Τα κόμματα σε Ελλάδα και Κύπρο διέρχονται μια δύσκολη εποχή με την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτά να βρίσκεται σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Το φαινόμενο βέβαια είναι γενικότερο καθώς
παρατηρείται χαμηλή εκτίμηση για τα κόμματα και στον υπόλοιπο κόσμο που
λειτουργεί η πολυκομματική δημοκρατία. Στον δυτικό κόσμο ειδικότερα, η
πτωτική πορεία των κομμάτων και η μετάλλαξη τους ξεκίνησε από την εποχή
της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, πρώτα με τα κομμουνιστικά κόμματα,
στη συνέχεια με τα σοσιαλδημοκρατικά ενώ ακολούθησαν και τα συντηρητικά
κόμματα. Από την στιγμή που δεν υπήρχε αντίπαλον δέος, με την εφόρμηση
του νεοφιλελευθερισμού διαλύθηκε το κοινωνικό κράτος, διαλύθηκε ή
μεταλλάχτηκε η Αριστερά. Σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας θεαματικής ανόδου
της Άκρας Δεξιάς.
Η υποχώρηση των κομμουνιστικών κομμάτων είναι ως ένα σημείο κατανοητή. Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης έχασαν τον προσανατολισμό και το όραμα που προέβαλλαν για ένα διαφορετικό κόσμο. Τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας υποχώρησαν επίσης σταδιακά, αφού δεν υπήρχε πια το αντίπαλο δέος για να υπερασπιστούν το κοινωνικό κράτος που δημιουργήθηκε μεταπολεμικά. Ο νεοφιλελευθερισμός επηρέασε τα συντηρητικά κόμματα, ειδικά με την άνοδο στην εξουσία στη Βρετανία της Μάργκαρετ Θάτσερ και στις ΗΠΑ του Ρόναλντ Ρήγκαν. Αλλά ο θατσερισμός και ο ρηγκανισμός θα διεμβολίσουν ακόμη και τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας με τον Τόνι Μπλέρ και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας με τον Γκερχαντ Σρέντερ.
Στην Ελλάδα, τα κόμματα, την ίδια περίοδο, ακολουθούν την ίδια πτωτική πορεία, αλλά και πορεία μετάλλαξης. Έχουμε πρώτα την μετεξέλιξη του ΠΑΣΟΚ με τον Κώστα Σημίτη σε ένα απονευρωμένο πια σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με την υιοθέτηση ακόμη και νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Κρίση πέρασε και ο Συνασπισμός της Αριστεράς από τον οποίο αποχώρησε το ΚΚΕ ενώ ό,τι παρέμεινε θα μετεξελιχθεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Η οικονομική κρίση θα επιφέρει ένα δυνατό χτύπημα σε ολόκληρο το ελληνικό κομματικό σύστημα. Στη Δεξιά η Νέα Δημοκρατία θα νεοφιλελευθεροποιηθεί, πρώτα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη αλλά κυρίως με την οικονομική κρίση.
Ειδικά στις μέρες μας, το κόμμα αυτό της Δεξιάς με τον Κυριάκο Μητσοτάκη έχει διαρρήξει το κοινωνικό συμβόλαιο της Μεταπολίτευσης και εισάγει την χώρα σε ένα ακραίο νεοφιλελευθερισμό με ιδιωτικοποιήσεις του δημόσιου τομέα και διευκολύνσεις στο ξένο κεφάλαιο. Ο δεύτερος πόλος του ελληνικού δικομματισμού, το ΠΑΣΟΚ,υπέστη καθίζηση και αντικαταστάθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ μετά την ραγδαία ανοδική πορεία του που τον έφερε στην κυβέρνηση. Σήμερα, λόγω της διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν υπάρχει εναλλακτικός πόλος διακυβέρνησης της χώρας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΚΚΕ είναι το μόνο κομμουνιστικό κόμμα που επιβιώνει στην Ευρώπη, τόσο με κοινοβουλευτική παρουσία όσο και με μια ευρύτερη δυναμική στο χώρο της κοινωνίας.
Η χώρα πέρασε επίσης από τη δοκιμασία της Άκρας Δεξιάς με την Χρυσή Αυγή ενώ σήμερα ο ακροδεξιός χώρος είναι κατακερματισμένος, με ένα ισχυρό κομμάτι του να έχει ενσωματωθεί στη Νέα Δημοκρατία με μια δυνατή παρουσία στην κυβέρνηση.
Είναι φανερό ότι το ελληνικό κομματικό σύστημα περνά μια βαθιά κρίση με φαινόμενα όπως αυτό του Κασσελάκη και απουσία σοβαρής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης απέναντι στη Δεξιά. Όλοι περιμένουν τις ευρωβουλευτικές εκλογές και την επόμενη μέρα. Τα αποτελέσματά τους θα κρίνουν πολλά.
Στην Κύπρο το κομματικό σύστημα περνά επίσης μια βαθιά κρίση και απαξίωση. Κάτι που φάνηκε άλλωστε στις τελευταίες προεδρικές εκλογές. Τα δύο μεγάλα κόμματα ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αλλά η θέση τους στην κορυφή της κομματικής πυραμίδας δεν αμφισβητείται. Κρίση περνούν και τα κόμματα του λεγόμενου ενδιάμεσου χώρου. Το δε νέο φαινόμενο στο κυπριακό κομματικό σύστημα είναι η ραγδαία άνοδος της Ακροδεξιάς με το ΕΛΑΜ. Αν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν δεν θα είναι το τέταρτο κόμμα του πολιτικού σκηνικού αλλά υπάρχει η πιθανότητα να βρεθεί στην τρίτη θέση, υποσκελίζοντας ακόμη και το ΔΗΚΟ.
Η κατάσταση στο κυπριακό κομματικό σύστημα είναι κάπως ιδιόμορφη μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές. Ο ΔΗΣΥ, η πολιτική έκφραση της κυπριακής μεταπρατικής αστικής τάξης, παρουσιάζεται πάντα διχασμένος επειδή από τις τάξεις του, πριν από ένα χρόνο, υπήρχαν δύο υποψήφιοι για την προεδρία της Δημοκρατίας, ο «επίσημος» με τον Αβέρωφ Νεοφύτου και ο «ανεπίσημος» με τον Νίκο Χριστοδουλίδη. Στην πραγματικότητα ο ΔΗΣΥ δεν έχασε τις προεδρικές εκλογές όπως αυτό παρουσιάζεται από το μιντιακό σύστημα και αρκετούς πολιτικούς αναλυτές, αλλά και από την επιμονή του ιδίου να παρουσιάζεται ως κόμμα αντιπολίτευσης. Αν ο Χριστοδουλίδης διέθετε ισχυρή πολιτική προσωπικότητα, το κόμμα αυτό θα βρισκόταν κάτω από την απόλυτη επιρροή του. Ειδικά με την στήριξη που έχει από τον Αναστασιάδη. Επί της ουσίας όμως ο ΔΗΣΥ είναι συμπολίτευση. Συμμετέχει στην κυβέρνηση με στελέχη του και παρά τους όποιους αντιπολιτευτικούς ρητορισμούς του εγκρίνει τα κυβερνητικά νομοσχέδια στη Βουλή όπως ενέκρινε και τον κυβερνητικό προϋπολογισμό. Η κρίση δεν είναι του ΔΗΣΥ, σοβεί στα ενδότερα της άρχουσας τάξης.
Το ΑΚΕΛ με την υποψηφιότητα Μαυρογιάννη και την ηγεσία Στεφάνου φαίνεται να έχει ξεπεράσει την κρίση της εποχής Χριστόφια, σε σημείο που να διεκδικεί ακόμη και την πρωτοκαθεδρία από τον ΔΗΣΥ. Όμως και εδώ τα φαινόμενα απατούν, αφού το κόμμα αυτό δεν τόλμησε να κατεβάσει υποψήφιο από τις τάξεις του, ή έστω από τον ευρύτερο αριστερό χώρο, στις προεδρικές εκλογές και συζητούσε ακόμη και την υποψηφιότητα πρώην υπουργού του Αναστασιάδη. Είναι φανερό ότι το ΑΚΕΛ αντιμετωπίζει κρίση ταυτότητας. Από τη μια θέλει να παρουσιάζεται ως κομμουνιστικό κόμμα ενώ οι πολιτικές του είναι κάτι λιγότερο και από σοσιαλδημοκρατικές. Από την άλλη, η πολιτική του στο Κυπριακό βρίσκεται σε διάσταση με αυτή του ΚΚΕ που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο παραμένει πιστό στο κομμουνιστικό όραμα.
Η κρίση των δύο μεγάλων κομμάτων αλλά και αυτή των κομμάτων του ενδιάμεσου χώρου που βρήκαν προσωρινά σαν παραβάν τον Χριστοδουλίδη, άνοιξε τον δρόμο στο ΕΛΑΜ. Η πορεία αυτού του κόμματος είναι παράλληλη με την πορεία της Ακροδεξιάς στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αλλά επιπλέον το ΕΛΑΜ πέτυχε την πολιτική νομιμοποίησή του από το κομματικό και το μιντιακό σύστημα, ακολουθώντας μια πολιτική χαμηλών τόνων και αφού έκοψε νωρίς τον ομφάλιο λώρο με την Χρυσή Αυγή. Η μεγάλη του δύναμη όμως βρίσκεται στην απαξίωση των άλλων κομμάτων και στο κενό που αφήνουν στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων αλλά και του Κυπριακού.
Συμπερασματικά τόσο το ελληνικό κομματικό σύστημα όσο και το κυπριακό, περνάνε μια βαθιά κρίση και ένα μεταβατικό στάδιο. Οι ευρωεκλογές θα είναι ένας κομβικός σταθμός για τα επόμενα βήματα και των δύο συστημάτων. Για να ήταν βέβαια πλήρης η ανάλυση αυτή, θα έπρεπε να αναφερθούμε και στις κοινωνικές ομάδες και τα συμφέροντα που αντιπροσωπεύουν τα κόμματα, στο πλαίσιο των κοινωνικών σχηματισμών, ελλαδικού και κυπριακού, και ειδικότερα στα προβλήματα του μεταπρατισμού και της εξάρτησης της ελλαδικής και της κυπριακής αστικής τάξης, καθώς και στις πελατειακές σχέσεις, αλλά αυτό είναι αδύνατο στο πλαίσιο ενός άρθρου.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, ποιητής- stephanos.constantinides@gmail.com