Του Στέφανου
Κωνσταντινίδη*
Ο ελληνικός λαός
μίλησε, στην Αθήνα υπάρχει ήδη μια νέα κυβέρνηση, αντιμέτωπη με τα πολλαπλά
προβλήματα της χώρας. Η αλλαγή ήταν αναγκαία, οι προηγούμενες μνημονιακές
κυβερνήσεις οδήγησαν τη χώρα στην απόγνωση. Υπάρχει τώρα μια ελπίδα για
καλύτερες μέρες η οποία είναι διάχυτη παντού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν
εκλείψει και οι ανησυχίες. Η πρώτη εντύπωση για τα πρόσωπα της νέας κυβέρνησης
είναι θετική. Είναι άνθρωποι με παιδεία και προσόντα, δυναμικοί, και ως ένα
σημείο φαίνεται να τοποθετήθηκαν οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις.
Οι αδυναμίες φυσικά δεν λείπουν. Σημασία όμως έχει η συλλογική αντίληψη των
προβλημάτων και η συλλογική αντιμετώπισή τους. Η προτεραιότητα φυσικά αυτή τη
στιγμή είναι η οικονομία και η διαπραγμάτευση του χρέους της χώρας με τους
Ευρωπαίους εταίρους. Η νέα κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν προτίθεται να
εγκαταλείψει την Ευρωζώνη και ότι θα διαπραγματευτεί με καλή πίστη, χωρίς καμιά
συγκρουσιακή πρόθεση. Από ευρωπαικής
πλευράς αν και έχουν εκφραστεί γενικά σκληρές θέσεις, είναι φυσικό ότι αυτό
γίνεται στο πλαίσιο μιας διαπραγματευτικής τακτικής και μιας μορφής πίεσης προς
την ελληνική πλευρά. Οι περισσότεροι παρατηρητές πιστεύουν ότι θα υπάρξει
θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων με αμοιβαίες υποχωρήσεις καθώς και οι δύο
πλευρές δεν επιθυμούν, ούτε επιδιώκουν την ρήξη. Ούτε η Ευρώπη έχει συμφέρον να μη καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις,
αλλά ούτε και η Αθήνα. Μια ρήξη θα την πληρώσουν και οι δύο πλευρές.
Η Αθήνα πάντως
έχει δείξει από την αρχή, με αφορμή τις νέες κυρώσεις που η Ευρωπαική Ένωση
θέλει να επιβάλει στη Μόσχα, ότι δεν είναι διατεθειμένη, εξ αιτίας του
οικονομικού προβλήματος που αντιμετωπίζει, να απεμπολήσει τα κυριαρχικά της
δικαιώματα. Έτσι, παρόλο που η οικονομία θα είναι η προτεραιότητα της νέας
κυβέρνησης, φαίνεται ότι και η εξωτερική πολιτική της χώρας δεν θα
υποβαθμιστεί. Άλλωστε ο νέος υπουργός Εξωτερικών είναι ένας άνθρωπος με βαθιά
γνώση των γεωπολιτικών προβλημάτων και ισορροπιών, όχι μόνο σε ευρωπαικό
επίπεδο αλλά και στη διεθνή σκακιέρα. Ακαδημαικός, πολυγραφότατος, δίνει μέσα
από τα γραπτά του και το στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθήσει. Φαίνεται ότι,
σε αντίθεση με τους προκατόχους του στο υπουργείο Εξωτερικών, θα ακολουθήσει
μια πιο ισορροπημένη εξωτερική πολιτική, πολυδιάστατη, η οποία χωρίς να
εγκαταλείπει την ευρωπαική τροχιά της
θα στοχεύει στην ανάπτυξη καλών σχέσεων και με τον υπόλοιπο κόσμο,
ειδικότερα με σημαντικές χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα. Στο Κυπριακό ο νέος
υπουργός έχει μιλήσει στο παρελθόν και έχει τοποθετηθεί με καθαρές θέσεις. Για
παράδειγμα έχει πει ότι το βασικό πρόβλημα για την εξεύρεση λύσης του Κυπριακού
δεν είναι οι Τουρκοκύπριοι αλλά η Τουρκία. Και ότι δεν μπορεί να νοηθεί λύση με
τουρκική παρουσία στην Κύπρο ή με τουρκικά εγγυητικά δικαιώματα. Έχει ακόμη
επικρίνει το Κοινό Ανακοινωθέν το οποίο έχει υιοθετήσει ο πρόεδρος Αναστασιάδης
και θεωρεί ρατσιστική μια λύση με προδιαγραφές όπως αυτές του σχεδίου Ανάν.
Ασφαλώς η Αθήνα
δεν πρόκειται να συγκρουστεί με τη Λευκωσία, αλλά αν η παρούσα ελληνική
κυβέρνηση πετύχει να αλλάξει κάποιες μνημονιακές προδιαγραφές και αν υιοθετήσει
μια εξωτερική πολιτική που δεν θα είναι δεδομένη σε ότι θα επιδιώκει το Βερολίνο
ή η Ουάσιγκτον αλλά θα εξυπηρετεί πρωτίστως τα ελληνικά συμφέροντα, η Λευκωσία
θα βρεθεί σε δύσκολη θέση. Δεν είναι ίσως τυχαίο που μόλις η Αθήνα αντέδρασε
στις προθέσεις των Ευρωπαίων για νέες κυρώσεις εναντίον της Μόσχας, η Λευκωσία
υποχρεώθηκε να ακολουθήσει. Είναι γνωστόν βεβαίως ότι στο ΣΥΡΙΖΑ επικρατεί μια
σχετική πολυφωνία και ότι υπάρχουν στοιχεία
που στο παρελθόν έχουν εκφράσει διαφορετικές γνώμες σε θέματα εξωτερικής
πολιτικής και ειδικά στο Κυπριακό από αυτές του Νίκου Κοτζιά. Για να του εμπιστευθεί
όμως ο πρωθυπουργός το υπουργείο Εξωτερικών σημαίνει ότι δεν βρίσκεται σε
διαφορετικό μήκος κύματος από τις δικές του θέσεις. Άλλωστε τόσο στην Κύπρο όσο
και στην Αθήνα, κάποιοι έχουν ήδη ξεσπαθώσει εναντίον του νέου υπουργού
Εξωτερικών, κυρίως μέσα από το Διαδίκτυο. Να μή περιμένουν επομένως μερικοί στην Κύπρο να ικανοποιηθούν με
δημόσιες δηλώσεις από την Αθήνα που να ταυτίζονται με τις απόψεις τους και οι
οποίες θα ξεφεύγουν από τα διπλωματικά θέσμια. Και αναφέρομαι σε αυτούς που
περιμένουν να ανατρέψει η Αθήνα την πολιτική Αναστασιάδη, κάτι που είναι
υπόθεση των Κυπρίων. Στη διπλωματία σημασία έχουν πολλές φορές όσα γίνονται και
όχι οι δημόσιες τοποθετήσεις για εσωτερική κατανάλωση που μπορεί να ικανοποιούν
μεν, αλλά να είναι σε βάρος της αποτελεσματικότητας.
Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής
πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του
Πανεπιστημίου Κρήτης.
*
.E-mail stephanos.constantinides@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire