Στέφανος Κωνσταντινίδης
Ο
δημόσιος λόγος δεν ήταν ποτέ ανεξάρτητος της κουλτούρας και του
πνευματικού επιπέδου ενός λαού. Αντανακλά ιδιαίτερα το επίπεδο αυτών που
μέσω των κοινωνικών δομών διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην πορεία
μιας χώρας. Ακόμη δε περισσότερο αντανακλά το επίπεδο αυτών που ασκούν
ηγετικό ρόλο στο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο
μιας κοινωνίας. Επιπλέον ο δημόσιος λόγος αντανακλά τις κοινωνικές
συγκρούσεις και δεν είναι ποτέ ουδέτερος. Ιστορικά ξέρουμε ότι σε
περιόδους παραγωγής πολιτισμού από ένα λαό ο δημόσιος λόγος κατέχει
ξεχωριστή θέση, ενώ σε περιόδους πνευματικής ξηρασίας είναι φτωχός,
κενός και χαμηλού επιπέδου.
Φαίνεται πως διανύουμε μια περίοδο ξηρασίας με τον δημόσιο λόγο να φτωχαίνει κάθε μέρα ακόμη περισσότερο. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Προκαλεί για παράδειγμα θλίψη και ενίοτε και γέλωτες ο αμερικανικός δημόσιος λόγος, στη χώρα που διεκδικεί την ηγεσία του κόσμου και διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Ο ευρωπαϊκός δημόσιος λόγος παραμένει κάπως ραφιναρισμένος αλλά δύσκολα κρύβει το πτωχευμένο του επίπεδο. Στον υπόλοιπο κόσμο η κατάσταση δεν είναι καλύτερη, μολονότι παρουσιάζεται και ένας πιο ορθολογικός λόγος κάποιες φορές, όπως στην περίπτωση της Κίνας. Ανεξάρτητα αν κανείς συμφωνεί ή όχι με όσα εκφέρει.
Στα καθ΄ημάς, ο δημόσιος λόγος τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο είναι κάτι περισσότερο από φτωχός και αυτό αντανακλάται σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής, κοινωνικο-οικονομικής και πολιτισμικής ζωής. Οι συγκρίσεις με το παρελθόν δείχνουν αυτή την ένδεια και την υποβάθμιση του.
Ο πειρασμός βεβαίως είναι μεγάλος να συνδέσουμε την ξηρασία του δημόσιου λόγου με μια νέα γενιά ηγετών χωρίς ουσιαστικό πολιτικό αντίκρυσμα και οι οποίοι ενεργούν περισσότερο ως διαχειριστές ενός συστήματος στο οποίο δεν ασκούν οι ίδιοι επίδραση στη διαμόρφωσή του. Η διαχείριση της κοινωνίας αφέθηκε στις αγορές, στους τραπεζίτες και σε μια τεχνοστρουκτούρα, δημόσια και ιδιωτική, που παράγει το σύστημα στην υπηρεσία του. Η αποξένωση της πολιτικής από τα κέντρα αποφάσεων δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλη σε ολόκληρο τον περασμένο αιώνα απ΄ ό,τι είναι σήμερα. Η παγκοσμιοποίηση οδήγησε τον κόσμο σε θεαματικές ανισότητες. Η σχετική κοινωνική προστασία που εξασφαλίστηκε, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο και ιδιαίτερα στην Ευρώπη μεταπολεμικά, έχει τιναχτεί στον αέρα και δεν υπάρχει δημόσιος λόγος αντιπαράθεσης σε αυτό το θλιβερό φαινόμενο.
Όπως δεν υπάρχει και δημόσιος λόγος αντιπαράθεσης σε αυτό το σύστημα. Η Αριστερά που παραδοσιακά είχε έναν διαφορετικό δημόσιο λόγο από αυτόν της άρχουσας τάξης ενσωματώθηκε στο σύστημα και μια αριστερή νομενκλατούρα απολαμβάνει και αυτή τα προνόμια που της παρέχει. Η διανόηση συντηρητικοποιήθηκε και υπηρετεί περισσότερο το σύστημα παρά τους κολασμένους του. Σήμερα λίγοι είναι οι διανοούμενοι που δεν έχουν μια άμεση ή έμμεση σύνδεση με το σύστημα. Επιπλέον η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης άφησε το σύστημα χωρίς αντίπαλον δέος.
Ο δημόσιος λόγος αντανακλά κατά κανόνα την εξουσία, ειδικά στις μέρες μας. Όσο πιο εκχυδαϊσμένος παρουιάζεται τόσο είναι ένδειξη της κρίσης που περνά αυτή η εξουσία, αυτή τουλάχιστον που βρίσκεται στη σκηνή, όχι η άλλη των παρασκηνίων. Λόγος ποδοσφαιροποιημένος, ισοπεδωτικός, ξύλινος, φτωχός, αποξενωμένος από τις κοινωνικές πραγματικότητες και ευαισθησίες. Υπάρχει μια πολιτική αλλοτρίωση που πέτυχε την απομάκρυνση του πολίτη από τα κοινά και την αποξένωση της πολιτικής από την πραγματική εξουσία που ασκείται από μικρές ολιγαρχίες και συμφέροντα που αναθέτουν διαχειριστικό ρόλο στους πολιτικούς. Με άλλα λόγια οι πολιτικοί είναι διαχειριστές μιας εξουσίας όπως αυτή καθορίζεται από ισχυρά εξωθεσμικά κέντρα. Το φαινόμενο έχει μελετηθεί από την κοινωνιολογία και την πολιτική επιστήμη και είναι άλλωστε γνωστά τα πολλαπλά αυτά κέντρα όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις, από το φόρουμ του Νταβός ώς την Λέσχη Μπίλντερμπεργκ, τις διάφορες πανίσχυρες δεξαμενές σκέψης και υπερεθνικούς οργανισμούς όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΝΑΤΟ και άλλοι. Στο παρελθόν κάποιες δυνατές πολιτικές προσωπικότητες αντιστάθμιζαν, τουλάχιστον εν μέρει, όλα αυτά τα κέντρα εξουσίας. Προσωπικότητες όπως ο Ντε Γκωλ, ο Τσιώρσιλ, ο Ρούσβελτ, ο Μιτεράν, ο Βίλι Μπραντ, ο Κολ και άλλοι, ήταν ένα κάποιο αντίβαρο. Οι σημερινοί πολιτικοί δεν έχουν πολιτικό αντίκρυσμα στον διαχειριστικό τους ρόλο. Στον σημερινό ελληνικό χώρο και τον επιμέρους κυπριακό, παρατηρείται σε μικρογραφία το ίδιο φαινόμενο αν όχι και χειρότερο λόγω και της ξένης εξάρτησης.
Αλλά αυτό που συναντούμε σήμερα στον ελλαδικό χώρο και περισσότερο ακόμη στον κυπριακό, είναι η τέλεια πτώχευση του δημόσιου λόγου. Μπορεί να το διαπιστώσει κάποιος στις καθημερινές πολιτικές συζητήσεις, στα τηλεοπτικά πάνελ, ακόμη και στις διαδικτυακές συζητήσεις. Το ερώτημα που προκύπτει, είναι: ποιος κυβερνά αυτό τον κόσμο, ποιος μας κυβερνά στην Ελλάδα, ποιος κυβερνά την Κύπρο; Σίγουρα όχι οι πολιτικοί που εκφέρουν ένα εκχυδαϊσμένο πολιτικό λόγο, που δεν παράγουν πολιτική και που δεν προστατεύουν τον πολίτη. Η πραγματική εξουσία είναι αλλού. Μόνο με την επανάκτηση της πολιτικής από τους ίδιους πολίτες, με τη δημοκρατία των πολιτών, κόντρα στις ολιγαρχίες που λυμαίνονται την εξουσία για τα δικά τους συμφέροντα, μπορεί να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ
και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
* .E-mail stephanos.constantinides@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire