Στέφανος Κωνσταντινίδης
Ειδικά η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης απλώς ψηφοθηρούν και προσπαθούν να διασώσουν την ενότητα του κόμματος. Αν ήταν ειλικρινείς θα δεσμεύονταν να καταγγείλουν τη συμφωνία. Ή να ζητήσουν δημοψήφισμα. Που θα ήταν και η πιο δημοκρατική κατάληξη. Κανένα όμως κόμμα δεν ζητά δημοψήφισμα. Γιατί όλοι ξέρουν ότι πολύ πιο εύκολα θα περάσει μέσα από την ελληνική Βουλή. Η ελληνική αστική τάξη είναι υπέρ της συμφωνίας και η Δεξιά είναι προσκολλημένη στο ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς που βρίσκονται πίσω από τη συμφωνία.
Όσον αφορά τη συμφωνία, ασφαλώς δεν είναι και η καλύτερη για τον Ελληνισμό. Έχει τα αδύνατα σημεία της. Άποψή μου είναι ότι θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί μια συμφωνία περισσότερο ισορροπημένη. Οι δυνατότητες υπήρχαν, δεδομένης της σπουδής των Αμερικανών και των Γερμανών να εντάξουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Όμως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι και τα Σκόπια έχουν κάνει υποχωρήσεις. Δεν εχει παρουσιαστεί προηγούμενο χώρας που να αποδέχεται αλλαγή του συνταγματικού της ονόματος με το οποίο αναγνωρίστηκε από 140 κράτη, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα. Επιπλέον, δε, να αλλάξει το σύνταγμα της στα σημεία που υπάρχουν αλυτρωτικές αναφορές. Βεβαίως θα ήταν ουτοπικό να πιστέψει κανείς ότι θα εξαφανιστεί ο αλυτρωτισμός από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτός όμως ο αλυτρωτισμός δεν απειλεί την Ελλάδα, εκτός και αν πίσω από αυτόν στοιχηθεί μια σημαντική χώρα, όπως για παράδειγμα η Τουρκία.
Ένα σημείο που συζητείται είναι αν η Ελλάδα έχει πάρει κάποιο σημαντικό αντάλλαγμα για τη συμφωνία αυτή και υπονοείται είτε οικονομικό όφελος, πιθανόν για το χρέος, είτε κάποια ενίσχυση των αμυντικών της μηχανισμών για να μπορεί να ανταπεξέλθει στις τουρκικές απειλές. Δεν πρόκειται να το μάθουμε αυτό πριν περάσει πολύς καιρός, αν και προσωπικά έχω πολλές αμφιβολίες.
Είναι λάθος πάντως να ταυτίζεται το Κυπριακό με το Σκοπιανό. Αυτό το κάνουν το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί. Τα θέλουν όλα πακέτο, μαζί και με το Αιγαίο. Στην Κύπρο υπάρχει κατοχή. Στο Σκοπιανό η Ελλάδα είχε αναγνωρίσει την ύπαρξη Μακεδονίας στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας και συναλασσόταν μαζί της. Όποιος αμφιβάλλει, ας πάει να διαβάσει την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των δεκαετιών του ΄50, ΄60 και μετά. Και όταν η Βουλγαρία θεωρούσε τη μακεδονική γλώσσα βουλγαρική διάλεκτο, όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, υπουργός Εξωτερικών τότε του Καραμανλή, μιλούσε για μακεδονική γλώσσα. Διότι τότε προείχε ο «εκ βορρά κίνδυνος» και η συμμαχία με τον Τίτο, που επέβαλαν το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί.
Θα κλείσω, ας μου επιτραπεί, με μια προσωπική αναφορά. Τη δική μου γενιά τη στοιχεώνει η Μακεδονία του Φιλίππου, του Αλέξανδρου, του Παύλου Μελά. Στην ποίησή μου και στα δύο μυθιστορήματά μου ο Αλέξανδρος, η ιστορία του και η μυθολογία του έχουν μια έντονη παρουσία. Ο Γρανικός, τα Γαυγάμηλα, η Κομμαγηνή η Βακτριανή, τα Εκβάτανα που είναι και ο τίτλος του τελευταίου μυθιστορήματός μου, το οποίο κυκλοφορεί αυτές τις μέρες, με στοιχειώνουν. Στον Καναδά ξόδεψα πολύ χρόνο, ειδικά τον πρώτο καιρό που ανακινήθηκε το θέμα, για να βοηθήσω στις κινητοποιήσεις που αξίωναν να μη δοθεί το όνομα Μακεδονία στα Σκόπια. Πήρα μέρος σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση χιλιάδων Ελληνοκαναδών μπροστά στο καναδικό κοινοβούλιο, με 40 βαθμούς υπό το μηδέν! Και, ύστερα από λίγο καιρό, στην Αθήνα ανακοινωνόταν η αποδοχή της διπλής ονομασίας! Ο κόσμος πάγωσε, περισσότερο και από εκείνη τη μέρα που διαδήλωνε με 40 βαθμούς κάτω από το μηδέν! Και ρωτούσε, γιατί μας ζήτησαν να βγούμε στους δρόμους και τώρα μας αφήνουν ξεκρέμαστους, αλλάζοντας την πολιτική τους. Ήταν η εποχή με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Είναι μεγάλη η συμπάθειά μου σε όλους τους δημοκρατικούς πολίτες που νιώθουν την ανάγκη να αντιταχθούν στη συμφωνία, να αναδείξουν τα τρωτά της σημεία, ή να αντιταχθούν στους αμερικανο-ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς που καθόλου δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των λαών της περιοχής. Νιώθω όμως απέχθεια για μια φασίζουσα ακροδεξιά συνισταμένη που μιλά για προδοσία και θέλει να κατεβάσει τα τανκς στους δρόμους, όπως και για όλους αυτούς που δεν έχουν άλλο στόχο από την ψηφοθηρική μικροπολιτική ή όσους αρνούνται και την ίδια την ύπαρξη ενός λαού στην πΓΔΜ.
Ο καθένας μπορεί να κάνει τις επιλογές του, στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού πλαισίου και σεβόμενος την αντίθετη άποψη. Ας τολμήσει ο Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία να ζητήσουν δημοψήφισμα, ας δεσμευτούν ότι θα ακυρώσουν τη συμφωνία. Όσο δεν το κάνουν απλώς ψηφοθηρούν. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτως ή άλλως, θα πληρώσει το τίμημα.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com
Γιατί
έγινε δυνατή η συμφωνία με τα Σκόπια αυτή τη στιγμή; Για δύο βασικά
λόγους: Ο πρώτος γιατί το ΝΑΤΟ, οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί
επιστρέφουν δυναμικά στα Βαλκάνια και θέλουν να ανακόψουν τη ρωσική
επιρροή στην περιοχή και, δευτερευόντως, την κινεζική, εντάσσοντας την
πΓΔΜ στους ευρωατλαντικούς θεσμούς. Ο δεύτερος λόγος είναι η πολιτική
αλλαγή στα Σκόπια. Τα ουσιαστικά όμως αυτής της συμφωνίας, αν όχι και
χειρότερα, τα είχαν αποδεκτεί και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, ειδικά
αυτές της Νέας Δημοκρατίας.
Στο μεταξύ, ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποδέχεται τη διπλή ονομασία και η κριτική που ασκείται αφορά δύο σημεία, τη γλώσσα και το θέμα της εθνότητας. Αλλά και αυτά είχαν δοθεί στην πραγματικότητα είτε στις προηγούμενες συνομιλίες, είτε στην ιστορική διαδρομή που ακολουθήθηκε μετά τη δημιουργία της Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας από τον Τίτο. Ειδικά στο θέμα της γλώσσας η Ελλάδα υποστήριζε την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας την εποχή που η Βουλγαρία, έχοντας αλυτρωτικές βλέψεις στην περιοχή, μιλούσε για βουλγαρική διάλεκτο. Εξάλλου τότε υπήρχε και η θεωρία του «εκ βορρά κινδύνου» και οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ είχαν επιβάλει τη συμμαχία με τον Τίτο. Υπάρχει άλλωστε αναφορά του Ευάγγελου Αβέρωφ στην ελληνική Βουλή, το 1959, υπέρ της μακεδονικής γλώσσας.
Στο μεταξύ, ολόκληρο το ελληνικό πολιτικό σύστημα αποδέχεται τη διπλή ονομασία και η κριτική που ασκείται αφορά δύο σημεία, τη γλώσσα και το θέμα της εθνότητας. Αλλά και αυτά είχαν δοθεί στην πραγματικότητα είτε στις προηγούμενες συνομιλίες, είτε στην ιστορική διαδρομή που ακολουθήθηκε μετά τη δημιουργία της Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας από τον Τίτο. Ειδικά στο θέμα της γλώσσας η Ελλάδα υποστήριζε την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας την εποχή που η Βουλγαρία, έχοντας αλυτρωτικές βλέψεις στην περιοχή, μιλούσε για βουλγαρική διάλεκτο. Εξάλλου τότε υπήρχε και η θεωρία του «εκ βορρά κινδύνου» και οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ είχαν επιβάλει τη συμμαχία με τον Τίτο. Υπάρχει άλλωστε αναφορά του Ευάγγελου Αβέρωφ στην ελληνική Βουλή, το 1959, υπέρ της μακεδονικής γλώσσας.
Ειδικά η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης απλώς ψηφοθηρούν και προσπαθούν να διασώσουν την ενότητα του κόμματος. Αν ήταν ειλικρινείς θα δεσμεύονταν να καταγγείλουν τη συμφωνία. Ή να ζητήσουν δημοψήφισμα. Που θα ήταν και η πιο δημοκρατική κατάληξη. Κανένα όμως κόμμα δεν ζητά δημοψήφισμα. Γιατί όλοι ξέρουν ότι πολύ πιο εύκολα θα περάσει μέσα από την ελληνική Βουλή. Η ελληνική αστική τάξη είναι υπέρ της συμφωνίας και η Δεξιά είναι προσκολλημένη στο ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς που βρίσκονται πίσω από τη συμφωνία.
Όσον αφορά τη συμφωνία, ασφαλώς δεν είναι και η καλύτερη για τον Ελληνισμό. Έχει τα αδύνατα σημεία της. Άποψή μου είναι ότι θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί μια συμφωνία περισσότερο ισορροπημένη. Οι δυνατότητες υπήρχαν, δεδομένης της σπουδής των Αμερικανών και των Γερμανών να εντάξουν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Όμως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι και τα Σκόπια έχουν κάνει υποχωρήσεις. Δεν εχει παρουσιαστεί προηγούμενο χώρας που να αποδέχεται αλλαγή του συνταγματικού της ονόματος με το οποίο αναγνωρίστηκε από 140 κράτη, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα. Επιπλέον, δε, να αλλάξει το σύνταγμα της στα σημεία που υπάρχουν αλυτρωτικές αναφορές. Βεβαίως θα ήταν ουτοπικό να πιστέψει κανείς ότι θα εξαφανιστεί ο αλυτρωτισμός από τη μια μέρα στην άλλη. Αυτός όμως ο αλυτρωτισμός δεν απειλεί την Ελλάδα, εκτός και αν πίσω από αυτόν στοιχηθεί μια σημαντική χώρα, όπως για παράδειγμα η Τουρκία.
Ένα σημείο που συζητείται είναι αν η Ελλάδα έχει πάρει κάποιο σημαντικό αντάλλαγμα για τη συμφωνία αυτή και υπονοείται είτε οικονομικό όφελος, πιθανόν για το χρέος, είτε κάποια ενίσχυση των αμυντικών της μηχανισμών για να μπορεί να ανταπεξέλθει στις τουρκικές απειλές. Δεν πρόκειται να το μάθουμε αυτό πριν περάσει πολύς καιρός, αν και προσωπικά έχω πολλές αμφιβολίες.
Είναι λάθος πάντως να ταυτίζεται το Κυπριακό με το Σκοπιανό. Αυτό το κάνουν το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί. Τα θέλουν όλα πακέτο, μαζί και με το Αιγαίο. Στην Κύπρο υπάρχει κατοχή. Στο Σκοπιανό η Ελλάδα είχε αναγνωρίσει την ύπαρξη Μακεδονίας στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας και συναλασσόταν μαζί της. Όποιος αμφιβάλλει, ας πάει να διαβάσει την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των δεκαετιών του ΄50, ΄60 και μετά. Και όταν η Βουλγαρία θεωρούσε τη μακεδονική γλώσσα βουλγαρική διάλεκτο, όπως ήδη αναφέρθηκε παραπάνω, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, υπουργός Εξωτερικών τότε του Καραμανλή, μιλούσε για μακεδονική γλώσσα. Διότι τότε προείχε ο «εκ βορρά κίνδυνος» και η συμμαχία με τον Τίτο, που επέβαλαν το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί.
Θα κλείσω, ας μου επιτραπεί, με μια προσωπική αναφορά. Τη δική μου γενιά τη στοιχεώνει η Μακεδονία του Φιλίππου, του Αλέξανδρου, του Παύλου Μελά. Στην ποίησή μου και στα δύο μυθιστορήματά μου ο Αλέξανδρος, η ιστορία του και η μυθολογία του έχουν μια έντονη παρουσία. Ο Γρανικός, τα Γαυγάμηλα, η Κομμαγηνή η Βακτριανή, τα Εκβάτανα που είναι και ο τίτλος του τελευταίου μυθιστορήματός μου, το οποίο κυκλοφορεί αυτές τις μέρες, με στοιχειώνουν. Στον Καναδά ξόδεψα πολύ χρόνο, ειδικά τον πρώτο καιρό που ανακινήθηκε το θέμα, για να βοηθήσω στις κινητοποιήσεις που αξίωναν να μη δοθεί το όνομα Μακεδονία στα Σκόπια. Πήρα μέρος σε μια μεγαλειώδη συγκέντρωση χιλιάδων Ελληνοκαναδών μπροστά στο καναδικό κοινοβούλιο, με 40 βαθμούς υπό το μηδέν! Και, ύστερα από λίγο καιρό, στην Αθήνα ανακοινωνόταν η αποδοχή της διπλής ονομασίας! Ο κόσμος πάγωσε, περισσότερο και από εκείνη τη μέρα που διαδήλωνε με 40 βαθμούς κάτω από το μηδέν! Και ρωτούσε, γιατί μας ζήτησαν να βγούμε στους δρόμους και τώρα μας αφήνουν ξεκρέμαστους, αλλάζοντας την πολιτική τους. Ήταν η εποχή με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Είναι μεγάλη η συμπάθειά μου σε όλους τους δημοκρατικούς πολίτες που νιώθουν την ανάγκη να αντιταχθούν στη συμφωνία, να αναδείξουν τα τρωτά της σημεία, ή να αντιταχθούν στους αμερικανο-ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς που καθόλου δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των λαών της περιοχής. Νιώθω όμως απέχθεια για μια φασίζουσα ακροδεξιά συνισταμένη που μιλά για προδοσία και θέλει να κατεβάσει τα τανκς στους δρόμους, όπως και για όλους αυτούς που δεν έχουν άλλο στόχο από την ψηφοθηρική μικροπολιτική ή όσους αρνούνται και την ίδια την ύπαρξη ενός λαού στην πΓΔΜ.
Ο καθένας μπορεί να κάνει τις επιλογές του, στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού πλαισίου και σεβόμενος την αντίθετη άποψη. Ας τολμήσει ο Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία να ζητήσουν δημοψήφισμα, ας δεσμευτούν ότι θα ακυρώσουν τη συμφωνία. Όσο δεν το κάνουν απλώς ψηφοθηρούν. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτως ή άλλως, θα πληρώσει το τίμημα.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com