Εστω και δειλά άρχισαν να αγοράσουν ακίνητα οι Ελληνες ενώ πάντα υπάρχει ενδιαφέρον από τους ξένους επενδυτές, κυρίως Κινέζους, Γάλλους, Γερμανούς κ.λπ. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν από την ΕΠΠΑ (Ένωση Μεσιτών Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ακινήτων Ελλάδας), μαζί με έρευνα για το προφίλ του αγοραστή ακινήτων, Ελληνα και ξένου.
Τα ευρήματα της έρευνας για το 2014 παρουσιάζουν τον εγχώριο αγοραστή να διατηρεί το ενδιαφέρον του για το ακίνητο, θέλει και αγοράζει σπίτι.
Τα μετρητά αποτελούν πλέον το 86% των συναλλαγών, τη στιγμή που μόλις 1 στους 10 (10,2%) φέρνει στο τραπέζι του συμβολαιογράφου μια δανειακή σύμβαση να επισφραγίσει τη συναλλαγή.
Δεδομένης της έλλειψης ρευστότητας και της αδυναμάις παροχής μόχλευσης στην ευρύτερη πελατειακή βάση της στεγαστικής πίστης από τις τράπεζες που ήδη ταλαιπωρούνται από τα κόκκινα δάνεια της εποχής του ασύδοτης προσφοράς κεφαλαίων, οι συναλλαγές υλοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά πλέον με μετρητά.
Το γεγονός αυτό θεμελιώνει όμως τις τιμές, έστω και σε χαμηλά αρχικώς επίπεδα, με ρεαλιστικά νούμερα για την τρέχουσα εποχή στην εκάστοτε περιοχή και θα επιτρέψει στα συμβαλλόμενα μέρη να υλοποιήσουν τους στόχους τους, αντί να περιμένουν εσαεί το μάννα εξ ουρανού, με τις τιμές και αξίες να κατρακυλούν και τις υποχρεώσεις να αυξάνονται.
7 στους 10 (72,7%) αγοραστές είναι Έλληνες, με το υπόλοιπο ποσοστό να αναλογίζεται σχεδόν ισομερώς σε πολίτες της ΕΕ και τρίτων χωρών, με κύριους πόλους προέλευσης τη Γερμανία, Ιταλία και Γαλλία από τη μεριά των Ευρωπαίων αγοραστών τη στιγμή που οι Ρώσοι, Κινέζοι και μια ελαφρά αραβική νότα έρχονται να καταλάβουν τις πρώτες θέσεις στους αγοραστές των Τρίτων Χωρών. Το 2015 όμως δεν θα μπορέσει να παρουσιάσει το ίδιο ενδιαφέρον για το Ρωσικό κοινό καθώς το ρούβλι κατρακύλησε ανεβάζοντας τις αξίες των ελληνικών ακινήτων για αυτή τη μερίδα αγοραστών.
Την ίδια στιγμή όμως η ισοτιμία του δολαρίου έχει κινηθεί σημαντικά προς όφελος των Αμερικανών, γεγονός που δημιουργεί την ελπίδα στην κτηματαγορά πως άπαξ και σταθεροποιηθεί η φορολογική και επενδυτική πολιτική, η τουριστική ανάδειξη της χώρας μπορεί να συμπαρασύρει και το αγοραστικό ενδιαφέρον από τις ΗΠΑ, τουλάχιστον σε επίπεδο ομογενών αρχικώς.
Ο Έλληνας απέδειξε τελικώς πως ενδιαφέρεται σφόδρα στην παρούσα φάση για το αστικό ακίνητο. Κατά το δεύτερο μισό του 2014, όπου και απελευθερώθηκαν ουσιαστικά οι συναλλαγές μετά το φιάσκο του πλέον αποσυρμένου φόρου υπεραξίας, βγήκε και αναζήτησε κυρίως το ακίνητο στο οποίο θα στεγάσει την οικογένειά του.
Ο Αγοραστής στις 8 από τις 10 περιπτώσεις (78,2%) είναι παντρεμένος με οικογένεια, ενώ οι άγαμοι αναζήτησαν την εξασφάλιση κατοικίας σε ποσοστό μόλις 20%.
Στα 2/3 των συναλλαγών (68,4%) ανήκει ηλικιακά στην παραγωγική τάξη των 31-55 ετών, με τους συνταξιούχους όμως να σπεύδουν να βρουν ένα κεραμίδι στο 25% σχεδόν των συναλλαγών. Ο αγοραστής του 2014 δείχνει επίσης να είναι αρκετά μορφωμένος, τη στιγμή που πάνω από το 55% είναι πτυχιούχος ΤΕ/ΑΕΙ, ενώ 1 στους 4 είναι απόφοιτοι Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
ΤΙ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΑΓΟΡΑΖΕΙ
Ο Αγοραστής Κατοικίας το 2014 επιχείρησε να κατοχυρώσει πρωτίστως την στέγη για την οικογένειά του καθώς οι μισές συναλλαγές (51,5%) στράφηκαν προς αυτή την κατεύθυνση.
Η δεύτερη κατοικία (σε αναζήτηση τρόπων ανάληψης φορολογικών υποχρεώσεων) και το εξοχικό απετέλεσαν ένα ποσοστό που δεν ξεπέρασε συνολικά το 18%.
Από την άλλη μεριά η έλλειψη ρευστότητας και η κακή πολιτικο-οικονομική κατάσταση δεν στάθηκαν ικανοί λόγοι να στρέψουν τον κόσμο σε αγορές προς διασφάλιση των χρημάτων τους, γεγονός που δείχνει ότι κόσμος παρά το θυμικό του δεν νιώθει να απειλούνται ουσιαστικά οι καταθέσεις του ώστε να τις στρέψει στο «επενδυτικό» ακίνητο, το οποίο όμως υπό τις τρέχουσες συγκυρίες αν δεν είναι μεγάλης παλιότητας δείχνει να βάλλεται βάναυσα από ανύπαρκτες αποδόσεις, υψηλή και ασταθή φορολογία. Κι ας πέφτουν οι τιμές. Έτσι λοιπόν μόλις 1 στους 25 (4,1%) προέταξε ως κίνητρο αγοράς την «κατάθεση» σε «τράπεζα γης», τη στιγμή που σχεδόν 1 στους 6 (15,3%) πέτυχε το στόχο του να βρει οικιστικό ακίνητο απόδοσης.
Τέλος, εν μέσω όλων των αγορών ένα 11,5% των αγοραπωλησιών πραγματοποιήθηκε προκειμένου να εξασφαλίσει η Ελληνική οικογένεια στέγη για κάποιο παιδί της.
Από πλευράς μεγέθους, η έρευνα της ΕΠΠΑ καταδεικνύει πως ο Έλληνας ανάζήτησε μια κατοικία της τάξης των 130 περίπου τμ στο επίπεδο των μέσων οικογενειακών ακινήτων, τη στιγμή που το ανώτερο δημογραφικό προφίλ αγοραστών κατάφερε να κινηθεί σε εμβαδά κατά μέσο όρο της τάξης των 360τμ, με τάσεις ανόδου, καθώς δεν απετέλεσαν έκπληξη με τις υπάρχουσες τιμές οι αγορές κατοικιών με 500 και πλέον τμ σε συνολικό εμβαδό.
Από την άλλη μεριά οι αγορές εξοχικών και 2ης κατοικίας παρουσίασαν ένα μέσο εμβαδό όχι μεγαλύτερο από 80τμ, τη στιγμή που όσοι είχαν ως κίνητρο την εκμετάλλευση του ακινήτου απέκτησαν ακόμα μικρότερο (πιο ευέλικτο και με περισσότερη ζήτηση) ακίνητο (<70τμ).
Όταν έρχεται βέβαια η ώρα του παιδιού, ο Έλληνας οικογενειάρχης αποδεικνύεται πιο γαλαντόμος και το αβαντάρει με ένα τυπικό 3αρι με ένα μέσο εμβαδό περίπου 90 τμ, ενώ τέλος οι «καταθέτες» αγοραστές ακινήτων περιορίστηκαν σε ακόμα μικρότερα ακίνητα τα οποία κατά μέσο όρο δεν ξεπέρασαν τα 65τμ.
Αναφορικά με την παλαιότητα του ακινήτου, η κτηματαγορά ανταποκρίθηκε με βάση το διαθέσιμο στοκ στα ακίνητα, στα παλιά ακίνητα στις 3 από τις 4 περιπτώσεις (75,3%), τη στιγμή που οι πωλήσεις στα όσα νεόδμητα έχουν απομείνει ανήλθαν σταο 24,7% των καταγεγγραμμένων πωλήσεων.
Στα παλιά φάνηκε πως περισσότερα από 1 στα 3 έχριζαν σοβαρής ανακαίνισης (35,6%) ενώ μερική ανακαίνιση απαιτήθηκε στο 64,4% των πωληθέντων ακινήτων.
ΠΟΣΟ ΚΟΣΤΙΖΕΙ
Η κρίση ανοίγει τον ορίζοντα τόσο στις αξίες, όσο και τις τιμές. Έτσι το δείγμα που συνέλεξε η ΕΠΠΑ έχει ακίνητα που αποκτήθηκαν για. Οι μέσες τιμές στις επιμέρους κατηγορίες κινήθηκαν ως εξής:
- 165.000€ στην 1η κατοικία, εμφανίζοντας ένα εύρος από 6.000€ έως και άνω των 2 εκατομυρίων
-
103.500€ στην τοποθέτηση χρημάτων, με κάποιους να καταβάλλουν και
ποσά άνω του 1 εκατομυρίου, αποδεικνύοντας ότι όσοι τολμούν αποκτούν και
πρώτοι τα καλύτερα.
- 89.000€ στις αγορές για
παιδιά της οικογένειας, χωρίς να φείδονται οι οικογένειες να επενδύουν
ακόμα και 300.000€ για μια τέτοια αγορά που έχει άλλωστε μεγάλο χρόνο
διακράτησης.
- 77.500€ στα εξοχικά και 2η κατοικία,
όπου οι αγοραστές δεν αρνήθηκαν να προσφέρουν ακόμα και 850.000 για
εξοχικό ή 2η κατοικία, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα μπορεί και παραμένει
στο χάρτη των ακριβών ακινήτων σε μέρη που οι ξένοι θέλουν να ζήσουν το
δικό τους «μύθο».
- 50.900€ στα ακίνητα
εκμετάλλευσης, με περιπτώσεις όπου και τα 250.000€ ήταν μόλις αρκετά για
να κλείσει μια συμφωνία που αποσκοπεί στην απόδοση κεφαλαίου και
μισθώματος.
ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΑΓΟΡΑΣΤΩΝ
Αναφορικά με τους Έλληνες, 6 στους 10 αγόρασε ακίνητο μέχρι 100.000€, με ένα σημαντικό 25% των πράξεων να κινούνται πάνω από τις 100.000€ και έως τις 250.000€. Από εκεί και πάνω, μόλις το 5% των αγοραστών κινούνται άνω των 250.000 και μέχρι 500.000€, παρότι το ανώτερο εισοδηματικό στρώμα των αγοραστών δείχνει να ρίχνει τα λεφτά του ξανά σε ακίνητα που βρίσκονται σε καλές περιοχές με υψηλές τιμές κτήσης.
Οι Ευρωπαίοι ακολουθούν το καταπόδας το τέμπο των «ελληνικών» αγορών στις αγορές ουσιαστικά μέχρι και τις 250.000€, ενώ η παρουσία τους σε συμβόλαια άνω των 250.000€ και μέχρι τις 500.000 περιορίζεται σε ένα ποσοστό μόλις 2.5% της έρευνας. Παρ'όλα αυτά όμως 1 στους 10 επενδύει σε ελληνικό ακίνητο που αποτιμάται σε τρέχουσες αξίες πάνω από 500.000€.
Τέλος οι αγοραστές από τρίτες χώρες διατηρούν το ίδιο αγοραστικό προφίλ στις πράξεις μέχρι 100.000€, μ'ένα 12% να κινείται μέχρι το πλαφόν της βίζας, ενώ ένα 4.9% ρίχνει στην αγορά μέχρι 500.000 για ακίνητο στην Ελλάδα. Όμως, το κοινό αυτό δείχνει την οικονομική ισχύ του στην ανώτερη κατηγορία ακινήτων άνω των 500.000€ όπου και παρουσιάζει μια δυναμική σχεδόν 3 φορές ισχυρότερη από εκείνη των Ελλήνων αγοραστών.
ΕΞΟΧΙΚΑ
Στα εξοχικά οι ξένοι αγοραστές αναλαμβάνουν τη σκυτάλη έχοντας πραγματοποιήσει το 60% σχεδόν των συναλλαγών που κατέγραψε η έρευνα της ΕΠΠΑ, χωρίς όμως η Ελλάδα να έχει καταφέρει να πείσει τους πολίτες τρίτων χωρών να αγοράσουν ακίνητο στην Ελλάδα με το αβαντάζ της βίζας, γεγονός που καταδεινύεται κι από τα στοιχεία του Enterprise Greece.
Ως προβλήματα παρουσιάζονται
-
Η ασυγκρότητη προσωπική ιδιοκτησία, όταν σε άλλες ανταγωνιστικές
χώρες προσφέρονται «φρέσκα συγκροτήματα» κατοικιών με άριστες υποδομές,
σε τιμή τουλάχιστον διπλάσια από visa fee της Ελλάδα (>500.000€ ανά
βίζα).
- Η ποιότητα, κόπωση και διασπορά των
ακινήτων τα οποία αποτελούσαν κατοικίες των ιδιοκτητών τους και δεν
προσφέρουν στο στοχευμένο επενδυτικό κοινό κανένα από τα ουσιαστικά
πλεονεκτήματα που αναζητεί στην Ελλάδα (υποδομές, πρότυπη ποιότητα
κατασκευής, ασφάλεια, ευκολία πρόσβασης, ποιότητα ζωής καθ'όλο το έτος)
-
Η χαμηλή έως ανύπαρκτη μισθωτική απόδοση της προσφερόμενης επένδυσης,
καθώς η αγοραστική δύναμη του εγχώριου πελάτη έχει πληγεί βάναυσα τα
τελευταία χρόνια.
Από την άλλη πλευρά οι «γνώστες» Ευρωπαίοι της ελληνικής πραγματικότητας, προβαίνουν σε αγορές εξοχικών ακινήτων, στηρίζοντας την κτηματαγορά έχοντας πλέον εντρυφήσει και αποδεχθεί τις όποιες τεχνικές ή «πολιτισμικές» διαφορές στο χώρο των ακινήτων. Το Ευρωπαϊκό αγοραστικό κοινό ξεπερνά τους πολίτες Τρίτων χωρών σε αριθμό με μια αναλογία πάνω από 3 προς 1.
Πηγή: www.imerisia.gr
Δημοσιεύτηκε στις 12/02/2015
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire