Ο ιστορικός του μέλλοντος, που θα
μελετάει τη δική μας καθημερινότητα στην Αθήνα, θα κληθεί να θέσει και
το ακόλουθο ερώτημα. Για ποιους λόγους οι Αθηναίοι και η ελληνική
πολιτεία άφησαν ένα μεγάλο κομμάτι της πόλης να καταρρεύσει; Η επώαση
της αθηναϊκής ερείπωσης είναι μια διαδικασία μακρά, απλώς στα δικά μας
χρόνια, αυτήν την τελευταία δεκαετία της ελληνικής κρίσης, κορυφώθηκε ως
φαινόμενο και εντάθηκε ως διάχυτη ατμόσφαιρα.
Τα ερειπωμένα σπίτια της Αθήνας σωματοποιούν το δράμα της πόλης. Συμπλέουν με άλλα φαινόμενα των τελευταίων ετών (βανδαλισμοί, κλειστά καταστήματα) και αναδεικνύουν με τον πιο απτό τρόπο την παρακμή της ελληνικής πρωτεύουσας.
Τα κρούσματα των καταρρεύσεων παλαιών οικιών, από χρόνια παρατημένων στο έλεος της φθοράς, συχνά ασκεπών, με διαβρωμένο, κατά συνέπεια, δομικό σκελετό, αυξάνονται. Καθώς πυκνώνει η συχνότητα του φαινομένου, εγείρεται το ερώτημα για το μέλλον της αθηναϊκής συνοικίας. Σε μια πρώτη ανάγνωση, η ερείπωση των παλαιών σπιτιών είναι ένα φαινόμενο που έχει να κάνει με την αδυναμία εξεύρεσης νομικών λύσεων, με την αδιαφορία των Αρχών και των πολιτών ή με τη φυσική εξέλιξη γήρανσης του κτιριακού αποθέματος σε μια κοινωνία που δεν σχεδιάζει, δεν προβλέπει ούτε ιεραρχεί.
Αλλά, η γηρασμένη Αθήνα είναι ένα πολύπλοκο και σύνθετο φαινόμενο. Στην πρόσφατη ιστορία ανακάμπτει συνοδευόμενο από αιτήματα εκσυγχρονισμού (όπως στις δεκαετίες του ’50 και του ’60) ή από κοινωνικές ιεραρχήσεις που προσπερνούν τις βαθύτερες αναγνώσεις της πόλης.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα του 2019 είναι μια πόλη διάστικτη από εκατοντάδες ερειπωμένα σπίτια. Σε αυτά θα έπρεπε να συνυπολογίσει κανείς, αν και αποτελεί ξεχωριστό βραχίονα του προβλήματος, τα χιλιάδες επίσης αποσαθρωμένα διαμερίσματα σε αναρίθμητες πολυκατοικίες που σαπίζουν.
Τα σπίτια που συνθέτουν το σύγχρονο πρόβλημα βρίσκονται σε όλες τις συνοικίες, κυρίως στις παλαιές, αστικές και μικροαστικές, που δεν γνώρισαν οικοδομική ανάπτυξη τη δεκαετία 1995-2005, όταν ανοικοδομήθηκαν πολλές γειτονιές στην ευρύτερη ζώνη του κέντρου (Σεπόλια, Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος).
Τα περισσότερα παλιά σπίτια που αφέθηκαν βρίσκονται στον άξονα της Αχαρνών, στον Σταθμό Λαρίσης και στον Αγιο Παύλο, στον Κεραμεικό, στο Ρουφ, στο Γκάζι, στο Μεταξουργείο, στου Ψυρρή, στην Πειραιώς... Υπάρχουν δρόμοι ολόκληροι, όπως η Σαμουήλ Καλογήρου, κοντά στην πλατεία Κουμουνδούρου, που αποτελούνται από σειρά ερειπωμένων νεοκλασικών, τα περισσότερα εξέχουσας αισθητικής και ιστορικής αξίας, καθώς η περιοχή αυτή ήταν μεσοαστική τον 19ο αιώνα. Στις συνοικίες ολόγυρα, τα ερειπωμένα σπίτια είναι αναρίθμητα και τα περισσότερα είναι χτισμένα την περίοδο 1900-1940. Ο 19ος αιώνας έχει προ πολλού αφανιστεί από τις συνοικίες της Αθήνας.
Πολλά από αυτά τα σπίτια έχουν παραβιαστεί και άλλα έχουν σκοπίμως πυρποληθεί. Το θέαμά τους είναι θλιβερό. Δυστυχώς η απαξίωσή τους και η επικινδυνότητα πολλών εξ αυτών ενδέχεται να επιταχύνει αποκηρύξεις διατηρητέων και σκόπιμες πράξεις που θα προκαλούσαν την κατάρρευσή τους. Ανίκανη στέκεται η πολιτεία να συναισθανθεί τις ευθύνες της απέναντι σε ένα κοινωνικό πρόβλημα αλλά και σε ένα μείζον θέμα ιστορικής μνήμης, που δυστυχώς αφήνει αδιάφορο ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας.
Τα ερειπωμένα σπίτια της Αθήνας σωματοποιούν το δράμα της πόλης. Συμπλέουν με άλλα φαινόμενα των τελευταίων ετών (βανδαλισμοί, κλειστά καταστήματα) και αναδεικνύουν με τον πιο απτό τρόπο την παρακμή της ελληνικής πρωτεύουσας.
Τα κρούσματα των καταρρεύσεων παλαιών οικιών, από χρόνια παρατημένων στο έλεος της φθοράς, συχνά ασκεπών, με διαβρωμένο, κατά συνέπεια, δομικό σκελετό, αυξάνονται. Καθώς πυκνώνει η συχνότητα του φαινομένου, εγείρεται το ερώτημα για το μέλλον της αθηναϊκής συνοικίας. Σε μια πρώτη ανάγνωση, η ερείπωση των παλαιών σπιτιών είναι ένα φαινόμενο που έχει να κάνει με την αδυναμία εξεύρεσης νομικών λύσεων, με την αδιαφορία των Αρχών και των πολιτών ή με τη φυσική εξέλιξη γήρανσης του κτιριακού αποθέματος σε μια κοινωνία που δεν σχεδιάζει, δεν προβλέπει ούτε ιεραρχεί.
Αλλά, η γηρασμένη Αθήνα είναι ένα πολύπλοκο και σύνθετο φαινόμενο. Στην πρόσφατη ιστορία ανακάμπτει συνοδευόμενο από αιτήματα εκσυγχρονισμού (όπως στις δεκαετίες του ’50 και του ’60) ή από κοινωνικές ιεραρχήσεις που προσπερνούν τις βαθύτερες αναγνώσεις της πόλης.
Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα του 2019 είναι μια πόλη διάστικτη από εκατοντάδες ερειπωμένα σπίτια. Σε αυτά θα έπρεπε να συνυπολογίσει κανείς, αν και αποτελεί ξεχωριστό βραχίονα του προβλήματος, τα χιλιάδες επίσης αποσαθρωμένα διαμερίσματα σε αναρίθμητες πολυκατοικίες που σαπίζουν.
Τα σπίτια που συνθέτουν το σύγχρονο πρόβλημα βρίσκονται σε όλες τις συνοικίες, κυρίως στις παλαιές, αστικές και μικροαστικές, που δεν γνώρισαν οικοδομική ανάπτυξη τη δεκαετία 1995-2005, όταν ανοικοδομήθηκαν πολλές γειτονιές στην ευρύτερη ζώνη του κέντρου (Σεπόλια, Κολωνός, Ακαδημία Πλάτωνος).
Τα περισσότερα παλιά σπίτια που αφέθηκαν βρίσκονται στον άξονα της Αχαρνών, στον Σταθμό Λαρίσης και στον Αγιο Παύλο, στον Κεραμεικό, στο Ρουφ, στο Γκάζι, στο Μεταξουργείο, στου Ψυρρή, στην Πειραιώς... Υπάρχουν δρόμοι ολόκληροι, όπως η Σαμουήλ Καλογήρου, κοντά στην πλατεία Κουμουνδούρου, που αποτελούνται από σειρά ερειπωμένων νεοκλασικών, τα περισσότερα εξέχουσας αισθητικής και ιστορικής αξίας, καθώς η περιοχή αυτή ήταν μεσοαστική τον 19ο αιώνα. Στις συνοικίες ολόγυρα, τα ερειπωμένα σπίτια είναι αναρίθμητα και τα περισσότερα είναι χτισμένα την περίοδο 1900-1940. Ο 19ος αιώνας έχει προ πολλού αφανιστεί από τις συνοικίες της Αθήνας.
Πολλά από αυτά τα σπίτια έχουν παραβιαστεί και άλλα έχουν σκοπίμως πυρποληθεί. Το θέαμά τους είναι θλιβερό. Δυστυχώς η απαξίωσή τους και η επικινδυνότητα πολλών εξ αυτών ενδέχεται να επιταχύνει αποκηρύξεις διατηρητέων και σκόπιμες πράξεις που θα προκαλούσαν την κατάρρευσή τους. Ανίκανη στέκεται η πολιτεία να συναισθανθεί τις ευθύνες της απέναντι σε ένα κοινωνικό πρόβλημα αλλά και σε ένα μείζον θέμα ιστορικής μνήμης, που δυστυχώς αφήνει αδιάφορο ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire