Τον Ιούλιο του 1910 πέθανε στην Αθήνα,
την πόλη όπου από νεαρός μόχθησε και εργάστηκε για όλη του τη ζωή, ο
Βασίλειος Έξαρχος, ένας φτωχός Ηπειρώτης που κατέβηκε στην πρωτεύουσα
από το χωριό του, έφτιαξε την τύχη του και τελικά έδωσε το όνομά του σε
μία από τις πιο δημοφιλείς, κεντρικές συνοικίες της Αθήνας.
Από τις πλαγιές του Σμόλικα, αναζήτησε την τύχη του στην ελεύθερη Αθήνα, στη συνοικία Πινακωτά της άλλοτε Νεάπολης, δημιούργησε περιουσία, εκεί στην οδό Θεμιστοκλέους, και έδωσε το όνομα του στα Εξάρχεια.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Πουρνιά Κονίτσης -Ιωαννίνων. Το χωριό μου», ο Βασίλειος Έξαρχος, γεννήθηκε στην Σταρίτσιανη της Κόνιτσας, την σκοτεινή εποχή της Τουρκοκρατίας. Εκεί «κατά πρώτον είδον το φως, ανετράφην και ηνδρώθην», και κατόπι πήρε το δρόμο της ξενιτιάς, ως παραγιός σε μπουλούκι μαστόρων.
Από τις πλαγιές του Σμόλικα, αναζήτησε την τύχη του στην ελεύθερη Αθήνα, στη συνοικία Πινακωτά της άλλοτε Νεάπολης, δημιούργησε περιουσία, εκεί στην οδό Θεμιστοκλέους, και έδωσε το όνομα του στα Εξάρχεια.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Πουρνιά Κονίτσης -Ιωαννίνων. Το χωριό μου», ο Βασίλειος Έξαρχος, γεννήθηκε στην Σταρίτσιανη της Κόνιτσας, την σκοτεινή εποχή της Τουρκοκρατίας. Εκεί «κατά πρώτον είδον το φως, ανετράφην και ηνδρώθην», και κατόπι πήρε το δρόμο της ξενιτιάς, ως παραγιός σε μπουλούκι μαστόρων.