Οι συνομιλίες που αρχίζουν για το
Κυπριακό, «άτυπες» τις λένε τώρα, είναι στην ουσία συνομιλίες παράδοσης ή
ακόμη μιας αποτυχίας με ό,τι αυτό σημαίνει. Το έχω ξαναγράψει και το
επαναλαμβάνω: Σε αυτές τις συνομιλίες οδηγούμαστε με τους όρους της
Άγκυρας. Και όσοι σπρώχνουν προς αυτές απερίσκεπτα, μόνο ζημιά θα
προκαλέσουν και στην Κύπρο και στην Ελλάδα. Διότι αν μεν καταλήξουν θα
πρόκειται-με τα σημερινά δεδομένα-σε συμφωνία παράδοσης στην Τουρκία
κάτι που σίγουρα θα απορριφθεί από τον κυπριακό λαό. Και μια απόρριψη
της συμφωνίας θα είναι καταστροφική για την Κύπρο. Αλλά περισσότερο
καταστροφική θα είναι φυσικά η αποδοχή της αφού θα σφραγίσει το τέλος
της Κυπριακής Δημοκρατίας, το τέλος του νόμιμου κυπριακού κράτους.
Αποτυχία των συνομιλιών εξάλλου χωρίς επίρριψη ευθυνών στην Τουρκία θα
έχει βαριές συνέπειες για τον τόπο. Αλλά με την πολιτική που ακολουθεί η
Λευκωσία, αυτή των φοβικών συνδρόμων, και με κάποιους στην Κύπρο που
ακόμη και αυτή την στιγμή επιρρίπτουν περισσότερες ευθύνες στην δική μας
πλευρά παρά στην Τουρκία, είναι κανένας που να πιστεύει σοβαρά ότι θα
θεωρηθεί υπεύθυνη η Τουρκία ύστερα από μια αποτυχία;
Ζούμε μια κατάσταση διάσπασης του εσωτερικού μετώπου στην Κύπρο, ακόμη και στο επίπεδο της ίδιας της κυπριακής αστικής τάξης, από την οποία μόνο η Τουρκία επωφελείται. Δεχόμαστε επίθεση στη θάλασσα και στην ξηρά (νεκρή ζώνη) και τα κόμματα κάνουν ήδη υπολογισμούς για τις προεδρικές εκλογές του 2023! Των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν! Κατάσταση εξωφρενική! Οι δημαρχιακές εκλογές στην Αμμόχωστο θα έπρεπε να είχαν στείλει το μήνυμα πως ο κόσμος δεν ακολουθεί πια τις κομματικές ντιρεκτίβες και ότι θα αντισταθεί σε μια ρατσιστική φυλετική λύση που θα καθιστά την Κύπρο τουρκικό προτεκτοράτο με υψηλή βρετανική, αμερικανική και ΝΑΤΟϊκή κυριότητα. Αντί όμως να πάρουν τα μηνύματα, τα φόρτωσαν στον Αύγουστο! Πως είναι δυνατόν με την εκλογική συμμετοχή να φτάνει με δυσκολία το 30% στις εκλογές μιας πόλης συμβόλου της κατοχής και κανείς να μη συγκινείται; Ο κόσμος έχει γυρίσει την πλάτη στους κομματικούς μηχανισμούς και τις κομματικές επιλογές και σίγουρα αυτό δείχνει την κατάντια του πολιτικού συστήματος. Κάτι που δεν είναι όμως θετικό ούτε για τη δημοκρατία, ούτε για τον τόπο.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες θα συνεχιστούν λοιπόν οι συνομιλίες, όπως ακριβώς συνεχίζονται εδώ και σαράντα πέντε χρόνια, χωρίς αποτέλεσμα. Και με κάποιους, αυτούς που θέλουν να δικαιωθούν για το 2004, να επιμένουν στην χωρίς όρους παράδοση στη νέο-οθωμανική Τουρκία. Βάζοντας φυσικά την κατοχή κάτω από το χαλί και παραβλέποντας τις καθημερινές απειλές του Ταγίπ Ερντογάν. Σαράντα πέντε χρόνια δικοινοτικού διαλόγου δεν μας δίδαξαν ότι αυτός ο διάλογος, στη βάση που διεξάγεται, εξυπηρετεί μόνο την Τουρκία και την βοηθά να εδραιώνει τα κατοχικά δεδομένα. Στο κομβικό σημείο που φτάσαμε σήμερα η Άγκυρα ενδιαφέρεται πάντα βέβαια για τον στρατηγικό έλεγχο ολόκληρης της Κύπρου, και αυτό παραμένει το κύριο μέλημα της, αλλά βάζοντας στο τραπέζι το φυσικό αέριο και τους υδρογονάνθρακες επιδιώκει ταυτόχρονα και τεράστια οικονομικά οφέλη. Ο έλεγχος όμως των πλουτοπαραγωγικών αυτών πόρων εδραιώνει ταυτόχρονα και τον τουρκικό στρατηγικό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Η Άγκυρα δεν το κρύβει αυτό, το διακηρύττει καθημερινά. Δεν το αντιλαμβάνονται στη Λευκωσία και την Αθήνα ή τρέφουν αυταπάτες και δεν θέλουν να το πιστέψουν; Πάντως είναι καθαρό ότι η Άγκυρα μετέθεσε το κέντρο βάρους της πολιτικής της στο ενεργειακό γιατί μέσω αυτού στοχεύει και τον στρατηγικό έλεγχο της περιοχής και σημαντικά οικονομικά οφέλη σε μια στιγμή που η οικονομία της παραπαίει.
Από αυτή τη στήλη έχει υποστηριχτεί ότι Κύπρος και Ελλάδα χρειάζεται να οικοδομήσουν μια διαφορετική πολιτική. Δεν είναι ότι θα λυθεί οτιδήποτε χωρίς διάλογο και διαπραγματεύσεις. Αλλά χρειάζεται ένας διάλογος διαφορετικά δομημένος, ένας διάλογος με ελληνική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο και με αποτρεπτική δύναμη που δεν θα επιτρέπει στην Άγκυρα την επιβολή της πολιτικής της κανονιοφόρου αλλά τη διευθέτηση στη βάση του διεθνούς δικαίου. Τα καλώς νοούμενα γεωπολιτικά συμφέροντα της Αθήνας επιβάλλουν έντονη την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο. Επιβάλλουν την υπεράσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο πλαίσιο ενός κοινού αμυντικού μηχανισμού. Ο οποίος μηχανισμός θα αποτελεί προέκταση των τριμερών σχημάτων συνεργασίας στην περιοχή. Χωρίς αυτό τον κοινό αμυντικό μηχανισμό αποτροπής τα όποια τριμερή σχήματα συνεργασίας θα παραμένουν κενά περιεχομένου. Διότι τα σχήματα αυτά τότε μόνο θα είναι αποτελεσματικά όταν Κύπρος και Ελλάδα θα διαθέτουν την αναγκαία αποτρεπτική δύναμη. Καθότι και οι συνομιλίες στις οποίες επιμένουν τόσο φορτικά κάποιοι, αν είναι να γίνουν στη σωστή βάση, δεν θα πρέπει να γίνουν με όρους παράδοσης. Και είναι ανάγκη να μη εγκαταλειφθεί η πολιτική ΣΥΡΙΖΑ-Κοτζιά από την Αθήνα για μια λύση χωρίς εγγυήσεις και χωρίς την παρουσία τουρκικού στρατού στην Κύπρο. Επί του προκειμένου αναμένονται δείγματα γραφής από την Αθήνα.
*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com