Η φονική έκρηξη στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί απαξίωσε ακόμη περισσότερο το κυπριακό πολιτικο-γραφειοκρατικό σύστημα. Έδειξε τη γύμνια ενός συστήματος που οδήγησε την Κύπρο στην καταστροφή και την εθνική ταπείνωση. Έδειξε ακόμη πως η συμμαχία μιας υποτιθέμενης αριστερής νομενκλατούρας με μια μερίδα της αστικής τάξης και η δημιουργία ενός ηγεμονικού μπλοκ εξουσίας, απέτυχε στα στοιχειώδη της διακυβέρνησης του τόπου, όπως και στη διαχείριση του Κυπριακού. Απέτυχε στα στοιχειώδη της καπιταλιστικής διαχείρισης της οικονομίας, απέτυχε να παρουσιάσει μια διαφορετική πρόταση πολιτικής από αυτή της διαπλοκής και της διαφθοράς που κληρονόμησε.
Έγραψα και στο παρελθόν πως από την Αριστερά - κατά κύριο λόγο φυσικά την ακελική Αριστερά - δεν περίμενε κανείς να αλλάξει το κοινωνικό σύστημα, αλλά ένα διαφορετικό ήθος στην άσκηση της εξουσίας. Ένα ήθος που θα ενίσχυε τους δημοκρατικούς θεσμούς, θα επέβαλλε έναν κώδικα αξιοκρατίας στη δημόσια ζωή τερματίζοντας τη διαπλοκή και τη διαφθορά και θα στήριζε ένα κοινωνικό κράτος υπέρ των ασθενεστέρων κοινωνικών ομάδων.
Επί της ουσίας συνεχίστηκε, δυστυχώς, η ίδιας μορφής διακυβέρνηση που γνώρισε αυτός ο τόπος από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, με τους ίδιους αξιακούς κώδικες, σε σημείο που να επιβεβαιώνεται στην κοινή συνείδηση εκείνο που ακούεται συχνά για τις πολιτικές ελίτ:
«όλοι είναι οι ίδιοι». Η έκρηξη στο Μαρί και η ανευθυνότητα με την οποία το πολιτικογραφειοκρατικό σύστημα χειρίστηκε το φονικό φορτίο αλλά και τα επακόλουθα της έκρηξης, επισφράγισε την εντύπωση αυτή. Μπροστά σε αυτή την απαξίωση το ηγεμονικό μπλοκ εξουσίας προσέφυγε στο μεταπρατικό κομμάτι της κυπριακής αστικής τάξης για να συνάψει ταπεινωτική συμφωνία με τα κατεχόμενα που προβλέπει την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας. Ομόφωνα σχεδόν οι διάφορες συνιστώσες της κυπριακής αστικής τάξης θυσίασαν την αξιοπρέπεια του λαού για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους. Οι Κύπριοι αστοί αποδείχτηκαν ανίκανοι να διαχειριστούν την κρίση και συνθηκολόγησαν στην πρώτη δυσκολία με την κατοχική δύναμη. Τα διάφορα νομικά τερτίπια που χρησιμοποιήθηκαν ως φύλλον συκής για τη συμφωνία αυτή στερούνται σοβαρότητας. Επιπλέον, η αριστερή νομενκλατούρα στράφηκε προς τον γόνο μιας από τις πιο ισχυρές αστικές οικογένειες της Λευκωσίας για να αναλάβει τη διαλεύκανση των αιτίων της φονικής έκρηξης, ως να μην υπήρχαν θεσμικά όργανα ή ανεξάρτητοι δικαστικοί να επιληφθούν της σχετικής έρευνας. Σε κάθε περίπτωση, οι ευθύνες είναι κατά κύριο λόγο πολιτικές και δεν χρειάζεται ειδικός ανακριτής για να αναληφθούν.
Πολλά είναι τα ερωτήματα που προκύπτουν μετά τη φονική έκρηξη στο Μαρί.
Ερωτήματα πολιτικά, ερωτήματα διαχείρισης της κρίσης, ερωτήματα διαχείρισης του φονικού φορτίου που αποθηκεύτηκε στην πιο νευραλγική περιοχή των υποδομών της κυπριακής οικονομίας, δίπλα στο σταθμό παραγωγής ενέργειας, τον πνεύμονα της οικονομίας και γενικότερα της ζωής του τόπου. Όμως, κάποτε θα πρέπει κάποια πράγματα να ιδωθούν πέρα από τα ιδεολογικά τσιτάτα που απευθύνονται στις μάζες. Πώς για παράδειγμα άνθρωποι διασυνδεδεμένοι με την περιβόητη Λέσχη Μπίλτενμπερκ, άντρον των διεθνών ελίτ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, βρέθηκαν στο Προεδρικό Μέγαρο ως στενοί συνεργάτες του Προέδρου, πώς διορίζεται «ερευνητική επιτροπή» άνθρωπος που έβγαλε «κούππαν άπαννη» τους Εγγλέζους για τα γεγονότα του1963 και το ρόλο τους στην υποβολή των 13 σημείων του Μακαρίου, παραγνωρίζοντας ακόμη και τις μαρτυρίες του Γλαύκου Κληρίδη και της Στέλλας Σουλιώτου, αλλά και τα ίδια τα αποκαλυπτικά βρετανικά έγγραφα; Είναι όλα αυτά τυχαία; Τα ερωτήματα είναι φυσικά πολιτικά, έχουν σχέση με πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές και συμπεριφορές και καθόλου με την προσωπική εντιμότητα των ανθρώπων. Υπό τις περιστάσεις γιατί να εκπλήσσεται κανείς όταν ο Χρ. Στυλιανίδης του ΔΗΣΥ, εκφράζοντας πολιτικά τους μύχιους πόθους της μεταπρατικής αστικής τάξης, απαλλάσσει τους Αγγλοαμερικανούς και το ΝΑΤΟ από κάθε ευθύνη για τα δεινά της Κύπρου και ζητά την απόλυτη ταύτιση και συμπόρευση μαζί τους; Με αυτά και με άλλα έρχεται στα κατεχόμενα ο Ερντογάν και μας δίνει μαθήματα πολιτικής, μας εξευτελίζει και δείχνει το νεο-οθωμανικό πρόσωπο της Άγκυρας που αρνούνται κάποιοι να δουν στη Λευκωσία και την Αθήνα. Μόνο φως στο τούνελ που βρισκόμαστε η εξέγερση των πολιτών, με την ελπίδα πως κάποτε θα σπάσει ο κρίκος της αλυσίδας μιας κουλτούρας ατιμωρησίας που χαρακτηρίζει αυτό τον τόπο από το 1960 και μετά. Με την κρίση που συνολικά περνά σήμερα ο ελληνισμός, θα είναι μια μικρή ανάσα στον ανηφορικό δρόμο που μας περιμένει.
* Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δημοσιεύτηκε στις 24/07/2011
Έγραψα και στο παρελθόν πως από την Αριστερά - κατά κύριο λόγο φυσικά την ακελική Αριστερά - δεν περίμενε κανείς να αλλάξει το κοινωνικό σύστημα, αλλά ένα διαφορετικό ήθος στην άσκηση της εξουσίας. Ένα ήθος που θα ενίσχυε τους δημοκρατικούς θεσμούς, θα επέβαλλε έναν κώδικα αξιοκρατίας στη δημόσια ζωή τερματίζοντας τη διαπλοκή και τη διαφθορά και θα στήριζε ένα κοινωνικό κράτος υπέρ των ασθενεστέρων κοινωνικών ομάδων.
Επί της ουσίας συνεχίστηκε, δυστυχώς, η ίδιας μορφής διακυβέρνηση που γνώρισε αυτός ο τόπος από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, με τους ίδιους αξιακούς κώδικες, σε σημείο που να επιβεβαιώνεται στην κοινή συνείδηση εκείνο που ακούεται συχνά για τις πολιτικές ελίτ:
«όλοι είναι οι ίδιοι». Η έκρηξη στο Μαρί και η ανευθυνότητα με την οποία το πολιτικογραφειοκρατικό σύστημα χειρίστηκε το φονικό φορτίο αλλά και τα επακόλουθα της έκρηξης, επισφράγισε την εντύπωση αυτή. Μπροστά σε αυτή την απαξίωση το ηγεμονικό μπλοκ εξουσίας προσέφυγε στο μεταπρατικό κομμάτι της κυπριακής αστικής τάξης για να συνάψει ταπεινωτική συμφωνία με τα κατεχόμενα που προβλέπει την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας. Ομόφωνα σχεδόν οι διάφορες συνιστώσες της κυπριακής αστικής τάξης θυσίασαν την αξιοπρέπεια του λαού για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους. Οι Κύπριοι αστοί αποδείχτηκαν ανίκανοι να διαχειριστούν την κρίση και συνθηκολόγησαν στην πρώτη δυσκολία με την κατοχική δύναμη. Τα διάφορα νομικά τερτίπια που χρησιμοποιήθηκαν ως φύλλον συκής για τη συμφωνία αυτή στερούνται σοβαρότητας. Επιπλέον, η αριστερή νομενκλατούρα στράφηκε προς τον γόνο μιας από τις πιο ισχυρές αστικές οικογένειες της Λευκωσίας για να αναλάβει τη διαλεύκανση των αιτίων της φονικής έκρηξης, ως να μην υπήρχαν θεσμικά όργανα ή ανεξάρτητοι δικαστικοί να επιληφθούν της σχετικής έρευνας. Σε κάθε περίπτωση, οι ευθύνες είναι κατά κύριο λόγο πολιτικές και δεν χρειάζεται ειδικός ανακριτής για να αναληφθούν.
Πολλά είναι τα ερωτήματα που προκύπτουν μετά τη φονική έκρηξη στο Μαρί.
Ερωτήματα πολιτικά, ερωτήματα διαχείρισης της κρίσης, ερωτήματα διαχείρισης του φονικού φορτίου που αποθηκεύτηκε στην πιο νευραλγική περιοχή των υποδομών της κυπριακής οικονομίας, δίπλα στο σταθμό παραγωγής ενέργειας, τον πνεύμονα της οικονομίας και γενικότερα της ζωής του τόπου. Όμως, κάποτε θα πρέπει κάποια πράγματα να ιδωθούν πέρα από τα ιδεολογικά τσιτάτα που απευθύνονται στις μάζες. Πώς για παράδειγμα άνθρωποι διασυνδεδεμένοι με την περιβόητη Λέσχη Μπίλτενμπερκ, άντρον των διεθνών ελίτ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, βρέθηκαν στο Προεδρικό Μέγαρο ως στενοί συνεργάτες του Προέδρου, πώς διορίζεται «ερευνητική επιτροπή» άνθρωπος που έβγαλε «κούππαν άπαννη» τους Εγγλέζους για τα γεγονότα του1963 και το ρόλο τους στην υποβολή των 13 σημείων του Μακαρίου, παραγνωρίζοντας ακόμη και τις μαρτυρίες του Γλαύκου Κληρίδη και της Στέλλας Σουλιώτου, αλλά και τα ίδια τα αποκαλυπτικά βρετανικά έγγραφα; Είναι όλα αυτά τυχαία; Τα ερωτήματα είναι φυσικά πολιτικά, έχουν σχέση με πολιτικές και ιδεολογικές επιλογές και συμπεριφορές και καθόλου με την προσωπική εντιμότητα των ανθρώπων. Υπό τις περιστάσεις γιατί να εκπλήσσεται κανείς όταν ο Χρ. Στυλιανίδης του ΔΗΣΥ, εκφράζοντας πολιτικά τους μύχιους πόθους της μεταπρατικής αστικής τάξης, απαλλάσσει τους Αγγλοαμερικανούς και το ΝΑΤΟ από κάθε ευθύνη για τα δεινά της Κύπρου και ζητά την απόλυτη ταύτιση και συμπόρευση μαζί τους; Με αυτά και με άλλα έρχεται στα κατεχόμενα ο Ερντογάν και μας δίνει μαθήματα πολιτικής, μας εξευτελίζει και δείχνει το νεο-οθωμανικό πρόσωπο της Άγκυρας που αρνούνται κάποιοι να δουν στη Λευκωσία και την Αθήνα. Μόνο φως στο τούνελ που βρισκόμαστε η εξέγερση των πολιτών, με την ελπίδα πως κάποτε θα σπάσει ο κρίκος της αλυσίδας μιας κουλτούρας ατιμωρησίας που χαρακτηρίζει αυτό τον τόπο από το 1960 και μετά. Με την κρίση που συνολικά περνά σήμερα ο ελληνισμός, θα είναι μια μικρή ανάσα στον ανηφορικό δρόμο που μας περιμένει.
* Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δημοσιεύτηκε στις 24/07/2011
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire