ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

dimanche 1 avril 2018

Μετά τη σύνοδο της Βάρνας

Στέφανος Κωνσταντινίδης
Μετά τη Βάρνα









Η σύνοδος της Βάρνας δεν άλλαξε τα δεδομένα των ευρωτουρκικών σχέσεων, ούτε αυτά των ελληνοτουρκικών, ούτε αυτά της τουρκικής επιθετικότητας και των παραβιάσεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Έδειξε όμως ένα Ερντογάν διαφορετικό όταν διαπραγματεύεται για τα συμφέροντα της χώρας του από αυτόν, μαινόμενο ταύρο σε υαλοπωλείο, όταν απευθύνεται στο εσωτερικό του ακροατήριο. Υπάρχουν όμως κάποιες διαπιστώσεις που προκύπτουν από τη σύνοδο αυτή και που θα επισημανθούν στις γραμμές που ακολουθούν.
Όσον αφορά την Τουρκία επιβεβαιώνεται η προσήλωση και η εμμονή της στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό. Πρόκειται για μια διαχρονική πορεία που άρχισε με την ύστερη Οθωμανική Αυτοκρατορία, επιβεβαιώθηκε από την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1908 και επιβλήθηκε διά πυρός και σιδήρου από τον Μουσταφά Κεμάλ. Διαψεύδονται όσοι υποστήριξαν κατά καιρούς ότι με τον Ερντογάν και τους ισλαμιστές θα άλλαζε αυτή η πορεία. Η πορεία δεν αλλάζει για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική. Ούτε γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά αλλά ούτε και οικονομικά μπορεί να επιβιώσει η Τουρκία χωρίς την Ευρώπη και γενικότερα τη Δύση.
Οι τουρκικές ελίτ το γνωρίζουν αυτό πολύ καλά και γι' αυτό, παρά τις κατά καιρούς αντιευρωπαϊκές κορώνες που εκπέμπονται για λόγους εσωτερικής πολιτικής, η προσήλωση της Άγκυρας στην ευρωπαϊκή της πορεία παραμένει σταθερή και επιβεβαιώθηκε από τον Ερντογάν στη σύνοδο της Βάρνας, εκεί που κάποιοι πίστευαν ότι θα μπορούσε ακόμη και να βροντήξει την πόρτα και να φύγει.
Για την Άγκυρα, από γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σκοπιάς, η πρόσδεσή της στην Ευρώπη και γενικότερα τη Δύση, είναι μονόδρομος.
Η συμμαχία με την Ρωσία δεν εξασφαλίζει την ασφάλειά της, διότι, παρά τα πολλαπλά κοινά συμφέροντα, υποβόσκει πάντα και ένας έντονος γεωπολιτικός  ανταγωνισμός, μια σταθερά από την εποχή της ύστερης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός ο έντονος και πάντα υποβόσκων γεωπολιτικός ανταγωνισμός, υποχρεώνει την Άγκυρα να επιμένει mordicus στη σχέση της με την Ευρώπη. Πέραν του γεωπολιτικού όμως παράγοντα προστίθεται και η εξάρτηση της τουρκικής οικονομίας από την Ευρώπη, λόγω της επένδυσης στην Τουρκία σημαντικών ευρωπαϊκών κεφαλαίων, λόγω των ευρωτουρκικών εμπορικών σχέσεων και λόγω της συνεχούς ροής προς τη χώρα αυτή της ευρωπαϊκής οικονομικής βοήθειας. Όπως από γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σκοπιάς, το ίδιο και για την τουρκική οικονομία, δεν υπάρχει εναλλακτική πορεία μακράν της Ευρώπης. Οι προσπάθειες που έγιναν για την ανάπτυξη εναλλακτικών οιονομικών σχέσεων με τον αραβικό κόσμο-ειδικά τις χώρες του πετρελαίου- με την ψευδαίσθηση ότι θα μορούσαν να αντικαταστήσουν την ευρωπαϊκή οικονομική εξάρτηση, απέτυχαν παταγωδώς.
Συμπερασματικά οι τουρκικές ελίτ γνωρίζουν ότι η χώρα τους μόνο με τη στήριξη της Ευρώπης θα μπορέσει να διαδραματίσει ρόλο περιφερειακής δυναμης στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Από τη σκοπιά των Ευρωπαίων επίσης, η Τουρκία παραμένει ένας σημαντικός γεωπολιτικός και γεωστρατηγικός εταίρος που δεν πρόκειται να χαρίσουν στη Ρωσία. Το ίδιο ισχύει και για τις ΗΠΑ. Επιπλέον οι Ευρωπαίοι έχουν σημαντικά οικονομικά συμφέροντα στην Τουρκία. Μεγάλες επενδύσεις από τη μια και πωλήσεις όπλων και στρατιωτικού υλικού πολλών εκατομμυρίων κάθε χρόνο από την άλλη. Βεβαίως όμως με κανένα τρόπο δεν είναι διατεθειμένοι να την εντάξουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρώτον διότι λόγω του μεγέθους της θα αλλάξει τις εσωτερικές ισορροπίες της Ένωσης και κατά δεύτερο λόγο είναι ανεπιθύμητη από τους λαούς των χωρών τους. Είναι γι΄αυτό που της προσφέρουν ειδική σχέση και δισεκατομμύρια ως βοήθεια. Για τον ίδιο λόγο ανέχονται-πλην επιδερμικών αντιδράσεων- την επεκτατική νεο-οθωμανική πολιτική της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο. Για τον ίδιο λόγο δεν έχουν αντίρρηση για μια λύση στο Κυπριακό που θα ευνοεί τα τουρκικά συμφέροντα. Προπάντων που η Λευκωσία δεν έχει διεκδικητική πολιτική  και είναι πρόθυμη να δεχτεί λύση τουρκικών προδιαγραφών.
Υπό τις περιστάσεις, επιστροφή σε συνομιλίες θα σημαίνει αποδοχή των τουρκικών όρων διαπραγμάτευσης και λύσης. Καθώς μάλιστα ο Ερντογάν εισέρχεται σε μια δύσκολη προεκλογική περίοδο, θα ανεβάζει συνεχώς τους τόνους και τις απαιτήσεις του. Αποτελεί ψευδαίσθηση ότι η Τουρκία θα εγκαταλείψει τις επεκτατικές επιδιώξεις της και την προσπάθεια ελέγχου ολόκληρης της Κύπρου αν τις εκχωρηθούν κυριαρχικά δικαιώματα και παραχώρηση μεριδίου στο κυπριακό  φυσικό αέριο και την κυπριακή ΑΟΖ. Κάθε φορά που γίνονται παραχωρήσεις η Τουρκία αποθρασύνεται και ζητά περισσότερα. Πρόκειται για τη χρεοκοπία της γνωστής πολιτικής του δούναι από την ελληνική ε πλευρά χωρίς λαβείν από τουρκικής πλευράς. Που σημαίνει χρεοκοπία της πολιτικής της πεπατημένης και των φοβικών συνδρόμων που ακολουθεί η Λευκωσία.
Τίθεται συνεχώς το ερώτημα της εναλλακτικής πορείας σε σχέση με αυτή της παράδοσης στην Τουρκία που ακολουθείται. Εναλλακτική πορεία σημαίνει εναλλακτική πολιτική πρόταση που έπρεπε να υπάρχει και που δυστυχώς δεν υπάρχει. Είναι καιρός να γίνει επεξεργασία μιας τέτοιας πρότασης που να λαμβάνει υπόψη τις δυνατότητες που διαθέτει η Κύπρος και η Ελλάδα και που είναι σημαντικές. Για παράδειγμα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο η Λευκωσία αρκείται σε γενικόλογες διακηρύξεις την ίδια ώρα που προχωρεί με την ανοχή της η αναβάθμιση της τελωνειακής ένωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας. Αυτή η αναβάθμιση θα οδηγήσει πρακτικά σε μια ειδική σχέση από την οποία η Τουρκία  θα επωφελείται δισεκατομμυρίων. Στη Λευκωσία φαίνεται να μη αντιλαμβάνονται την εξάρτηση που έχει η τουρκική οικονομία από την Ευρώπη. Υπάρχουν πολλαπλά άλλα στοιχεία που θα μπορούσαν να ήταν μέρος μιας εναλλακτικής πρότασης και μιας εναλλακτικής πορείας, όπως πρωτοβουλίες ανάδειξης των γεωστρατηγικών πλεονεκτημάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είμαστε σ' ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Είτε θα ακολουθηθεί η πολιτική της υποταγής και της ικανοποίησης των τουρκικών ορέξεων, είτε θα αξιοποιήσουμε όλες τις άλλες δυνατότητες που μας προσφέρονται για να υπάρξει ένα κανονικό κυπριακό κράτος.

*Πανεπιστημιακός, διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Ερευνών Καναδά-ΚΕΕΚ και μέχρι πρόσφατα  επιστημονικός συνεργάτης του ΕΔΙΑΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
 stephanos.constantinides@gmail.com

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire