Τα έγγραφα που ξεσκεπάζουν την προδοσία
Φρίξος Δαλίτης
Θύμα όλων αυτών των σχεδιασμών, ο κυπριακός ελληνισμός, ο οποίος θρηνεί ακόμα για την τραγωδία και τις ανοικτές πληγές που αιμορραγούν.
Μέσα από στοιχεία που κατάφερε να συλλέξει η Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τον «Φάκελο της Κύπρου», προκύπτει πλέον ξεκάθαρα και με στοιχεία, η συνωμοσία εις βάρους της Κύπρου, η οποία ξεκινά από τη δεκαετία του 1960 μετά το ναυάγιο των προσπαθειών για επιβολή του «Σχεδίου Άτσενσον», το οποίο προέβλεπε τη διχοτόμηση του νησιού και την διπλή ένωση. Η αποστασία στην Ελλάδα που οδήγησε στην επιβολή της Χούντας των Συνταγμαρχών, οι συνθήκες αποσταθεροποίησης στην Κύπρο, η κρίση της Κοφίνου, η απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας, η δημιουργία του «Εθνικού Μετώπου», η άφιξη του Γρίβα και η δημιουργία της ΕΟΚΑ Β’, οι απόπειρες δολοφονίας του Μακαρίου, η εκκλησιαστική κρίση, ήταν μια σειρά γεγονότων που οδήγησαν στην 15η Ιουλίου 1974 που άνοιξε το δρόμο για ολοκλήρωση των σχεδιασμών στις 20 Ιουλίου 1974.
Μέσα από το μαρτυρικό υλικό, αλλά και τα απόρρητα έγγραφα που εξασφάλισε η Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου, αποκαλύπτοντας συνταρακτικά στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν και το μέγεθος της συνωμοσίας αλλά και της προδοσίας εις βάρους της Κύπρου. Τον ρόλο της Χούντας των Συνταγματαρχών, τις σχέσεις ΕΟΚΑ Β’ με τη Χούντα, το ρόλο των Αμερικανών, αλλά και τις σχέσεις συνεννόησης μεταξύ της χουντικής κυβέρνησης με την τουρκική κυβέρνηση.
Είναι χαρακτηριστικό, το κρυπτογραφημένο σήμα που απέστειλε ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Άγκυρα η ώρα 06:15 το πρωί. «Η ώρα 05:45 κληθείς κατεπειγόντως συνηντήθην με τον κ. Γκιουνές όστις μου ανακοίνωσεν εξής: Τουρκική κυβέρνησις πληροφορεί ελληνική κυβέρνηση ότι απεφάσισε κάμη χρήσιν άρθρου 4 εδαφίου 2 Συνθήκης Εγγυήσεως. Ενέργεια αυτή τουρκικής κυβερνήσεως τοποθείται αυστηρώς εντός πλαισίου συμβατικής ταύτης διατάξεως και αποβλέπει εις επαναφορά εις κατάστασην πραγμάτων οριζομένης εν ειρημένη συνθήκη. Προστίθεται ότι κατά συνομιλίας μετά κ. Σίσκο, (σ.σ. οι συνομιλίες ήταν στις 19 Ιουλίου), διαβεβαιώσαμεν τούτο, ότι τουρκικά στρατεύματα δεν θα ανοίξουν ποτέ πυρ εφόσον το αυτό πράξουν δυνάμεις αίτινες ευρίσκονται εν νήσω».
Στην ουσία δηλαδή, αναφέρεται ότι η τουρκική κυβέρνηση ενημέρωσε τον Σίσκο ότι κατεβαίνουν στην Κύπρο για να εφαρμόσουν το σχέδιο.
Όπως ανέφερε στον «Φ», ο πρόεδρος κατά τη σύνταξη του πορίσματος της Επιτροπής για το Φάκελο της Κύπρου, Μαρίνος Σιζόπουλος, το πιο πάνω συμπέρασμα επιβεβαιώνεται και από τα πρακτικά της συνάντησης της Χούντας με τον Σίσκο στις 19 Ιουλίου. Εμμέσως πλην σαφώς, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, η Χούντα αποδέκτηκε την εισήγηση του Σίσκο για κατάληψη τμήματος των εδαφών της επαρχίας Κερύνειας από τα τουρκικά στρατεύματα για να αποκτήσει έξοδο προς τη θάλασσα ο τουρκοκυπριακός θύλακας Κιόνελι- Λευκωσίας.
«Η Τουρκία είχε καταστρώσει το σχέδιο της για κατάληψη του 30% του κυπριακού εδάφους», ανέφερε ο κ. Σιζόπουλος. «Το σχέδιο Άτσενσον προέβλεπε πολύ μικρότερο ποσοστό. Όμως η Τουρκία, κατά την άποψη μου, θεωρούσε το σχέδιο Άτσενσον, ως ένα ενδιάμεσο στάδιο, για να μπορέσει μέσα από τη στρατιωτική βάση που θα είχε στην Καρπασία, να μετακινήσει ελεύθερα στρατιωτικές δυνάμεις και όποτε θεωρούσε κατάλληλο να κάνει προέλαση και να καταλάβει το έδαφος που είχε σχεδιάσει. Διότι το πιο δύσκολο κομμάτι στους σχεδιασμούς της ήταν η απόβαση.
Οι Αμερικανοί και το ΝΑΤΟ κατ’ επέκταση, στις αντιλήψεις που είχαν ήταν ότι η λύση της διπλής ένωσης που έπρεπε να επιβληθεί στην Κύπρο, με τρόπο ώστε:
>>Να μην υπάρχει νικητής και ηττημένος
>>Να μην υπάρχει ελληνοτουρκικός πόλεμος
>>Να μην διαταραχθούν οι σχέσεις των χωρών της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ», ανέφερε.
Καλά μελετημένη η εφαρμογή των σχεδίων
Από το 1965 μέχρι το 1974 υπήρχε μία σταδιακή κλιμάκωση των προσπαθειών επιβολής λύσης και ανατροπής του Μακαρίου, γεγονός που αποδεικνύει ότι το έγκλημα εις βάρος της Κύπρου ήταν προσχεδιασμένο. Όπως προκύπτει μέσα από τα γεγονότα, το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου δεν ήταν ένα στιγμιαίο, ούτε μεμονωμένο γεγονός. Ήταν το αποκορύφωμα μια σειράς γεγονότων που ξεκίνησε από το 1965, είχαμε το 1966 τις συνομιλίες της κυβέρνησης των αποστατών στην Ελλάδα, με αποκορύφωμα τη συνάντηση τον Δεκέμβρη του 1966 στο Παρίσι του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας με τον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας, στο σπίτι του Έλληνα Πρέσβη. Για να φτάσουμε στη συνέχεια στα γεγονότα της Κοφίνου το 1967 στις συνομιλίες του Έβρου, να φτάσουμε μετά στην ίδρυση του Εθνικού Μετώπου με συγκεκριμένο στόχο, για να πάμε στη συνέχεια στη δολοφονική απόπειρα κατά του Μακαρίου το 1970, να ακολουθήσει η εκκλησιαστική συνωμοσία εναντίον του Μακαρίου, αφού προηγήθηκε και η άφιξη Γρίβα στην Κύπρο και να φτάσουμε στο πραξικόπημα.
«Ανώτατο στέλεχος της ΕΟΚΑ Β’ κατέθεσε στην Επιτροπή», αναφέρει ο κ. Σιζόπουλος, «ότι από τον ίδιο τον Γρίβα έλαβε οδηγίες από το 1969 για να προχωρήσει στη στρατολόγηση και στη δημιουργία ένοπλης οργάνωσης ικανής να διεκπεραιώνει στρατιωτικές επιχειρήσεις και ότι το καλοκαίρι του 1971, πριν από την άφιξη του Γρίβα, η οργάνωση αυτή που στη συνέχεια ονομάστηκε ΕΟΚΑ Β’ αριθμούσε 650 μέλη ένοπλα, καθώς επίσης και δίκτυο πληροφοριοδοτών σε όλες τις υπηρεσίες του κράτους. Επίσης, με την άφιξη του Γρίβα στην Κύπρο, αποκαλύπτεται και το πρώτο σχέδιο που εκπόνησε ο Γρίβας για πραξικόπημα ανατροπής του Μακαρίου, με την ονομασία «ΣΦΕΝΔΟΝΗ». Στη συνέχεια είχαμε το ματαιωθέν πραξικόπημα της 15ης Φλεβάρη του 1972, το οποίο επιβεβαιώνεται από υποκλοπή τηλεφωνικής συνομιλίας που είχε ο τότε πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο, ο Παναγιωτάκος, με το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας, από το οποίο επιμόνως ζητούσε την έγκριση για να ξεκινήσει το πραξικόπημα. Μάλιστα χαρακτηριστικά λέει, «όσον καθυστερείτε να μας δώσετε την έγκριση σας, υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε το λεωφορείο».
Ακόμα ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο λέει ότι σε κάποιες από τις τοποθετήσεις του συνομιλητή του από το υπουργείο Εξωτερικών, τον ρώτησε, «η πέραν του ατλαντικού δύναμη, δεν έχει δώσει το πράσινο φως; Δηλαδή οι ΗΠΑ».
Όπως αναφέρει ο κ. Σιζόπουλος, μετά από αυτό, ο Μακάριος κάλεσε τον Κληρίδη στο γραφείο του, τον ενημέρωσε για το συγκεκριμένο στοιχείο, ο οποίος επισκέφθηκε τότε τον πρέσβη των ΗΠΑ στη Λευκωσία και του έθεσε υπόψη του ότι αυτό γνωρίζει η Κυπριακή Κυβέρνηση, ενώ ταυτόχρονα υπήρξε και μία μαζική κινητοποίηση του λαού, με το ογκώδες συλλαλητήριο στην Αρχιεπισκοπή και έτσι οδηγηθήκαμε σε ματαίωση του πραξικοπήματος.
Η εμπλοκή των τριών Μητροπολιτών
Ανάμεσα στα άλλα σημαντικά έγγραφα που κατάφερε η Επιτροπή να εξασφαλίσει, υπάρχει ένα πολύ σημαντικό έγγραφο, ημερομηνίας 25 Φεβρουαρίου 1972, δηλαδή δέκα μέρες μετά τη ματαίωση του πραξικοπήματος. Ο Παναγιωτάκος είχε ήδη επιστρέψει στην Αθήνα και ανέλαβε υφυπουργός Εξωτερικών. Το έγγραφο αφορά συνάντηση του υφυπουργού κ. Παναγιωτάκου και του Τούρκου Πρέσβεως στην Αθήνα, Τουρκμέζ. Ανάμεσα στα υπόλοιπα που αναφέρονται, όσον αφορά τις προσεχείς ενέργειες που πρέπει να γίνουν, λέει ο Παναγιωτάκος, «ανέφερα (εννοεί του Τούρκου Πρέσβη) ότι η Ελληνική Κυβέρνηση είναι εις συνεχή επαφή μετά των τριών Κυπρίων Μητροπολιτών και του απεκάλυψα ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας στην Κύπρο παραμονής, είχον σειρά συναντήσεων μετ’ αυτών. Οτι οι Μητροπολίται με την εις αυτούς αποκάλυψη στοιχείων περί των κινδύνων ους συνεπάγεται η μετά των κομμουνιστών πολιτική συνεργασία του Μακαρίου, υπεσχέθησαν ενεργό συμμετοχή εις τας προσπάθειας ανατροπής του Κυπρίου Προέδρου. Σημαντικό μέρος της πολιτικής του δυνάμεως, αντλεί ο Μακάριος εκ της κυπριακής Εκκλησίας. Ελπίζουμε λοιπόν ότι ενέργειαι των τριών Μητροπολιτών, θα τον κλονίσουν τόσο, ώστε να καταστεί ευχερής η απομάκρυνσής του(…).
Ως ήταν φυσικό δεν ήτο εις θέσην να μου απαντήσει κατά πόσο η χώρα του θα ήτο διατεθειμένη να συμβάλει εις την διά δελεασμού παγίδευση του Μακαρίου. Νομίζει όμως ότι η απάντηση θα είναι θετική. Υπεσχήθη ότι η δική του εισήγηση προς την κυβέρνηση του θα είναι θετική».
Αποκαλύπτεται δηλαδή με αυτό το έγγραφο, η συνεργασία της Χούντας με την τουρκική κυβέρνηση.
Εμπόδιο ο Μακάριος
Από την ώρα που ο Μακάριος αρνείτο να γίνει η διπλή ένωση και τα υπόλοιπα, έπρεπε να φύγει από τη μέση και έπρεπε να δοθεί η δυνατότητα μίας ανώδυνης μικρής έκτασης πολεμικής σύρραξης στην Κύπρο, για να δικαιολογηθεί η επέμβαση της Τουρκίας και η κατάληψη των εδαφών.
«Αυτό έχει δύο διαστάσεις», εξηγεί ο κ. Σιζόπουλος. «Η μία διάσταση ήταν ότι έπρεπε να αποχωρήσει η ελληνική Μεραρχία από την Κύπρο. Η παρουσία της στην Κύπρο εξυπάκουε ότι εάν η Τουρκία επιχειρούσε απόβαση στην Κύπρο και είχε ισχυρό αντίπαλο, αν η απόβαση αποτύγχανε, η Ελλάδα θα ήταν νικήτρια και η Τουρκία χαμένη. Εάν η απόβαση επιτύγχανε τότε η Τουρκία θα ήταν η νικήτρια και η Ελλάδα χαμένη. Η παρουσία μιας μεραρχίας με πιθανή αποβατική ενέργεια της Τουρκίας συνιστούσε ελληνοτουρκικό πόλεμο, άρα έπρεπε να φύγει, άρα η αποβατική ενέργεια να ήταν θέμα τουρκοκυπριακό και όχι ελληνοτουρκικό. Γι’ αυτό σκηνοθετήθηκε η κρίση της Κοφίνου. Να φύγει η Μεραρχία, να αποδυναμωθεί η Κύπρος και να αποφευχθεί εμπλοκή της Ελλάδας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μέχρι σήμερα δεν έχουν αναγνωριστεί οι Ελλαδίτες θύματα της εισβολής, ως θύματα πολέμου».
Η δεύτερη διάσταση του θέματος, όπως εξηγεί, ήταν ότι για να νομιμοποιηθεί η εισβολή της Τουρκίας, έπρεπε να υπάρχει νόμιμη δικαιολογία. Η απλή δολοφονία του Μακαρίου από μόνη της, δεν συνιστούσε νόμιμη πρόκληση προς την Τουρκία. Έπρεπε να υπάρξει πραξικοπηματική ανατροπή. Γι’ αυτό υπήρξε το πραξικόπημα και όχι η δολοφονία του Μακαρίου. «Μπορεί να συνδυάζονταν τα δύο, όπως σχεδιαζόταν το 1970 με την απόπειρα εναντίον του ελικοπτέρου του. Να γινόταν δολοφονία και να γινόταν και επέμβαση του στρατού για κατάληψη της εξουσίας. Γι’ αυτό και δεν δοκίμασαν να σκοτώσουν τον Μακάριο στις 15 Ιουλίου όταν ερχόταν από το Τρόοδος και περνούσε έξω από το στρατόπεδο των τεθωρακισμένων στην Κοκκινοτριμμιθιά, αλλά τον άφησαν να φτάσει στο Προεδρικό. Ήταν για να δοθεί η ευκαιρία στην Τουρκία, να εφαρμόσει «νόμιμα» πλέον το σχετικό άρθρο της συνθήκης», αναφέρει.
«Αυτό», επισημαίνει, «προκύπτει και από ένα σημαντικό στοιχείο. Στις συνομιλίες του Λονδίνου στο Lancaster House το 1959, στα πρακτικά της 18ης Φεβρουαρίου, υπάρχει μία παράγραφος που αφορά διάλογο των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, Αβέρωφ- Ζουρλού αντίστοιχα. Όπου ο Ζουρλού ενημερώνει τον Αβέρωφ ότι ο λόγος για τον οποίο η Τουρκία επιθυμεί να έχει επεμβατικά δικαιώματα στην Κύπρο δεν είναι για να τα ασκήσει για ασήμαντο λόγο. Αλλά σε περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει σε ένα πραξικόπημα στην Κύπρο, η Τουρκία να μην έχει το νόμιμο δικαίωμα της επέμβασης; Άρα στην ουσία και στην Ελλάδα και στην Κύπρο, όσοι ασχολούνταν με το Κυπριακό, θα έπρεπε να γνώριζαν ότι οποιαδήποτε πραξικοπηματική ανατροπή εκλελεγμένου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας όποιος και να ήταν αυτός, στην ουσία σήμαινε νομιμοποίηση τουρκικής επέμβασης στην Κύπρο».
Κλιμάκωση της κρίσης
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο, όπως αναφέρει ο κ. Σιζόπουλος, είναι η κατάθεση στην Επιτροπή του Λοχαγού του κλιμακίου στην Κύπρο της ελληνικής ΚΥΠ, Αλέξανδρου Σημαιοφορίδη, σύμφωνα με την οποία, από τον Απρίλιο του 1974 είχαν παρατηρηθεί ασυνήθιστες κινήσεις των τουρκικών στρατευμάτων στα παράλια της Τουρκίας απέναντι από την Κύπρο. Μάλιστα παρατηρήθηκε μετακίνηση ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων, όπως της 28ης Μεραρχίας, όπως επίσης του Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών, των τεθωρακισμένων και ασυνήθιστες ασκήσεις αποβατικής ενέργειας στον κόλπο της Αλεξανδρέττας.
«Αυτά συμπίπτουν με δύο γεγονότα», επισημαίνει. «Πρώτον την εντολή της Χούντας προς την ΕΟΚΑ Β’ για να εντείνει τη δράση της σε βάρος του Μακαρίου με το χαρακτηριστικό «χτυπάτε στο ψαχνό» και το δεύτερο συμπίπτει με την τελική απόφαση της τετράδας της Χούντας για την πραγματοποίηση του πραξικοπήματος εναντίον του Μακαρίου, μετά την επιστροφή του από το ταξίδι του στην Κίνα. Το οποίο προσδιοριζόταν προς τα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου».
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δημοσιεύτηκε στις 20/07/2013
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire