Τζον Κυριάκου: Ο φάκελος «17 Νοέμβρη» δεν θα μπει στο αρχείο
Ηταν λίγο μετά τις 12 το μεσημέρι όταν
χτύπησα το κουδούνι του σπιτιού του Τζον Κυριάκου. Οι Αμερικανοί
γιόρταζαν εκείνες τις μέρες το Halloween (κάτι σαν τις δικές μας
Απόκριες) και η είσοδος της διώροφης μονοκατοικίας του σε ένα προάστιο
της Ουάσιγκτον, ήταν διακοσμημένη με μάγισσες, κολοκύθες και τούλια. Μου
άνοιξε την πόρτα φορώντας τζιν, μακό, αθλητικές κάλτσες και κρατώντας
ένα φλιτζάνι γαλλικό καφέ. Με καλωσόρισε με έναν ενθουσιασμό
χαρακτηριστικό πολλών Αμερικανών. Τίποτα στον τρόπο ή την εμφάνισή του
δεν πρόδιδε πως ο άνθρωπος αυτός είχε για μια δεκαετία διπλή ζωή σαν
πράκτορας της CIA.
«Συγχώρεσέ με για τον χαμό» μου είπε, καθώς περνούσαμε ανάμεσα από κούτες για να μπούμε στο εσωτερικό του σπιτιού. Είχε μόλις επιστρέψει με την οικογένειά του στο ιδιόκτητο σπίτι τους. Εχοντας περάσει ένα χρόνο στη φυλακή και χωρίς σταθερή δουλειά, είχαν αναγκαστεί να μετακομίσουν για ένα διάστημα σε ένα πολύ μικρότερο διαμέρισμα. «Επρεπε να νοικιάσουμε το σπίτι μας για να μην το χάσουμε. Ακόμα και τα έπιπλά μας αναγκαστήκαμε να πουλήσουμε για να πληρώσουμε τους δικηγόρους».
Η «εφιαλτική» γι’ αυτούς περίοδος, όπως την περιγράφει, ξεκίνησε το 2012, όταν κατηγορήθηκε πως είχε δώσει το όνομα ενός μυστικού πράκτορα σε δύο δημοσιογράφους. Ο ίδιος είναι βέβαιος πως αυτό ήταν μια δικαιολογία και πως η καταδίκη του ήταν στην πραγματικότητα η τιμωρία για το ότι μίλησε δημόσια για τον εικονικό πνιγμό, την άγρια μέθοδο βασανισμού της CIA. «Πλήρωσα υψηλό τίμημα, αλλά δεν το μετανιώνω. Ξέρετε, κάποιος έπρεπε να πει κάτι. Μας αρέσει (στους Αμερικανούς) να λέμε πως είμαστε φάροι φωτός και ελπίδας και σεβασμού για τα δικαιώματα του ανθρώπου, κάτι το οποίο απλώς δεν αληθεύει».
Στο πάγκο της κουζίνας έχει συγκεντρώσει διάφορα αναμνηστικά από τα 14 χρόνια του στη CIA. Βραβεία και παράσημα από επικίνδυνες αποστολές στη Μέση Ανατολή αλλά και στην Ελλάδα, αποδείξεις μιας μακράς και επιτυχημένης καριέρας. «Με όλη αυτή την ιστορία προσπάθησαν να με καταστρέψουν, να διαγράψουν όλα όσα έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια, δεν θα τους κάνω το χατίρι». Ξεχωρίζει ένα από τα μετάλλια και μου το δείχνει. «Αυτό είναι από τα φιλαράκια μου στην ΕΥΠ. Είχαμε μια ξεχωριστή συνεργασία».
Εβαλε παπούτσια και ένα μπουφάν και μπήκαμε στο αυτοκίνητο για να πάμε στο αγαπημένο του εστιατόριο. «Θα σε πάω εκεί όπου πήγα για το τελευταίο γεύμα πριν μπω φυλακή. Το καλύτερο σουβλάκι στην Ουάσιγκτον! Οταν αποφυλακίστηκα, αυτό ονειρευόμουν να φάω, αλλά ήμουν για μήνες σε κατ’ οίκον περιορισμό, οπότε η καημένη η γυναίκα μου οδήγησε στην άκρη της πόλης για να μου το φέρει!».
Σπίτι ελληνικό
Μόλις φτάσαμε στο εστιατόριο κοίταξε να δει ποιοι από τους Ελληνοαμερικανούς φίλους του ήταν στο μαγαζί. Ο ίδιος αλλά και οι γονείς του γεννήθηκαν στην Πενσιλβάνια αλλά είχαν καταγωγή από τη Ρόδο. Τον ρωτάω για τη σχέση του με την Ελλάδα και προς έκπληξή μου, απαντάει στα ελληνικά. «Μεγάλωσα σε ένα σπίτι ελληνικό, Ελλάδα 24 ώρες το 24ωρο, είχαμε πανηγύρια, την κουζίνα, τη γλώσσα, αν και εγώ έμαθα να μιλάω στην καθαρεύουσα και έχω φάει... πολύ δούλεμα». Την πρώτη φορά που ήρθε στην Ελλάδα ήταν για διακοπές με τρένο μέσω Γιουγκοσλαβίας. Περνώντας τα σύνορα, μια κοπέλα τον καλωσόρισε στο «σπίτι του» και εκείνος συγκινήθηκε. «Ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνη τη φράση, έκτοτε στόχος μου ήταν πάντα αυτός: να επιστρέψω στην Ελλάδα».
Στην υπηρεσία μπήκε σε ηλικία 22 χρόνων. Ενας καθηγητής που λειτουργούσε ως μυστικός πράκτορας στο πανεπιστήμιο όπου σπούδαζε, τον ξεχώρισε και ένα απόγευμα τον ρώτησε εάν θα τον ενδιέφερε να στρατολογηθεί. «Γιατί όχι;» απάντησε εκείνος χωρίς να το πολυσκεφθεί και η ζωή του άλλαξε. Πέρασε από εκπαίδευση «σαν αυτά που βλέπουμε στις ταινίες» και ξεκίνησε να δουλεύει αρχικά ως αναλυτής. Ηταν τυχερός γιατί το πρώτο του πόστο ήταν μια ανάλυση για τον Περσικό Κόλπο και όταν εννέα μήνες μετά, ο Σαντάμ κατέλαβε το Κουβέιτ, εκείνος βρέθηκε ξαφνικά σε συσκέψεις με υψηλόβαθμα στελέχη της υπηρεσίας στον Λευκό Οίκο.
Είχε ιδιαίτερα γρήγορη εξέλιξη και σύντομα κατάλαβε πως έπρεπε να βρει συμμάχους στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της CIA. Ετσι, στράφηκε στο ελληνοαμερικανικό λόμπι της υπηρεσίας. «Οι Ελληνοαμερικανοί “κολλάνε” μεταξύ τους περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εθνικότητα στην υπηρεσία. Είχαμε ένα προκαθορισμένο ραντεβού για μεσημεριανό μία φορά τον μήνα. Ολα τα χρόνια πήγαινα εκεί για συμβουλές και καθοδήγηση».
Πληροφοριοδότης έλεγε ότι αρχηγός ήταν ο... Κουστό
Οταν κάποια στιγμή έμαθε πως δημιουργείται μια εξειδικευμένη θέση στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ελλάδα, ζήτησε από τους παλαιότερους του ισχυρού ελληνοαμερικανικού λόμπι της υπηρεσίας να πουν μια καλή κουβέντα. Πέρασε από μια δύσκολη διαδικασία επιλογής αλλά μετά έπρεπε να πάρει και το τελικό «πράσινο φως» από την τότε σύζυγό του. «Θεωρούσα πως δεν θα άντεχε άλλο ένα πόστο στο εξωτερικό (μόλις είχαν επιστρέψει από το Μπαχρέιν). Αλλά έχοντας και εκείνη ελληνική καταγωγή, μόλις το άκουσε ενθουσιάστηκε – γύρισα σπίτι και τη βρήκα να έχει πακετάρει! “Τρελάθηκες;” της είπα, “σε ένα χρόνο θα πάμε!”».
Στην Αθήνα έφτασε στις 8 Αυγούστου του 1998. Στις 9 του μηνός είχε πιάσει δουλειά. «Με έριξαν κατευθείαν στα βαθιά» θυμάται. Τον προηγούμενο χρόνο η Ελλάδα είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και πλέον τα εγχώρια θέματα τρομοκρατίας ήταν και πρόβλημα των Αμερικανών. «Μην ξεχνάτε εκείνη την περίοδο η Ελλάδα ήταν σταυροδρόμι τρομοκρατών από τη Mέση Aνατολή και βέβαια τα μέλη της 17Ν κυκλοφορούσαν ελεύθερα», εξηγεί. Εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια δαπανήθηκαν από τις ΗΠΑ για την τρομοκρατία. Σε τεχνολογικό εξοπλισμό αλλά κυρίως σε «καλλιέργεια πηγών». Ο Κυριάκου έχει στρατολογήσει πέντε πράκτορες και έχει ταξιδέψει σε πάρα πολλές χώρες προσπαθώντας να βρει οποιοδήποτε νέο στοιχείο –ή να αξιολογήσει εκ νέου κάποιο παλιό– από τους απόρρητους φακέλους της 17Ν.
«Υπάρχουν πολλά που με σόκαραν όταν διάβασα για πρώτη φορά τους φακέλους αυτούς». Κάνει μια παύση. Είναι η πρώτη φορά σε όλη μας τη συζήτηση που μοιάζει να ψάχνει τα λόγια του. «Οπως ξέρεις, βρήκα τον μπελά μου με τη CIA και πρέπει να είμαι ιδιαίτερα προσεκτικός στο τι λέω. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως με εξέπληξε το βάθος στο οποίο έφταναν οι φάκελοι, όταν οι πληροφορίες έδειχναν προς μια ενδεχόμενη θεωρία συνωμοσίας. Και υπήρχε τότε η αίσθηση πως κάποιοι πολιτικοί μπορεί να γνώριζαν πολλά περισσότερα από όσα ήταν διατεθειμένοι να πουν για τη σύσταση της “17 Νοέμβρη” και για τη δράση της. Και απλά δεν μιλούσαν».
Αλλάζει το θέμα και μου λέει την ιστορία ενός πληροφοριοδότη που ισχυριζόταν πως ο αρχηγός της 17Ν ήταν ο... Ζακ-Ιβ Κουστό. «Βέβαια, πέρα από την πλάκα και εμείς όλα αυτά τα χρόνια έχουμε ερευνήσει τους πιο... απίθανους υπόπτους ως μέλη της οργάνωσης. Από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Ιωσήφ Βαλυράκη μέχρι τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό. Από καθαρή απελπισία... Εάν ρωτούσατε τη CIA, πόσους υποπτεύεται ως μέλη της 17Ν, θα μπορούσαν να σας είχαν δώσει και 5.000, 10.000 ονόματα. Ολοι ήταν ύποπτοι».
«Το είδες αυτό; Μιλούν για σένα στην προκήρυξη, φεύγεις σήμερα»
Από την πρεσβεία στην Αθήνα έφυγε το μεσημέρι της 13ης Δεκεμβρίου του 2000, λίγες ώρες αφού δημοσιεύθηκε η προκήρυξη της δολοφονίας του Στίβεν Σόντερς. «Με τον Στίβεν γνωριζόμασταν, ήμασταν γείτονες στην Κηφισιά. Θυμάμαι λίγες εβδομάδες πριν από τη δολοφονία του, ήμασταν σε ένα κοκτέιλ πάρτι και με κορόιδευε για το καινούργιο μου αμάξι, μια πλήρως θωρακισμένη ΒΜW 540. Σχολίαζε πως εμείς οι Αμερικανοί, είμαστε παρανοϊκοί. “Γιατί φοβάστε; Είμαστε σε χώρα της Ε.Ε., σε χώρα του ΝΑΤΟ” μου έλεγε. Και εγώ του είχα πει πως ζει σε έναν φανταστικό κόσμο. “Εάν νομίζεις ότι επειδή εδώ έχει φοίνικες και ωραίες παραλίες δεν θα σας σκοτώσουν, κάνεις λάθος, εάν τους δοθεί η ευκαιρία θα σας σκοτώσουν”».
Θυμάται πως όταν βγήκε η προκήρυξη, οι αναλυτές της πρεσβείας θεώρησαν πως ο «μεγαλοκατάσκοπος» στον οποίο αναφέρονταν δεν ήταν άλλος από τον Κυριάκου. «Ο προϊστάμενος της CIA στην Ελλάδα μπήκε μέσα στο γραφείο μου και μου είπε: “Το είδες αυτό; Μιλάνε για εσένα στην προκήρυξη, φεύγεις σήμερα”. Δεν πρόλαβα καν να πάω από το σπίτι μου να πακετάρω – μπήκα σε ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο και δύο ώρες αργότερα ήμουν στο αεροπλάνο για Νέα Υόρκη».
Η 17Ν συνέχισε να είναι γι’ αυτόν ένα προσωπικό στοίχημα: «Θυμάμαι ακόμα το βράδυ της σύλληψής τους. Είχα επιστρέψει στα κεντρικά της υπηρεσίας και βρισκόμουν στο γραφείο μου. Ξαφνικά είδα στην οθόνη μου, ένα εσωτερικό μήνυμα – μια έκτακτη είδηση: “Βόμβα σκάει στα χέρια άγνωστου άνδρα στον Πειραιά”. Και σκέφτηκα, τι δουλειά έχει κανείς να κουβαλάει μία βόμβα στον Πειραιά; Ημουν σίγουρος πως είχε να κάνει με τη 17Ν. Ετσι περίμενα μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή και πατούσα συνεχώς “ανανέωση”. Ερχονταν λοιπόν οι πληροφορίες και άκουγα από το διπλανό γραφείο ανθρώπους να πανηγυρίζουν. Ηταν μια καταπληκτική στιγμή. Μεγάλη ικανοποίηση! Σκεφτόμουν πως τελικά οι Ελληνες τα κατάφεραν! Επειτα από τόσα χρόνια τους έπιασαν!».
Τελειώσαμε το φαγητό και μπήκαμε ξανά στο αυτοκίνητο για την 20λεπτη διαδρομή της επιστροφής. Κάποια στιγμή χτύπησε το κινητό του. «Θα με συγχωρέσεις για δύο λεπτά, το περίμενα μέρες αυτό το τηλεφώνημα» μου είπε και σταμάτησε στην άκρη του δρόμου για να μιλήσει. «Επιτέλους, καλά νέα!» μονολόγησε όταν έκλεισε το τηλέφωνο. «Ηταν ο παραγωγός της νέας τηλεοπτικής μου σειράς» μου εξήγησε. «Με πήρε να μου πει ότι ο Ολιβερ Στόουν συμφώνησε να συναντηθούμε για να συζητήσουμε την παραγωγή, οπότε πιστεύω πως θα προχωρήσει». Μια σειρά βασισμένη στη ζωή του, είναι σίγουρο πως θα αλλάξει και τη... δική του ζωή.
Ηδη, το τελευταίο διάστημα τα πράγματα έχουν αρχίσει να καλυτερεύουν για την οικογένειά του. Η σύζυγός του εργάζεται ξανά (δούλευε και εκείνη στη CIA και απολύθηκε), επέστρεψαν στο παλιό τους σπίτι και εκείνος κάνει ξανά όνειρα για το μέλλον. Μου μίλησε για το ταξίδι που προετοιμάζει αυτό το καλοκαίρι στην Ελλάδα για να δείξει στα τρία μικρότερα παιδιά του «τον τόπο τους» (έχει δύο ακόμα παιδιά από τον πρώτο του γάμο).
Βιβλίο για τη 17Ν
Τελευταία φορά που ήρθε στην Ελλάδα ήταν το 2015, προσκεκλημένος της κυβέρνησης και συγκεκριμένα του κ. Νικολούδη –τότε υπουργού κατά της Διαφθοράς– για να δουλέψουν πάνω σε ένα σχέδιο νόμου για τους πληροφοριοδότες (για το πώς θα έπρεπε να προστατεύονται από μια κυβέρνηση και να αξιοποιούνται). «Ηταν Ιούλιος όταν πρωτοήρθα γι’ αυτόν τον σκοπό και είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία. Επέστρεψα στο τέλος του χρόνου για να ολοκληρώσουμε τον νόμο αλλά είχε γίνει ανασχηματισμός και δεν βρήκα τα ίδια άτομα. Απλά με ενημέρωσαν πως δεν θα χρειαστούν πλέον τη βοήθειά μου. Οπότε όλη η δουλειά που είχε γίνει πήγε στα σκουπίδια».
Αφήνει να εννοηθεί πως τα τελευταία χρόνια έχει ξαναέρθει στην Ελλάδα, για αποστολές για τις οποίες, όμως, δεν μπορεί να μιλήσει. Η 17Ν, εξηγεί, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ένας κλειστός φάκελος που θα μπει στο αρχείο. «Ακόμα υπάρχουν κάποια μέλη της οργάνωσης που δεν γνωρίζουμε. Δεν έχουν συλληφθεί όλοι. Για παράδειγμα, ακόμα δεν ξέρουμε ποιος δολοφόνησε τον Αμερικανό πλοίαρχο Τσάντες και τον οδηγό του, δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η κοπέλα που κρατούσε τσίλιες στη δολοφονία του Γουέλς. Το ότι μπορεί να μετάνιωσαν ή να έφυγαν για κάποιο λόγο από την οργάνωση, προφανώς και δεν σημαίνει πως θα έπρεπε να πάρουν άφεση αμαρτιών. Θα πρέπει να πληρώσουν για τις πράξεις τους», επιμένει.
Ο ίδιος είναι αποφασισμένος να γράψει ένα ακόμα βιβλίο ειδικά για την 17Ν. «Ξέρω πως πολλά δεν θα περάσουν από την επιτροπή “λογοκρισίας” της CIA, αλλά εγώ θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να τα “βγάλω”. Πιστεύω ο ελληνικός λαός δικαιούται να γνωρίζει τα πάντα γι’ αυτό το κομμάτι της Ιστορίας του», καταλήγει.
Η συνάντηση
Το εστιατόριο «Metro 29» μπορεί να έχει κυρίως ελληνικό μενού (και σύμφωνα με τον Κυριάκου, το καλύτερο σουβλάκι της Ουάσιγκτον), αλλά περισσότερο θυμίζει αμερικανικό ντάινερ της δεκαετίας του ’60. Με έπεισε να παραγγείλουμε τη σπεσιαλιτέ «gyro delux» και βρεθήκαμε με δύο πραγματικά γιγάντιες μερίδες: τυλιχτό σουβλάκι με γύρο, πατάτες τηγανητές και σαλάτα. Ηπιαμε και οι δύο αναψυκτικά και ο λογαριασμός ήταν 35 δολάρια.
Oι σταθμοί του
1964
Γεννήθηκε στην Πενσιλβάνια από Ελληνες γονείς.
1986
Στρατολογήθηκε στη CIA από έναν καθηγητή στο πανεπιστήμιο όπου σπούδαζε.
1998
Ηρθε στην Ελλάδα σε ειδική αποστολή για τον εντοπισμό των τρομοκρατών της 17Ν.
2000
Επέστρεψε στην Αμερική ύστερα από φόβους πως ο ίδιος ήταν στόχος της 17Ν.
2007
Μίλησε δημόσια για τον εικονικό πνιγμό, την άγρια μέθοδο βασανισμού της CIA.
2012
Εξέδωσε το βιβλίο «Ο κατάσκοπος».
2013
Καταδικάστηκε σε 30 μήνες φυλάκιση με την κατηγορία ότι διέρρευσε το όνομα ενός πράκτορα. Αυτό το διάστημα προετοιμάζει με τον Ολιβερ Στόουν τηλεοπτική σειρά βασισμένη στη ζωή του.
«Συγχώρεσέ με για τον χαμό» μου είπε, καθώς περνούσαμε ανάμεσα από κούτες για να μπούμε στο εσωτερικό του σπιτιού. Είχε μόλις επιστρέψει με την οικογένειά του στο ιδιόκτητο σπίτι τους. Εχοντας περάσει ένα χρόνο στη φυλακή και χωρίς σταθερή δουλειά, είχαν αναγκαστεί να μετακομίσουν για ένα διάστημα σε ένα πολύ μικρότερο διαμέρισμα. «Επρεπε να νοικιάσουμε το σπίτι μας για να μην το χάσουμε. Ακόμα και τα έπιπλά μας αναγκαστήκαμε να πουλήσουμε για να πληρώσουμε τους δικηγόρους».
Η «εφιαλτική» γι’ αυτούς περίοδος, όπως την περιγράφει, ξεκίνησε το 2012, όταν κατηγορήθηκε πως είχε δώσει το όνομα ενός μυστικού πράκτορα σε δύο δημοσιογράφους. Ο ίδιος είναι βέβαιος πως αυτό ήταν μια δικαιολογία και πως η καταδίκη του ήταν στην πραγματικότητα η τιμωρία για το ότι μίλησε δημόσια για τον εικονικό πνιγμό, την άγρια μέθοδο βασανισμού της CIA. «Πλήρωσα υψηλό τίμημα, αλλά δεν το μετανιώνω. Ξέρετε, κάποιος έπρεπε να πει κάτι. Μας αρέσει (στους Αμερικανούς) να λέμε πως είμαστε φάροι φωτός και ελπίδας και σεβασμού για τα δικαιώματα του ανθρώπου, κάτι το οποίο απλώς δεν αληθεύει».
Στο πάγκο της κουζίνας έχει συγκεντρώσει διάφορα αναμνηστικά από τα 14 χρόνια του στη CIA. Βραβεία και παράσημα από επικίνδυνες αποστολές στη Μέση Ανατολή αλλά και στην Ελλάδα, αποδείξεις μιας μακράς και επιτυχημένης καριέρας. «Με όλη αυτή την ιστορία προσπάθησαν να με καταστρέψουν, να διαγράψουν όλα όσα έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια, δεν θα τους κάνω το χατίρι». Ξεχωρίζει ένα από τα μετάλλια και μου το δείχνει. «Αυτό είναι από τα φιλαράκια μου στην ΕΥΠ. Είχαμε μια ξεχωριστή συνεργασία».
Εβαλε παπούτσια και ένα μπουφάν και μπήκαμε στο αυτοκίνητο για να πάμε στο αγαπημένο του εστιατόριο. «Θα σε πάω εκεί όπου πήγα για το τελευταίο γεύμα πριν μπω φυλακή. Το καλύτερο σουβλάκι στην Ουάσιγκτον! Οταν αποφυλακίστηκα, αυτό ονειρευόμουν να φάω, αλλά ήμουν για μήνες σε κατ’ οίκον περιορισμό, οπότε η καημένη η γυναίκα μου οδήγησε στην άκρη της πόλης για να μου το φέρει!».
Σπίτι ελληνικό
Μόλις φτάσαμε στο εστιατόριο κοίταξε να δει ποιοι από τους Ελληνοαμερικανούς φίλους του ήταν στο μαγαζί. Ο ίδιος αλλά και οι γονείς του γεννήθηκαν στην Πενσιλβάνια αλλά είχαν καταγωγή από τη Ρόδο. Τον ρωτάω για τη σχέση του με την Ελλάδα και προς έκπληξή μου, απαντάει στα ελληνικά. «Μεγάλωσα σε ένα σπίτι ελληνικό, Ελλάδα 24 ώρες το 24ωρο, είχαμε πανηγύρια, την κουζίνα, τη γλώσσα, αν και εγώ έμαθα να μιλάω στην καθαρεύουσα και έχω φάει... πολύ δούλεμα». Την πρώτη φορά που ήρθε στην Ελλάδα ήταν για διακοπές με τρένο μέσω Γιουγκοσλαβίας. Περνώντας τα σύνορα, μια κοπέλα τον καλωσόρισε στο «σπίτι του» και εκείνος συγκινήθηκε. «Ποτέ δεν θα ξεχάσω εκείνη τη φράση, έκτοτε στόχος μου ήταν πάντα αυτός: να επιστρέψω στην Ελλάδα».
Στην υπηρεσία μπήκε σε ηλικία 22 χρόνων. Ενας καθηγητής που λειτουργούσε ως μυστικός πράκτορας στο πανεπιστήμιο όπου σπούδαζε, τον ξεχώρισε και ένα απόγευμα τον ρώτησε εάν θα τον ενδιέφερε να στρατολογηθεί. «Γιατί όχι;» απάντησε εκείνος χωρίς να το πολυσκεφθεί και η ζωή του άλλαξε. Πέρασε από εκπαίδευση «σαν αυτά που βλέπουμε στις ταινίες» και ξεκίνησε να δουλεύει αρχικά ως αναλυτής. Ηταν τυχερός γιατί το πρώτο του πόστο ήταν μια ανάλυση για τον Περσικό Κόλπο και όταν εννέα μήνες μετά, ο Σαντάμ κατέλαβε το Κουβέιτ, εκείνος βρέθηκε ξαφνικά σε συσκέψεις με υψηλόβαθμα στελέχη της υπηρεσίας στον Λευκό Οίκο.
Είχε ιδιαίτερα γρήγορη εξέλιξη και σύντομα κατάλαβε πως έπρεπε να βρει συμμάχους στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της CIA. Ετσι, στράφηκε στο ελληνοαμερικανικό λόμπι της υπηρεσίας. «Οι Ελληνοαμερικανοί “κολλάνε” μεταξύ τους περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εθνικότητα στην υπηρεσία. Είχαμε ένα προκαθορισμένο ραντεβού για μεσημεριανό μία φορά τον μήνα. Ολα τα χρόνια πήγαινα εκεί για συμβουλές και καθοδήγηση».
Πληροφοριοδότης έλεγε ότι αρχηγός ήταν ο... Κουστό
Οταν κάποια στιγμή έμαθε πως δημιουργείται μια εξειδικευμένη θέση στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Ελλάδα, ζήτησε από τους παλαιότερους του ισχυρού ελληνοαμερικανικού λόμπι της υπηρεσίας να πουν μια καλή κουβέντα. Πέρασε από μια δύσκολη διαδικασία επιλογής αλλά μετά έπρεπε να πάρει και το τελικό «πράσινο φως» από την τότε σύζυγό του. «Θεωρούσα πως δεν θα άντεχε άλλο ένα πόστο στο εξωτερικό (μόλις είχαν επιστρέψει από το Μπαχρέιν). Αλλά έχοντας και εκείνη ελληνική καταγωγή, μόλις το άκουσε ενθουσιάστηκε – γύρισα σπίτι και τη βρήκα να έχει πακετάρει! “Τρελάθηκες;” της είπα, “σε ένα χρόνο θα πάμε!”».
Στην Αθήνα έφτασε στις 8 Αυγούστου του 1998. Στις 9 του μηνός είχε πιάσει δουλειά. «Με έριξαν κατευθείαν στα βαθιά» θυμάται. Τον προηγούμενο χρόνο η Ελλάδα είχε αναλάβει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και πλέον τα εγχώρια θέματα τρομοκρατίας ήταν και πρόβλημα των Αμερικανών. «Μην ξεχνάτε εκείνη την περίοδο η Ελλάδα ήταν σταυροδρόμι τρομοκρατών από τη Mέση Aνατολή και βέβαια τα μέλη της 17Ν κυκλοφορούσαν ελεύθερα», εξηγεί. Εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια δαπανήθηκαν από τις ΗΠΑ για την τρομοκρατία. Σε τεχνολογικό εξοπλισμό αλλά κυρίως σε «καλλιέργεια πηγών». Ο Κυριάκου έχει στρατολογήσει πέντε πράκτορες και έχει ταξιδέψει σε πάρα πολλές χώρες προσπαθώντας να βρει οποιοδήποτε νέο στοιχείο –ή να αξιολογήσει εκ νέου κάποιο παλιό– από τους απόρρητους φακέλους της 17Ν.
«Υπάρχουν πολλά που με σόκαραν όταν διάβασα για πρώτη φορά τους φακέλους αυτούς». Κάνει μια παύση. Είναι η πρώτη φορά σε όλη μας τη συζήτηση που μοιάζει να ψάχνει τα λόγια του. «Οπως ξέρεις, βρήκα τον μπελά μου με τη CIA και πρέπει να είμαι ιδιαίτερα προσεκτικός στο τι λέω. Αυτό που μπορώ να πω είναι πως με εξέπληξε το βάθος στο οποίο έφταναν οι φάκελοι, όταν οι πληροφορίες έδειχναν προς μια ενδεχόμενη θεωρία συνωμοσίας. Και υπήρχε τότε η αίσθηση πως κάποιοι πολιτικοί μπορεί να γνώριζαν πολλά περισσότερα από όσα ήταν διατεθειμένοι να πουν για τη σύσταση της “17 Νοέμβρη” και για τη δράση της. Και απλά δεν μιλούσαν».
Αλλάζει το θέμα και μου λέει την ιστορία ενός πληροφοριοδότη που ισχυριζόταν πως ο αρχηγός της 17Ν ήταν ο... Ζακ-Ιβ Κουστό. «Βέβαια, πέρα από την πλάκα και εμείς όλα αυτά τα χρόνια έχουμε ερευνήσει τους πιο... απίθανους υπόπτους ως μέλη της οργάνωσης. Από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Ιωσήφ Βαλυράκη μέχρι τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό. Από καθαρή απελπισία... Εάν ρωτούσατε τη CIA, πόσους υποπτεύεται ως μέλη της 17Ν, θα μπορούσαν να σας είχαν δώσει και 5.000, 10.000 ονόματα. Ολοι ήταν ύποπτοι».
«Το είδες αυτό; Μιλούν για σένα στην προκήρυξη, φεύγεις σήμερα»
Από την πρεσβεία στην Αθήνα έφυγε το μεσημέρι της 13ης Δεκεμβρίου του 2000, λίγες ώρες αφού δημοσιεύθηκε η προκήρυξη της δολοφονίας του Στίβεν Σόντερς. «Με τον Στίβεν γνωριζόμασταν, ήμασταν γείτονες στην Κηφισιά. Θυμάμαι λίγες εβδομάδες πριν από τη δολοφονία του, ήμασταν σε ένα κοκτέιλ πάρτι και με κορόιδευε για το καινούργιο μου αμάξι, μια πλήρως θωρακισμένη ΒΜW 540. Σχολίαζε πως εμείς οι Αμερικανοί, είμαστε παρανοϊκοί. “Γιατί φοβάστε; Είμαστε σε χώρα της Ε.Ε., σε χώρα του ΝΑΤΟ” μου έλεγε. Και εγώ του είχα πει πως ζει σε έναν φανταστικό κόσμο. “Εάν νομίζεις ότι επειδή εδώ έχει φοίνικες και ωραίες παραλίες δεν θα σας σκοτώσουν, κάνεις λάθος, εάν τους δοθεί η ευκαιρία θα σας σκοτώσουν”».
Θυμάται πως όταν βγήκε η προκήρυξη, οι αναλυτές της πρεσβείας θεώρησαν πως ο «μεγαλοκατάσκοπος» στον οποίο αναφέρονταν δεν ήταν άλλος από τον Κυριάκου. «Ο προϊστάμενος της CIA στην Ελλάδα μπήκε μέσα στο γραφείο μου και μου είπε: “Το είδες αυτό; Μιλάνε για εσένα στην προκήρυξη, φεύγεις σήμερα”. Δεν πρόλαβα καν να πάω από το σπίτι μου να πακετάρω – μπήκα σε ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο και δύο ώρες αργότερα ήμουν στο αεροπλάνο για Νέα Υόρκη».
Η 17Ν συνέχισε να είναι γι’ αυτόν ένα προσωπικό στοίχημα: «Θυμάμαι ακόμα το βράδυ της σύλληψής τους. Είχα επιστρέψει στα κεντρικά της υπηρεσίας και βρισκόμουν στο γραφείο μου. Ξαφνικά είδα στην οθόνη μου, ένα εσωτερικό μήνυμα – μια έκτακτη είδηση: “Βόμβα σκάει στα χέρια άγνωστου άνδρα στον Πειραιά”. Και σκέφτηκα, τι δουλειά έχει κανείς να κουβαλάει μία βόμβα στον Πειραιά; Ημουν σίγουρος πως είχε να κάνει με τη 17Ν. Ετσι περίμενα μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή και πατούσα συνεχώς “ανανέωση”. Ερχονταν λοιπόν οι πληροφορίες και άκουγα από το διπλανό γραφείο ανθρώπους να πανηγυρίζουν. Ηταν μια καταπληκτική στιγμή. Μεγάλη ικανοποίηση! Σκεφτόμουν πως τελικά οι Ελληνες τα κατάφεραν! Επειτα από τόσα χρόνια τους έπιασαν!».
Τελειώσαμε το φαγητό και μπήκαμε ξανά στο αυτοκίνητο για την 20λεπτη διαδρομή της επιστροφής. Κάποια στιγμή χτύπησε το κινητό του. «Θα με συγχωρέσεις για δύο λεπτά, το περίμενα μέρες αυτό το τηλεφώνημα» μου είπε και σταμάτησε στην άκρη του δρόμου για να μιλήσει. «Επιτέλους, καλά νέα!» μονολόγησε όταν έκλεισε το τηλέφωνο. «Ηταν ο παραγωγός της νέας τηλεοπτικής μου σειράς» μου εξήγησε. «Με πήρε να μου πει ότι ο Ολιβερ Στόουν συμφώνησε να συναντηθούμε για να συζητήσουμε την παραγωγή, οπότε πιστεύω πως θα προχωρήσει». Μια σειρά βασισμένη στη ζωή του, είναι σίγουρο πως θα αλλάξει και τη... δική του ζωή.
Ηδη, το τελευταίο διάστημα τα πράγματα έχουν αρχίσει να καλυτερεύουν για την οικογένειά του. Η σύζυγός του εργάζεται ξανά (δούλευε και εκείνη στη CIA και απολύθηκε), επέστρεψαν στο παλιό τους σπίτι και εκείνος κάνει ξανά όνειρα για το μέλλον. Μου μίλησε για το ταξίδι που προετοιμάζει αυτό το καλοκαίρι στην Ελλάδα για να δείξει στα τρία μικρότερα παιδιά του «τον τόπο τους» (έχει δύο ακόμα παιδιά από τον πρώτο του γάμο).
Βιβλίο για τη 17Ν
Τελευταία φορά που ήρθε στην Ελλάδα ήταν το 2015, προσκεκλημένος της κυβέρνησης και συγκεκριμένα του κ. Νικολούδη –τότε υπουργού κατά της Διαφθοράς– για να δουλέψουν πάνω σε ένα σχέδιο νόμου για τους πληροφοριοδότες (για το πώς θα έπρεπε να προστατεύονται από μια κυβέρνηση και να αξιοποιούνται). «Ηταν Ιούλιος όταν πρωτοήρθα γι’ αυτόν τον σκοπό και είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία. Επέστρεψα στο τέλος του χρόνου για να ολοκληρώσουμε τον νόμο αλλά είχε γίνει ανασχηματισμός και δεν βρήκα τα ίδια άτομα. Απλά με ενημέρωσαν πως δεν θα χρειαστούν πλέον τη βοήθειά μου. Οπότε όλη η δουλειά που είχε γίνει πήγε στα σκουπίδια».
Αφήνει να εννοηθεί πως τα τελευταία χρόνια έχει ξαναέρθει στην Ελλάδα, για αποστολές για τις οποίες, όμως, δεν μπορεί να μιλήσει. Η 17Ν, εξηγεί, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ένας κλειστός φάκελος που θα μπει στο αρχείο. «Ακόμα υπάρχουν κάποια μέλη της οργάνωσης που δεν γνωρίζουμε. Δεν έχουν συλληφθεί όλοι. Για παράδειγμα, ακόμα δεν ξέρουμε ποιος δολοφόνησε τον Αμερικανό πλοίαρχο Τσάντες και τον οδηγό του, δεν γνωρίζουμε ποια ήταν η κοπέλα που κρατούσε τσίλιες στη δολοφονία του Γουέλς. Το ότι μπορεί να μετάνιωσαν ή να έφυγαν για κάποιο λόγο από την οργάνωση, προφανώς και δεν σημαίνει πως θα έπρεπε να πάρουν άφεση αμαρτιών. Θα πρέπει να πληρώσουν για τις πράξεις τους», επιμένει.
Ο ίδιος είναι αποφασισμένος να γράψει ένα ακόμα βιβλίο ειδικά για την 17Ν. «Ξέρω πως πολλά δεν θα περάσουν από την επιτροπή “λογοκρισίας” της CIA, αλλά εγώ θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να τα “βγάλω”. Πιστεύω ο ελληνικός λαός δικαιούται να γνωρίζει τα πάντα γι’ αυτό το κομμάτι της Ιστορίας του», καταλήγει.
Η συνάντηση
Το εστιατόριο «Metro 29» μπορεί να έχει κυρίως ελληνικό μενού (και σύμφωνα με τον Κυριάκου, το καλύτερο σουβλάκι της Ουάσιγκτον), αλλά περισσότερο θυμίζει αμερικανικό ντάινερ της δεκαετίας του ’60. Με έπεισε να παραγγείλουμε τη σπεσιαλιτέ «gyro delux» και βρεθήκαμε με δύο πραγματικά γιγάντιες μερίδες: τυλιχτό σουβλάκι με γύρο, πατάτες τηγανητές και σαλάτα. Ηπιαμε και οι δύο αναψυκτικά και ο λογαριασμός ήταν 35 δολάρια.
Oι σταθμοί του
1964
Γεννήθηκε στην Πενσιλβάνια από Ελληνες γονείς.
1986
Στρατολογήθηκε στη CIA από έναν καθηγητή στο πανεπιστήμιο όπου σπούδαζε.
1998
Ηρθε στην Ελλάδα σε ειδική αποστολή για τον εντοπισμό των τρομοκρατών της 17Ν.
2000
Επέστρεψε στην Αμερική ύστερα από φόβους πως ο ίδιος ήταν στόχος της 17Ν.
2007
Μίλησε δημόσια για τον εικονικό πνιγμό, την άγρια μέθοδο βασανισμού της CIA.
2012
Εξέδωσε το βιβλίο «Ο κατάσκοπος».
2013
Καταδικάστηκε σε 30 μήνες φυλάκιση με την κατηγορία ότι διέρρευσε το όνομα ενός πράκτορα. Αυτό το διάστημα προετοιμάζει με τον Ολιβερ Στόουν τηλεοπτική σειρά βασισμένη στη ζωή του.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 13\02\2017
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire