Deutschland uber alles
Η διατύπωση των απόψεων του Τάσου
Κουράκη σχετικά με την εκκλησιαστική μισθοδοσία ενθάρρυνε, κλασικά, την
εκατομμυριοστή επανάληψη του γνώριμου σχήματος άσπρο/μαύρο, με το
ακροατήριο να διχάζεται σε δύο στρατόπεδα, υπέρ και κατά, λες και
αποκλειόταν εξ αρχής μια τρίτη θέση, στηριγμένη σ' εκείνη τη λεπτή
διάκριση των διαφορών που τόσο απελπιστικά λείπει απ' την
κοινοβουλευτική ρητορική και τον Τύπο.
Κανείς δεν δείχνει, για παράδειγμα, να προβληματίζεται με τις
αυτοενοχοποιητικές επιπτώσεις της πρότασης να μιμηθούμε και πάλι κάποιο
θαυμάσιο ξένο πρότυπο, υπεράνω κριτικής ως τέτοιο, γερμανικό, γαλλικό,
ιρλανδικό κ.τ.λ., αφού οι παραινέσεις αυτού του είδους αποτελούν τον
κανόνα των τελευταίων 183 χρόνων. Αποδεικνύεται ότι οφείλουμε πάντα να
αντιγράφουμε ένα αξιοζήλευτο δυτικό μοντέλο, κοινωνικό, οικονομικό,
πολιτισμικό (εκεί να δεις τι γίνεται!), εκπαιδευτικό, φορολογικό κ.ο.κ.
-σαν καλοί ιθαγενείς, πρέπει να συμφωνούμε ασυζητητί και απολύτως με την
ιδέα ότι ο Διαφωτισμός, ως παγκόσμιας απήχησης λόγος εξ υποθέσεως, δεν
έχει καμιά δέσμευση να σέβεται τις τοπικές, ιστορικές και
ιδιοσυγκρασιακές ιδιαιτερότητες (γιατί όχι και κλιματολογικές: βλ.
συνεχές ωράριο!), τις οποίες είν' αλήθεια ότι ο ίδιος παρέσυρε με τη
σκούπα κάτω απ' το χαλί, τάχα εν ονόματι της μάχης κατά των ποικίλων
εθνορατσισμών.
Το θλιβερότατο γεγονός ότι, απ' την ίδρυση του ελληνικού κρατιδίου, ερίζουμε μεταξύ μας για το ποιο απ' τα ξένα υποδείγματα συμφέρει να αντιγράψουμε θα 'πρεπε να βρίσκει την Αριστερά περισσότερο ενοχλημένη, άρα λιγότερο κουφή απέναντι στο δικαίωμα ενός οιουδήποτε λαού να διατηρεί, στον ψυχισμό του, στοιχεία πολύ βαθύτερα απ' την αγωνία για μια δίκαιη κατανομή των πόρων, στοιχεία που σχετίζονται με το χαρακτήρα και τις συνήθειές του, με τα ζωντανά αποθέματα της Παράδοσής του και με τον τρόπο που διασκεδάζει ή πενθεί, για να μην πούμε και για τις πρωταρχικές εγγραφές της φύσης στο συλλογικό του ασυνείδητο.
Είναι μια δυσάρεστη διαπίστωση για τους κήρυκες του στείρου Διαφωτισμού, και δυστυχώς για την Αριστερά όπως φαίνεται, το ότι δεν είμαστε τόσο πειθαρχημένοι όσο οι Γερμανοί, τόσο φανατικά αφοσιωμένοι στην αυθεντία μιας κεντρικής διοίκησης, τόσο πιστοί στο γράμμα του νόμου και τόσο πρόθυμοι να παραιτηθούμε αμετάκλητα απ' τις χαρές των διαπροσωπικών σχέσεων, της ανοχής και του χιούμορ, ακόμα και της παιδικής μας ασυναρτησίας. Η Εκκλησία δεν είναι ο μοχθηρός Ανθιμος, φίλε Κουράκη, είναι η γιαγιά μας, λίγο τρελή, λίγο χαζή, ενίοτε καλόκαρδη, σπανίως σοφή και ασφαλώς πάμπλουτη. Τώρα, στα γεράματά της, το αν θα τη συντηρήσουμε από συμπόνια, από οικογενειακή υποχρέωση ή με την ελπίδα να μας αφήσει κάτι στη διαθήκη της, ας μην το αποφασίσουν οι Γερμανοί. Σωστά;
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire