Η παραχάραξη της Ιστορίας
Του Στέφανου Κωνσταντινίδη*
Εκείνος που ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον.
Εκείνος που ελέγχει το παρόν, ελέγχει το παρελθόν.
Τζορτζ Όργουελ
Τον τελευταίο καιρό διάφοροι ανακινούν τα
υποτιθέμενα εγκλήματα των Ελληνοκυπρίων εναντίον των Τουρκοκυπρίων- το 1963-64
και το 1974- και μάλιστα κάποιοι τα εξισώνουν , τα όποια εγκλήματα ανεύθυνων
στοιχείων, με τα εγκλήματα που διέπραξε η Τουρκία, φρικαλεότητες, ως
συντεταγμένο κράτος. Έχω ρωτήσει κατ΄επανάληψη στο παρελθόν και δεν πήρα
απάντηση : Γιατί οι διάφορες κυβερνήσεις που πέρασαν από αυτό τον τόπο, και
προπάντων αυτή του ΑΚΕΛ, δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να προσαχθούν όλοι
αυτοί ενώπιον της δικαιοσύνης; Τι συμφέροντα κρύβονται πίσω από την άρνηση των
κυβερνήσεων αυτών να κάνουν το αυτονόητο; Διότι δεν μπορεί να υπάρξει ούτε
επιλεκτική δικαιοσύνη, ούτε επιλεκτική ιστορία.
Τα γεγονότα του 1963-64 από τα οποία ξεκινά η παραχάραξη της ιστορίας είναι
σημαντικά, διότι ουσιαστικά επαναφέρουν το Κυπριακό στη διεθνή σκηνή εκεί που
εθεωρείτο ότι είχε κλείσει οριστικά με τις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου. Τα
τελευταία χρόνια κάποιοι μεταμοντέρνοι νεοφιλελεύθεροι ιστορικοί ανακάλυψαν-σε
σχέση με αυτά τα γεγονότα που χαρακτηρίστηκαν από την ελληνική πλευρά ως
τουρκική ανταρσία για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας- την καταπίεση των
Τουρκοκυπρίων από τους Ελληνοκύπριους. Όλα τα στοιχεία που διαθέτουμε σήμερα
δείχνουν ότι επρόκειτο για μια καλά προετοιμασμένη ανταρσία που στόχευε στη
διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και στην παροχή της δυνατότητας στην Άγκυρα
να επέμβει στην Κύπρο.
Ήδη πριν ακόμη την επίσημη ανεξαρτησία είχε συλληφθεί
στις ακτές της Καρπασίας το τουρκικό πλοιάριο «Ντενίζ» (18
Οκτωβρίου 1959) που μετέφερε μεγάλες ποσότητες οπλισμού για την ΤΜΤ.
Παρά τα όσα λέγονται για την ελληνική πλευρά, αυτή δεν ήταν έτοιμη να αντιμετωπίσει την ανταρσία και απόδειξη αυτού
είναι το γεγονός ότι οι ομάδες πολιτοφυλακής δεν διέθεταν παρά ένα απηρχαιωμένο
οπλισμό και σε πολλές περιπτώσεις κυνηγετικά όπλα! Ήταν φυσικό η νόμιμη κυβέρνηση
της Κύπρου, που ως τέτοια άλλωστε αναγνωρίστηκε με απόφαση του Συμβουλίου
Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας 186/1964), να
αμυνθεί στην προσπάθειά της να επιβάλει τη νομιμότητα. Και της νόμιμης αυτής
κυβέρνησης, ηγείτο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος που είχε την λαϊκή στήριξη,
συμπεριλαμβανομένης και αυτής του ΑΚΕΛ.
Είναι γεγονός ότι υπό τις περιστάσεις χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπόν
αυτό εκτός από τις κανονικές δυνάμεις της Δημοκρατίας και διάφορα εθελοντικά
ένοπλα σώματα πολιτών, πάντα όμως στο πλαίσιο της κρατικής νομιμότητας. Αυτό
έγινε για ένα μικρό χρονικό διάστημα μέχρις ότου συγκροτηθεί η Εθνική Φρουρά
για την άμυνα του τόπου. Σε αυτά τα εθελοντικά σώματα αναφέρονται κατά κανόνα
οι νεοφιλελεύθεροι ιστορικοί αλλά και διάφοροι καλοθελητές που συνειδητά ή
ασυνείδητα αναπαράγουν την τουρκική προπαγάνδα, για να υποστηρίξουν την άποψη
της καταπίεσης των Τουρκοκυπρίων ή και της διάπραξης εγκλημάτων σε βάρος τους.
Παραβλέπουν ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είχε άλλη επιλογή από του να αμυνθεί
με όλα τα μέσα, διαφορετικά θα είχε επιβληθεί έκτοτε η η διχοτόμηση που
στήριζαν το ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοί. Ασφαλώς στις συγκρούσεις του 1963-΄64
υπήρξαν και αθώα θύματα, πολίτες και από τις δύο πλευρές. Δεν ξέρω κανένα
απελευθερωτικό αγώνα, καμιά επανάσταση, καμιά εμφύλια σύρραξη που να μή οδήγησε
σε παρόμοια αποτελέσματα.
Η τουρκική πλευρά εκμεταλλεύτηκε κάποια μεμονωμένα επεισόδια και μίλησε για
εγκλήματα σε βάρος των Τουρκοκυπρίων. Τα ίδια επαναλαμβάνουν σήμερα και
Ελληνοκύπριοι και Ελλαδίτες με στόχο την συλλογική ενοχοποίηση των
Ελληνοκυπρίων προκειμένου να αποδεχτούν τους αμερικανο-νατοϊκούς σχεδιασμούς
μιας διχοτομικής ρατσιστικής λύσης που θα οδηγεί στην κατάλυση της Κυπριακής
Δημοκρατίας, κάτι που είνα μόνιμος στόχος από το 1963. Σε μερικές περιπτώσεις
άλλωστε αποδείχτηκε εν των υστέρων ότι μερικά από τα θλιβερά αυτά γεγονότα ήταν
είτε προβοκατόρικες ενέργειες από ανεύθυνα στοιχεία, είτε ενέργειες των ίδιων
των Τούρκων που παρουσιάστηκαν ως έργο των Ελλήνων. Χαρακτηριστική επί του προκειμένου
είνα η δολοφονία των μελών της
οικογένειας Τούρκου στρατιωτικού στη μπανιέρα τουρκοκυπριακού σπιτιού της
Λευκωσίας τη νύχτα της 24ης Δεκεμβρίου 1963, η οποία αποδόθηκε στους
Έλληνες, ενώ όπως αποδείχθηκε ήταν έργο του ίδιου του Τούρκου αξιωματικού σε
μια στιγμή παραφροσύνης, και ο οποίος φυγαδεύτηκε και κράτησε κλειστό το στόμα
του για χρόνια (Βλ. Κώστα Γεννάρη Εξ Ανατολών, Αθήνα, Κατανιώτης, 2000,
σελ. 16-18, όπως και σειρά άρθρων του Τουρκοκύπριου Σενέρ Λεβέντ στην εφημερίδα
Αφρίκα). Και όμως μεταμοντέρνοι
ιστορικοί με νεοφιλελεύθερες και νεοταξικές τάσεις, εξακολουθούν και σήμερα να
το προβάλλουν, όπως και η τουρκική προπαγάνδα, ως έγκλημα των Ελληνοκυπρίων.
Καθώς το θέμα δεν εξαντλείται γιατί ακολούθησαν και τα γεγονότα του 1974 με
το πραξικόπημα και την εισβολή, θα επανέλθω την επόμενη Κυριακή.
Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής
πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του
Πανεπιστημίου Κρήτης.
*
.E-mail stephanos.constantinides@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire