Περιπλέκεται το δημοψήφισμα για τον Ερντογάν
Το δημοψήφισμα δεν είναι εύκολη υπόθεση για τον Ερντογάν.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις που παρήγγειλε το ΑΚΡ, το «Ναι» προηγείται
με ποσοστό της τάξεως του 51%- 54%, κάτι που αφήνει ανοιχτό κάθε
ενδεχόμενο.
Τη νύχτα της 15ης Ιουλίου, η
δημοσιογράφος Χαντέ Φιράτ και το ιδιωτικό κανάλι CNN Turk του ομίλου
Ντογκάν έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην αποτυχία του πραξικοπήματος. Ενώ τα
τεθωρακισμένα βρίσκονταν στους δρόμους και οι πραξικοπηματίες είχαν
καταλάβει την κρατική τηλεόραση, ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε στη Φιράτ
συνέντευξη από τη Μαρμαρίδα μέσω FaceTime, καλώντας τον κόσμο να κατέβει
στους δρόμους. Παρά το γεγονός ότι παραδοσιακά συνδεόταν με το κοσμικό,
κεμαλικό κατεστημένο, ο όμιλος Ντογκάν, με τις πέντε εφημερίδες και τα
21 κανάλια του, υπερασπίστηκε τη Δημοκρατία, έστω κι αν αυτό σήμαινε τη
διάσωση ενός ισλαμιστή προέδρου που δεν ήταν καθόλου της αρεσκείας του.
Δεν γνωρίζουμε αν ο ιδρυτής του ομίλου, Αϊντίν Ντογκάν, περίμενε κάποια ανταπόδωση, πάντως τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας τον διέψευσαν. Οι Αρχές τον διέταξαν να προσέλθει αυτοπροσώπως στο δικαστήριο, που εκδικάζει παλιότερη υπόθεση λαθρεμπορίου καυσίμων και για την οποία ο 80χρονος Ντογκάν αντιμετωπίζει ποινή πολυετούς κάθειρξης. Οι πάντες, εντός και εκτός Τουρκίας, αντιλαμβάνονται ότι τα περί λαθρεμπορίου είναι μόνο το πρόσχημα. Αλλωστε, μία ημέρα νωρίτερα, ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν είχε προαναγγείλει ότι ο όμιλος Ντογκάν «θα πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα» για μία άλλη, εντελώς διαφορετική υπόθεση, η οποία απειλεί να σύρει στη φυλακή και τη Χαντέ Φιράτ.
Πέτρα του σκανδάλου αποτέλεσε ρεπορτάζ της Φιράτ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του ομίλου, Hurriyet, στις 25 Φεβρουαρίου. Το δημοσίευμα υποστήριζε πως η τουρκική κυβέρνηση δεν ζήτησε καν τη γνώμη του Γενικού Επιτελείου προτού αποφασίσει να άρει την απαγόρευση μαντίλας για τις γυναίκες που υπηρετούν στον τουρκικό στρατό. Εκείνο που ενόχλησε περισσότερο τον Ερντογάν ήταν ο τίτλος του επίμαχου άρθρου – «Αναταραχή στο Γενικό Επιτελείο».
Η συγγνώμη
Τι κι αν ο όμιλος Ντογκάν ζήτησε συγγνώμη για τον τίτλο του ρεπορτάζ, αντικατέστησε ενοχλητικά, για τον Ερντογάν, διευθυντικά στελέχη του, ενώ νωρίτερα είχε απολύσει παρουσιαστή δελτίου επειδή είχε εκφραστεί δημοσίως υπέρ του «Οχι» στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου; Ο πρόεδρος που εννοεί να γίνει σουλτάνος, αποκτώντας μεγαλύτερες εξουσίες και από εκείνες που διέθετε ο Κεμάλ Ατατούρκ, δεν έδειξε να συγκινείται. Ο διωγμός εναντίον των ανεξάρτητων δημοσιογράφων συνεχίζεται, με τελευταίο σταθμό τη φυλάκιση του Ντενίζ Γιουτζέλ, ανταποκριτή της γερμανικής Die Welt, με τις κατηγορίες της «προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικής οργάνωσης και ενθάρρυνσης της βίας». Εξέλιξη η οποία προκάλεσε οργή στη Γερμανία –ο Γιουτζέλ έχει γερμανική και τουρκική υπηκοότητα– και προσωπική παρέμβαση της καγκελαρίου Μέρκελ.
Ο ανηλεής διωγμός εναντίον αντιπολιτευόμενων δημοσιογράφων, συγγραφέων και πανεπιστημιακών προδίδει την ανασφάλεια του Ερντογάν για το δημοψήφισμα, που δεν αποδεικνύεται «περίπατος» για το κόμμα του, όπως αρχικά ήλπιζε. Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, οι εσωτερικές δημοσκοπήσεις που παρήγγειλε το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ και δεν δημοσιοποιούνται φέρνουν το «Ναι» να προηγείται με ποσοστά της τάξεως του 51%- 54%, κάτι που αφήνει ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο. Μεγάλο μέρος, ίσως της τάξεως του 40%, των ψηφοφόρων του εθνικιστικού ΜΗΡ τάσσεται υπέρ του «Οχι» παρά το γεγονός ότι η ηγεσία του συντάχθηκε με τον Ερντογάν. Στο μέτωπο του «Οχι» συμπαρατάσσονται το κεμαλικό CHP, το φιλοκουρδικό HDP (με τους δύο συμπροέδρους του στη φυλακή), σύσσωμη η τουρκική Αριστερά και η συντριπτική πλειονότητα των συνδικάτων, των επαγγελματικών φορέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Οι σπασμωδικές αντιδράσεις του Ταγίπ Ερντογάν και του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ, οι οποίοι, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατηγορούν όλους τους υπερασπιστές του «Οχι» ότι, συνειδητά ή ασυνείδητα, «βοηθούν την τρομοκρατία», μάλλον έχει αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα.
Οι δυσκολίες που συναντά το ΑΚΡ συνδέονται και με την πορεία της οικονομίας. Η Τουρκία συμπαρασύρεται από τη γενική κάμψη των αναδυόμενων οικονομιών και ορισμένοι τομείς, όπως η μεταποίηση, βρίσκονται ήδη σε κρίση, ενώ η αγορά ακινήτων χαρακτηρίζεται «φούσκα» σε τροχιά συρρίκνωσης και η λίρα υποχωρεί διαρκώς έναντι του δολαρίου. Σε μια προσπάθεια προσέλκυσης ψηφοφόρων, η κυβέρνηση προωθεί μειώσεις φόρων και κίνητρα για την αύξηση της απασχόλησης, επιβαρύνοντας τα δημόσια οικονομικά.
Το Κουρδικό
Κρίσιμο ρόλο στην έκβαση της αναμέτρησης διαδραματίζει το κουρδικό στοιχείο, ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις, όπου σημαντικό μέρος συντηρητικών Κούρδων ψήφισε στις προηγούμενες αναμετρήσεις ΑΚΡ, αλλά τώρα φαίνεται να στρέφεται προς το «Οχι». Το τελευταίο διάστημα, το ΑΚΡ φαίνεται να αναζητά μια νέα, περισσότερο ευέλικτη προσέγγιση των Κούρδων, κάτι που απειλεί, όμως, να προκαλέσει ρήγματα στην ήδη εύθραυστη συμμαχία του με τους εθνικιστές του ΜΗΡ. Είναι ενδεικτικό ότι ο ηγέτης του ΜΗΡ, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, εξεμάνη κατά την τελευταία επίσκεψη του ηγέτη των Κούρδων του Ιράκ, Μασούντ Μπαρζανί, στην Αγκυρα, με αφορμή την ανάρτηση της κουρδικής σημαίας. Σε αυτό το φόντο, το ενδεχόμενο επικίνδυνων εθνικιστικών χειρονομιών από την κυβέρνηση του ΑΚΡ (στη Συρία; στο Ιράκ; στο Αιγαίο;) προς συσπείρωση των ακραίων εθνικιστών εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή, 8 Μαρτη 2017
Δεν γνωρίζουμε αν ο ιδρυτής του ομίλου, Αϊντίν Ντογκάν, περίμενε κάποια ανταπόδωση, πάντως τα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας τον διέψευσαν. Οι Αρχές τον διέταξαν να προσέλθει αυτοπροσώπως στο δικαστήριο, που εκδικάζει παλιότερη υπόθεση λαθρεμπορίου καυσίμων και για την οποία ο 80χρονος Ντογκάν αντιμετωπίζει ποινή πολυετούς κάθειρξης. Οι πάντες, εντός και εκτός Τουρκίας, αντιλαμβάνονται ότι τα περί λαθρεμπορίου είναι μόνο το πρόσχημα. Αλλωστε, μία ημέρα νωρίτερα, ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν είχε προαναγγείλει ότι ο όμιλος Ντογκάν «θα πληρώσει πολύ βαρύ τίμημα» για μία άλλη, εντελώς διαφορετική υπόθεση, η οποία απειλεί να σύρει στη φυλακή και τη Χαντέ Φιράτ.
Πέτρα του σκανδάλου αποτέλεσε ρεπορτάζ της Φιράτ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του ομίλου, Hurriyet, στις 25 Φεβρουαρίου. Το δημοσίευμα υποστήριζε πως η τουρκική κυβέρνηση δεν ζήτησε καν τη γνώμη του Γενικού Επιτελείου προτού αποφασίσει να άρει την απαγόρευση μαντίλας για τις γυναίκες που υπηρετούν στον τουρκικό στρατό. Εκείνο που ενόχλησε περισσότερο τον Ερντογάν ήταν ο τίτλος του επίμαχου άρθρου – «Αναταραχή στο Γενικό Επιτελείο».
Η συγγνώμη
Τι κι αν ο όμιλος Ντογκάν ζήτησε συγγνώμη για τον τίτλο του ρεπορτάζ, αντικατέστησε ενοχλητικά, για τον Ερντογάν, διευθυντικά στελέχη του, ενώ νωρίτερα είχε απολύσει παρουσιαστή δελτίου επειδή είχε εκφραστεί δημοσίως υπέρ του «Οχι» στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου; Ο πρόεδρος που εννοεί να γίνει σουλτάνος, αποκτώντας μεγαλύτερες εξουσίες και από εκείνες που διέθετε ο Κεμάλ Ατατούρκ, δεν έδειξε να συγκινείται. Ο διωγμός εναντίον των ανεξάρτητων δημοσιογράφων συνεχίζεται, με τελευταίο σταθμό τη φυλάκιση του Ντενίζ Γιουτζέλ, ανταποκριτή της γερμανικής Die Welt, με τις κατηγορίες της «προπαγάνδας υπέρ τρομοκρατικής οργάνωσης και ενθάρρυνσης της βίας». Εξέλιξη η οποία προκάλεσε οργή στη Γερμανία –ο Γιουτζέλ έχει γερμανική και τουρκική υπηκοότητα– και προσωπική παρέμβαση της καγκελαρίου Μέρκελ.
Ο ανηλεής διωγμός εναντίον αντιπολιτευόμενων δημοσιογράφων, συγγραφέων και πανεπιστημιακών προδίδει την ανασφάλεια του Ερντογάν για το δημοψήφισμα, που δεν αποδεικνύεται «περίπατος» για το κόμμα του, όπως αρχικά ήλπιζε. Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, οι εσωτερικές δημοσκοπήσεις που παρήγγειλε το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ και δεν δημοσιοποιούνται φέρνουν το «Ναι» να προηγείται με ποσοστά της τάξεως του 51%- 54%, κάτι που αφήνει ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο. Μεγάλο μέρος, ίσως της τάξεως του 40%, των ψηφοφόρων του εθνικιστικού ΜΗΡ τάσσεται υπέρ του «Οχι» παρά το γεγονός ότι η ηγεσία του συντάχθηκε με τον Ερντογάν. Στο μέτωπο του «Οχι» συμπαρατάσσονται το κεμαλικό CHP, το φιλοκουρδικό HDP (με τους δύο συμπροέδρους του στη φυλακή), σύσσωμη η τουρκική Αριστερά και η συντριπτική πλειονότητα των συνδικάτων, των επαγγελματικών φορέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων. Οι σπασμωδικές αντιδράσεις του Ταγίπ Ερντογάν και του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ, οι οποίοι, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατηγορούν όλους τους υπερασπιστές του «Οχι» ότι, συνειδητά ή ασυνείδητα, «βοηθούν την τρομοκρατία», μάλλον έχει αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα.
Οι δυσκολίες που συναντά το ΑΚΡ συνδέονται και με την πορεία της οικονομίας. Η Τουρκία συμπαρασύρεται από τη γενική κάμψη των αναδυόμενων οικονομιών και ορισμένοι τομείς, όπως η μεταποίηση, βρίσκονται ήδη σε κρίση, ενώ η αγορά ακινήτων χαρακτηρίζεται «φούσκα» σε τροχιά συρρίκνωσης και η λίρα υποχωρεί διαρκώς έναντι του δολαρίου. Σε μια προσπάθεια προσέλκυσης ψηφοφόρων, η κυβέρνηση προωθεί μειώσεις φόρων και κίνητρα για την αύξηση της απασχόλησης, επιβαρύνοντας τα δημόσια οικονομικά.
Το Κουρδικό
Κρίσιμο ρόλο στην έκβαση της αναμέτρησης διαδραματίζει το κουρδικό στοιχείο, ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις, όπου σημαντικό μέρος συντηρητικών Κούρδων ψήφισε στις προηγούμενες αναμετρήσεις ΑΚΡ, αλλά τώρα φαίνεται να στρέφεται προς το «Οχι». Το τελευταίο διάστημα, το ΑΚΡ φαίνεται να αναζητά μια νέα, περισσότερο ευέλικτη προσέγγιση των Κούρδων, κάτι που απειλεί, όμως, να προκαλέσει ρήγματα στην ήδη εύθραυστη συμμαχία του με τους εθνικιστές του ΜΗΡ. Είναι ενδεικτικό ότι ο ηγέτης του ΜΗΡ, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, εξεμάνη κατά την τελευταία επίσκεψη του ηγέτη των Κούρδων του Ιράκ, Μασούντ Μπαρζανί, στην Αγκυρα, με αφορμή την ανάρτηση της κουρδικής σημαίας. Σε αυτό το φόντο, το ενδεχόμενο επικίνδυνων εθνικιστικών χειρονομιών από την κυβέρνηση του ΑΚΡ (στη Συρία; στο Ιράκ; στο Αιγαίο;) προς συσπείρωση των ακραίων εθνικιστών εγγράφεται στην ημερήσια διάταξη.
ΠΗΓΗ: Η Καθημερινή, 8 Μαρτη 2017
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire