Κανένα λογοτεχνικό έργο, όσο «επινοημένο» και να είναι, δεν αναπτύσσεται σε ένα ιστορικό κενό. Η όποια επινόηση κινείται μέσα σε ένα κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο. Γι’ αυτό πολλές φορές η ίδια η ιστορική συνείδηση διαμορφώνεται περισσότερο από τη λογοτεχνία παρά από την ιστοριογραφία. Η λογοτεχνία είναι ικανή σε τέτοιες περιπτώσεις να διαμορφώσει ένα ιστορικό αφήγημα, ένα ερμηνευτικό πλαίσιο της ιστορίας. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Ας σταθούμε επιγραμματικά σε κάποια από αυτά. Για τη Μικρασιατική Καταστροφή έχουμε το κλασικό έργο της Διδώς Σωτηρίου «Ματωμένα χώματα». Για την Κατοχή και την Αντίσταση έχουμε τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Στρατή Τσίρκα. Το σημαντικό στα έργα αυτά και ειδικά στη μυθιστορηματική τριλογία του Τσίρκα δεν είναι τα επιμέρους γεγονότα που μπορεί να είναι επινοημένα, αλλά η ερμηνεία τους που κινείται στον χώρο της ιστορίας. Δεν είναι τυχαίο που όλες οι συζητήσεις για τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» περιστράφηκαν γύρω από την ιστορία και όχι γύρω από τη λογοτεχνική πλευρά του έργου.
Ασφαλώς θα μπορούσε να σταθεί κανείς και σε άλλα χαρακτηριστικά έργα της λογοτεχνίας που συμβάλλουν στη δημιουργία ερμηνευτικών σχημάτων της ιστορίας, όπως «Το τέλος της μικρής μας πόλης» του Δημήτρη Χατζή και το «Άξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη.
Στην περίπτωση της Κύπρου, για τον αγώνα του 1955-59, έχουμε το μυθιστόρημα του Λόρενς Ντάρελ «Πικρολέμονα», που εκφράζει την αποικιοκρατική πλευρά της βρετανικής πολιτικής και το μυθιστόρημα του Ροδή Ρούφου «Η Χάλκινη Εποχή», που γράφτηκε ως απάντηση στον Ντάρελ και μάλιστα πρωτογράφτηκε για τον σκοπό αυτό στα αγγλικά και εκδόθηκε στο Λονδίνο. Χαρακτηρίστηκε εξάλλου από μερικούς ως «στρατευμένο» ελληνικό μυθιστόρημα. Εντούτοις ακόμη και το μυθιστόρημα του Ροδή Ρούφου επικρίθηκε όταν πρωτοπαρουσιάστηκε το 1960 επειδή δεν απέδιδε το «ηρωικό» κλίμα του αγώνα της ΕΟΚΑ όπως κάποιοι το έβλεπαν τότε. Έτσι, αν και τα δύο μυθιστορήματα είναι αξιόλογα ως λογοτεχνικά έργα, προκάλεσαν αντιδράσεις ως προς τις ιστορικές και τις πολιτικές τους προεκτάσεις και το ιστορικό ερμηνευτικό σχήμα του κυπριακού αγώνα που παρουσιάζουν. Το βιβλίο του Ντάρελ είναι ουσιαστικά μια απολογία της βρετανικής αποικιοκρατίας, κάτι που προκάλεσε κραδασμούςστις σχέσεις του με τους Έλληνες φίλους του και ιδιαίτερα με τον Σεφέρη. Αντίθετα, το μυθιστόρημα του Ρούφου είναι αρκετά ισορροπημένο ανάμεσα στην ιστορική πραγματικότητα και τη μυθοπλασία. Αυτό που μάλλον ενόχλησε τότε κάποιους «πουριτανικούς κύκλους» ήταν ο αισθησιασμός του και η αστική κοσμοπολίτικη κουλτούρα του κεντρικού του ήρωα, όταν είναι γνωστό πως οι αγωνιστές της ΕΟΚΑ προέρχονταν ως επί το πλείστον από τα αγροτικά και μικροαστικά στρώματα και δεν είχαν τέτοια χαρακτηριστικά. Επιπλέον, οι Κύπριοι αστοί, με κάποιες εξαιρέσεις, απουσίαζαν από τον αγώνα του 1955-59. Ο χώρος δεν επιτρέπει άλλες αναφορές, όμως θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί τουλάχιστον το μυθιστόρημα του Κώστα Μόντη «Κλειστές Πόρτες», μια δυναμική απάντηση στα «Πικρολέμονα» του Ντάρελ.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο αυτό δημοσιεύεται και με αφορμή τις πρώτες αντιδράσεις που προκάλεσε το μυθιστόρημά μου που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, Νομάδας / Α' Η Έξοδος, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν.
* Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ.
και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire