Το περασμένο Σάββατο, 20 Απριλίου, ήταν η επέτειος των 99 χρόνων από τη «Σφαγή του Λάντλοου», όπως έχει καταχωριστεί στην Ιστορία μια από τις πιο αιματηρές επιθέσεις που έχουν υποστεί ποτέ απεργοί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 20 Απριλίου 1914 περισσότεροι από 20 μεταξύ των χιλιάδων απεργών των ανθρακωρυχείων του Λάντλοου που ανήκαν στην Colorado Fuel and Iron Company του γνωστού πολυεκατομμυριούχου Τζον Ροκφέλερ σκοτώθηκαν. Ενα από τα θύματα ήταν έλληνας εργαζόμενος και συνδικαλιστής, ο Λούης Τίκας. Σήμερα το όνομά του είναι θρυλικό.
Ο Τίκας, που γεννήθηκε στο Ρέθυμνο ως Ηλίας Σπαντιδάκης, μετανάστευσε στις ΗΠΑ σε ηλικία 20 ετών. Εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ, όπου άρχισε να δουλεύει στα χαλυβουργεία του Πουέμπλο με ημερομίσθιο 1,75 δολάρια. Μάλιστα, μεγάλο αφεντικό εκείνη την εποχή ήταν ένας επίσης Ελληνας, ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας Σκλήρης. Σκλήρης όνομα και πράγμα: αδίστακτος «εργατοπατέρας» που ήλεγχε τους έλληνες εργάτες όχι μόνο του Κολοράντο αλλά και άλλων περιοχών. Εβρισκε δουλειά στους «Ελληνές του» αλλά οι συνθήκες ήταν μεσαιωνικές και οι αμοιβές της ντροπής (1,75 δολάρια την ημέρα για τους Ελληνες, ενώ για τους Γερμανούς και τους Ουαλλούς 2,50 δολάρια). Από το 1910, όταν ο Τίκας ορκίστηκε αμερικανός πολίτης ανοίγοντας ένα καφενείο στην ελληνική παροικία, ως το 1913, περισσότεροι από 600 ανθρακωρύχοι είχαν χάσει τη ζωή τους σε εργατικά ατυχήματα.
Μέσω του καφενείου του ο Τίκας ήρθε σε επαφή με την οργάνωση των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Wobblies) και έγινε μέλος της. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 στα ανθρακωρυχεία του Λάντλοου ξέσπασε η μεγάλη απεργία. Από τους χιλιάδες απεργούς οι 800 ήταν Ελληνες με μπροστάρη τον Τίκα. Οι άνθρωποι του Ροκφέλερ προσπάθησαν να τον δωροδοκήσουν, αλλά εκείνος αρνήθηκε, οπότε φυλακίστηκε. Βγαίνοντας από τη φυλακή εισχώρησε και πάλι στους απεργούς.
Στις 20 Απριλίου 1914 μια έκρηξη στάθηκε αφορμή για τους αστυνομικούς να ανοίξουν πυρ κατά των απεργών. Είπαν ότι οι απεργοί τούς έριξαν βόμβα και αυτοί απάντησαν. Ο Λούης Τίκας σήκωσε μια λευκή σημαία ζητώντας να μιλήσει με τον αρχηγό τον αστυνομικών λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ για να σταματήσει το μακελειό. Οι δυο τους συναντήθηκαν σε έναν λόφο και σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες ο αξιωματούχος χτύπησε τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του. Η καραμπίνα και το κρανίο έσπασαν στα δύο και οι αστυνομικοί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα.
Αργότερα ο Τίκας έγινε λαϊκός ήρωας - ακόμη και τραγούδι γράφτηκε γι' αυτόν. Από το 2009 το μνημείο του στο Τρινιτάν έχει χαρακτηριστεί επισήμως εθνικός ιστορικός τόπος, ενώ το ιστορικό μουσείο της πόλης έχει αφιερώσει ένα από τα πέντε κτίριά του στον Λούη Τίκα και στους συντρόφους του, όπου περιλαμβάνονται φωτογραφική έκθεση, πολλά βιβλία και υλικό εποχής. Ο Κώστας Βάκας δεν αποκλείει την περίπτωση μιας ταινίας με αποκλειστικό θέμα τον Τίκα.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire