Κώστας Βενιζέλος
Το νέο
αφήγημα στο Κυπριακό είναι πως η Κύπρος «πρέπει να καταστεί κανονικό
κράτος». Μια ακόμη ατάκα, που τυγχάνει διαφορετικής ανάγνωσης. Ο καθένας
μπορεί να δώσει περιεχόμενο σε αυτή τη γενικής αναφοράς θέση και να
εμβολιάσει τη «νέα προσέγγιση» με δικές του θεωρίες. Το σίγουρο είναι
πως για μια ακόμη φορά στη χώρα επιβεβαιώνεται το σύνδρομο ότι
«χαιρόμαστε προκαταβολικά». Για να καταστεί μια χώρα κανονική
προϋποθέτει την εφαρμογή των αυτονόητων: Να ισχύει στην Κύπρο όλα όσα
εφαρμόζονται σε άλλα δημοκρατικά κράτη, με σεβασμό δικαιωμάτων,
ελευθεριών και υποχρεώσεων. Όταν, όμως, μια τοποθέτηση αυτού του
περιεχομένου αντιμετωπίζεται με πανηγυρική διάθεση ( όπως οι δηλώσεις
που γίνονται μετά από εθνικά μνημόσυνα) και την ίδια ώρα στις
διαπραγματεύσεις συζητούνται ζητήματα που ψαλιδίζουν δικαιώματα πολιτών,
τότε σίγουρα κάτι δεν πάει καλά. Η εξήγηση είναι πως κάποιοι
αρέσκονται να ακουμπούν αποκοιμισμένοι σε διαβεβαιώσεις ενώ βασικά
αποδεικνύεται και πάλιν πως βολεύονται με την πεπατημένη. Δηλαδή να
συζητούν αδιέξοδες πορείες αποσκοπώντας να κερδίσουν πόντους και τίτλους
«καλού παιδιού».
Όταν γίνεται,
όμως, αναφορά σε «κανονικό κράτος», αυτό δεν παραπέμπει μόνο στο
πλαίσιο συμφωνίας στο Κυπριακό, στο περιεχόμενο της λύσης, αλλά και
στις νοοτροπίες. Στο Κυπριακό το πολιτικό προσωπικό, παλιό και νέο,
περιορίζεται σε ατάκες και τετριμμένα, καταφεύγει σε λογύδρια περασμένων
δεκαετιών και παραμονές εκλογών προσαρμόζεται στο κλίμα που
αναπτύσσεται στην κοινωνία. Αυτό, δηλαδή, που αποδέχεται η πλειοψηφία.
Καλοπιάνουν τους πολίτες. Οι «τολμηρές» θέσεις στο Κυπριακό μπαίνουν,
προσωρινά, στα συρτάρια και ανεμίζονται σημαίες ανένδοτου αγώνα!
Λαμβάνουν υπόψη τους πολίτες και ευθυγραμμίζονται με τα «θέλω τους»
παραμονές εκλογών. Αυτό επιβεβαιώνει τη λανθασμένη πορεία που τον
υπόλοιπο χρόνο, πέραν της προεκλογικής περιόδου, ακολουθούν. Αλλά αυτό
είναι ψιλά γράμματα για τους πολιτευτάδες.
Δεν αφορά, όμως,
το θέμα του «κανονικού κράτους» μόνο τη λύση του Κυπριακού. Είναι
προφανές πως τα αφηγήματα για να μπορούν να γίνονται πιστευτά, να
στηρίζουν πολιτικές, πρέπει να συνάδουν και με τις δράσεις και τις
προσεγγίσεις. Η ανάγκη να καταστεί η χώρα μας, επιτέλους, κανονικό
κράτος, αποτελεί μονόδρομο, δεν μπορεί όμως αυτό να γίνει αυτόματα και
χωρίς ανατροπές, ρήξεις. Δεν μπορεί το πολιτικό σύστημα να στηρίζεται
σε παλιάς κοπής πρακτικές και να τις διαιωνίζει. Να δημιουργείται/
συντηρείται διαχρονικά μια πελατειακή σχέση με τους πολίτες και να
διατηρούνται κανάλια επικοινωνίας με βάση την ικανοποίηση ρουσφετιών.
Δεν μπορεί το πολιτικό όπλο να είναι το εργαλείο των διορισμών, των
μεταθέσεων, των χαλαρώσεων ζωνών κλπ. Τη στιγμή που, η κατά λάθος
αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων από κόμματα, η οποία αφορούσε
ρουσφέτι, αντιμετωπίστηκε, σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, από την
κοινωνία με ελαφρότητα, που εν πολλοίς φαντάζει και ως ανοχή, τότε τα
σχόλια περιττεύουν. Αποδεικνύεται, όμως, ότι έχουμε το κράτος που
αξίζει στην κοινωνία και τους πολίτες.
Δεν γίνεται να
είναι κάποιος βουλευτής νομικός στο επάγγελμα και ταυτόχρονα να
νομοθετεί για θέματα που αφορούν πελάτες του. Δεν μπορεί να καθορίζονται
πολιτικές, να λαμβάνονται αποφάσεις, με βάση προσωπικά και οικονομικά
συμφέροντα. Εάν είμαστε κανονικό κράτος δεν θα πολιτεύονταν όσοι το
1974 συνέβαλαν/προκάλεσαν την καταστροφή, την τραγωδία. Εάν είμαστε
κανονικό κράτος δεν θα πολιτεύονταν όσοι προκάλεσαν την οικονομική
καταστροφή. Εάν είμαστε κανονικό κράτος οι μιζαδόροι και οι
επιχορηγούμενοι από την κάθε Focus θα αποσύρονταν από την πολιτική κάτω
από την πίεση των πολιτών. Διαχρονικά, η κακοδαιμονία των πολιτικών
είναι το μικρόβιο του κόστους. Διαχρονικά η κακοδαιμονία μιας χώρας
είναι η απάθεια και η προσαρμοστικότητα των πολιτών. Η πεπατημένη δεν
είναι «η καλή οδός», αλλά η αδιέξοδη και επιβλαβής.