Οι «movers and shakers» μπροστά και πίσω από τις κουίντες

Ο Σταμάτης Φασουλής

«Είναι μία από τις πιο τραγικές ειρωνείες του θεάτρου ότι μόνο ένας άνθρωπος μπορεί να υπολογίζει ότι θα εργάζεται σταθερά σε αυτό – και αυτός είναι ο νυχτοφύλακας» έχει δηλώσει η θρυλική θεατρίνα Ταλούλα Μπάνκχεντ στηλιτεύοντας την εφήμερη επιτυχία σε αυτή την τέχνη που γεννήθηκε στην Ελλάδα. Κοινώς, σήμερα είσαι, αύριο δεν είσαι. Υπάρχουν, όμως, και οι περιπτώσεις εκείνες που με σκληρή δουλειά, πολύ ταλέντο ή έναν συνδυασμό των δύο καταφέρνουν να βρίσκονται σταθερά στην αιχμή της δημιουργίας. Οι δέκα σκηνοθέτες που επέλέξαμε καθορίζουν τα θεατρικά πράγματα στην Ελλάδα του σήμερα.
Δεν είναι όλες οι δουλειές τους ίσης αξίας, έχουν αστοχήσει (κάποιοι συχνά), έχουν θριαμβεύσει, έχουν καταβαραθρωθεί, και όμως συνεχίζουν. Δεν είναι οι πιο παραγωγικοί ούτε οι πιο επιτυχημένοι με όρους αγοράς, είναι όμως οι σκηνοθέτες εκείνοι του ελληνικού θεάτρου (οκτώ άνδρες και δύο γυναίκες) που διχάζουν, προκαλούν και συζητιούνται.
Με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους, αυτοί είναι οι άνθρωποι οι οποίοι κατά την εφετινή σεζόν θα προσπαθήσουν να μας ωθήσουν στην κάθαρση. Με ή χωρίς από μηχανής θεό.
Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι γνωρίζει καλά τη μαγική συνταγή της επιτυχίας, όσον αφορά τουλάχιστον τις μεγάλες παραγωγές και τα μιούζικαλ. Το «Σικάγο» πήγε εξαιρετικά, το «Μερικοί το προτιμούν καυτό» λογικά θα γεμίσει την αίθουσα του Παλλάς, και έτσι μπορεί να παρηγορηθεί για τη χλιαρή υποδοχή που είχε το «Οθων και Ποθούλα» (το οποίο υπήρξε για αυτόν κάτι σαν passion project) πέρυσι. Θα κάνει, ωστόσο, εφέτος και μια κίνηση ματ: θα σκηνοθετήσει τον Γιώργο Κιμούλη στο κλασικό έργο του Ιψεν «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν». Ομολογούμε πως θα θέλαμε πολύ να είχαμε παρακολουθήσει τις πρόβες αυτής της πολυαναμενόμενης παραγωγής για να δούμε πώς συνεργάστηκαν οι δύο αυτές (γνωστές για τον συγκεντρωτισμό τους) προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου.
Σωτήρης Χατζάκης
Αμφιλεγόμενη φιγούρα. Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου θα κριθεί για τις ικανότητές του σε αυτή τη θέση στο τέλος της σεζόν. Στο ΚΘΒΕ παρέδωσε γεμάτο ταμείο, και ας κατηγορήθηκε για συντηρητικές, λαϊκίστικες επιλογές, όπως και για ύποπτες συμφωνίες με ιδιωτικό θέατρο. Πολλοί τον κατηγορούν για άκρατο αριβισμό, για τον τρόπο με τον οποίο έχει διαχειριστεί τις πολιτικές διασυνδέσεις του, για έλλειψη καλών τρόπων, καθώς και για σεξιστικές δηλώσεις και συμπεριφορά, ακόμη και για ομοφοβία. Αλλοι συνιστούν ψυχραιμία και επισημαίνουν ότι δεν πρόκειται για κάποιον τυχαίο αλεξιπτωτιστή στον χώρο. Στο εφετινό πρόγραμμα του Εθνικού υπάρχει, πάντως, κάτι για όλους. Για να εκφραστεί καλλιτεχνικά ο ίδιος ο Χατζάκης επέλεξε τον Μέγα Ιεροξεταστή, από τους «Αδελφούς Καραμάζωφ» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, με τη Μάγια Μόργκενστερν. Ιδωμεν.
Νίκος Καραθάνος
Ενας σπάνιος συνδυασμός τρέλας, χιούμορ και ευαισθησίας φαίνεται να τον παρακινεί. Ως ηθοποιός έχει υπάρξει άνισος, ως σκηνοθέτης, όμως, έχει υπογράψει κάποιες από τις καλύτερες παραστάσεις των τελευταίων χρόνων, με αποκορύφωμα την περυσινή «Γκόλφω» που, χάρη στην τεράστια επιτυχία της, έφτασε μέχρι την Επίδαυρο στα μέσα του περασμένου Αυγούστου (και θα επαναληφθεί στη θεατρική Αθήνα εφέτος). Στην Επίδαυρο βρέθηκε και ο ίδιος ως πρωταγωνιστής, στον «Κύκλωπα», που έφερε τη σκηνοθετική υπογραφή του Βασίλη Παπαβασιλείου. Με το «Δεκαήμερο», που θα παρουσιάσει αυτή τη σεζόν στο Εθνικό Θέατρο, μένει να δούμε αν θα καταφέρει μέσα από τις ιστορίες του Βοκάκιου να περιγράψει «με τρόπο θαυμαστό, ρεαλιστικό και ευχάριστο, μια ολόκληρη εποχή, αλλά και γενικά την ανθρώπινη ψυχή, με τα πάθη της, με τις κωμικότητές της και τις ασχήμιες της».
Στάθης Λιβαθινός
Η «Ιλιάδα» του, μια εξόχως φιλόδοξη παράσταση, στέφθηκε με επιτυχία, αν και όσοι έχουν δει αρκετές από τις παραστάσεις του ικανού σκηνοθέτη αυτό που απόλαυσαν κυρίως ήταν το πώς έλαμψε η ελληνική γλώσσα στη μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη. Η αλήθεια είναι πως ο Στάθης Λιβαθινός δύσκολα θα επαναλάβει έναν θρίαμβο σαν αυτόν του «Ερωτόκριτου», δεν του μένει όμως τίποτε άλλο από το να το προσπαθήσει. Προς το παρόν, υπάρχουν σκέψεις και προτάσεις να ταξιδέψει το ομηρικό έπος στο εξωτερικό. Ετοιμάζεται, ωστόσο, να αναμετρηθεί και με ένα πρωτόγνωρο για εκείνον είδος. Αυτόν τον χειμώνα, μετά τους «Βρικόλακες» του Ιψεν, στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας, θα συνεργαστεί με την Καμεράτα στην οπερέτα του Θεόφραστου Σακελλαρίδη «Πικ-Νικ» (πρόκειται να φιλοξενηθεί στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών) – γραμμένη το 1915 και γνωστή για το βαλς «Σφίξε με».
Κατερίνα Ευαγγελάτου
Αν και νεαρή σε ηλικία, έχει καταφέρει κάτι σπάνιο για τα δεδομένα της Ελλάδας: να μην απογοητεύει. Κάθε παράστασή της, ακόμη και οι πιο αδύναμες, είναι καλοδουλεμένη και διαθέτει σαφή, συγκεκριμένη πρόταση. Συνήθως κρίνεται αυστηρά επειδή είναι κόρη του Σπύρου Ευαγγελάτου. «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν» του Μπρεχτ που ανέβασε πέρυσι αποτέλεσε μία από τις μεγάλες επιτυχίες της σεζόν και μία από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις που δίχασαν το κοινό. Η δικαίωση μάλλον ήρθε από το εξωτερικό. Το Κρατικό Θέατρο του Αουγκσμπουργκ την κάλεσε να σκηνοθετήσει το ίδιο έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ για την κεντρική σκηνή του. Στην εκεί παράσταση θα συμμετάσχουν μόνο γερμανοί ηθοποιοί και συντελεστές, ενώ η πρεμιέρα θα δοθεί τον Φεβρουάριο του 2014.
Γιάννης Κακλέας
Ο Γιάννης Κακλέας ξέρει να εκπλήσσει. Ενώ νομίσαμε ότι με το «Αχ, αυτά τα φαντάσματα» και τους «Δαίμονες» (αμφότερα μεγάλες επιτυχίες) έμοιαζε να αφιερώνεται στο εμπορικό θέατρο, η πειραματική, 24ωρης διάρκειας παράσταση του έργου «Μερσιέ και Καμιέ» του Σάμιουελ Μπέκετ, την οποία σκηνοθέτησε στο εφετινό Φεστιβάλ Αθηνών, απέδειξε ότι η ανατρεπτική ματιά δεν τον έχει εγκαταλείψει. Αυτή τη σεζόν θα προσπαθήσει να επαναλάβει το χατ-τρικ. Από τη μία πολιτικό, επαναστατικό «Κουρδιστό πορτοκάλι», με τον Αρη Σερβετάλη και την Αλεξάνδρα Αϊδίνη, και από την άλλη η φάρσα του Ζορζ Φεϊντό «Ψύλλοι στ' αφτιά» με τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, τη Βίκυ Σταυροπούλου και τη Μίνα Αδαμάκη και ο «Σιρανό ντε Μπερζεράκ» με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο και τη Σμαράγδα Καρύδη. Πολλά καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη, και ας έχει δηλώσει ο Γιάννης Κακλέας ότι αγαπημένο του μότο είναι το «Ουκ εν τω πολλώ το γα...ο ευ».
Δημήτρης Τάρλοου
Μέχρι την περυσινή εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία της «Ευρυδίκης», πιθανώς να χαρακτηριζόταν περιφερειακή φιγούρα του ελληνικού θεάτρου, υπεύθυνος για ένα θέατρο (το Θέατρο Πορεία) το οποίο φιλοξενεί σαφώς αξιόλογες σκηνικές προτάσεις, χωρίς ωστόσο συγκεκριμένο στίγμα όσον αφορά το ρεπερτόριό του. Προφανώς κατάλαβε τη δυναμική του και ετοιμάζει διπλό χτύπημα: ως θεατρώνης θα φιλοξενήσει το έργο «Παραλλαγές θανάτου» του Γιον Φόσε, την πρώτη δηλαδή (και πολυαναμενόμενη) σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά μετά τη θητεία του ως καλλιτεχνικού διευθυντή στο Εθνικό Θέατρο. Ως σκηνοθέτης θα ασχοληθεί με ένα σκληρό έργο της Σάρα Κέιν, το «Blasted», με πρωταγωνιστές τον Ακύλλα Καραζήση και τη Λένα Παπαληγούρα. Ανήκει στην ολιγάριθμη κάστα καλλιτεχνών που κάνουν αυτοκριτική δημοσίως – έχει, για παράδειγμα, αναλάβει σε συνεντεύξεις του πλήρως την ευθύνη του για ένα αποτυχημένο ανέβασμα των «Βακχών» πριν από μερικά χρόνια.
Θωμάς Μοσχόπουλος
Ηρεμη δύναμη. Από τα χρόνια του Αμόρε, σταθερά και αθόρυβα, έχτισε μια ομάδα με σταθερό πυρήνα, αλλά και το δικό του κοινό. Του πηγαίνουν τα έργα για τα οποία οι θεατές δεν έχουν συγκεκριμένες προσδοκίες. Οταν ανέβασε το 2012 τον «Μακμπέθ», το εγχείρημα στέφθηκε με αποτυχία. Ασος στο μανίκι του το παιδικό θέατρο – έχει σκηνοθετήσει σε αυτό το είδος παραστάσεις που έχουν αφήσει εποχή – ορθώς, λοιπόν, ετοιμάζει μια όπερα για παιδιά στην Εθνική Λυρική Σκηνή, σε συνεργασία με τον Νίκο Κυπουργό. Η όπερα, άλλωστε, αποτελεί άλλον έναν τομέα στον οποίο έχει δοκιμαστεί με επιτυχία. Απέδειξε πέρυσι ότι η κρίση τέχνας κατεργάζεται και με ελάχιστα μέσα κατάφερε μια μεγάλη επιτυχία, το «Μιστέρο Μπούφο». Στο εξωτερικό τον εκτιμούν, κάνει συχνά δουλειές εκτός συνόρων. Πρόσφατα, μάλιστα, βραβεύτηκε στον Καναδά. Στις αρχές της επόμενης χρονιάς θα ανεβάσει τον «Ρινόκερο» του Ιονέσκο.
Μιχαήλ Μαρμαρινός
Καλλιτέχνης απολύτως αφοσιωμένος στο θέατρο – θα μπορούσαμε να τον αποκαλέσουμε «νέο Λευτέρη Βογιατζή». Εχει ταλαιπωρήσει εμμέσως τους αθηναίους θεατρόφιλους: έχοντας αφήσει το αποτύπωμά του στις ελληνικές σκηνές, πολλές ομάδες έχουν επηρεαστεί από τις δικές του devised παραστάσεις και αποπειράθηκαν να τον αντιγράψουν με αποτελέσματα αμφιβόλου ποιότητας. Δύσκολα θα του αρνηθεί ηθοποιός τη συμμετοχή σε δουλειά του. Οταν ένα κείμενο ταιριάξει στο όραμά του, όπως συνέβη στο «Insenso» ή στο «Πεθαίνω σαν χώρα», μπορεί να παραδώσει στο κοινό ένα αριστούργημα. Οταν δεν είναι σίγουρος τι θέλει να πει, χάνεται και κουράζει (χαρακτηριστικό παράδειγμα το περυσινό «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας»). To 2014 θα μας υποδεχτεί με κάτι φιλόδοξο: ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών (εκείνος είχε σκηνοθετήσει την τελετή εγκαινίων του χώρου) και καταπιάνεται με τον αρχετυπικό μύθο της νεότερης ευρωπαϊκής σκέψης, τον «Φάουστ» του Γκαίτε.
Λένα Κιτσοπούλου
Εχει ταράξει όσο λίγοι τα νερά στο ελληνικό θέατρο τα τελευταία χρόνια. Κάποιοι θεωρούν ότι ανήκει στην κατηγορία «πρόκληση για την πρόκληση», άλλοι δηλώνουν αμετανόητοι θαυμαστές. Γεγονός παραμένει ότι το «Ludus Lucta Illusio – Ο Θεός κάνει παιχνίδι» που σκηνοθέτησε το καλοκαίρι ήταν ίσως η μοναδική παράσταση του εφετινού Φεστιβάλ Αθηνών στην οποία ακούστηκαν γιουχαρίσματα (και δικαίως, εν μέρει). Κανείς, όμως, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι είναι ικανή και για σπουδαία πράγματα: ο α λα Σάρα Κέιν εμβόλιμος μονόλογος που έγραψε για την «Γκόλφω» του Εθνικού Θεάτρου συγκίνησε και αναπαράχθηκε όσο λίγες σκηνές. Τον Οκτώβριο αναμένεται να ξεκινήσουν στο Θέατρο του Νέου Κόσμου οι παραστάσεις του «Μουνή», που αποτελεί σκηνική διασκευή του ομότιτλου διηγήματός της (από τη συλλογή «Μεγάλοι δρόμοι», εκδ. Μεταίχμιο). Δεν θα είναι ενεργά αναμεμειγμένη σε αυτό το ανέβασμα, ωστόσο αναμένουμε με ενδιαφέρον και το επόμενο δικό της σκηνοθετικό χτύπημα.
Πηγή: www.tovima.gr
Δημοσιεύτηκε στις 10/10/2013
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire