Πέρασαν πενήντα χρόνια από τη δολοφονία του
Γρηγόρη Λαμπράκη.
Πενήντα χρόνια και η ιστορία μοιάζει να
επαναλαμβάνεται. Στους δρόμους
περιπλανιούνται φονιάδες. Πολλοί ανάμεσά
μας νοσταλγούν τις παλιές
καλές μέρες που ποτέ δεν υπήρξαν. Η Ελλάδα
παραμένει ο παιχνιδότοπος
του παρακράτους. Δεν καταφέραμε να
δημιουργήσουμε κράτος με νόμους
και θεσμούς. Συχνά νιώθω ότι δεν ξέρουμε
καν τι σημαίνουν όλα όσα
έμειναν ημιτελή.
Πενήντα χρόνια. Και στο
μεταξύ πολλοί δρόμοι ονομάστηκαν
Γρηγόρη Λαμπράκη. Ομως αναρωτιέμαι αν
οι πολίτες αναγνωρίζουν
σ’ αυτό το τόσο συνηθισμένο όνομα ένα όραμα
δημοκρατίας.
Διότι οι ανθρώπινες θυσίες δεν βγαίνουν εδώ ποτέ σε καλό:
τις επιζητούν
και τις δοξάζουν τα κόμματα που πιστεύουν ότι έχουν
μυστική συμφωνία
με το μέλλον, όσα ευαγγελίζονται το επίγειο επέκεινα.
Toν Μάιο του 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης
δολοφονήθηκε και ύστερα
συσσωρεύτηκαν κακοτυχίες, προδοσίες, ψέματα,
εγκλήματα.
Οι δημοκρατικές νίκες ήταν φτωχικές, η ψυχική διάθεση
εμφυλιοπολεμική,
η οικονομία μεταπρατική και ανάπηρη. Δεν υπάρχει τίποτα
για να νοσταλγήσει
κανείς τούτες τις ημέρες της οικονομικής και
κοινωνικής κρίσης – τα πρότυπα
δεν βρίσκονται στο παρελθόν· βρίσκονται
στο παρόν και στο μέλλον.
Στη δεκαετία του 1960, την οποία πολλοί
αναπολούν με συγκίνηση,
οι Ελληνες αναζητούσαν τύχη και χρήμα στην
Αυστραλία, οι γυναίκες
ήταν σκλάβες των αντρών, στην επαρχία οι
ταγματασφαλίτες συνέχιζαν
την πολιτική με άλλα μέσα. Η Ελλάδα
ποτελούσε
μέρος της Μέσης Ανατολής και παραπαίδι του ΝΑΤΟ.
Το θολό σκηνικό της φτώχειας είχε, είναι
αλήθεια, μεγαλειώδη μουσική
υπόκρουση. Ηταν η εποχή προτού γίνουμε το
ανοιχτό σκυλάδικο που
γίναμε· ακούγονταν, πράγματι, θεσπέσιες μουσικές.
Αλλά η χώρα ολόκληρη
βρισκόταν πίσω από τον κόσμο, και ο κόσμος είχε
μακρύ δρόμο να διανύσει.
Η επιστήμη –η ιατρική λόγου χάρη– είχε μακρύ
δρόμο να διανύσει: θαύματα
δεν γίνονταν. Και οι βεβαιότητες ήταν
σκληρές: οι άρρωστοι πέθαιναν,
οι αρραβωνιασμένοι παντρεύονταν, οι
γυναίκες φυτοζωούσαν υποταγμένες.
Αβέβαιες ήταν οι μετεωρολογικές
προβλέψεις: συχνά οι μετεωρολόγοι
έπεφταν έξω. Σήμερα, ευτυχώς, όλα
μένουν εκκρεμή. Και δεν υπάρχει
πικάπ για να κολλάει η βελόνα.
Από τότε μερικά πράγματα χειροτέρεψαν και άλλα
βελτιώθηκαν
– η συντομότερη οδός δεν είναι αναγκαστικά η ευθεία. Ο
χαρακτήρας μας,
η νοοτροπία μας, οι ιδεοληψίες μας επέζησαν πάντως όλων
των
αλλαγών: παραμένουμε κουτοπόνηροι και μεμψίμοιροι· ακόμα και
τα
προτερήματά μας είναι προέκταση των ελαττωμάτων μας. Από την άλλη,
το
νήμα της ιστορίας φαίνεται σαν να ξετυλίχτηκε για μας ανάποδα: είμαστε
μια μικρή χώρα με κάμποσα φυσικά προσόντα, η οποία θα μπορούσε
με λίγη
καλή θέληση –με λίγη, όχι με πολλή– να γίνει ένα από τα πιο
ευτυχισμένα
μέρη στον κόσμο, a happy place.
H ζωή μας, η ζωή στην Ελλάδα, είναι γεμάτη από
καταστροφές που στην
πραγματικότητα δεν συνέβησαν ποτέ. Μία απ’ αυτές
που συνέβησαν είναι
όμως η επώαση του αβγού του φιδιού: μέσα απ’ τη
λεπτή μεμβράνη
διακρίνεις το τέλειο ερπετό. Πενήντα χρόνια μετά τη
δολοφονία του
Λαμπράκη, στους δρόμους περιπλανιούνται φονιάδες.
Πηγή: ΓΥΝΑΙΚΑ, τεύχος 61,
Δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο 2013 |
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire