Το Κυπριακό μπήκε για άλλη μια φορά σε αχαρτογράφητα νερά παρόλο που ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ εδέησε να διορίσει ειδική απεσταλμένη, την κυρία Μαρία Ανχέλα Ολγκίν Κουεγιάρ, που θα προσπαθήσει να δρομολογήσει την επανέναρξη του διαλόγου ανάμεσα στις «δύο κοινότητες». Πέρα από το γεγονός ότι τρέφουμε αυταπάτες ότι το Κυπριακό είναι δικοινοτική διαφορά και όχι πρόβλημα εισβολής και κατοχής, τώρα έχουμε και την τουρκική εμμονή για διάλογο ανάμεσα «στα δύο κράτη» και αποδοχή κυριαρχικής ισότητας ανάμεσά τους. Δηλαδή η διαδικασία οδηγείται πια εκτός πλαισίου και παραμέτρων των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών.
Πώς είναι δυνατόν να αρχίσει ένας διάλογος εκτός πλαισίου και παραμέτρων των Ηνωμένων Εθνών; Θα πρόκειται για ένα οδικό χάρτη που θα υιοθετεί την τουρκική ατζέντα των δύο κρατών και με αποδοχή κυριαρχικής ισότητας ανάμεσά τους. Θα έπρεπε η Λευκωσία να είχε ζητήσει από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες να επαναφέρει την τουρκική πλευρά στο πλαίσιο που έχει ως με βάση τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Είναι παράλογο στην περίπτωση του πολέμου στη Γάζα να ζητά ο Γκουτέρες εφαρμογή των ψηφισμάτων των Ηνωμένω Εθνών για τους Παλαιστινίους και να μην το κάνει στην περίπτωση της Κύπρου. Και εδώ τίθεται το ερώτημα εάν η Λευκωσία έχει επιμείνει σε αυτό. Δεν αναφερόμαστε βεβαίως στην Αθήνα, η οποία έχει αφήσει το Κυπριακό εκτός ελληνοτουρκικού διαλόγου και ακολουθεί την γνωστή πολιτική, «η Κύπρος κείται μακράν».
Ήδη η κυρία Ολγκίν μετά τις πρώτες επαφές της με τον πρόεδρο Χριστοδουλίδη και τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ, δήλωσε ότι οι δύο «ηγέτες θα πρέπει να αναζητήσουν κοινό έδαφος». Κοινό έδαφος εκτός των παραμέτρων των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας; Και αποδοχή της τουρκικής αξίωσης για διάλογο μεταξύ δύο ισοτίμων κρατών;
Κάποτε θα πρέπει, αφήνοντας κατά μέρος τις εμμονικές φοβίες, να απαιτήσουμε από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών να επαναφέρει την Τουρκία στο σωστό πλαίσιο διαπραγμάτευσης που δεν είναι άλλο από αυτό που προνοούν τα ψηφίσματα του διεθνούς οργανισμού. Δεν είναι δυνατόν να ανεχόμαστε πρώτα τον ειδικό αντιπρόσωπο του ΟΗΕ στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ, να παραπλανεί ότι και οι δύο πλευρές παραβιάζουν την νεκρή ζώνη και τώρα να προχωρούμε σε διάλογο εκτός πλαισίου Ηνωμένων Εθνών. Να σημειώσουμε εδώ βεβαίως και το γεγονός ότι η νέα απεσταλμένη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, η κυρία Ολγκίν, έγινε αποδεκτή από την Λευκωσία παρά το γεγονός ότι έχει εκφράσει στο παρελθόν επαίνους για την Τουρκία και την πολιτική της. Την ίδια ώρα που η Άγκυρα είχε απορρίψει προηγουμένως Αυστραλό απεσταλμένο που έκρινε ότι δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντά της. Το θέμα ανέδειξε δημόσια ο πρώην πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου, πολιτικός αναλυτής Κώστας Γουλιάμος.
Την ίδια ώρα επίσης η Τουρκία συνεχίζει την στρατιωτικοποίηση της Κύπρου. Το Λευκόνοικο αναβαθμίζεται σε τουρκική στρατιωτική αεροπορική βάση, ετοιμάζεται ναυτική βάση στο Μπογάζι και εγκατάσταση ραντάρ στην Καρπασία. Για το θέμα επικρατεί σιωπή και από μέρους της κυβέρνησης και από μέρους των κομμάτων.
Αν η Τουρκία μας υπαγορεύει την ατζέντα της στο Κυπριακό είναι γιατί αισθάνεται την βρετανική και την αμερικανική στήριξη γι’αυτό. Αυτή την ώρα οι Αμερικανοί, αφού πέτυχαν την συγκατάθεση της Άγκυρας για την εισδοχή της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ετοιμάζονται να την ανταμείψουν. Με την ανοχή και της Αθήνας θα πάρει τα F-16 ενώ η γνωστή κυρία Βικτόρια Νούλαντ, Αμερικανίδα αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών, δήλωσε στην Άγκυρα πως όταν λυθεί το θέμα των S-400 οι ΗΠΑ θα καλωσορίσουν ευχαρίστως εκ νέου την Τουρκία στο πρόγραμμα των F-35.
Ολόκληρη η ελληνική επικράτεια μετατράπηκε σε αμερικανική βάση και οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως αντίβαρο στα παζάρια τους με την Τουρκία, χωρίς η ελληνική πλευρά να αποκομίζει κάποιο όφελος, χωρίς να εξασφαλίζεται κάποια προστασία για την Κύπρο. Η Κύπρος αφήνεται μόνη, χωρίς στήριξη, επειδή αυτό εξυπηρετεί την αμερικανική στρατηγική στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή, για να μη δυσαρεστήσει η Ουάσινγκτον την Τουρκία.
Είμαστε σε μια δύσκολη φάση και αν δεν αντιδράσουμε θα κληθούμε να πληρώσουμε το τίμημα. Να αντιδράσουμε δεν σημαίνει να κηρύξουμε τον πόλεμο στα Ηνωμένα Έθνη, τον Γκουτέρες ή τους Αμερικανούς. Σημαίνει όμως να διεκδικούμε με επιμονή αυτό που μας ανήκει. Να μην είμαστε δεδομένοι και να μην ακολουθούμε την πολιτική του «καλού παιδιού». Από την στιγμή μάλιστα που ο Νίκος Χριστοδουλίδης ακολουθεί την πεπατημένη, ομνύοντας πίστη στη ΔΔΟ, χωρίς να θέτει θέμα επανατοποθέτησης του Κυπριακού.
Αυτή η πολιτική οδηγεί σε ένα συνομοσπονδιακό μόρφωμα με τουρκική επικυριαρχία. Η Κύπρος καλείται να πληρώσει για την αμερικανοτουρκική προσέγγιση.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, ποιητής. stephanos.constantinides@gmail.com