Μάριος Γ. Ιωάννου
Το νέο Κυπριακό Μουσείο θα ανεγερθεί στη Λευκωσία, σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτεκτονικού γραφείου της Θεώνης Ξάνθη, η οποία κέρδισε το πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό, δήλωσε στο ο πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του διαγωνισμού, γενικός διευθυντής του κυπριακού Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, Αλέκος Μιχαηλίδης.Ο κ. Μιχαηλίδης χαρακτήρισε εξαιρετικά τα σχέδια και συνεχάρη το αρχιτεκτονικό γραφείο της κ. Θεώνης Ξάνθη, καθώς και τα άλλα γραφεία που συμμετείχαν στον διαγωνισμό. Ιδιαίτερη μνεία έκανε στα γραφεία «PEDRO PITARCH ALONSO» – ΙΣΠΑΝΙΑ και «PAUL KALOUSTIAN» – ΛΙΒΑΝΟΣ, που απέσπασαν το δεύτερο και τρίτο βραβείο αντίστοιχα.
Η αρχιτεκτονική λύση βασίστηκε στη μουσικολογική μελέτη του κ. Νίκου Παπαδημητρίου. Πληροφορίες αναφέρουν ότι μουσιολογική μελέτη είχε εκπονηθεί δωρεάν, με οδηγίες της πρώην γγ του υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας Λίνας Μενδώνη, επί υπουργίας Θεόδωρου Πάγκαλου. Ωστόσο, η μελέτη αυτή δεν λήφθηκε υπόψη από τις αρμόδιες κυπριακές Αρχές, χωρίς να δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση.
Τα χρηματικά βραβεία για τον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό έχουν ως ακολούθως: Πρώτο Βραβείο 100.000 ευρώ, δεύτερο 70.000 ευρώ και τρίτο 40.000 ευρώ.
Η κ. Θεώνη Ξάνθη είναι επίκουρη καθηγήτρια Τμήματος Αρχιτεκτόνων Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, στον Τομέα των Αρχιτεκτονικών Συνθέσεων και Κατασκευών (2007 – σήμερα) λέκτωρας Τμήματος Αρχιτεκτόνων Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (2000 -07). Διατηρεί στη Αθήνα γραφείο Αρχιτεκτονικών μελετών με τους Γεράσιμο Ζακυνθινό και Θοδωρή Ανδρουλάκη (1989 – σήμερα). Έχει πτυχίο αρχιτέκτονα – μηχανικού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1989).
Η κ. Ξάνθη, απαντώντας σε ερωτήσεις του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ανέφερε ότι η αρχιτεκτονική πρόταση προσέγγισε το περιεχόμενο της μόνιμης έκθεσης, διαχωρίζοντας το Μουσείο σε τρεις χωρικές και νοηματικές ενότητες.
Δηλαδή, όπως εξήγησε, τον «Τόπο» που διηγείται την Προϊστορία, από την πρώιμη κατοίκηση του νησιού μέχρι την εποχή του Λίθου και του Χαλκού, τη «Θάλασσα» που αναφέρεται στην αδιάλειπτη σχέση του νησιού με το θαλάσσιο στοιχείο και τον «Κόσμο» που διηγείται τους Ιστορικούς χρόνους των Κυπριακών βασιλείων μέχρι τη Ρωμαϊκή εποχή και το τέλος της Αρχαιότητας.
Οι τρεις αυτές ενότητες, σύμφωνα με την αρχιτέκτονα, η οποία απέσπασε στον διεθνή διαγωνισμό το πρώτο βραβείο, παρήγαγαν την ιδέα των τριών διακριτών όγκων, των “θησαυρών” κατά την αρχαία ελληνική έννοια, δηλαδή των κτισμάτων που φυλάσσουν το πολύτιμο περιεχόμενο των συλλογών.
Η πρόθεση, σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «για την ανάδειξη των ευρημάτων από την εκσκαφή και το παρελθόν στο φως και τον παρόντα χρόνο, οδήγησε και στην ανάδυση του μουσείου από το έδαφος».
Η υπερύψωση των όγκων, προσθέτει, επέτρεψε να ελευθερωθεί το επίπεδο του εδάφους για να διαμορφωθεί ο μεγάλος δημόσιος χώρος της πόλης.
Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός νέου περιβάλλοντος, μιας νέας Στρωματογραφίας του χώρου που τη συνθέτουν τρεις οριζόντιες ζώνες:
- Η πάνω ζώνη με το αιωρούμενο σώμα του μουσείου
- Η ενδιάμεση ζώνη που δέχεται την πόλη και
- Η ζώνη του εδάφους που παραλαμβάνει τις καθημερινές και ανεξάρτητες λειτουργίες.
Το γεγονός, συνεχίζει η κ. Ξάνθη, ότι η τοποθεσία του μουσείου είναι ένα ενδιάμεσο ανάμεσα στις πράσινες και αστικές ζώνες της πόλης, «έδωσε τη δυνατότητα για έναν ευρύ αστικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό, ώστε να λειτουργήσει ενοποιητικά και να συμβάλει καθοριστικά στην αναδιάταξη και αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος της Λευκωσίας».
Τρεις διακριτοί όγκοι και τρία οριζόντια επίπεδα, το επίπεδο της Πόλης, το επίπεδο του ποταμού (Πεδιαίου) και το επίπεδο του υπεδάφους, οργανώνουν τη διάρθρωση του κτιρίου. Με τον ίδιο τρόπο αρθρώθηκε ο βιοκλιματικός σχεδιασμός και η στατική δομή του κτιρίου.
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση για το σκεπτικό, με το οποίο σχεδιάστηκε το Μουσείο, η κ. Ξάνθη αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
-Στο πρώτο επίπεδο της πόλης, μια αλληλουχία διαβαθμισμένων ποιοτήτων επιτρέπει τη βίωση του κτιρίου με διαφορετικούς τρόπους. Αρχίζει με την κεντρική πλατεία, η οποία γίνεται επίσης η πλατεία αναφοράς για το Κοινοβούλιο και ταυτόχρονα για το Βυζαντινό Μουσείο (το νυν αρχαιολογικό) και το Δημοτικό Θέατρο. Συνεχίζει με την υπαίθρια περιοχή της στεγασμένης εισόδου, που εξελίσσεται σε ένα κατακόρυφο αίθριο.
-Η είσοδος ανάμεσα σε δύο αίθρια επιτρέπει τις φυγές μέχρι τη φυτεμένη πλατφόρμα των υπαίθριων εκθέσεων, που καταλήγει στο νέο πάρκο του ποταμού. Προς την οδό Νεχρού, ένα γραμμικό πάρκο αποτελεί το άμεσο περιβάλλον της βιβλιοθήκης και του «Department of Antiquities» ( Τμήμα Αρχαιοτήτων), έχοντας απέναντί του το Δημόσιο Κήπο.
-Στο δεύτερο επίπεδο, του ποταμού, μια μικρή ισόγεια πόλη συσπειρώνεται γύρω από το αίθριο του μουσείου, που εκβάλλουν το καφέ, οι περιοδικές εκθέσεις, η αίθουσα Εκδηλώσεων και η Bιβλιοθήκη. Αυτό εκτείνεται με τον δρόμο των Λειτουργών (τον πλαισιώνουν η Διοίκηση και το Dep. Of Antiquities) προς το ποτάμι.
Επίσης, η κ. Ξάνθη σημειώνει ότι τα εργαστήρια, σε μια πιο ήσυχη και προστατευμένη περιφέρεια με διαμπερή φυσικό φωτισμό και δικές τους μικρές ημιυπαίθριες αυλές, θα έχουν την καθημερινότητά τους. Στο κέντρο, ο εκπαιδευτικός κήπος των παιδιών επεκτείνει τις δραστηριότητες των εκπαιδευτικών χώρων. Περίπατοι και πολιτιστικές διαδρομές φτάνουν μέχρι την κοίτη του ποταμού.
Το επίπεδο του υπεδάφους καλύπτουν οι εκτεταμένοι αποθηκευτικοί χώροι του μουσείου, οι χώροι στάθμευσης και οι εγκαταστάσεις.
Σύμφωνα με την Ελληνίδα αρχιτέκτονα, η προσβασιμότητα είναι μελετημένη τόσο από τους ποδηλατοδρόμους όσο και από τα υπαίθρια και υπόγεια πάρκινγκ, ώστε το κτίριο απρόσκοπτα να προσεγγίζεται από τους επισκέπτες, την τροφοδοσία και της βοηθητικές υπηρεσίες εξυπηρέτησης.
Στο δώμα του μεσαίου όγκου υπάρχει το «roof garden» εστιατόριο, που μπορεί να λειτουργεί ανεξάρτητα και είναι ταυτόχρονα το «Belvedere» της Λευκωσίας.
«Η κατασκευή του μουσείου έρχεται να συνδυάσει την τεχνολογική ακρίβεια και την παραμετροποίηση του κελύφους με την γήινη υπόσταση της υφής και την εικόνα του πλαστικού τεχνήματος, γεγονός που καθορίζει εντέλει τη μοναδικότητα της μορφικής και αισθητικής του παρουσίας» επισημαίνει η κ. Θεώνη Ξάνθη.
Η στατική επίλυση, σημειώνει η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, απελευθερώνει τον ισόγειο χώρο από υποστυλώματα, επιτρέποντας την ελεύθερη διάταξη του ισογείου αποδίδοντας τον στην πόλη και ταυτόχρονα απελευθερώνει από υποστυλώματα τους εκθεσιακούς χώρους επιτρέποντας την άνετη και ευέλικτη διάταξη του περιεχομένου των εκθέσεων.
Ιδιαίτερη φροντίδα , σύμφωνα με την αρχιτέκτονα, έχει δοθεί στον βιοκλιματικό – ενεργειακό σχεδιασμό του κτιρίου, Για τον λόγο αυτό η αρχιτέκτονας αξιοποίησε τα κλιματικά δεδομένα με έμφαση στο φυσικό δροσισμό του κτιρίου και τη δημιουργία σκιασμένων και δροσερών χώρων στο άμεσο περιβάλλον του μουσείου, χώρων συνάντησης, ανάπαυσης και άνετης παραμονής. Το διπλό κέλυφος των όγκων, ένα φωτοβολταϊκό σύστημα μεγάλης αποδοτικότητας και ένα μηχανολογικό σύστημα προοδευτικής παρακολούθησης των μεταβολών του περιβάλλοντος ενίσχυσαν την ενεργειακή απόδοση, προσθέτει.
«Θελήσαμε να σχεδιάσουμε ένα κτίριο σύγχρονο και καινοτόμο που θα αποτελέσει μια αναζωογονητική χειρονομία προς την πόλη της Λευκωσίας, θα γεννήσει νέα περιβάλλοντα, θα αποδώσει ένα σημαντικό δημόσιο χώρο και ίσως με την πάροδο του χρόνου δημιουργήσει ένα νέο κέντρο εκτός των τειχών» υπογραμμίζει η αρχιτέκτονας Θεώνη Ξάνθη.
Η έκταση και η ογκοπλασία του Μουσείου μπορεί να φιλοξενήσει σειρά δραστηριοτήτων και πολιτιστικών εκδηλώσεων , αναφέρει. Τέλος , η κ. Θεώνη Ξάνθη εκτιμά ότι το μουσείο, «με τις πολύτιμες συλλογές του, τον τρόπο που βιώνεται, με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, μπορεί να αποτελέσει ένα “Τοπόσημο” για την πόλη της Λευκωσίας και για την Κύπρο».
Βάσει των όσων είχε ανακοινώσει στο παρελθόν το υπουργείο Μεταφορών, το συνολικό κόστος του έργου ανέρχεται στα 75 εκατ.ευρώ. Η υλοποίησή του, ωστόσο, θα γίνει σε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση, η οποία αφορά και το κυρίως έργο, δηλαδή την κατασκευή του κυρίως μουσείου, θα στοιχίσει περίπου 50 εκατ. Ευρώ.
Κατά τη δεύτερη φάση του έργου θα ανεγερθούν εγκαταστάσεις για στέγαση των γραφείων του Τμήματος Αρχαιοτήτων, καθώς, επίσης, και πρόσθετοι χώροι, όπως αίθουσες εργαστηρίων κτλ. Σε ότι αφορά τη β’ φάση, το υπουργείο φαίνεται να προχωρεί στην υλοποίησή της, όταν το επιτρέψουν οι οικονομικές συνθήκες.
Για την ιστορία αναφέρουμε ότι το σημερινό Κυπριακό Μουσείο άρχισε να κτίζεται στα 1908 και αφιερώθηκε στη μνήμη της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτωρίας. Το Κυπριακό Μουσείο είναι ένα νεοκλασικό κτίριο, που σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Ν. Μπαλάνο, εταίρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών.
Επί προεδρίας Τάσσου Παπαδόπουλου ο τότε υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, ο αείμνηστος Πεύκιος Γεωργιάδης εξέταζε το ενδεχόμενο να αναθέσει τον σχεδιασμό του Μουσείου στον Καλατράβα.
Φωτογραφίες: Αρχιτεκτονικό Γραφείο Θεώνης Ξάνθη
Πηγή: gr.euronews.com με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δημοσιεύτηκε στις 30/05/2017
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire