Μένη Πουρνή
Ο Εμμανουήλ Ροΐδης γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου 1836 στην Ερμούπολη
της Σύρου. Προερχόταν από εύπορη και αριστοκρατική οικογένεια εμπόρων
που καταγόταν από τη Χίο.
Το 1841 μετακομίζει με την οικογένειά του στη Γένοβα της Ιταλίας
αρχικά γιατί ο πατέρας του διορίστηκε σε μεγάλο εμπορικό οίκο εκεί και
έπειτα λόγω του διορισμού του ως Γενικού Πρόξενου της Ελλάδας. Η φιλελεύθερη
γενοβέζικη επανάσταση των ετών 1846-1849 θα επηρεάσει βαθύτατα τον νεαρό Ροΐδη.
Το 1849 ο Ροΐδης θα επιστρέψει μόνος του στην Ερμούπολη καθώς οι γονείς τουτης Σύρου. Προερχόταν από εύπορη και αριστοκρατική οικογένεια εμπόρων
που καταγόταν από τη Χίο.
Το 1841 μετακομίζει με την οικογένειά του στη Γένοβα της Ιταλίας
αρχικά γιατί ο πατέρας του διορίστηκε σε μεγάλο εμπορικό οίκο εκεί και
έπειτα λόγω του διορισμού του ως Γενικού Πρόξενου της Ελλάδας. Η φιλελεύθερη
γενοβέζικη επανάσταση των ετών 1846-1849 θα επηρεάσει βαθύτατα τον νεαρό Ροΐδη.
είχαν εγκατασταθεί στο Ιάσιο. Εκεί θα φοιτήσει εσώκλειστός στη φημισμένη
ιδιωτική σχολή του Χ. Ευαγγελίδη. Με τον συμμαθητή του στη σχολή, Δημήτριο Βικέλα,
θα εκδώσουν την εβδομαδιαία χειρόγραφη εφημερίδα «Μέλισσα». Μετά την αποφοίτησή
του, το 1855, μεταβαίνει στο Βερολίνο για να ακολουθήσει θεραπεία για το πρόβλημα
βαρηκοΐας που αντιμετώπιζε. Παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα φιλολογίας
και φιλοσοφίας. Καθώς η υγεία του επιδεινώνεται πηγαίνει αρχικά στο Ιάσιο και
έπειτα στη Βράιλα όπου αναλαμβάνει την εμπορική αλληλογραφία του θείου του.
Αρχίζει να ασχολείται κρυφά με τη μετάφραση μεταφράζοντας
το «Οδοιπορικό» του Σατωμπριάν. Ο θείος του το ανακαλύπτει και τον παροτρύνει
να τη δημοσιεύσει. Η μετάφραση θα δημοσιευτεί ολόκληρη το 1860. Το 1861
ακολουθεί τους γονείς του στην Αίγυπτο για μια θεραπεία της μητέρας του.
Ο αιφνίδιος θάνατος του πατέρα του τον επόμενο χρόνο τον ωθεί να εγκατασταθεί
στην Αθήνα και να ασχοληθεί ολοκληρωτικά με το συγγραφικό του έργο.
Το 1866 εκδίδει το μυθιστόρημά του «Πάπισσα Ιωάννα»,
το οποίο προκαλεί κυριολεκτικά σεισμό! Η ιστορία αφορά τη ζωή
της ορφανής Ιωάννας, η οποία όταν πέθανε ο ιεραπόστολος πατέρας
της ντύθηκε άντρας και μπήκε σε ανδρικό μοναστήρι. Εκεί γνωρίζει έναν επισκέπτη
μοναχό με τον οποίο γίνονται εραστές και συζούν στο ίδιο κελί για επτά χρόνια.
Ταξιδεύουν μαζί σε πολλές χώρες ώσπου στην Αθήνα η Ιωάννα
εγκαταλείπει τον εραστή της και γυρίζει πίσω στη Ρώμη. Στη Ρώμη
κατορθώνει να εκλεγεί μέχρι και Πάπας χωρίς να γνωρίζει κανείς ότι είναι γυναίκα.
Συνάπτει σχέση με το θαλαμηπόλο της και μένει έγκυος. Κατά τη διάρκεια
μιας λιτανείας γεννά πρόωρα μέχρι θανάτου. Το μυθιστόρημα φαινομενικά επικρίνει
τα υποκριτικά ήθη της Καθολικής Εκκλησίας ωστόσο στην πραγματικότητα
η σφοδρή αυτή κριτικήαφορά την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία και αφόρισε το έργο.
Ωστόσο, το μυθιστόρημα κάνει πέντε επανεκδόσεις και ο Ροΐδης γνωρίζει
τη διεθνή καταξίωση και γίνεται διευθυντής σε δύο γαλλόφωνες εφημερίδες.
το οποίο προκαλεί κυριολεκτικά σεισμό! Η ιστορία αφορά τη ζωή
της ορφανής Ιωάννας, η οποία όταν πέθανε ο ιεραπόστολος πατέρας
της ντύθηκε άντρας και μπήκε σε ανδρικό μοναστήρι. Εκεί γνωρίζει έναν επισκέπτη
μοναχό με τον οποίο γίνονται εραστές και συζούν στο ίδιο κελί για επτά χρόνια.
Ταξιδεύουν μαζί σε πολλές χώρες ώσπου στην Αθήνα η Ιωάννα
εγκαταλείπει τον εραστή της και γυρίζει πίσω στη Ρώμη. Στη Ρώμη
κατορθώνει να εκλεγεί μέχρι και Πάπας χωρίς να γνωρίζει κανείς ότι είναι γυναίκα.
Συνάπτει σχέση με το θαλαμηπόλο της και μένει έγκυος. Κατά τη διάρκεια
μιας λιτανείας γεννά πρόωρα μέχρι θανάτου. Το μυθιστόρημα φαινομενικά επικρίνει
τα υποκριτικά ήθη της Καθολικής Εκκλησίας ωστόσο στην πραγματικότητα
η σφοδρή αυτή κριτικήαφορά την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία και αφόρισε το έργο.
Ωστόσο, το μυθιστόρημα κάνει πέντε επανεκδόσεις και ο Ροΐδης γνωρίζει
τη διεθνή καταξίωση και γίνεται διευθυντής σε δύο γαλλόφωνες εφημερίδες.
Το 1873 χάνει όλη την περιουσία του με την υπόθεση των Λαυρεωτικών
και επιβιώνει μόνο χάρη στην πένα του. Από το 1875 και για ενάμιση χρόνο
εκδίδει με τον Θέμο Άννινο το σατιρικό περιοδικό «Ασμοδαίος».
Στο περιοδικό αυτό σατίριζε τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας
υπογράφοντας τα άρθρα του με διάφορα ψευδώνυμα.
και επιβιώνει μόνο χάρη στην πένα του. Από το 1875 και για ενάμιση χρόνο
εκδίδει με τον Θέμο Άννινο το σατιρικό περιοδικό «Ασμοδαίος».
Στο περιοδικό αυτό σατίριζε τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας
υπογράφοντας τα άρθρα του με διάφορα ψευδώνυμα.
Η διαμάχη του με τον κριτικό και συγγραφέα Άγγελο Βλάχο για το μέλλον
της ελληνικής ποίησης άφησε εποχή. Ο Ροΐδης υποστήριζε θερμά ως δεν υπήρχε
η κατάλληλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα (milieu) για την ανάπτυξη αυτόνομης
νεοελληνικής ποίησης. Ο Βλάχος απάντησε πως το ποιητικό ταλέντο δεν είναι θέμα
περιρρέουσας ατμοσφαιρας και συνθηκών αλλά μάλλον των ικανοτήτων του ποιητή
να γραφεί αναφέροντας ως παράδειγμα τον ποιητή Γεώργιο Ζαλοκώστα. Ο Ροΐδης
απάντησε με άλλες δύο μελέτες «Περί συγχρόνου Ελληνικής κριτικής» και
«Περί συγχρόνου Ελληνικής ποιήσεως», στις οποίες επαίνεσε το έργο των «Προδρόμων»
(Ιωάννης Βηλαράς, Αθανάσιος Χριστόπουλος), την Επτανησιακή Σχολή και από
σύγχρονους ποιητές μόνο τον Βαλαωρίτη και τον Αχ. Παράσχο. Ο Άγγελος Βλάχος
ανταπάντησε με το έργο «Ο Νέος Κριτικός» και ο Ροΐδης με το έργο «Τα Κείμενα»
και έτσι έληξε η διαμάχη.
της ελληνικής ποίησης άφησε εποχή. Ο Ροΐδης υποστήριζε θερμά ως δεν υπήρχε
η κατάλληλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα (milieu) για την ανάπτυξη αυτόνομης
νεοελληνικής ποίησης. Ο Βλάχος απάντησε πως το ποιητικό ταλέντο δεν είναι θέμα
περιρρέουσας ατμοσφαιρας και συνθηκών αλλά μάλλον των ικανοτήτων του ποιητή
να γραφεί αναφέροντας ως παράδειγμα τον ποιητή Γεώργιο Ζαλοκώστα. Ο Ροΐδης
απάντησε με άλλες δύο μελέτες «Περί συγχρόνου Ελληνικής κριτικής» και
«Περί συγχρόνου Ελληνικής ποιήσεως», στις οποίες επαίνεσε το έργο των «Προδρόμων»
(Ιωάννης Βηλαράς, Αθανάσιος Χριστόπουλος), την Επτανησιακή Σχολή και από
σύγχρονους ποιητές μόνο τον Βαλαωρίτη και τον Αχ. Παράσχο. Ο Άγγελος Βλάχος
ανταπάντησε με το έργο «Ο Νέος Κριτικός» και ο Ροΐδης με το έργο «Τα Κείμενα»
και έτσι έληξε η διαμάχη.
Στο επίμαχο ζήτημα της γλωσσικής διαμάχης, ο Εμμανουήλ Ροΐδης υποστήριξε την
χρήση της δημοτικής γλώσσας στη λογοτεχνία την οποία θεωρούσε ισάξια με την
καθαρεύουσα σε σαφήνεια, πλούτο και ακρίβεια. Πρότεινε σταδιακά να απλοποιηθεί
η καθαρεύουσα ώσπου κάποια στιγμή να συναντηθεί με την δημοτική και να καταστεί
η δημοτική επίσημη γλώσσα του κράτους. Γι’ αυτό υποστήριξε με θέρμη και την
έκδοση του μυθιστορήματος του Γιάννη Ψυχάρη, «Το ταξίδι μου» (1888),
έργο-σταθμό για τη δημοτική γλώσσα. Ο ίδιος έγραφε στην καθαρεύουσα.
χρήση της δημοτικής γλώσσας στη λογοτεχνία την οποία θεωρούσε ισάξια με την
καθαρεύουσα σε σαφήνεια, πλούτο και ακρίβεια. Πρότεινε σταδιακά να απλοποιηθεί
η καθαρεύουσα ώσπου κάποια στιγμή να συναντηθεί με την δημοτική και να καταστεί
η δημοτική επίσημη γλώσσα του κράτους. Γι’ αυτό υποστήριξε με θέρμη και την
έκδοση του μυθιστορήματος του Γιάννη Ψυχάρη, «Το ταξίδι μου» (1888),
έργο-σταθμό για τη δημοτική γλώσσα. Ο ίδιος έγραφε στην καθαρεύουσα.
Άλλα έργα του είναι τα διηγήματα «Ιστορία μιας γάτας», «Ιστορία ενός σκύλου»,
«Ιστορία ενός αλόγου», «Ψυχολογία Συριανού συζύγου», «Η μηλιά» (στη δημοτική),
«Το παράπονον του νεκροθάπτου». Από αυτά ξεχωρίζουν
η «Ψυχολογία Συριανού συζύγου» και «Το παράπονον του νεκροθάπτου».
Στο πρώτο περιγράφει την χλιδή και την άνεση με την οποία ζούσαν
οι νεόπλουτοι έμποροι στη Σύρο. Στο δεύτερο επικρίνει
τα νεοελληνικά ήθη με τον καλόψυχο και εύπιστο ήρωα Αργύρη
να καταλήγει νεκροθάφτης για να ζήσει πιστεύοντας
τις κούφιες υποσχέσεις πολιτικών.
«Ιστορία ενός αλόγου», «Ψυχολογία Συριανού συζύγου», «Η μηλιά» (στη δημοτική),
«Το παράπονον του νεκροθάπτου». Από αυτά ξεχωρίζουν
η «Ψυχολογία Συριανού συζύγου» και «Το παράπονον του νεκροθάπτου».
Στο πρώτο περιγράφει την χλιδή και την άνεση με την οποία ζούσαν
οι νεόπλουτοι έμποροι στη Σύρο. Στο δεύτερο επικρίνει
τα νεοελληνικά ήθη με τον καλόψυχο και εύπιστο ήρωα Αργύρη
να καταλήγει νεκροθάφτης για να ζήσει πιστεύοντας
τις κούφιες υποσχέσεις πολιτικών.
Το 1878 ο Ροΐδης διορίζεται έφορος και έπειτα διευθυντής
της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια
συνεχίζει τις συνεργασίες του με περιοδικά, εφημερίδες και άλλα έντυπα.
Το 1885 σπάζει το σαγόνι του εξαιτίας ενός σοβαρού ατυχήματός που
είχε με άμαξα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μιλήσει για μήνες.
Το 1890 χάνει οριστικά την ακοή του και το τέλος έρχεται το 1904
από καρδιακή προσβολή.
της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Παράλληλα όλα αυτά τα χρόνια
συνεχίζει τις συνεργασίες του με περιοδικά, εφημερίδες και άλλα έντυπα.
Το 1885 σπάζει το σαγόνι του εξαιτίας ενός σοβαρού ατυχήματός που
είχε με άμαξα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μιλήσει για μήνες.
Το 1890 χάνει οριστικά την ακοή του και το τέλος έρχεται το 1904
από καρδιακή προσβολή.
Ρηξικέλευθος και καινοτόμος, μπροστά από την εποχή του
και μη φοβούμενος να τα βάλει με τα καθεστώτα ήθη, ο Εμμανουήλ Ροΐδης
υπηρέτησε στο ακέραιο και με αφοσίωση
τη λογοτεχνία αλλά και τον ουσιαστικό ρόλο του πνευματικού ανθρώπου,
να γρηγορεί και να αφυπνίζει την κοινωνία. Έτσι η θέση που καταλαμβάνει
στα νεοελληνικά γράμματα πάντα θα είναι κυρίαρχη και ουσιαστική.
και μη φοβούμενος να τα βάλει με τα καθεστώτα ήθη, ο Εμμανουήλ Ροΐδης
υπηρέτησε στο ακέραιο και με αφοσίωση
τη λογοτεχνία αλλά και τον ουσιαστικό ρόλο του πνευματικού ανθρώπου,
να γρηγορεί και να αφυπνίζει την κοινωνία. Έτσι η θέση που καταλαμβάνει
στα νεοελληνικά γράμματα πάντα θα είναι κυρίαρχη και ουσιαστική.
Πηγή: www.psaxna.gr
Δημοσιεύτηκε στις 03/07/2017
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire