Ανθολογία λυρικών ποιητών των αρχών του 20ού αιώνα
Τι κοινό έχουν ο Καβάφης, ο
Μαλακάσης, ο Παλαμάς, ο Παπανικολάου ή ο Γιώργος Σαραντάρης; Είναι όλοι
τους λυρικοί ποιητές, ο καθένας με τη δική του προσωπικότητα και το δικό
του τρόπο. Τον όρο λυρισμό, η Γεωργία Λαδογιάννη, καθηγήτρια Νέας
Ελληνικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, τον χρησιμοποιεί όχι
ως γραμματολογικό κριτήριο που ταξινομεί την ποίηση σε παραδοσιακή και
μοντέρνα. Τον αντιμετωπίζει ως όρο της ποιητικής διαδικασίας, ως κάτι
ζωντανό, το οποίο με συνεχείς ρήξεις συνεχίζει μια μεγάλη παράδοση που
έχει σημείο εκκίνησης την αρχαϊκή περίοδο.
Στον τόμο «Σκοτεινή ρίζα. Ανθολογία λυρισμού. Α' 1900-1940» (εκδόσεις Παπαζήση) ανθολογεί λυρικούς ποιητές, οι οποίοι έδρασαν μέσα στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ανακαλεί την κρίση του Τάκη Σινόπουλου για να δικαιολογήσει και να δικαιώσει το εγχείρημά της: «[...] Η ποίηση, απ' τον καιρό του Παλαμά κι εδώθε ανοίχτηκε σε άγνωστους δρόμους, περιφρόνησε την παράδοση, στεφάνωσε αυτοκτόνους, υποτάχτηκε σε εμπειρίες και πειραματισμούς εξτρεμιστών, νοθεύτηκε από τις ορθοδοξίες [...]».
Γιατί όμως η ποιητική ανθολογία φορτίζεται από το βασικό τίτλο «Σκοτεινή ρίζα»; «Είναι ένα σχήμα μεταφοράς για την ψυχική ενδοχώρα που αποθηκεύει το βίωμα και δίνει στις πρωταρχικές φόρμες την εμπειρία. Στη διαδικασία αυτή, η ηθική και ψυχολογική δομή του προσώπου είναι το αναπόφευκτο φίλτρο, γι' αυτό ο λυρισμός είναι το σταθερό γνώρισμα της ποίησης που ρέει εσωτερικά ή, για να χρησιμοποιήσουμε την εικόνα του Γιώργου Σεφέρη, σαν το ψάρι που το βλέπουμε να κυλά στην αυγινή γαλήνη της θάλασσας», εξηγεί η πανεπιστημιακός.
Η αρχή της νέας αισθητικής του λυρισμού έγινε μέσα από τις σελίδες του περιοδικού «Η Τέχνη» (1898-1899), με τη δημοσίευση ποιημάτων των Παλαμά, Γρυπάρη, Προβελέγγιου, Σπ. Πασαγιάννη, Μαλακάση, Χατζόπουλου, Πορφύρα. «Οι ποιητές αυτοί», σχολιάζει η Γεωργία Λαδογιάννη, «πλαισιώνουν μια παράδοση λυρισμού με πολλούς συνεχιστές και μεγάλη διάρκεια, που θα τη φτάσουν μέχρι τα όρια της δεκαετίας του 1940».
Ακολουθεί η γενιά του Μεσοπολέμου, η οποία διαχειρίζεται την ήττα, τη φυγή, την ανία, με κύριο εκπρόσωπό της τον αυτοκτόνο της Πρέβεζας, τον Κώστα Γ. Καρυωτάκη, ο οποίος άφησε τη σκοτεινή σφραγίδα του στο έργο των Σεφέρη, Βρεττάκου, Βαφόπουλου, Ρίτσου. Στην ίδια ατμόσφαιρα, η στοχαστική θλίψη του Αγρα, η κομψή μελαγχολία του Νίκου Χάγερ Μπουφίδη, η νοσταλγία της αθωότητας του Παπανικολάου, η κρυμμένη θλίψη του Εμμανουήλ, η λοξή ματιά του Κουκούλα.
Παράλληλα, μέσα σ' αυτές τις τρεις δεκαετίες έχουμε τον πλουτισμό της κοίτης του ποιητικού ποταμού με το λυρικό ιδεαλισμό του Σικελιανού, το διονυσιασμό του Βάρναλη και τον αισθητισμό του Μελαχρινού. Εν τούτοις, η απελευθέρωση του στίχου, με την εμπέδωση του ελεύθερου, σφραγίζεται από την παρουσία του Παπατσώνη και του Δρίβα.
Ομως, αυτός που εξακολουθητικά αποτελεί το αφετηριακό σημείο της νέας ποιητικής ρυθμολογίας είναι ο Κ. Π. Καβάφης, ο οποίος χρησιμοποιεί καινούργια θέματα και ενθαρρύνει μορφολογικές ελευθερίες. «Οι ποιητές», ερμηνεύει η Γεωργία Λαδογιάννη την καβαφική επίδραση, «μπορούν να ακούνε στον Καβάφη την αρμονική ενότητα, να αισθάνονται τις κρυμμμένες τομές και να παρακολουθούν τον αποδεσμευμένο στίχο».
Ομως, ο ποιητής, ο οποίος συγκεράζει υπόγεια τον Καβάφη και δεδηλωμένα τον Ελιοτ, είναι ο Γιώργος Σεφέρης: εσωστρέφεια, κρυμμένο νόημα, ρεαλιστική καθημερινότητα, αναλογίες στη θέαση της Ιστορίας, υποβολή διαθέσεων και αισθησιασμού. Από εκεί και πέρα διαμορφώνεται το νεοπαγές λυρικό σκίρτημα, υπό την σκέπη του υπερρεαλισμού, και κύριους εκφραστές του τούς Εμπειρίκο, Εγγονόπουλο και Ελύτη.
«Το πρώτο ξάφνιασμα από την υπερρεαλιστική γλώσσα σιγά σιγά μετατρέπεται σε ωφέλιμο μάθημα, συνολικά για την ποίηση, γιατί στην ουσία η νέα γλώσσα δεν είναι άλογη αλλά άρνηση της κατεστημένης λογικής τάξης και με αυτή την έννοια είναι αυτοσκοπική και βαθιά υποκειμενική, γιατί εκφέρει, στην πιο πλήρη του μορφή, το νόημα του ποιητή και το πώς ο ίδιος κατανοεί τον κόσμο», περιγράφει η Γεωργία Λαδογιάννη την τομή που επέφερε το εισαγόμενο ξένο κίνημα κατά τη μετακένωση στο ελληνικό ποιητικό παράδειγμα.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δημοσιεύτηκε στις 08/03/2014
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire