Η περιήγηση στο σύμπλεγμα των νησιών επιφυλάσσει δεκάδες εκπλήξεις στους λάτρεις της Ιστορίας
Της Χριστίνας Σανούδου
Τα νησιά των Μικρών Κυκλάδων, από τη Δονούσα με τους 120 κατοίκους, που γεμίζει παραθεριστές το καλοκαίρι για να βυθιστεί ξανά στη γαλήνη το φθινόπωρο, έως τα ακατοίκητα εδώ και αιώνες Αντικέρια, κρύβουν στα άνυδρα τοπία τους τα κατάλοιπα ανθρώπινης παρουσίας ηλικίας χιλιάδων ετών. Εδώ, άλλωστε, στο στρατηγικής σημασίας σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης, άκμασε ένας σημαντικός πολιτισμός της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, ο Πρωτοκυκλαδικός. Στα χρόνια που ακολούθησαν, κάποια νησιά κατοικήθηκαν συστηματικά και άλλα χρησιμοποιήθηκαν ανά περιόδους ως τόποι εξορίας, κρησφύγετα πειρατών ή βοσκοτόπια.
Η εκκλησιά της Σχοινούσας Σήμερα, η περιήγηση στο σύμπλεγμα των νησιών, που εκτείνονται ανάμεσα στη Νάξο και την Αμοργό, επιφυλάσσει δεκάδες εκπλήξεις στους λάτρεις της ιστορίας, είτε πρόκειται για τις μυστηριώδεις βραχογραφίες της Ηρακλειάς είτε για τα ερείπια της παλαιοχριστιανικής βασιλικής στη Σχοινούσα. Μελλοντικές έρευνες πιθανότατα θα φέρουν στο φως περισσότερα στοιχεία σχετικά με το παρελθόν των Μικρών Κυκλάδων και τους ανθρώπους, που επέλεξαν να εγκατασταθούν στους ορμίσκους και τα υψώματά τους, παρά το γεγονός ότι η μοναδική δίοδος επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν η θάλασσα.
Στην αποτελεσματικότερη προστασία των νησιών και της ιστορίας τους στοχεύει η πρόσφατη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου να κηρύξει αρχαιολογικούς χώρους σε σημεία όπου έχουν εντοπιστεί ή κρίνεται ότι μπορεί να εντοπιστούν ευρήματα. Ανάμεσά τους και ενάλιες θέσεις, όπως ο ενάλιος χώρος κοντά στο Βαθύ Λιμενάρι Δονούσας, όπου σώζονται τα κατάλοιπα οχυρωμένης εγκατάστασης και νεκροταφείου του 9ου με 8ου π.Χ. αιώνα, αλλά και ολόκληρη η θαλάσσια περιοχή γύρω από το Ανω και το Κάτω Αντικέρι Αμοργού. Με την ίδια απόφαση οριοθετήθηκε ο ήδη κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος στη νησίδα Δασκαλιό, που εκτιμάται ότι κάποτε συνδεόταν με μία λεπτή λωρίδα ξηράς με τον Κάβο της Κέρου και αποτελεί την πλουσιότερη σε ευρήματα θέση της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου.
Ο Θησαυρός της Κέρου Η σήμερα εγκαταλειμμένη Κέρος απασχόλησε τη δημοσιότητα για πρώτη φορά το 1963, όταν εντοπίστηκε η εκτεταμένη λαθρανασκαφή στη δυτική πλευρά του νησιού, και ξανά το 2006, όταν το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης αγόρασε σε δημοπρασία ένα τμήμα του περίφημου Θησαυρού της Κέρου, ο οποίος αποτελείται από εκατοντάδες θραύσματα ειδωλίων και άλλα μικροαντικείμενα. Σύμφωνα με τη θεωρία του Βρετανού αρχαιολόγου και ανασκαφέα της περιοχής Κόλιν Ρένφριου, τα χιλιάδες κομματιασμένα ειδώλια, που σήμερα βρίσκονται διασκορπισμένα σε Μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού, μαρτυρούν πως για τουλάχιστον τρεις αιώνες στα μέσα της 3ης π.Χ. χιλιετίας η Κέρος υπήρξε σημαντικός τόπος λατρείας, εμβέλειας αντίστοιχης με το ιερό της Δήλου των ιστορικών χρόνων. Στο ιερό του Κάβου πιθανολογείται ότι εναποτίθονταν τα θραυσμένα ειδώλια στο πλαίσιο θρησκευτικής τελετουργίας, ενώ στο σημερινό Δασκαλιό βρίσκονταν ο οικισμός και το νεκροταφείο του νησιού.
Για τις μεταγενέστερες φάσεις κατοίκησης της Κέρου οι πληροφορίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες, με εξαίρεση τις αναφορές στο φόρο, που υποχρεούνταν να καταβάλει ως μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας τους κλασικούς χρόνους και τη χρήση της ως ορμητήριο πειρατών το Μεσαίωνα. Πλουσιότερα είναι τα μεσαιωνικά ευρήματα από τη Σχοινούσα, όπου έχουν ερευνηθεί τα ερείπια ενός πρωτοβυζαντινού οικισμού στο Θολάρι, και μιας τρίκλητης παλαιοχριστιανικής βασιλικής διακοσμημένης με τοιχογραφίες στον Ορμο Λιβάδι, όχι μακριά από τα ίχνη του ελληνιστικού φρουρίου και τους ναούς του Δία και της Τύχης. Με απόφαση του ΚΑΣ, η Σχοινούσα αποκτά δύο ακόμα αρχαιολογικούς χώρους στις θέσεις Τσιγκούρι και Προφήτης Ηλίας.
«Γκράφιτι» στην Ηρακλειά Ενα μυστήριο παραμένουν ως τις μέρες μας οι δεκάδες επίκρουστες βραχογραφίες της Ηρακλειάς, που χαράχτηκαν με μεταλλικά εργαλεία σε επίπεδα βράχια και πλάκες σε όλο το νησί πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια και σώζονται σε μεγαλύτερη πυκνότητα στις τοποθεσίες Αγιος Αθανάσιος και Αγιος Μάμας. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση του νησιού, οι λεγόμενοι «μπούσουλες» ήταν χάρτες θησαυρών που άφησαν πίσω τους οι πειρατές -έτσι, πολλές βραχογραφίες καταστράφηκαν. Σήμερα, πάντως, η τοπική κοινωνία συμβάλλει καθοριστικά στην καταγραφή και τη διάσωση των προϊστορικών «γκράφιτι», αν και η σημασία τους δεν έχει προς το παρόν ερμηνευθεί επιστημονικά.
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 20/07/2013
Της Χριστίνας Σανούδου
Τα νησιά των Μικρών Κυκλάδων, από τη Δονούσα με τους 120 κατοίκους, που γεμίζει παραθεριστές το καλοκαίρι για να βυθιστεί ξανά στη γαλήνη το φθινόπωρο, έως τα ακατοίκητα εδώ και αιώνες Αντικέρια, κρύβουν στα άνυδρα τοπία τους τα κατάλοιπα ανθρώπινης παρουσίας ηλικίας χιλιάδων ετών. Εδώ, άλλωστε, στο στρατηγικής σημασίας σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης, άκμασε ένας σημαντικός πολιτισμός της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, ο Πρωτοκυκλαδικός. Στα χρόνια που ακολούθησαν, κάποια νησιά κατοικήθηκαν συστηματικά και άλλα χρησιμοποιήθηκαν ανά περιόδους ως τόποι εξορίας, κρησφύγετα πειρατών ή βοσκοτόπια.
Η εκκλησιά της Σχοινούσας Σήμερα, η περιήγηση στο σύμπλεγμα των νησιών, που εκτείνονται ανάμεσα στη Νάξο και την Αμοργό, επιφυλάσσει δεκάδες εκπλήξεις στους λάτρεις της ιστορίας, είτε πρόκειται για τις μυστηριώδεις βραχογραφίες της Ηρακλειάς είτε για τα ερείπια της παλαιοχριστιανικής βασιλικής στη Σχοινούσα. Μελλοντικές έρευνες πιθανότατα θα φέρουν στο φως περισσότερα στοιχεία σχετικά με το παρελθόν των Μικρών Κυκλάδων και τους ανθρώπους, που επέλεξαν να εγκατασταθούν στους ορμίσκους και τα υψώματά τους, παρά το γεγονός ότι η μοναδική δίοδος επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο ήταν η θάλασσα.
Στην αποτελεσματικότερη προστασία των νησιών και της ιστορίας τους στοχεύει η πρόσφατη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου να κηρύξει αρχαιολογικούς χώρους σε σημεία όπου έχουν εντοπιστεί ή κρίνεται ότι μπορεί να εντοπιστούν ευρήματα. Ανάμεσά τους και ενάλιες θέσεις, όπως ο ενάλιος χώρος κοντά στο Βαθύ Λιμενάρι Δονούσας, όπου σώζονται τα κατάλοιπα οχυρωμένης εγκατάστασης και νεκροταφείου του 9ου με 8ου π.Χ. αιώνα, αλλά και ολόκληρη η θαλάσσια περιοχή γύρω από το Ανω και το Κάτω Αντικέρι Αμοργού. Με την ίδια απόφαση οριοθετήθηκε ο ήδη κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος στη νησίδα Δασκαλιό, που εκτιμάται ότι κάποτε συνδεόταν με μία λεπτή λωρίδα ξηράς με τον Κάβο της Κέρου και αποτελεί την πλουσιότερη σε ευρήματα θέση της Πρωτοκυκλαδικής περιόδου.
Ο Θησαυρός της Κέρου Η σήμερα εγκαταλειμμένη Κέρος απασχόλησε τη δημοσιότητα για πρώτη φορά το 1963, όταν εντοπίστηκε η εκτεταμένη λαθρανασκαφή στη δυτική πλευρά του νησιού, και ξανά το 2006, όταν το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης αγόρασε σε δημοπρασία ένα τμήμα του περίφημου Θησαυρού της Κέρου, ο οποίος αποτελείται από εκατοντάδες θραύσματα ειδωλίων και άλλα μικροαντικείμενα. Σύμφωνα με τη θεωρία του Βρετανού αρχαιολόγου και ανασκαφέα της περιοχής Κόλιν Ρένφριου, τα χιλιάδες κομματιασμένα ειδώλια, που σήμερα βρίσκονται διασκορπισμένα σε Μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού, μαρτυρούν πως για τουλάχιστον τρεις αιώνες στα μέσα της 3ης π.Χ. χιλιετίας η Κέρος υπήρξε σημαντικός τόπος λατρείας, εμβέλειας αντίστοιχης με το ιερό της Δήλου των ιστορικών χρόνων. Στο ιερό του Κάβου πιθανολογείται ότι εναποτίθονταν τα θραυσμένα ειδώλια στο πλαίσιο θρησκευτικής τελετουργίας, ενώ στο σημερινό Δασκαλιό βρίσκονταν ο οικισμός και το νεκροταφείο του νησιού.
Για τις μεταγενέστερες φάσεις κατοίκησης της Κέρου οι πληροφορίες είναι σχεδόν ανύπαρκτες, με εξαίρεση τις αναφορές στο φόρο, που υποχρεούνταν να καταβάλει ως μέλος της αθηναϊκής συμμαχίας τους κλασικούς χρόνους και τη χρήση της ως ορμητήριο πειρατών το Μεσαίωνα. Πλουσιότερα είναι τα μεσαιωνικά ευρήματα από τη Σχοινούσα, όπου έχουν ερευνηθεί τα ερείπια ενός πρωτοβυζαντινού οικισμού στο Θολάρι, και μιας τρίκλητης παλαιοχριστιανικής βασιλικής διακοσμημένης με τοιχογραφίες στον Ορμο Λιβάδι, όχι μακριά από τα ίχνη του ελληνιστικού φρουρίου και τους ναούς του Δία και της Τύχης. Με απόφαση του ΚΑΣ, η Σχοινούσα αποκτά δύο ακόμα αρχαιολογικούς χώρους στις θέσεις Τσιγκούρι και Προφήτης Ηλίας.
«Γκράφιτι» στην Ηρακλειά Ενα μυστήριο παραμένουν ως τις μέρες μας οι δεκάδες επίκρουστες βραχογραφίες της Ηρακλειάς, που χαράχτηκαν με μεταλλικά εργαλεία σε επίπεδα βράχια και πλάκες σε όλο το νησί πριν από πέντε χιλιάδες χρόνια και σώζονται σε μεγαλύτερη πυκνότητα στις τοποθεσίες Αγιος Αθανάσιος και Αγιος Μάμας. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση του νησιού, οι λεγόμενοι «μπούσουλες» ήταν χάρτες θησαυρών που άφησαν πίσω τους οι πειρατές -έτσι, πολλές βραχογραφίες καταστράφηκαν. Σήμερα, πάντως, η τοπική κοινωνία συμβάλλει καθοριστικά στην καταγραφή και τη διάσωση των προϊστορικών «γκράφιτι», αν και η σημασία τους δεν έχει προς το παρόν ερμηνευθεί επιστημονικά.
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 20/07/2013
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire