Στέφανος Κωνσταντινίδης
Μια
κοινωνιολογική προσέγγιση της κυπριακής λογοτεχνίας δεν έχει επιλογή, θα
πρέπει να θίξει και το θέμα του λογοτεχνικού κανόνα. Όπως είναι γνωστό,
ο λογοτεχνικός κανόνας είναι ένας κλειστός κατάλογος επιλεγμένων έργων,
που εξυπακούει και ανάλογο αποκλεισμό. Πρόκειται για ένα πολιτιστικό
υπόδειγμα που βασίζεται σε υποκειμενικές, ιδεολογικές, αισθητικές,
πολιτικές, ταξικές, εθνοτικές και κάθε άλλου είδους κανονιστικές
επιλογές λογοτεχνικών έργων. Ο λογοτεχνικός κανόνας είναι επομένως ένα
σύνολο λογοτεχνικών έργων που θεωρούνται τα πιο σημαντικά, ανάλογα με το
ποιος κάνει την επιλογή, για μια συγκεκριμένη εποχή και έναν
συγκεκριμένο τόπο. Ο κανόνας μπορεί να είναι εθνικός αλλά και
πλανητικός, μπορεί να είναι διαχρονικός αλλά και περιορισμένος για μια
χρονική περίοδο, μπορεί ακόμη να είναι και τοπικός ή να περιλαμβάνει μια
ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Σημαντική για τον κοινωνιολόγο είναι η
μελέτη των μηχανισμών επιλογής και αποσιώπησης των έργων που συνιστούν
τον κανόνα. Διότι ούτως ή άλλως, ένας λογοτεχνικός κανόνας είναι εκφορά
λόγου εξουσίας.
Ο λογοτεχνικός κανόνας διαμορφώνεται τον 19ο αιώνα, είναι ευρωπαϊκός με επιμέρους εθνικούς κανόνες και διαδραμάτισε ρόλο στη δυτική ιδεολογική αποικιοποίηση του κόσμου. Η διαμόρφωσή του διασυνδέεται με την επικράτηση της αστικής τάξης, της οποίας άλλωστε τα μορφωμένα στρώματα είναι και οι κύριοι αποδέκτες του. Στον κανόνα αυτό συναντούμε σε κεντρική θέση τον Όμηρο και άλλους αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγραφείς και από τους νεότερους τον Σαίξπηρ και τον Δάντη.
Σήμερα βέβαια, με το διαδίκτυο, πολλά πράγματα αλλάζουν. Εναποτίθεται σε αυτό ένα τεράστιο υλικό, πέρα από τους μηχανισμούς εξουσίας που τον επέβαλλαν ως τώρα. Χρειάζεται όμως χρόνος και έρευνα για να διαπιστωθεί η επίδρασή του.
Όσον αφορά στην κυπριακή λογοτεχνία, η πρόταση ενός λογοτεχνικού κανόνα έγινε, όπως και στην Ελλάδα, κατά τρόπο έμμεσο. Κυρίως παρουσιάζεται την περίοδο της ανεξαρτησίας. Η πρόταση για έναν κυπριακό λογοτεχνικό κανόνα προέκυψε μέσα από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις.
Η πρώτη κατεύθυνση προέκυψε με τη διασύνδεση των Κυπρίων λογοτεχνών με το αθηναϊκό κέντρο. Αυτό που θα λέγαμε η «βούλα» εξ Αθηνών. Κατά κάποιον τρόπο, η αναγνώριση κάποιων από κριτικούς, πανεπιστημιακούς και εκδοτικούς οίκους αυτού του κέντρου συνιστούσε συμπερίληψή τους σε ένα είδος ανεπίσημου κυπριακού λογοτεχνικού κανόνα. Χαρακτηριστικός, για παράδειγμα, υπήρξε ο καταλυτικός λόγος του Γιώργου Σαββίδη και η ανάδειξη από μέρους του κάποιων από τους Κύπριους λογοτέχνες, που συνιστούσε ένα είδος ελλαδικής «βούλας» αναγνώρισης. Εκτός από τον Σαββίδη δημιουργήθηκε στη συνέχεια ένα ολόκληρο «ιερατείο», που συνέχισε στην ίδια κατεύθυνση. Πάντα από ελλαδικής πλευράς, ρόλο στη συγκρότηση ενός έμμεσου κυπριακού λογοτεχνικού κανόνα διαδραμάτισαν και διάφορα ελλαδικά λογοτεχνικά περιοδικά, κυρίως της Αθήνας, με συχνά αφιερώματά τους στην κυπριακή λογοτεχνία και προώθηση συγκεκριμένων ονομάτων. Παρόμοιο ρόλο διαδραμάτισαν και κάποιοι γνωστοί ελλαδικοί εκδοτικοί οίκοι.
Η δεύτερη κατεύθυνση με στόχο τη δημιουργία ενός έμμεσου κυπριακού λογοτεχνικού κανόνα έγινε από το ίδιο το κυπριακό κράτος. Το υπουργείο Παιδείας, μέσω του κυπριακού σχολικού συστήματος, με την εισαγωγή της διδασκαλίας της κυπριακής λογοτεχνίας δημιούργησε ένα είδος σχολικού λογοτεχνικού κανόνα. Το ίδιο υπουργείο με την ετήσια απονομή των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων ενίσχυσε τη συγκρότηση ενός έμμεσου λογοτεχνικού κανόνα. Το ίδιο έπραξε και με τις διάφορες εκδόσεις έργων Κυπρίων λογοτεχνών. Πρόκειται για την «κρατική» βούλα. Να σημειώσουμε επίσης πως κάποια από τα κυπριακά πολιτικά κόμματα δραστηριοποιήθηκαν στον χώρο αυτό του πολιτισμού και απονέμουν μάλιστα και σχετικά λογοτεχνικά βραβεία.
Η τρίτη κατεύθυνση στην οποία στηρίχτηκε η προσπάθεια δημιουργίας κυπριακού λογοτεχνικού κανόνα υπήρξε αυτή της έκδοσης διαφόρων ανθολογιών, όπως και ιστοριών της κυπριακής λογοτεχνίας. Στον ίδιο χώρο διάφορες άλλες εκδοτικές προσπάθειες στοχεύουν πάντα την «κανονικοποίηση» ορισμένων Κυπρίων λογοτεχνών. Τον ίδιο ρόλο διαδραμάτισαν, τουλάχιστον εν μέρει, και τα κατά καιρούς εμφανισθέντα κυπριακά λογοτεχνικά περιοδικά.
Οι παρατηρήσεις αυτές για τον κυπριακό λογοτεχνικό κανόνα είναι βέβαια επιγραμματικές στο πλαίσιο αυτού του άρθρου. Προτείνονται όμως κάποιες μεταβλητές, για μια ευρύτερη μελλοντική συζήτηση και μελέτη.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com
**Το μυθιστόρημά του «Νομάδας, Α' - Η έξοδος», το πρώτο μιας τριλογίας με κοινωνιολογικές και πολιτικές προεκτάσεις, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν στην Αθήνα.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire