά στο εσωτερικό της ίδιας της μεταπρατικής αστικής τάξης. Είναι μέσα από αυτή την σύγκρουση που αναδείχτηκε πρόεδρος ο Νίκος Χριστοδουλίδης με τη στήριξη και του Νίκου Αναστασιάδη. Η ρήξη αυτή είναι περισσότερο ρήξη συμφερόντων γιατί στο Κυπριακό οι όποιες διαφορές, αν υπάρχουν, είναι σε επίπεδο αποχρώσεων.
Τα τελευταία χρόνια η μεταπρατική κυπριακή αστική τάξη εναπόθεσε πολλές ελπίδες σε μια λύση που θα της άνοιγε την τουρκική αγορά έστω και σε καθεστώς και ρόλο υποτελούς για την Κύπρο. Πρόκειται για μια λεβαντίνικη πολιτική που θέτει υπεράνω όλων τα εμπορο-οικονομικά συμφέροντα μιας τάξης, μιας ομάδας και αδιαφορεί για τα ευρύτερα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου, για την ίδια την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή η πολιτική απέτυχε να επιβληθεί με το σχέδιο Ανάν, αλλά συνεχίζεται σήμερα, παρά την αποτυχία των τελευταίων διαπραγματεύσεων στο Κραν Μοντανά, με την επιμονή να συνεχιστούν από εκεί που έχουν σταματήσει.
Σε αυτό τον κόσμο του μεταπρατισμού, τα οικονομικά συμφέροντα ήταν πάντα πολύ πιο σημαντικά από τα ιδεώδη. Ιστορικά άλλωστε η λέξη «Λεβαντίνος» ήταν συνώνυμη με αυτή της διπροσωπίας. Κάποιοι θαύμαζαν τους Λεβαντίνους επειδή ακριβώς δεν είχαν ιδανικά και αρχές και επιβίωναν ως μια μεταπρατική λεβαντίνικη τάξη συμφερόντων. Πολλές φορές βέβαια όταν ανατρέπονταν οι ισορροπίες και οι συμμαχίες πλήρωναν και αυτοί την νύφη. Αυτό συνέβη επανειλημμένα στην ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά ακόμη πιο τραγική υπήρξε η μοίρα των λεβαντίνικων κοινοτήτων στο σύγχρονο τουρκικό κράτος. Είναι γι’αυτό τον λόγο που η διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η τουρκική επικυριαρχία που θα ακολουθήσει, θα μετατρέψει την κυπρολεβαντίνικη αστική τάξη σε μιας χρήσης είδος, παρασύροντας μαζί της στον αφανισμό και τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Η κυπριακή μεταπρατική αστική τάξη βρίσκεται σε σταυροδρόμι αυτή τη στιγμή. Ένα κομμάτι της πιστεύει πάντα πως τα συμφέροντά της θα εξυπηρετηθούν καλύτερα με μια λύση προδιαγραφών σχεδίου Ανάν. Βρίσκεται όμως αντιμέτωπη με τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα που αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει σωτηρία χωρίς την Κυπριακή Δημοκρατία. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το πολιτικό σύστημα έχει υποχωρήσει σχεδόν στο σύνολό του από παλαιότερες κόκκινες γραμμές που έθεταν τουλάχιστον κάποια κόμματα. Υπάρχει όμως αναντιστοιχία ανάμεσα στα κόμματα και την ίδια την κομματική τους βάση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τόλμησαν ως τώρα να επαναφέρουν μια λύση με προδιαγραφές σχεδίου Ανάν που θα οδηγούσε στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ακροβασίες υψηλού ρίσκου
Μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές διερχόμαστε μια περίοδο κοινωνικο-πολιτικών ακροβασιών υψηλού ρίσκου. Ένας δρόμος υπάρχει για να αποφύγουμε τους κινδύνους που μας απειλούν. Μια νέα στρατηγική για επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μακριά από τα ταμπού και τα φοβικά σύνδρομα που έχουν καλλιεργηθεί όλα αυτά τα χρόνια. Μια στρατηγική που θα ενσωματώνει και τους Τουρκοκυπρίους – αυτό θα είναι το στοίχημα – προκαλώντας κόστος στην Άγκυρα όσο θα επιμένει να έχει παρουσία στο νησί και να μην επιτρέπει μια λύση δημοκρατικών και ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Η συνεργασία με τους Τουρκοκυπρίους θα πρέπει όμως να γίνει σε επίπεδο κοινών πολιτικών,κοινωνικών και ιδεολογικών ταυτίσεων και όχι στη βάση φυλετικών κριτηρίων. Κανένα κανονικό κράτος δεν οικοδομήθηκε ποτέ στη βάση φυλετικών κριτηρίων.Το Κυπριακό δεν είναι δικοινοτικό θέμα. Εντάσσεται στα περιφερειακά και ευρωπαϊκά δεδομένα και στο πλανητικά μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό σύστημα. Χρειάζεται σοβαρότητα, τόλμη και εγκατάλειψη της μιζέριας. Ούτως ή άλλως, η ακολουθούμενη πολιτική είναι αδιέξοδη. Δοκιμάστηκε για δεκαετίες και δεν έχει αποδώσει. Το Κυπριακό βάλτωσε.
«Αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα…» για να θυμηθούμε τον ποιητή (Μανώλης Αναγνωστάκης, Το σκάκι). Χρειαζόμαστε αλλαγή παραδείγματος, αλλαγή θεώρησης, μια νέα στρατηγική πυξίδα.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, ποιητής. Email stephanos.constantinides@gmail.com