«Ανοιγμα»
και προς τις μεγάλες ασιατικές αγορές πραγματοποιούν τα ρωσικά
μονοπώλια στο φόντο της «ουκρανικής κρίσης» και σε συνθήκες όξυνσης του
ανταγωνισμού μεταξύ ιμπεριαλιστικών κέντρων και μονοπωλιακών ομίλων.
Η πρόσφατη συμφωνία εξαγοράς του 100% της κιργιζιανής εταιρείας φυσικού αερίου «Κιργιγκάζ» από την «Γκαζπρόμ» φαίνεται ότι δεν είναι εξαίρεση, αλλά μία μόνο από τις επενδύσεις που το ρωσικό μεγαθήριο επιχειρεί στην Κεντρική αλλά και την Ανατολική Ασία. Καθόλου τυχαίο δεν είναι, άλλωστε, πως τόσο εκπρόσωποι της «Γκαζπρόμ» όσο και άλλων ρωσικών επιχειρηματικών συμφερόντων (π.χ., της Ενωσης Επιχειρήσεων Σιβηρίας) βρέθηκαν στη Σύνοδο του «Φόρουμ Μποάο», που έγινε στις 10-11 Απρίλη στην Κίνα. Η συγκεκριμένη σύναξη επιχειρηματιών, εκπροσώπων «δεξαμενών σκέψης», ηγετών καπιταλιστικών κρατών ξεκίνησε το 2001 με τη συμμετοχή 26 χωρών της Ασίας και της Ωκεανίας και από τότε πραγματοποιείται κάθε χρόνο, με διευρυμένη πια διεθνή συμμετοχή και πολλούς να την έχουν παρομοιάσει με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός.
«Σύσφιξη» συνεργασίας με την Κίνα
Πρόσφατα,
το πρακτορείο «Ρόιτερς» φιλοξένησε εκτενές ρεπορτάζ (επικαλούμενο και
το πρακτορείο «Ιντερφάξ») για συνάντηση του Ρώσου πρωθυπουργού, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, και του Ρώσου αντιπροέδρου, Αρκάντι Ντβορκόβιτς,
στην οποία ο πρώτος ενημερώθηκε ότι τα σχέδια «ενεργειακής» συνεργασίας
Ρωσίας - Κίνας θα «κλείσουν» πριν το ταξίδι που προγραμματίζει ο
Πρόεδρος Πούτιν στο Πεκίνο, το Μάη. Ο Ντβορκόβιτς (ο οποίος βρέθηκε στην
Κίνα την περασμένη βδομάδα) φέρεται να ανέφερε ότι η Κίνα δηλώνει
ενδιαφέρον για «εναλλακτικά ενεργειακά σχέδια στη Χερσόνησο της Κριμαίας
στη Μαύρη Θάλασσα» αλλά και για την «ανάπτυξη της Κριμαίας». Ως μέρος
της σύσφιξης της συνεργασίας των δύο χωρών το «Ρόιτερς» αναφέρει τα
εξής:Μέχρι το 2018 η Ρωσία σχεδιάζει να παρέχει στην Κίνα 38 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου το χρόνο, περίπου το 1/4 των σημερινών εξαγωγών της προς την Ευρώπη.
Η «κρατική» πετρελαϊκή εταιρεία «Ροσνέφτ» σχεδιάζει να τριπλασιάσει τα πετρελαϊκά αποθέματα που διαθέτει στην Κίνα και πέρυσι έφταναν τα 300.000 βαρέλια τη μέρα.
Ενώ, εκτός από το πετρέλαιο, η Ρωσία ενδιαφέρεται να επεκτείνει τη συνεργασία της με την Κίνα και όσον αφορά την προμήθεια άνθρακα.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και τα σχέδια επέκτασης της δυναμικότητας του πετρελαιαγωγού ESPO (που ενώνει την Ανατολική Σιβηρία με τον Ειρηνικό Ωκεανό) στους 80 εκατ. τόνους ή 1,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως.
Στόχος οι μεγάλες ασιατικές αγορές
Στις
4 Απρίλη, δημοσίευμα του «Μπλούμπεργκ» («Bloomberg») ανέφερε πως η
«Γκαζπρόμ» σταματά να φλερτάρει με Αμερικανούς και Ευρωπαίους επενδυτές
και αναζητά «δεσμούς και μετοχές σε αγορά Μέσης Ανατολής, Λατινικής
Αμερικής και Ασίας, ειδικά της Κίνας».Βέβαια, το αυξημένο ενδιαφέρον της Ρωσίας για τις ασιατικές αγορές δε «γεννήθηκε» ξαφνικά, ούτε και συνδέεται μόνο με τις εξελίξεις στην Ουκρανία ούτε και μπορεί να ιδωθεί με απόλυτο και τελεσίδικο τρόπο.
Δημοσιεύματα οικονομικών εφημερίδων καταγράφουν εδώ και καιρό αυξημένη ροή ρωσικών κεφαλαίων προς την Ασία. Αλλωστε, στελέχη διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών μιλούν συνεχώς για τη «δυναμικότητα» της Ασίας, με δεδομένο ότι εκεί συγκεντρώνονται πολυπληθείς αγορές, χώρες με εκατομμύρια νεανικά και φτηνά εργατικά χέρια, περιοχές πλούσιες σε (ανεκμετάλλευτους και συχνά ανεξερεύνητους) φυσικούς πόρους.
Στις 30 Ιούλη του 2013, η ασιατική οικονομική εφημερίδα «Μπίζνες Τάιμ» («Business Time») σημειώνει σε εκτενές ρεπορτάζ ότι η Ρωσία αυξάνει τις ποσότητες αερίου, πετρελαίου, ορυκτών που επενδύει στην Ασία και άλλες αναδυόμενες αγορές. Επικαλείται στοιχεία της γερμανικής τράπεζας Ντόιτς Μπανκ (Deutsche Bank) επισημαίνοντας ότι αυξημένα ποσά ρωσικών επενδύσεων «μπήκαν σε Χονγκ - Κονγκ, Κίνα, Σιγκαπούρη (σ.σ. που θεωρείται συνολικότερη "πύλη" για την Ασία), Ταϊβάν, Βραζιλία, Κορέα, Μεξικό, Ινδία».
Οι μεγαλύτερες συγχωνεύσεις και εξαγορές στις οποίες συμμετέχουν ρωσικά κεφάλαια έφτασαν τα 83 δισ. δολάρια μεταξύ 2005 - 2012, συμπληρώνει, με τα 37 δισ. από αυτά να «ήρθαν» μετά την «παγκόσμια ύφεση του 2009», ενδεικτικό κι αυτό των ανακατατάξεων που ευνοεί η καπιταλιστική κρίση. Μάλιστα, ενδεικτικά αναφέρεται στις επιχειρηματικές «κινήσεις» ρωσικών κεφαλαίων σε μεγάλες εταιρείες Ενέργειας, Εξόρυξης, Χάλυβα, Χημικών, Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών, Χρηματοπιστωτικού τομέα και ΜΜΕ, σε χώρες όπως οι: Ουκρανία (Kyivstar), Καναδάς (LionOre Mining, IPSCO), Τουρκία (Denizbank), Ελβετία (SUAL, Glencore), Λευκορωσία (Beltransgaz), ΗΠΑ (Oregon Steel), Ιταλία (ISAB Sri), Βενεζουέλα (Petroperija), Γερμανία (Ruhr Oel), Αυστραλία (Mantra Resources), Γαλλία (Gefco) και Νότια Αφρική (Highveld Steel and Vanadium).
Το ίδιο δημοσίευμα κατέτασσε τη Ρωσία στον 4ο μεγαλύτερο επενδυτή στο εξωτερικό και ειδικά τις «αναδυόμενες αγορές» ξεπερνώντας κατά πολύ άλλα μέλη των BRICS (σ.σ. διακρατική συνεργασία μεταξύ Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας, Νότιας Αφρικής).
Περιοδεία Σετσίν για νέες επενδύσεις
Στα μέσα του Μάρτη, στελέχη της «Ροσνέφτ» δήλωναν ότι οποιαδήποτε απόπειρα της ΕΕ να επιβάλει ταξιδιωτική απαγόρευση στον επικεφαλής Ιγκορ Σετσίν
θα ήταν «ανόητη» και θα έπληττε τους δυτικούς εταίρους της ρωσικής
κρατικής πετρελαϊκής εταιρείας περισσότερο από την ίδια. Λίγες μέρες
μετά, φάνηκε γιατί οι εκπρόσωποι των ρωσικών μονοπωλίων μιλούσαν με
τέτοιον «αέρα».Ο ίδιος ο Σετσίν πραγματοποίησε το τρίτο δεκαήμερο του Μάρτη περιοδεία σε Ιαπωνία και Ινδία. Η ασιατική εφημερίδα «Δε Ντίπλοματ» («The Diplomat») αναφέρει ότι από την Ινδία ο Σετσίν δήλωσε πως «θέλουμε να προμηθεύουμε ινδικά διυλιστήρια με ακατέργαστο πετρέλαιο» και σχολιάζει πως μια ενεργειακή «συνεργασία» θα προκαλέσει ποικίλες συνέπειες, καθώς σήμερα η Ινδία παίρνει Ενέργεια από τη Ρωσία μόνο περιστασιακά.
Πάντως, ενδεικτική του πόσο μπορεί να προχωρήσει μια τέτοια συνεργασία είναι σωρεία «προσφορών» που η «Ροσνέφτ» έκανε στη μεγαλύτερη «κρατική» ινδική εταιρεία εξερεύνησης και παραγωγής φυσικού αερίου και πετρελαίου Oil and Natural Gas Corp (ONGC): Αφενός, για να επιχειρήσει σε εννιά κοιτάσματα αερίου και πετρελαίου στη Θάλασσα του Μπάρεντς (σ.σ. ανατολικός Αρκτικός Ωκεανός, βόρεια της Ρωσίας και της Φινλανδίας). Αφετέρου, για μπίζνες σε δύο κοιτάσματα στην Οχοτσκική Θάλασσα (μεταξύ Σιβηρίας και Ιαπωνίας).
Τέτοια σχέδια δεν «ανοίγουν την όρεξη» μόνο σε μονοπώλια της Ενέργειας, αλλά και σε πολυεθνικές που δρουν στον Κατασκευαστικό κλάδο, καθώς βασικό εμπόδιο που (προς το παρόν) καθυστερεί τέτοιες επενδύσεις θεωρείται η έλλειψη αγωγών.
Στην Ιαπωνία, από το βήμα του 6ου ρωσο-ιαπωνικού επιχειρηματικού Φόρουμ, ο Σετσίν τόνισε ότι υπάρχουν δυνατότητες για συμφωνίες εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων και εμφανίστηκε έτοιμος για «διερεύνηση» κοινών επενδύσεων για την παραγωγή, τη διύλιση, τη μεταφορά ενεργειακών αποθεμάτων αλλά και την κατασκευή όλων των σχετικών υποδομών.
Το ίδιο δημοσίευμα ανέφερε ότι ο Ρώσος επιχειρηματίας σύντομα θα βρεθεί σε Νότια Κορέα και Βιετνάμ. Εστιάζοντας ειδικά στο «ενδιαφέρον» που προκαλεί το δεύτερο για τη Ρωσία, εξηγούσε ότι οι ακτές του είναι προσβάσιμες εύκολα από τα ρωσικά λιμάνια και η Μόσχα το αντιμετωπίζει ως περιοχή που μπορεί να εξυπηρετήσει συνολικά ως «πύλη» για την υπόλοιπη Νοτιοανατολική Ασία. Αναζητώντας - συμπλήρωνε - έτσι και «εναλλακτικές οδούς» που θα μείωναν την «εξάρτησή της από την Κίνα».
Γοργές εξελίξεις σε βάρος των λαών
Οσα
παραπάνω καταγράφει ο διεθνής Τύπος ίσως να είναι μέρος μόνο από όσα
στην πραγματικότητα επιταχύνονται στις πλάτες των λαών της Ασίας. Ισως
πάλι και να «διαρρέουν» στο πλαίσιο σχεδιασμών που κάθε ιμπεριαλιστικό
κέντρο προωθεί.Φαίνεται όμως πως οι εξελίξεις στην Ουκρανία ίσως πυροδοτήσουν γενικότερες ανακατατάξεις, τόσο στο γεωπολιτικό όσο και στο ενεργειακό πεδίο. Τα δεδομένα περιπλέκονται διαρκώς. Στην Ευρώπη, αφενός, δεν αποκλείεται να εμφανίσουν αξιώσεις τα μονοπώλια που διαχειρίζονται τα ενεργειακά αποθέματα του Ιράν αλλά και του Ισραήλ. Στη δε Ασία, τα ρωσικά σχέδια θα συναντήσουν εκτός των άλλων και τα αμερικανικά κεφάλαια που εδώ και καιρό δραστηριοποιούνται, στο πλαίσιο της «στροφής προς την Ασία» που οι αμερικανικές κυβερνήσεις έχουν διακηρύξει χρόνια πριν. Τις «ισορροπίες» ίσως διαφοροποιήσει και η αξιοποίηση του σχιστολιθικού πετρελαίου (σημαντικά αποθέματα από το οποίο εκτιμάται ότι έχουν και οι ΗΠΑ) που μπορεί σήμερα να συναντά αρκετές ενστάσεις (για περιβαλλοντικούς και άλλους λόγους), αλλά τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί. Αλλωστε, το ίδιο το γεγονός ότι η επιστήμη και συνολικά τα μέσα παραγωγής βρίσκονται στα χέρια των καπιταλιστών μπορεί να αλλάζει τα δεδομένα ανά πάσα στιγμή, με μόνο κριτήριο την εξασφάλιση γρήγορου και εύκολου κέρδους.
Πάντως, ανεξάρτητα από το ποιες επιχειρηματικές συμφωνίες και το πότε ακριβώς θα πέσουν οι οριστικές υπογραφές, χρέος των κομμουνιστών είναι να αποκαλύπτουν τις συνέπειες που έρχονται για τους εργαζόμενους. Να αποκαλύπτουν πόσο διαμετρικά αντίθετα είναι τα συμφέροντα των μονοπωλίων με αυτά των λαών και πως η υπεράσπιση των λαϊκών αναγκών απαιτεί σύγκρουση με τις ανάγκες των πολυεθνικών. Να παρεμβαίνουν ώστε μέσα σε συνθήκες έντασης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών να οξύνεται το ταξικό κριτήριο με το οποίο η εργατική τάξη θα απαντά στην ιδεολογικοπολιτική επίθεση που θα δέχεται για να στρατευθεί πίσω από ξένα συμφέροντα, να σκύψει το κεφάλι είτε για να ανακάμψουν είτε για να διασωθούν τα κέρδη των μονοπωλίων. Με στόχο βέβαια οι εργάτες και τα λαϊκά στρώματα να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τη δική τους εξουσία που θα μπορεί να ικανοποιεί τις δικές τους ανάγκες.
Πηγή: Ο Ριζοσπάστης
Δημοσιεύτηκε στις 26/04/2014
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire