Στέφανος Κωνσταντινίδης*
Η απόφαση της αμερικανικής εταιρείας
Εχχοn Mobil να αναστείλει τις γεωτρήσεις της στην κυπριακή ΑΟΖ
επικαλούμενη τα προβλήματα που προκαλεί σε αυτές τις δραστηριότητες η
επιδημία του κορωνοϊού είναι ένα πολύ σοβαρό χτύπημα για το κυπριακό
ενεργειακό πρόγραμμα. Οι υπόλοιπες εταιρείες θα ακολουθήσουν στη βάση
της ίδιας λογικής. Αν και επίσημα οι δραστηριότητες αυτές μεταφέρονται
για το 2021 ή και 2022, στην πραγματικότητα επικρατεί αβεβαιότητα για το
μέλλον του κυπριακού ενεργειακού προγράμματος. Και αυτό γιατί υπάρχει
ήδη κρίση στον ενεργειακό τομέα σε παγκόσμια κλίμακα. Η δε βαθιά ύφεση
που φαίνεται ότι θα ακολουθήσει την πανδημία θα δημιουργήσει ακόμη
μεγαλύτερα προβλήματα στις πετρελαϊκές εταιρείες. Η ρευστότητα τους θα
περιοριστεί και θα δέχονται την πίεση των τραπεζών για δομική
αναδιοργάνωση τους. Κάτι που σημαίνει ότι θα υποχρεωθούν να
εγκαταλείψουν τομείς δραστηριοτήτων τους που δεν θα είναι αποδοτικοί με
τις σημερινές χαμηλές τιμές τόσο του πετρελαίου όσο και του φυσικού
αερίου. Όσον αφορά δε τον τομέα των γεωτρήσεων υπάρχει ο φόβος να
επικεντρωθούν εκεί που υπολογίζεται ότι υπάρχουν μεγάλα εκμεταλλεύσιμα
κοιτάσματα. Αυτά τουλάχιστον υποστηρίζουν οι ειδικοί στον τομέα της
ενέργειας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι για την Κυπριακή Δημοκρατία πρόκειται για ένα σοβαρό πλήγμα. Πλήγμα της στρατηγικής της στο μέτρο που είχε επενδύσει πολιτικά, οικονομικά και γεωστρατηγικά στο ενεργειακό της πρόγραμμα. Ασφαλώς υπήρξαν καθυστερήσεις στο πρόγραμμα, είτε για πολιτικούς λόγους, είτε γιατί η διαχείριση του δεν έγινε με ορθολογικό τρόπο. Για πολιτικούς λόγους εξ αιτίας των ξένων πιέσεων και της ψευδαίσθησης ότι η καθυστέρηση υποβοηθούσε τις συνομιλίες για λύση. Ας μη ξεχνούμε όλους αυτούς και εντός και εκτός Κύπρου ήταν υπέρμαχοι της ολοκληρωτικής αναστολής του ενεργειακού προγράμματος μέχρι την λύση του Κυπριακού. Αν το πρόγραμμα ήταν σε πιο προχωρημένο στάδιο, ενδεχομένως να είχε και καλύτερες προοπτικές. Η ολιγωρία του παρελθόντος φαίνεται θα έχει σοβαρό κόστος.
Να μη ξεχνούμε δε ότι οι περιφερειακές συνεργασίες με την Αίγυπτο και το Ισραήλ αλλά και άλλες χώρες στηρίζονταν κατά κύριο λόγο στην ενεργειακή ασφάλεια και την περιφερειακή συνεργασία σε ενεργειακά θέματα. Τι μένει ή θα μείνει από όλα αυτά; Το ερώτημα για την ώρα δεν μπορεί να απαντηθεί.
Το βέβαιον όμως είναι ότι η Τουρκία δεν εγκαταλείπει την περιοχή. Οι εταιρείες φεύγουν από την κυπριακή ΑΟΖ αλλά η Τουρκία, σύμφωνα με τους προγραμματισμούς της, θα συνεχίσει τις έρευνες της παραβιάζοντας πάντα τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα τουρκικά γεωτρύπανα, παρά την πανδημία που πλήττει την χώρα θα εξακολουθήσουν τις εργασίες τους. Και δεν είναι το θέμα αν η Τουρκία θα πετύχει κάτι στον ενεργειακό τομέα από τις έρευνες της, κάτι μάλλον αμφίβολο, αλλά τα τετελεσμένα που δημιουργεί. Οι τουρκικές πειρατικές ενέργειες θα συνεχιστούν απ΄ό,τι φαίνεται αμείωτες. Ασφαλώς ο Ερντογάν διανύει μια δύσκολη περίοδο, ενώ υπάρχουν και φήμες όσον αφορά την κατάσταση της υγείας του που λέγεται ότι έχει χειροτερέψει τον τελευταίο καιρό. Η δε τουρκική οικονομία φαίνεται να περνά μια νέα κρίση εξ αιτίας και της πανδημίας, τα σχέδια του στη Συρία ανακόπηκαν από τη Μόσχα, ενώ και στη Λιβύη αντιμετωπίζει δυσκολίες. Η Ουάσινγκτον δεν πρόκειται μάλλον να του δώσει κάποια ουσιαστική στήριξη αυτή την στιγμή με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ίδια και λόγω της προεκλογικής περιόδου που διανύουν οι ΗΠΑ. Το ίδιο συμβαίνει ως ένα σημείο και με την Ευρώπη λόγω των δικών της προβλημάτων. Αυτό όμως τον κάνει ακόμη πιο επικίνδυνο για την Κύπρο και την Ελλάδα. Πιθανόν να θεωρεί ότι είναι ο αδύνατος κρίκος όπου μπορεί να συνεχίσει τις πειρατικές και προκλητικές του ενέργειες.
Δεν μπορεί επομένως να αποκλειστεί μια προσπάθεια του να εξαγάγει τη δική του κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και τον Έβρο. Σε μια τέτοια περίπτωση το ερώτημα είναι αν κάποιος στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ θα έχει τον χρόνο και τη διάθεση με τις παρούσες συνθήκες να ασχοληθεί με μια ελληνοτουρκική κρίση. Αυτό το σκηνικό μπορεί ο Ερντογάν να το θεωρεί και σαν πιθανό.
Είναι γι΄αυτό τον λόγο που Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να συντονιστούν για την αντιμετώπιση αυτής της τουρκικής προκλητικότητας και μιας πιθανής απέλπιδας προσπάθειας του Ερντογάν να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο. Κάτι τέτοιο βεβαίως θα μπορούσε να αποβεί μοιραίο κα για τον ίδιο αλλά οι διάδοχοι του δεν θα αλλάξουν την πολιτική του. Οι μεταβλητές της τουρκικής πολιτικής είναι σταθερές από το 1974 και μετά, ανεξάρτητα ποιος βρίσκεται στην εξουσία στην Άγκυρα.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!
* Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019.
* .E-mail stephanos.constantinides@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire