Σε μουσικούς ζευγαρωτούς δεκαπεντασύλλαβους, που θυμίζουν τη στιχουργική του Ερωτόκριτου,
ο ποιητής αφηγείται στο ποίημα τον αγώνα ενός νεαρού Κρητικού ναυαγού
να σώσει την αρραβωνιαστικιά του από τα νερά της άγριας θάλασσας. Ο
ποιητής εμπνέεται την ιστορία τους από τα γεγονότα της Επανάστασης στην
Κρήτη. Μετά την Επανάσταση το 1823-1824, για να σωθούν από την προέλαση
των Τούρκων, πολεμιστές και άμαχοι φεύγουν με πλοιάρια για τα Κύθηρα και
την Πελοπόννησο. Κοντά στις ακτές της Πελοποννήσου ναυαγούν. Μέσα στη
νύχτα και στη θύελλα, ο Κρητικός προσπαθεί να βγάλει την κόρη στη
στεριά. Ενώ παλεύει με τα κύματα εμφανίζεται μπροστά του μια οπτασία,
μια γυναικεία μορφή φεγγαρόλουστη, η φεγγαροντυμένη. Είναι η ψυχή της
νέας που έχει πεθάνει. Ο Κρητικός απιθώνει στο τέλος στον γιαλό το
πεθαμένο σώμα της και προβλέπει τη συνάντησή τους την ημέρα της
Ανάστασης των Νεκρών.
Ακόμη εβάστουνε η βροντή.........
Κι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
Σαν περιβόλι ευώδησε κι' εδέχτηκε όλα τ' άστρα
Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση,
Κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν' αφήσει.
Δεν είν' πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας
Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας,
Όμως κοντά στην κορασιά, που μ' έσφιξε κι' εχάρη,
Εσειόνταν τ' ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι
Και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει,
Κι' ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη.
Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.
Το Βήμα,
Ακόμη εβάστουνε η βροντή.........
Κι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει,
Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα,
Σαν περιβόλι ευώδησε κι' εδέχτηκε όλα τ' άστρα
Κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση,
Κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν' αφήσει.
Δεν είν' πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας
Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας,
Όμως κοντά στην κορασιά, που μ' έσφιξε κι' εχάρη,
Εσειόνταν τ' ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι
Και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει,
Κι' ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη.
Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.
(Από την έκδοση, Δ. Σολωμός, Κρητικός, επιμ. Στυλιανός Αλεξίου, Κίχλη, 2013)
Πολλοί μελετητές υποστήριξαν ότι το ποίημα αποτελεί μέρος ευρύτερης σύνθεσης, ο εκδότης του Σολωμού νεοελληνιστής Λίνος Πολίτης
υποστήριξε όμως ότι η αποσπασματικότητα του ποιήματος είναι
φαινομενική. Εξετάζεται ως αυτοτελές ποίημα που πραγματεύεται τα θέματα
του έρωτα και του θανάτου, της αγάπης για τον γενέθλιο τόπο και της
θρησκευτικής πίστης.Το Βήμα,
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire