Του Στέφανου Κωνσταντινίδη*
Λίγο μετά τους πανηγυρισμούς των γενεθλίων της στη Ρώμη, για τα 60 της χρόνια, και την κοινή διακήρυξη ενότητας που υπέγραψαν οι 27 ευρωπαίοι ηγέτες, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται για άλλη μια φορά αντιμέτωπη με δύσκολα προβλήματα και δύσκολες αποφάσεις για το μέλλον της. Η ίδια η διακήρυξη ενώ μιλά για ενότητα, την ίδια στιγμή κατοχυρώνει την αρχή μίας Ένωσης πολλών ταχυτήτων. Στην ουσία, αυτό καθιερώνει και την Ευρώπη των κοινωνικών και πολιτικών ανισοτήτων. Με την ενεργοποίηση εξάλλου του άρθρου 50 της συνθήκης της Λισαβόνας, με την επιστολή που έστειλε για το σκοπό αυτό στις Βρυξέλλες η βρετανή πρωθυπουργό Τερέζα Μέϊ, η ΕΕ εισέρχεται σε μια περίοδο αβεβαιότητας, δεδομένων και των κρίσιμων εκλογικών ραντεβού στη Γαλλία και τη Γερμανία και κατά πάσα πιθανότητα και στην Ιταλία. Και βεβαίως πλανάται πάντοτε και η αβεβαιότητα στις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ, μετά την εκλογή στην Ουάσιγκτον του Νρόναλντ Τραμπ.
Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη είναι
η έλλειψη ηγετών με οράματα. Όχι πως ο κόσμος
καθοδηγείται μόνο από τα όράματα
και όχι περισσότερο από τα συγκλίνοντα
συμφέροντα, αλλά γιατί όταν η σύγκλιση αυτή συνοδεύεται και από κάποιο όραμα,
επιτρέπει την ευρύτερη λαϊκή συμμετοχή
στην πορεία για ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Τι όραμα όμως έχει να
προσφέρει σήμερα η Ευρώπη του χρηματιστηριακού κεφαλαίου των τραπεζιτών, με
πολιτικούς ηγέτες λογιστές-διαχειριστές
ενός συστήματος που αποξενώθηκε από το λαό; Γι΄αυτό και κανένα δημοψήφισμα δεν
μπορεί να έχει σήμερα αποτέλεσμα με θετικό ευρωπαϊκό πρόσημο, γι΄αυτό και η
άνοδος των αντισυστημικών δυνάμεων της Άκρας Δεξιάς. Το ευρωπαϊκό σύστημα είναι
διαβρωμένο και το γραφειοκρατικό κατεστημένο των Βρυξελλών συμπλέει με τους λογιστές
και τους τραπεζίτες. Η υιοθέτηση της πολιτικής της νεοφιλελεύθερης άκρας
λιτότητας, κατέστρεψε το κοινωνικό
κράτος που χρειάστηκαν πολλές δεκαετίες και σκληροί αγώνες των εργαζομένων για
να οικοδομηθεί. Οι νέες κοινωνικές ανισότητες θυμίζουν εποχές μεσοπολέμου, όπου
και τότε εκτοξεύτηκαν πολιτικά οι πιο σηντηρητικές αντιδραστικές δυνάμεις με τα
γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Σήμερα βέβαια είναι πολύ πιο δύσκολο να φτάσουμε
στην εγκαθίδρυση φασιστικών καθεστώτων, αλλά κανείς δεν ξέρει που μας οδηγεί η
«λεπενοποίηση» της ευρωπαϊκής πολιτικής ζωής. Όλοι οι σοβαροί αναλυτές μιλούν
για υιοθέτηση ακροδεξιών ιδεών και πολιτικών από τα παραδοσιακά ευρωπαϊκά
πολιτικά κόμματα για να αντιμετωπίσουν εκλογικά την αντισυστημική Ακροδεξιά. Έτσι, σε τελευταία ανάλυση, μπορεί η Λεπέν
να χάσει τις εκλογές αλλά οι ιδέες της θα παραμένουν ζωντανές και θα
επηρεάζουν το πολιτικό γίγνεσθαι.
Προπάντων που θα εξακολουθήσει να διατηρεί σημαντική πολιτική παρουσία.
Το μεταναστευτικό εξάλλου θα συνεχίσει να
κατατρύχει την Ευρώπη. Και αν ακόμη αναχαιτιστεί το Ισλαμικό Κράτος στη Συρία
και στο Ιράκ, θα μεταφέρει το μέτωπο των δραστηριοτήτων του στη Λιβύη, την ίδια
ώρα που αποσταθεροποιείται και το Αφγανιστάν, όπου οι Ταλιμπάν ελέγχουν ήδη
σχεδόν το 60% του εδάφους της χώρας. Επομένως και η τρομοκρατία θα συνεχιστεί
από άλλες βάσεις και η ροή προσφύγων από άλλα σημεία του πλανήτη προς την
Ευρώπη. Στο μεταξύ θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η Τουρκία του Ερντογάν που
γίνεται ανεξέλεγκτη με την πάροδο του χρόνου.
Απέναντι σε όλα αυτά βρίσκονται μετέωρες
Ελλάδα και Κύπρος. Η Ελλάδα ελπίζει ότι μετά τις γερμανικές εκλογές θα αρχίσει
μια σοβαρή συζήτηση για το ελληνικό χρέος με τη διευθέτηση του οποίου θα
αρχίσει να σταθεροποιείται η οικονομία της. Αδύνατο σημείο πάντα, η ανικανότητα
του διεφθαρμένου και διαπλεκόμενου πολιτικού της συστήματος. Και η
συνέχιση ενός πελατειακού συστήματος
που ακυρώνει το κράτος και τη δημόσια υπηρεσία. Το μόνο που σώζει τη χώρα αυτή
τη στιγμή είναι η σχετική ακόμη σταθερότητα της και το γεωπολιτικό της βάρος,
σε μια περιοχή αστάθειας και αβεβαιότητας. Οι κίνδυνοι όμως παραμένουν και
είναι μεγάλοι, με μια Τουρκία απειλητική και απρόβλεπτη.
Η Κύπρος θα εξακολουθήσει να δέχεται την
τουρκική πίεση για μια λύση που θα τερματίζει τη ζωή της Κυπριακής Δημοκρατίας
και θα την μετατρέπει σε προτεκτοράτο της Άγκυρας. Η λανθασμένη πορεία των
συνομιλιών τα τελευταία χρόνια για την επιβολή μιας αμερικανικών, βρετανικών
και Νατοϊκών προδιαγραφών λύσης υπέρ της Τουρκίας, θα πρέπει να ανακοπεί. Και
οι περιφερειακές και ευρωπαϊκές πραγματικότητες, ακόμη και κάποιες αντιθέσεις
συμφερόντων σε πλανητικό επίπεδο, επιτρέπουν σήμερα διαφορετικές επιλογές και
διαφορετική στρατηγική λύσης στο Κυπριακό. Και όπως το έχω ξαναγράψει, οι
Τουρκοκύπριοι πρέπει να είναι μέρος αυτής της νέας στρατηγικής, απαγκιστρωμένοι
όμως από την Άγκυρα. Δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική λύσης χωρίς τους
Τουρκοκύπριους. Αλλά και δεν μπορεί να υπάρξει λύση που θα είναι φυλετικά
δομημένη. Και υπάρχουν τρόποι να προστατευτούν Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι στα πλαίσια μιας δημοκρατικά δομημένης
κυπριακής Πολιτείας, με ένα δημοκρατικό σύνταγμα και με κοινή πολιτική ζωή,
κοινά πολιτικά κόμματα, όπως συμβαίνει σε όλα τα δημοκρατικά κράτη, στα πλαίσια
της αστικής δημοκρατίας που επικρατεί σε αυτά,
είτε πρόκειται για ομοσπονδίες, είτε για ενιαία κράτη. Το ευρωπαϊκό άλλωστε πλαίσιο, πολιτικό και
δικαιϊκό, προσφέρει ασφάλεια σε όλους.
Και τα σημερινά ευρωπαϊκά δεδομένα, με τη Βρετανία εκτός, είναι ευνοϊκά για
αλλαγή στρατηγικής.
*Πανεπιστημιακός,
διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα
επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
*
.E-mail stephanos.constantinides@gmail.com
ΠΗΓΗ: Ο Φιλελεύθερος, 2 Απριλίου 2017
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire