Όλοι πλέον το αντιλαμβάνονται ότι η αποχώρηση της τουρκικής πλευράς από τις συνομιλίες για το Κυπριακό ήταν προαποφασισμένη και ότι και χωρίς την απόφαση της Κυπριακής Βουλής για την ολιγόλεπτη αναφορά, στα κυπριακά σχολεία, στο ενωτικό δημοψήφισμα του 1950, θα εφευρίσκετο μια άλλη αφορμή. Όσοι επομένως από ελληνικής πλευράς καταναλώνουν ακόμη φαιά ουσία για να δικαιολογούν τον Ακιντζί, ας σκεφτούν με κάποια πολιτική ωριμότητα, ας σκεφτούν ότι το μέλλον αυτού του τόπου δεν περνά μέσα από τη μετατροπή του σε προτεκτοράτο της  Άγκυρας, με υψηλή αμερικανο-ΝΑΤΟϊκή επίβλεψη,  ακόμη και πριν τη λύση του Κυπριακού. Αν σκεφτεί κανείς ότι η ελληνική πλευρά ανύψωσε διεθνώς τον Ακιντζί ως συμπρόεδρο και πως αυτός συμπεριφέρεται αυτή τη στιγμή ως αχυράνθρωπος της Άγκυρας, θα αντιληφθεί ότι φτάσαμε στο τέλος των ψευδαισθήσεων. Η Άγκυρα έχει στρατηγική στο Κυπριακό την οποία εφαρμόζει η εκάστοτε τουρκοκυπριακή ηγεσία.  Η εμπειρία με τον Ταλάτ παλιότερα και τώρα με τον Ακιντζί, δεν φαίνεται όμως να έχει κάνει σοφότερους αυτούς που διαχειρίζονται το Κυπριακό. Και μολονότι μισοβγήκε από τη ναφθαλίνη η φουστανέλα εν όψει προεδρικών εκλογών, δεν θα αποτελούσε έκπληξη η νεκρανάσταση των συνομιλιών με ένα νέο δείπνο, από αυτά στα οποία μόνο ο Πρόεδρος Αναστασιάδης γνωρίζει να κάνει παραχωρήσεις χωρίς να παίρνει τίποτε.
Όμως η Τουρκία δεν είναι διατεθειμένη για λύση, ούτε πριν το δημοψήφισμα του Ερντογάν, ούτε μετά. Έχει άλλες προτεραιότητες στην ευρύτερη περιοχή, έχει εσωτερικά προβλήματα, το Κυπριακό δεν αποτελεί ενόχληση, από τη στιγμή που δεν της προκαλεί υψηλό κόστος λόγω της πολιτικής του «καλού παιδιού» που εφαρμόζει η Λευκωσία. Άλλωστε αν επιδίωκε λύση δεν θα κλιμάκωνε την ένταση στο Αιγαίο. Φαίνεται ότι η λύση τουρκικών προδιαγραφών που προωθούσε η Άγκυρα απετράπη την τελευταία στιγμή, επειδή η Αθήνα αρνήθηκε να υποχωρήσει στο θέμα των εγγυήσεων και της παραμονής του τουρκικού στρατού. Κάτι που θα επισημοποιούσε τα τετελεσμένα της εισβολής-κατοχής με ελληνική υπογραφή. Διότι όσον αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση, το εδαφικό και το περουσιακό, ο Αναστασιάδης και οι σύμμαχοι του έδωσαν ό,τι ζητούσε η Άγκυρα.  Απλώς έμενε να επισημοποιηθεί η εκ περιτροπής προεδρία, με μόνη τουρκική παραχώρηση την επιστροφή μερικών γειτονιών της Μόρφου. Ακόμη και τώρα, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης στις τελευταίες του δηλώσεις στον «Φιλελεύθερο» της περασμένης Κυριακής, αφήνει να νοηθεί ότι το θέμα της εκ περιτροπής προεδρίας είναι πάντα στο τραπέζι.
Δεδομένου ότι σε 11 μήνες  θα γίνουν προεδρικές εκλογές στην Κύπρο και δεδομένης πλέον της τουρκικής πολιτικής να προκαλέσει κρίση στις συνομιλίες και να συντηρεί την ένταση στο Αιγαίο, φαίνεται ότι η επόμενη μέρα στο Κυπριακό μετατίθεται για το  2018!  Διότι και να επαναρχίσουν οι συνομιλίες κάποια στιγμή, σε ένα-δύο μήνες, θα είναι απλώς μια επιστροφή στην πεπατημένη.  Είναι επομένως  μια καλή ευκαιρία για την υιοθέτηση μιας νέας στρατηγικής με προοπτική λύσης πέραν των τουρκικών προδιαγραφών. Διότι η παρούσα πολιτική απέτυχε και επιμονή σε αυτή είτε θα οδηγήσει σε λύση-παράδοση, είτε  στο τσιμέντωμα των ελληνικών παραχωρήσεων στην τουρκική πλευρά. Παραχωρήσεις που θα είναι σε ένα επόμενο βήμα η επισημοποίηση της εκ περιτροπής προεδρίας και των 4 ελευθεριών για τους Τούρκους πολίτες.
Σκόρπιες ιδέες για μια νέα στρατηγική υπάρχουν. Χρειάζεται όμως μια ολοκληρωμένη στρατηγική που να λαμβάνει υπόψη σε πολύ γενικές γραμμές τα εξής:  Την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η σημερινή Τουρκία, τα δυνατά και τα αδύνατα της σημεία, τα γεωπολιτικά δεδομένα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, τις δυνατότητες συμμαχιών και της αξιοποίησης των στρατηγικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει η Κυπριακή Δημοκρατία. Σε αυτή τη στρατηγική θα πρέπει να ενσωματωθεί και μιας μορφής συμμαχία με τους Τουρκοκύπριους καθότι η όποια λύση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τις ανησυχίες και τις ανάγκες τους. Χωρίς όμως να οδηγεί σε λύση δομημένη σε φυλετικά κριτήρια. Η ιδιότητα του κράτους-μέλους της ΕΕ και η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι επίσης δύο δεδομένα ουσιαστικής σημασίας στην εκπόνηση μιας νέας ολοκληρωμένης στρατηγικής.
Η περίοδος από τώρα μέχρι τις προεδρικές εκλογές προσφέρεται για τη συζήτηση και τη διαμόρφωση αυτής της νέας στρατηγικής. Και ασφαλώς ας μη ζητούν κάποιοι να υπάρξει ολοκληρωμένη πρόταση στο πλαίσιο ενός άρθρου. Πρόκειται για μια προσπάθεια συλλογική. Ούτε και έχει νόημα η ανόητη αναφορά ότι όποιος αντιτίθεται στην όποια λύση και ζητά μια διαφορετική πολιτική, δεν θέλει λύση. Ούτε και θέλει ερώτημα ότι με συνομιλίες θα φτάσουμε σε μια λύση. Δεν ξέρω κανένα που να προτείνει πόλεμο! Είναι επομένως εκ του πονηρού να τίθενται αυτού του είδους τα διλήμματα. 
Βεβαίως παραμένει ερωτηματικό ποιες πολιτικές δυνάμεις θα αναλάβουν αυτή την πρωτοβουλία για μια νέα στρατηγική, πρώτα να την υιοθετήσουν και στη συνέχεια να την εφαρμόσουν. Παραμένει όμως το ζητούμενο διότι οτιδήποτε άλλο μόνο στην αναγνώριση και τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής οδηγεί και στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
 
* Καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
  
Πηγη: Ο "Φιλελεύθερος", Κυριακή, 05 Μαρτίου 2017