Οι μεγάλες γεωπολιτικές ανακατατάξεις των τελευταίων χρόνων, οι δύο μεγάλοι πόλεμοι, αυτός της Ουκρανίας και αυτός της Γάζας, αλλά και δεκάδες άλλες συγκρούσεις και τοπικοί πόλεμοι, εμφύλιοι ή όχι σε πολλά σημεία του πλανήτη, έχουν μετατρέψει την παγκόσμια οικονομία σε αυτό που πολλοί αποκαλούν οικονομία του πολέμου. Μολονότι βέβαια και στο παρελθόν,ο Ψυχρός Πόλεμος και πολλοί τοπικοί πόλεμοι, υποχρέωναν τις οικονομίες των μεγάλων χωρών να στρατιωτικοποιούνται εν μέρει, με τις τεράστιες πολεμικές δαπάνες. Οι δαπάνες άλλωστε αυτές ήταν επίσης αναγκαίες για να κρατηθούν οι γεωπολιτικές ισορροπίες. Στις μέρες μας όμως, μεγάλες οικονομίες όπως αυτές των ΗΠΑ, Ρωσίας και ευρωπαϊκών χωρών μετατρέπονται σταδιακά σε οικονομίες πολέμου.

Τεράστια ποσά, δισεκατομμύρια, ξοδεύονται για την παραγωγή πολεμικού υλικού που χρειάζεται αφενός για τους πολέμους αλλά και για την ανανέωση των αποθεμάτων οπλισμού που εξαντλούνται με ραγδαίους ρυθμούς. Στον πόλεμο της Ουκρανίας για παράδειγμα, οι ευρωπαϊκές χώρες έδωσαν μεγάλα αποθέματα του πολεμικού τους υλικού σε αυτή τη χώρα και τώρα είναι υποχρεωμένες να τα ανανεώσουν. Οι περισσότερες από αυτές, αν όχι όλες, δεν είναι σε θέση να παράγουν οι ίδιες όλα τα αποθέματα που έχουν ανάγκη. Με αποτέλεσμα να είναι υποχρεωμένες να απευθυνθούν στην αμερικανική στρατιωτική βιομηχανία για μεγάλο μέρος των προμηθειών τους. Την ίδια ώρα οι ΗΠΑ ξόδεψαν επίσης τεράστια αποθέματα πολεμικού υλικού, μεγάλο μέρος του οποίου ήταν ήδη απαρχαιωμένο, και τώρα οι πολεμικές  τους βιομηχανίες παράγουν νέο υλικό, οπλικά συστήματα τελευταίας γενιάς, τόσο για εξαγωγή όσο και για τις αμερικανικές ανάγκες. Αλλά ακόμη και οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να δώσουν νέα πνοή στις δικές τους πολεμικές βιομηχανίες.

Την ίδια ώρα η ρωσική οικονομία, που ένα μεγάλο τμήμα της ήταν πάντοτε συνδεδεμένο με την στρατιωτική παραγωγή, υποχρεώνεται σήμερα να στρατιωτικοποιηθεί ακόμη περισσότερο.

Άλλες χώρες όπως η Κίνα αλλά και μικρότερες όπως το Ιράν ή η Βόρεια Κορέα υποχρεώνονται επίσης να στρατιωτικοποιούν ακόμη περισσότερο την οικονομία τους.

Βρισκόμαστε λοιπόν ενώπιον μιας παγκόσμιας οικονομίας που όλο και περισσότερο στρατιωτικοποιείται. Οι περισσότερες χώρες του κόσμου, ακόμη και οι πιο φτωχές ξοδεύουν τεράστια ποσά σε υποτιθέμενες αμυντικές δαπάνες, αλλά που στην ουσία είναι ενίσχυση των στρατιωτικο-βιομηχανικών συμπλεγμάτων των πλούσιων χωρών. Λίγη αμφιβολία υπάρχει ότι ο μεγάλος κερδισμένος αυτής της στρατιωτικοποίησης της οικονομίας είναι οι ΗΠΑ. Το στρατιωτικο-βιομηχανικό αμερικανικό σύμπλεγμα ήταν πάντα πανίσχυρο και προκαλούσε με τις επεμβάσεις του τον φόβο επιφανών πολιτικών προσώπων όπως ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ, που αν και προερχόταν και ο ίδιος από τον στρατό, έμεινε γνωστός για την ρήση του που προειδοποιούσε να μη γίνει ανεξέλεγκτο αυτό το σύμπλεγμα. «Δεν πρέπει,είπε, να επιτρέψουμε στο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα να αποκτήσει αθέμιτη επιρροή στην κυβέρνηση…Δεν πρέπει ποτέ να του  επιτρέψουμε να απειλήσει τις ελευθερίες μας ή τις δημοκρατικές διαδικασίες».

Φυσικά δεν είναι μόνο η καθεαυτό παραγωγή στρατιωτικού υλικού αλλά και η στρατιωτικοποίηση γενικότερα της τεχνογνωσίας που τίθεται συνολικά στην υπηρεσία της πολεμικής βιομηχανίας.

Αποτέλεσμα όλων αυτών των τεράστιων μεταβολών στον τομέα της παραγωγής είναι να ελαττώνονται οι δαπάνες σε άλλους τομείς, ζωτικούς για την ανάπτυξη και την ευημερία του ανθρωπίνου γένους. Κάπως έτσι έχουμε τεράστιες περικοπές σε ζωτικούς χώρους όπως αυτοί της υγείας, της παιδείας, του πολιτισμού γενικότερα και της προστασίας  του περιβάλλοντος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικονομία του πολέμου οδηγεί την ανθρωπότητα και τον πλανήτη στο δρόμο της καταστροφής. Προπάντων αν λάβει κανείς υπόψη ότι με την τεχνολογία στην υπηρεσία του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος θα παράγονται όλο και πιο εξελιγμένα όπλα που θα απειλούν την ίδια την ύπαρξη της ανθρωπότητας ενώ μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού θα υποφέρουν από τις κοινωνικές ανισότητες και την έλλειψη ικανοποιητικής παιδείας και ιατρικής περίθαλψης.

Συμπερασματικά η νέα οικονομία που γεννιέται, η οικονομία του πολέμου, θα είναι μια διαρκής απειλή για την ανθρωπότητα η οποία θα ζει με την αβεβαιότητα και σε συνθήκες φτωχοποίησης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, ακόμη και στις χώρες της Δύσης, αλλά και με καταστροφικές συνέπειες που θα προκύψουν  ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.

Να σημειωθεί εδώ και η τεράστια ανάπτυξη της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας. Τη στιγμή που η Ελλάδα δεν παράγει ούτε σφαίρες και αγοράζει τα πάντα στο σούπερμαρκετ, η Τουρκία καλύπτει το 70% των αμυντικών της αναγκών με τη δική της πολεμική βιομηχανία. Την ίδια ώρα εξάγει όπλα σε όλο τον κόσμο, από τη Χιλή στη Νότια Αμερική μέχρι την Ινδονησία στην Ασία και την Ουκρανία στην Ευρώπη. Προμηθεύει δε διάφορα οπλικά συστήματα σε χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Άπω Ανατολής, αλλά ακόμη και σε χώρες του ΝΑΤΟ. Σήμερα η Τουρκία είναι ο 12ος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών Ειρήνης της Στοκχόλμης (SIPRI).

Η Σαουδική Αραβία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής τουρκικού στρατιωτικού εξοπλισμού. Χώρες όπως το Κατάρ, το Ομάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι επίσης κορυφαίοι πελάτες των προϊόντων της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας την οποία χρηματοδοτούν με δισεκατομμύρια.

Το περιοδικό Defense News στο τελευταίο του τεύχος (του  Αυγούστου) απαριθμεί τις 100 κορυφαίες αμυντικές εταιρείες στον κόσμο ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται και 5 τουρκικές.

Όλα αυτά επιτρέπουν στην Τουρκία να ακολουθεί μια ανεξάρτητη πολιτική, να προμηθεύει με ντρόουνς την Ουκρανία αλλά να διατηρεί και καλές σχέσεις με τη Ρωσία, να ανήκει και στο ΝΑΤΟ, να την χαϊδεύουν οι Αμερικανοί αλλά και να μη εφαρμόζει τις κυρώσεις εναντίον της Μόσχας. Ελλάδα και Κύπρος, βεβαίως  πάντα στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας»!

Φυσικά δεν είναι όλα ρόδινα με την τουρκική πολεμική βιομηχανία. Για παράδειγμα τα προϊόντα υψηλής τεχνολογίας αποτελούν σχετικά χαμηλό μερίδιο των τουρκικών εξαγωγών. Πάνω από το ήμισυ της ακαθάριστης αξίας που παράγεται από την  τουρκική αμυντική βιομηχανία προέρχεται από προϊόντα χαμηλής και μεσαίας τεχνολογίας.

Υπάρχουν ασφαλώς και άλλες αδυναμίες που δεν μπορούν να εκτεθούν εδώ λόγω χώρου, αλλά η ουσία είναι ότι η Τουρκία έχει πλέον μπει στον χάρτη των διεθνών εξοπλισμών και προχωρεί σε συνεχή αναβάθμιση των προϊόντων της, ιδίως με την παραγωγή υποβρυχίων αλλά και με τη φιλοδοξία να παράγει μια μέρα πολεμικά αεροσκάφη. Οι πολιτικοί αναλυτές στην Ελλάδα και την Κύπρο που υποτιμούν την Τουρκία και τα επιτεύγματα της, αλλά και οι πολιτικές ελίτ που υπνώττουν, θα ξυπνήσουν μια μέρα με πολλές εκπλήξεις.

*Πανεπιστημιακός, συγγραφέας, ποιητής.   stephanos.constantinides@gmail.com