Οι γαλλικές εκλογές σηματοδοτούν τεκτονικές κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις, που φαίνεται να μην αφορούν μόνο τη Γαλλία αλλά την Ευρώπη και ακόμη ευρύτερα τη Δύση. Καθώς η Γαλλία ήταν πάντα ένα κοινωνικό πειραματικό εργαστήριο, είναι πολύ πιθανόν αυτές οι εκλογές να δείχνουν τον δρόμο που θα ακολουθήσει κάποια στιγμή και η υπόλοιπη Ευρώπη και γενικότερα ο δυτικός κόσμος. Από τη χώρα αυτή ξεκινούν, από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, πολλαπλά και σημαντικά ιδεολογικά ρεύματα, πολλαπλά κοινωνικά κινήματα που καθορίζουν τη διαδρομή, εν πολλοίς, ολόκληρης της Δύσης. Στις εκλογές της περασμένης Κυριακής το παλιό γαλλικό πολιτικό σύστημα κατέρρευσε επί της ουσίας και φαίνεται να έχει κλείσει τον κύκλο του.
Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες των γκωλικών, των σοσιαλιστών και των κομμουνιστών που κυβέρνησαν τη χώρα για δεκαετίες εξαφανίστηκαν. Οι τρεις μαζί δεν συγκεντρώνουν περισσότερο από 7%. Η κρίση του συστήματος είχε βέβαια ξεκινήσει ήδη από τις προηγούμενες προεδρικές εκλογές με την κατάρρευση γκωλικών και σοσιαλιστών και την ανάδειξη μέσα από αυτά τα πολιτικά ερείπια ενός τραπεζίτη, του Εμμανουέλ Μακρόν, που υποσχόταν μια νέα εποχή για τη Γαλλία. Οι μεταρρυθμίσεις όμως του Μακρόν έγιναν προς όφελος των προνομιούχων και συνάντησαν μεγάλη κοινωνική αντίδραση. Πολλοί θα θυμούνται τα «Κίτρινα Γιλέκα». Με τη φτωχοποίηση μεγάλων στρωμάτων του γαλλικού πληθυσμού, η οποία φτάνει στα όριά της με την ακρίβεια που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, και ελλείψει μιας Αριστεράς που θα μπορούσε να προσφέρει μια εναλλακτική λύση, αναδείχτηκε το αντισυστημικό υπόγειο ρεύμα που εκφράστηκε από την Άκρα Δεξιά, κυρίως τη Μαρίν Λεπέν και κατά δεύτερο λόγο τον Ερίκ Ζεμούρ. Ένα ρεύμα που πλησιάζει το 35% στις εκλογές του πρώτου γύρου. Στον χώρο της Αριστεράς αναδείχτηκε το Κίνημα του Ζαν Λικ Μελανσόν (γύρω στο 22%), κίνημα επίσης αντισυστημικό που μαζί με το αντίστοιχο ακροδεξιό αποτελούν την πλειοψηφική έκφραση του γαλλικού εκλογικού σώματος.
Εκτός ατυχήματος ο Μακρόν (γύρω στα 28%) θα κερδίσει και αυτές τις εκλογές με τη χρήση του μπαμπούλα της Ακροδεξιάς και δεδομένου ότι ο Μελανσόν ζήτησε από το 20% που τον στήριξε να μην πάει ούτε μία ψήφος στην ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν. Το ερώτημα πάντως που τίθεται και δεδομένου ότι αυτήν τη φορά η επανεκλογή Μακρόν δεν θα είναι περίπατος όπως την προηγούμενη φορά, είναι για πόσο η γαλλική κοινωνία θα απορρίπτει τον ακροδεξιό αντισυστημισμό τον οποίον σταδιακά συνηθίζει. Η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία στις ΗΠΑ δείχνει ίσως τον αναπόφευκτο δρόμο που θα ακολουθήσει κα η Γαλλία και πιθανόν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες αν δεν υπάρξει κάποια βιώσιμη εναλλακτική πρόταση που να προέρχεται από μια νέα αναγεννημένη Αριστερά.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η αμερικανική αποικιοποίηση της Ευρώπης είναι σίγουρο ότι δημιουργεί ρωγμές τόσο στην κοινωνία όσο και στα ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα. Αυτό είναι καθαρό στην περίπτωση της Γερμανίας όπου η εκεί πολιτική ηγεσία τρέμει τις πιθανές ανατροπές που θα μπορούσε να προκαλέσει η επί θύραις οικονομική κρίση με την ακρίβεια, την ύφεση και τον πληθωρισμό. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που η Γερμανία αντιστέκεται ακόμη στις αφόρητες αμερικανικές πιέσεις να επιβάλει εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και στη συνέχεια στο ρωσικό φυσικό αέριο. Οι Αμερικανοί δεν τιμωρούν μόνο τη Ρωσία με τις εξουθενωτικές κυρώσεις που της επιβάλλουν, αλλά και την ίδια την Ευρώπη. Σπρώχνουν στη δημιουργία αντισυστημικών κοινωνικών και πολιτικών ρευμάτων, τα οποία κάποια στιγμή είναι πιθανόν να αποσταθεροποιήσουν την Ευρώπη. Είναι μάλιστα αμφίβολο αν η μυωπική πολιτική που ακολουθεί ο Μπάιντεν θα ωφελήσει και την ίδια την Αμερική, όταν βλέπει κανείς τη θεαματική άνοδο του πληθωρισμού στη χώρα αυτή. Οι εκλογές του Κογκρέσου του προσεχούς φθινοπώρου θα είναι κομβικό σημείο για τις ΗΠΑ. Αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις και τις κερδίσουν οι Ρεπουμπλικάνοι, ο Μπάιντεν θα έχει αυτοπαγιδευτεί και τα επόμενα χρόνια της θητείας του δεν θα είναι σε θέση να λάβει σοβαρές αποφάσεις. Θα ανοίξει έτσι ξανά τον δρόμο στον Τραμπ ή σε κάποιον άλλο με τις ίδιες ιδέες.
Με λίγα λόγια οι εκλογές στη Γαλλία αναδεικνύουν την κρίση και την παρακμή της Δύσης σε μια στιγμή που εδραιώνεται η Κίνα και ο ασιατικός πυλώνας του διεθνούς συστήματος. Αν ο Μπάιντεν και το αμερικανικό κατεστημένο έβλεπαν λίγο πιο καθαρά τον κόσμο θα είχαν επιδιώξει ένα συμβιβασμό με τη Ρωσία και δεν θα την οδηγούσαν, όπως φαίνεται να το κάνουν αυτή τη στιγμή, στην αγκαλιά της Κίνας. Διότι ο μεγάλος κερδισμένος της σημερινής αμερικανικής πολιτικής θα είναι η Κίνα.
Στα καθ’ ημάς, είναι φυσικό να νιώθουμε την ανάσα και την επίδραση των γαλλικών εκλογών. Στην Αθήνα φαίνεται να έχει τσαλακωθεί η αλαζονεία της εξουσίας που διακατείχε ώς τώρα τον Μητσοτάκη, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με τα καυτά προβλήματα της χώρας, πολύ πιο έντονα από αυτά της Γαλλίας. Εκείνο όμως που έχει σημασία δεν είναι το πολιτικό μέλλον του σημερινού πρωθυπουργού ή του κόμματός του αλλά το μέλλον της χώρας με τη συνεχή αναβάθμιση της Τουρκίας. Στην Αθήνα θα έπρεπε να ανησυχούν από το γεγονός ότι η Άγκυρα πέτυχε μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα να ομαλοποιήσει σχεδόν τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τα Αραβικά Εμιράτα. Η ομαλοποίηση προχωρεί ακόμη και με την Αίγυπτο, της οποίας ο υπουργός Εξωτερικών Σάμεχ Σούκρι θα επισκεφτεί σύντομα την Άγκυρα. Δύο δε σημαντικοί υπουργοί του Ερντογάν, πυλώνες του καθεστώτος του, ο Τσαβούσογλου, υπουργός Εξωτερικών και ο Ακάρ, υπουργός Άμυνας, θα επισκεφτούν το Ισραήλ. Και φυσικά δεν θα το επισκεφτούν για τουρισμό. Απέναντι σε μια ολοένα αναβαθμιζόμενη Τουρκία, η Αθήνα μονοδιάστατα παραμένει δεμένη στο αμερικανικό άρμα. Και μπορεί μεν να πιστεύουν κάποιοι στην Αθήνα ότι έχουν επιλέξει τη «σωστή» πλευρά της Ιστορίας, αλλά καμιά φορά η κατά Χέγκελ πανουργία της παίζει παιχνίδια, αντιστρέφει τα πράγματα και άλλοι βρίσκονται με τη «σωστή» πλευρά της.
Στη Λευκωσία βέβαια παρακολουθούν σχεδόν αδιάφοροι το τρένο να απομακρύνεται και ασχολούνται με τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης-ΜΟΕ και τις προεδρικές εκλογές. Οι τελευταίες μάλιστα ανάγονται σε παγκόσμιο φαινόμενο πολιτικής κλωνοποίησης των δύο πολιτικών γόνων του Αναστασιάδη και για το ποιος από τους δύο θα συνεχίσει καλύτερα τα επόμενα χρόνια τη δική του «σωτήρια» πορεία. Βεβαίως όλοι θα μιλούν για «αλλαγή».
Συντελούνται ταχύρρυθμες και κοσμογονικές αλλαγές στο διεθνές σύστημα αλλά και στη δική μας γειτονιά, αναδύονται νέες ισορροπίες και νέα γεωπολιτικά δεδομένα που δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν ούτε στην Αθήνα ούτε στη Λευκωσία. Γι’ αυτό ίσως και η επόμενη μέρα θα μας βρει απροετοίμαστους και ανέτοιμους να αντιμετωπίσουμε τις νέες προκλήσεις. Προπάντων αν μας εγκαταλείψει και η «σωστή» πλευρά της Ιστορίας.
*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας της μυθιστορηματικής τριλογίας ΝΟΜΑΔΑΣ, Αθήνα, Εκδόσεις Βακχικόν, 2017-2019. Τώρα κυκλοφορεί και το νέο του μυθιστόρημα, ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΩΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ/ΣΤΟ ΥΦΑΝΤΟ ΤΟΥ '21, από τον ίδιο εκδοτικό οίκο.