Του Στέφανου
Κωνσταντινίδη*
Η επίσκεψη του
έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην Ουάσιγκτον προκάλεσε τις συνήθεις
ελληνικές υπερβολές για την σημασία της σηνάντησης του με τον Αμερικανό πρόεδρο
Μπαράκ Ομπάμα. Οι επισκέψεις Ελλήνων προθυπουργών στην Ουάσιγκτον είναι κατά
κανόνα πολύ αραιές συγκριτικά με τις επισκέψεις ηγετών άλλων χωρών και ειδικά
της Τουρκίας. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν για παράδειγμα, βρίσκεται
σχεδόν κάθε έξι μήνες στην Ουασιγκτον ενώ και οι επισκέψεις Αμερικανών προέδρων
στην Τουρκία είναι σχετικά συχνές και σπάνιες στην Ελλάδα.
Χωρίς επομένως να
θέλει κανείς να υποβαθμίσει την σημασία της επίσκεψης Σαμαρά, διαπιστώνει εύκολα
τις υπερβολές των ελλήνων πολιτικών αναλυτών. Τα θέματα μάλιστα που αναφέρθηκε
ότι σηζητήθηκαν στην συνάντηση Ομπάμα-Σαμαρά ήταν τόσα πολλά που δεν θα πρέπει
να αφιέρωσαν στο καθένα περισσότερο από 3-4 λεπτά. Σε συναντήσεις όμως αυτού
του είδους για να αποδώσουν κάποια αποτελέσματα χρειάζεται πρώτα μια σημαντική
προετοιμασία από τους τεχνοκράτες και κατά δεύτερο λόγο, ανάλογα με τους
στόχους των ενδιαφερομένων μερών, η επικέντρωση σε ένα περιορισμένο αριθμό
θεμάτων. Ούτως ή άλλως οι συναντήσεις
του υψηλού αυτού επιπέδου επισημοποιούν κατά κανόνα συμφωνίες που έγιναν
προηγουμένως ανάμεσα στους τεχνοκράτες και τους διπλωμάτες των δυο μερών. Δεν
είναι βέβαιο ότι έγινε από ελληνικής πλευράς αυτή η προετοιμασία σε
τεχνοκρατικό επιπέδο πριν την συνάντηση των δυο ηγετών. Σε κάθε περίπτωση τα
αποτελέσματα της συνάντησης αυτής θα φανούν σε ένα όχι πολύ μακρινό μέλλον,
τόσο στα θέματα της οικονομίας που φαίνεται να κυριάρχησαν όσο και στα εθνικά
θέματα της Ελλάδας, Κυπριακό και Μακεδονικό.
Για να επανέλθουμε
ξανά σε όσα έγραψαν και είπαν οι έλληνες πολιτικοί αναλυτές - Ελλαδίτες και Κύπρίοι – δημιουργείται η
εντύπωση πως η επίσκεψη Σαμαρά στην Ουάσιγκτον ήταν η πιο σημαντική επίσκεψη
πολιτικού τους τελευταίους μήνες. Το δυστύχημα είναι πως μέσα από τις αναλύσεις
αυτές υπάρχει και το στοιχείο προπαγάνδας Αθήνας και Λευκωσίας για μια
υποτιθέμενη στροφή της αμερικανικής πολιτικής υπέρ των ελληνικών συμφερόντων.
Υπάρχει ακόμη και η υπερβολή της δήθεν αναβάθμισης του στρατηγικού ρόλου της
Ελλάδας από πλευράς ΗΠΑ. Οι ευσεβείς πόθοι όμως δεν συνιστούν
πολιτική ανάλυση. Φυσικά η Ουασιγκτον
θεωρέι θετική εξέλιξη την ανάπτυξη μιας τριγωνικής σχέσης ανάμεσα στο
Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κύπρο γιατί αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα της στην
περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Το κατά πόσον Ελλάδα και Κύπρος θα
αποκομίσουν σημαντικά οφέλη από αυτή τη σχέση θα εξαρτηθεί απο πολύ λεπτούς
χειρισμούς και την ικανότητα της Αθήνας και της Λευκωσίας να χειριστούν σωστά
αυτή τη σχέση. Υπό τις περιστάσεις όμως και δεδομένης της άθλιας οικονομικής
κατάστασης στην οποία βρίσκονται Ελλάδα
και Κύπρος, τον καθοδηγητικό ρόλο σε αυτή τη σχέση θα έχουν το Ισραήλ και οι
Αμερικανοί. Εξάλλου η σχέση αυτή δεν σημαίνει με κανένα τρόπο υποβάθμιση του
ρόλου της Τουρκίας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης
Μέσης Ανατολής. Αντθετα οι ΗΠΑ εργάζονται και θα εργαστούν για να φέρουν όσο
πιο κοντά μπορούν το Ισραήλ με τη
Τουρκία και αν είναι δυνατόν η Τουρκία να αποτελέσει μέρος μιας ευρύτερης συμμαχίας
στην οποία θα συμπεριλανβάνονται το Ισραήλ, η Ελλάδα και η Κύπρος με
αμερικανική καθοδήγηση. Για να επιτευχθεί όμως κάτι τέτοιο θα πρέπει να λυθει
το Κυπριακό κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τα τουρκικά συμφέροντα και επιπλέον η
Ελλάδα να υποχωρήσει στο Αιγαίο.
Καταληκτικά επομένως οι ιθαγενείς αγωνίζονται να ερμηνεύσουν τους
χρησμούς του Λευκού Οίκου. Ευτυχώς αυτή την φορά δεν χτύπησαν καμπάνες. Οι
Ελλαδίτες και Κύπριοι όμως αναλυτές φαίνεται να είδαν ξαφνικά φως και διέγνωσαν
στροφή της αμερικάνικης πολιτικής υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Μέχρι και στο
Κυπριακό έχουν, μας λένε, αλλάξει στάση. Αφέλεια ή εκφραστές της προπαγάνδας
της Αθήνας και της Λευκωσίας; Να υπενθυμίσω πάντως πως δεν είναι η πρώτη φορά
που μας ανακοινώνουν, από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, την υποβάθμιση του
γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας. Ακόμη περιμένουμε την επαλήθευση της
προφητείας. Δύσκολη που είναι πάντα η ερμηνεία των χρησμών!
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής
πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του
Πανεπιστημίου Κρήτης.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δημοσιεύτηκε στις 19/08/2013
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire